Τι συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες ενός διευθυντικού γραφείου; Τι λέγεται σε ένα καφέ; Πώς φτάνουν τα νέα στα αυτιά ενός δημοσιογράφου; Τι θέλει να πει σε μια φίλη του; Σκηνές από το παρελθόν που επηρεάζουν το παρόν και το μέλλον. 

Ads

Σκηνή πρώτη 

H Πόρσε Καγιέν σταμάτησε ακριβώς μπροστά από την είσοδο της Πάουερ Τζενερέιτορ που έχει την έδρα της στο Μαρούσι. Από το αυτοκίνητο κατέβηκαν ο Ευγένιος Αλυσιδιώτης και η Κάλυ Καμβουνίδου. Ντυμένοι επίσημα, δίνοντας με μια πρώτη ματιά την εντύπωση ότι έχουν οικονομική επιφάνεια και ότι το επαγγελματικό τους κύρος είναι ανεγνωρισμένο και αδιαμφισβήτητο. Και οι δυο τους είναι από εκείνη την πάστα των δυναμικών επαγγελματιών και των ταχύτατα ανερχομένων στελεχών του εικοστού πρώτου αιώνα, που επενδύουν πολλά στην εξωτερική εμφάνιση και την εικόνα. Κρατάνε από μια μαύρη Σαμσονάιτ τσάντα και φορούν ακριβά γυαλιά ηλίου. Δεν έχει σημασία αν είναι Φεβρουάριος και η ημέρα δεν είναι ηλιόλουστη. Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο, σιάχνουν τα ρούχα τους, πρέπει να φαντάζουν ατσαλάκωτοι, κοιτάζουν αριστερά και δεξιά και με γοργά βήματα εισέρχονται στην είσοδο του κτιρίου που στεγάζεται η εταιρεία. Τον πρώτο που συναντούν είναι ο υπάλληλος της ιδιωτικής εταιρείας σεκιούριτι. Τους κοιτάζει αδιάφορα και με ένα ελαφρώς επιτιμητικό βλέμμα. Πιθανόν σκεφτόταν ότι «εγώ είμαι ο άρχοντας της εισόδου, εγώ αποφασίζω ποιος μπαίνει και ποιος όχι, ελέγχω τους αγνώστους και τους περνάω από φέις κοντρόλ». 

«Παρακαλώ; Μπορώ να σας εξυπηρετήσω; Ποιοι είστε;»

«Ονομάζομαι Αλυσιδιώτης. Ευγένιος Αλυσιδιώτης. Από εδώ η κυρία Καμβουνίδου. Έχουμε ραντεβού…» Πριν προλάβει να ολοκληρώσει την πρόταση του, ο «θυροφύλακας» τον διακόπτει.

Ads

«Ναι, ναι… μου το ’χουν πει. Περάστε παρακαλώ!» Ο υψηλόσωμος νεαρός με το ξυρισμένο κεφάλι, άλλαξε μεμιάς όψη, επιδεικνύοντας απαράμιλλη υποτακτικότητα. Έγειρε ελαφρά εμπρός το σώμα του, βγήκε από το χώρο ελέγχου και κατευθύνθηκε τάχιστα προς τους δύο επισκέπτες. «Ελάτε, ελάτε. Από εδώ. Ακολουθήστε με! Από εδώ, παρακαλώ κυρία!» Η εικόνα του σωματώδους υποτακτικού, κάνοντας συνεχείς επικύψεις και περπατώντας με ανοιχτά τα πόδια, κοιτάζοντας ταυτόχρονα υπό γωνία τον άνδρα και τη γυναίκα, ήταν κωμική και γκροτέσκο. Κάλεσε το ασανσέρ και περίμενε μέχρι να μπουν μέσα να τους πατήσει το μπουτόν για το δεύτερο όροφο. «Εκεί είναι το γραφείο του κυρίου Βασιλόπουλου… νομίζω ότι το ξέρετε… Καλή σας μέρα!» Η φιγούρα του χάθηκε μαζί με το κλείσιμο της πόρτας.

«Τι γελοία φάτσα! Ένας γιγάντιος γελωτοποιός που του είπαν να το παίζει αφεντικό!», σχολίασε παίρνοντας μια γκριμάτσα απαξίωσης και αηδίας η Καμβουνίδου. Ο Αλυσιδιώτης δεν απάντησε.  Το μόνο που ήθελε ήταν να φτάσουν το γρηγορότερο στο γραφείο του Βασιλόπουλου. Είναι ο διευθύνων σύμβουλος της Πάουερ Τζενερέιτορ και εκείνοι τα αφεντικά της Γενικές Λύσεις ΕΠΕ. Στο γραφείο τούς υποδέχτηκε η γραμματέας και ειδοποίησε αμέσως τον «κύριο» της. Εκείνος, βλέποντάς τους από τη μισάνοιχτη πόρτα, έκανε ένα νεύμα και τους προσκάλεσε άμεσα να μπουν στο χώρο του. Με την είσοδό τους, είδαν στα αριστερά να κάθεται ένας μεσήλικας κύριοςˑ ωραία ντυμένος, που τους κοιτούσε μ’ ένα ελαφρύ μειδίαμα. 

«Περάστε. Καλώς ήρθατε κύριε Αλυσιδιώτη. Και εσείς κυρία Καμβουνίδου.» Ήταν τα πρώτα λόγια του Βασιλόπουλου που, εντωμεταξύ, είχε σηκωθεί από το γραφείο για να τους χαιρετίσει δια χειραψίας. «Να σας συστήσω. Από εδώ ο κύριος Σόλων Πουλάκος. Δικηγόρος και πολύ καλός φίλος. Θα συμμετάσχει και αυτός στη συνάντησή μας. Θα μας βοηθήσει με τις γνώσεις του, τις πληροφορίες που έχει στην κατοχή του και πολλά άλλα που μπορεί να μας προσφέρει!» 

Μετά από τις απαραίτητες συστάσεις και τους καφέδες της γραμματέως, η πόρτα έκλεισε ερμητικά και οι τέσσερεις παρέμειναν στο γραφείο για πάνω από μια ώρα. Τα θέματα που είχαν να συζητήσουν ήταν πολλά, σημαντικά και εφόσον είχαν ευτυχή κατάληξη, θα ήταν ιδιαίτερα επικερδή για όλους. Η Πάουερ Τζενερέιτορ δραστηριοποιείτο στο χώρο της ηλεκτρικής ενέργειας και ενδιαφερόταν να αναλάβει κομμάτι από την επικείμενη ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ. Η δε Γενικές Λύσεις ΕΠΕ, ασχολιόταν με συμβουλευτικές υπηρεσίες και χρηματοοικονομικά ζητήματα. Και ασφαλώς, ο Σόλων με τα νομικά θέματα και ό,τι άλλο πρόβλημα προέκυπτε κατά τη διαδικασία, θα τους προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες. Μια συνάντηση που έγινε μεν σε επίσημα γραφεία, παρέμενε όμως μυστική και όσα συνομολογήθηκαν, δεν διέρρευσαν. Τουλάχιστον από τους παρευρισκομένους. Μετά από κάποια ώρα οι τέσσερεις σηκώθηκαν, αντάλλαξαν χειραψίες, κοιτάχτηκαν με πονηριά και αναχώρησαν προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Ο Αλυσυδιώτης και η Καμβουνίδου πήγαν στην Κηφισιά να πιουν ένα ποτό και να σχολιάσουν τι διημείφθη στα γραφεία της Πάουερ Τζενερέιτορ, ο Βασιλόπουλος τακτοποίησε κάτι εκκρεμότητες της ημέρας, καθώς σε μια ώρα έπρεπε να είναι στου Ζόναρς και ο Σόλωνας έφυγε γρήγορα για το δικηγορικό του γραφείο να πάρει κάποια χαρτιά και στη συνέχεια να πάει στο προκαθορισμένο ραντεβού του. 

Σκηνή δεύτερη 

Ο Σόλων ανέβηκε με τα πόδια την Πανεπιστημίου και μπήκε διακριτικά στου Ζόναρς. Η είσοδός του πέρασε αδιάφορη. Κατευθύνθηκε στη δεξιά πλευρά του καταστήματος. Τον περίμενε ο Βασίλειος Βασιλόπουλος, πίνοντας ήδη τον καπουτσίνο του. Ο λόγος της συνάντησης τούς ήταν γνωστός. Ήταν το προκαθορισμένο ραντεβού που δεν υπήρχε λόγος να το ξέρουν οι άνθρωποι της Γενικές Λύσεις ΕΠΕ. Εκτός από άτυπος νομικός συνεργάτης της Πάουερ Τζενερέιτορ, σκόπευε να κάνει μια επενδυτική πρόταση στο Βασιλόπουλο, που εφόσον την αποδεχόταν, τότε μόνο θα ενέπλεκαν στο «παιχνίδι» τους υπόλοιπους. Η είσοδος στην αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας είναι δεδομένη, χωρίς να είναι διασφαλισμένες εκατό τοις εκατό οι θετικές προοπτικές της. Ο δικηγόρος έχει ασφαλείς πληροφορίες ότι θα δρομολογηθούν στο άμεσο μέλλον επενδύσεις στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης και ότι στους υπό απαλλοτρίωση χώρους, είναι και ένα οικόπεδο της Κλειώς. Αν καταφέρει και πείσει όλους να γίνουν εκεί οι επενδύσεις τότε το όφελός του θα είναι μεγάλο. Ο Βασιλόπουλος μπορεί να βοηθήσει προς αυτή την κατεύθυνση.

Η εταιρεία του θα αναλάβει τμήμα της επένδυσης και θα έχει άμεση εμπλοκή στις αγοραπωλησίες ακινήτων. Ο Σόλωνας ξέρει ότι το όφελος γι’ αυτόν είναι τριπλό. Ζεστά χρήματα από την πώληση ή την απαλλοτρίωση του οικοπέδου, ποσοστό από την οικονομική συναλλαγή ως «άτυπος σύμβουλος» και αποζημίωση από τις νομικές υπηρεσίες και την παράσταση δικηγόρου, που τυπικά θα την εισπράξει ένας άλλος εκκολαπτόμενος δικηγόρος, αλλά αυτός θα είναι ο κύρια ωφελημένος. Και όλα αυτά, χωρίς να εμφανίζεται πουθενά το όνομα και η υπογραφή του. Μαύρα λεφτά, μέσα από εικονικές σχέσεις. Ό,τι καλύτερο και πιο οικείο για το Σόλωνα. Οι εποχές και οι πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις τον κάνουν να είναι πολύ προσεκτικός στις επιλογές του και οι κινήσεις του να περιβάλλονται από άκρα μυστικότητα και όσο το δυνατόν, μεγαλύτερη ασφάλεια. 

Σκηνή τρίτη 

Ο Ιάκωβος Ράμογλου δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον συνεργάτη του. Ο Πέρης του είπε να περιμένει στην εφημερίδα γιατί είχε κάποιες πολύ «ζουμερές» πληροφορίες. Τις προάλλες συνάντησε στο δρόμο τον Όμηρο Ψηλόπουλο. Εκείνος του είπε ότι θα ασχολούνταν με μια μεγάλη εργολαβία. Μέσα από αυτή τη δουλειά θα έβγαζε χρήματα και θα «ανέβαινε» στα μάτια της Φρειδερίκης. Έχει να κάνει με κάτι εκποιήσεις ακινήτων και μια εγκατάσταση παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Περισσότερα δεν ήξερε, αλλά το πρώην αφεντικό του -ο κύριος Στεφανίδης- είχε άμεση σχέση μ’ αυτά. «Εξάλλου, όπως ξέρεις Πέρη… εσύ κάτι τέτοια τα γνωρίζεις καλύτερα απ’ όλους μας. Ο Στεφανίδης είναι στα μέσα και στα έξω και έχει πάρε-δώσε μ’ έναν Βασιλόπουλο και την εταιρεία του. Θα τους έχεις σίγουρα ακούσει…» Ο Όμηρος τα «ξεφούρνισε» όλα με μιαν ανάσα. Ο Πέρης δεν τον σταμάτησε. Τον άφησε να μιλάει. Στη πραγματικότητα, άκουγε όλα αυτά για πρώτη φορά.

Για την ιστορία με την ηλεκτρική ενέργεια και τι ετοιμάζονταν να γίνει. Από εκείνη τη στιγμή, ο δημοσιογράφος κινητοποιήθηκε. Ρώτησε, έμαθε, πήρε πληροφορίες, έψαξε και βρήκε. Ήταν έτοιμος να μιλήσει στο διευθυντή του και να του εξιστορήσει τι γινόταν στο παρασκήνιο της ενέργειας και των εργολαβιών. Η εταιρεία του Βασιλόπουλου επεδίωκε ενεργό συμμετοχή στην ηλεκτρική ενέργεια και θα συνεργαζόταν με την τεχνική-κατασκευαστική εταιρεία του Στεφανίδη. Πολιτικοί, μεσάζοντες και κάποιοι που επηρεάζουν ή καθορίζουν αποφάσεις ήταν ήδη «μιλημένοι». Οι πληροφορίες του ανέφεραν μια συμβουλευτική εταιρεία με την ονομασία Γενικές Λύσεις. «Ιάκωβε, σε λίγε ημέρες θα έχω μάθει κι άλλα. Βρήκα άκρες και με λίγη προσπάθεια και μεθοδικότητα, θα ξετυλίξω το κουβάρι. Θα βγάλουμε είδηση!» Αυτά τα παρέθεσε, «χαρτί και καλαμάρι» στο Ράμογλου. 

Σκηνή τέταρτη 

Η Κλειώ περιμένει τον Πέρη για καφέ. Της είπε ότι θα περνούσε κοντά από το σπίτι της και ότι είχε λίγη ώρα για να τη δει και να τα πουν. Είχαν να ειδωθούν πάνω από τρεις μήνες. Έκτοτε, πολλά είχαν μεσολαβήσει, ώστε οι εκμυστηρεύσεις να δείχνουν ενδιαφέρουσες και πιθανόν, καταλυτικές. Ο καφές συνοδευόταν με κουλουράκια και παστάκια, ενώ ο επισκέπτης είχε φέρει μαζί του τα γνωστά τριγωνάκια από το ζαχαροπλαστείο της οδού Αντιγονιδών. Η φιλική κουβεντούλα ήταν «περί ανέμων και υδάτων», παρόλα αυτά, ο Πέρης έδειχνε ανήσυχος και περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να μιλήσει στη Κλειώ. Θα τα είχε ήδη πει, αν η ακατάσχετη λογοδιάρροιά της, δεν τον απέτρεπε. Ήξερε ότι η φίλη του «ανοιγόταν» ελάχιστα, ότι σπάνια μιλούσε και μόνο σε εκείνον άφηνε ελεύθερο τον εαυτό της. «Δεν θα της στερήσω τη χαρά να μου μιλάει και να βγάζει έξω ό,τι τη βασανίζει. Είναι κλεισμένη σ’ αυτό το παλιόσπιτο και ζει μέσα στις αμφιβολίες και τις αναστολές. Ας την αφήσω λοιπόν να τα πει και μετά…» Αυτά σκεφτόταν και μόλις έφτασε ο κατάλληλος χρόνος, όταν η Κλειώ πήγε στο ψυγείο για να φέρει τα γλυκά, της φώναξε. «Κλειώ, ξέρεις πέρασα από εδώ, όχι μόνο για να σε δω… σε αποθύμησα, αυτό είναι γεγονός, αλλά ήρθα για να σου πω κάτι που πριν από λίγο καιρό  έμαθα. Κάτι που σ’ αφορά.»

«Τι είπες Πέρη; Δεν σ’ άκουσα καλά; Έρχομαι τώρα… φέρνω και τα γλυκά… μμ! Είναι πεντανόστιμα! Μπράβο σου, που με σκέφτηκες. Ξέρεις ότι μ’ αρέσουν… έχω καιρό να τα φάω… εδώ που μένω πια δεν έχει κάτι καλό… όπως παλιά.»

«Ναι, το ξέρω. Γι’ αυτό σκέφτηκα να πάω σ’ εκείνο το ζαχαροπλαστείο…» Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη φράση του και κείνη εμφανίσθηκε με μια πιατέλα γεμάτη με τα μικρά γλυκίσματα. Σορόπιασε το σύμπαν! Για δευτερόλεπτα επικράτησε απόλυτη σιγή. Μόνο τα μάτια είχαν διάπλατα ανοίξει και οι σιελογόνοι αδένες έδωσαν το ανάλογο μήνυμα στον εγκέφαλο. Μετά από αυτή την απαραίτητη διακοπή, ο Πέρης συνέχισε. 

«Καλή μου ήρθα για να σου πω κάποια που πρόσφατα έμαθα. Αφορούν τον δικό σου και τις δουλειές του. Ας μην τις χαρακτηρίσω αλλιώς. Δεν θα ασχολιόμουν παραπάνω αν δεν διαπίστωνα ότι έχεις κι εσύ σχέση…»

«Σχέση… τι εννοείς μ’ αυτή τη λέξη; Εγώ; Από πού κι ως πού; Εγώ στις δουλειές του Σόλωνα; Είσαι σίγουρος;»

«Ναι Κλειώ μου. Σ’ αφορούν αυτά που ετοιμάζεται να κάνει… όχι μόνος του. Μόνος του τίποτα δεν είναι ικανός να κάνει. Μαζί όμως μ’ άλλους, αναδεικνύει τα προσόντα του!»

«Αα! Δεν καταλαβαίνω. Μιλάς παράξενα. Πες μου τι είναι αυτά που ξέρεις. Μιλάς, χωρίς να μπορώ να σε παρακολουθήσω.»

«Καλά, καλά. Θα σου πω. Όλα όμως με τη σειρά τους. Κατ’ αρχήν, έχεις ένα οικόπεδο λίγο έξω από την πόλη;»

«Ναι, έχω. Και σκέφτομαι μάλιστα να το πουλήσω.»

«Λοιπόν άκουσε τότε καλά τι έχω να σου πω. Και ότι μάθεις σήμερα, δεν θα το πεις πουθενά. Μ’ ακούς; Εγώ, προσωπικά θα σε σφάξω! Τίποτα. Τσιμουδιά. Στα λέω αυτά, γιατί είναι πράγματα που δεν παίζουμε… ούτε κανείς μπορεί να μας προφυλάξει αν μαθευτούν και κάποιοι βγουν ζημιωμένοι από την ιστορία.»
«Ωχ, με τρομάζεις. Τι είναι αυτή η ιστορία που ανέφερες; Τι έγινε και είναι τόσο φοβερό; Νιώθω ν’ απειλούμαι, έτσι όπως μιλάς. Κινδυνεύω Πέρη;»
«Δεν σ’ απειλώ, σε προετοιμάζω και σ’ ενημερώνω για τους κινδύνους. Αν μαθευτούν παραέξω αυτά, τότε όλοι μας θα βρεθούμε μπλεγμένοι. Έμαθα διάφορα και αν κάνεις υπομονή, θα στα εξιστορήσω.»

«Πω, πω! Σαν τις σειρές που παρακολουθώ! Ίντριγκες, δολοπλοκίες και φόνοι. Αυτές όμως έχουν κι έρωτες…»

«Σταμάτα λοιπόν και πρόσεχε. Μη μιλάς και άκουγε…» Πριν προλάβει να συνεχίσει, ακούγεται ένας θόρυβος στην εξώπορτα. Το κλειδί μπαίνει στη κλειδαριά. Σταματούν και στρέφονται προς τα εκεί. Η πόρτα ανοίγει και εμφανίζεται ο Σόλωνας. 

«Σόλωνα, εσύ!», αναφωνεί μ’ έκπληξη και τρόμο η Κλειώ.

«Ξέχασα κάτι το πρωί και πέρασα να το πάρω. Μπα τι βλέπω; Ο Πέρης… Πώς κι από εδώ; Όπως βλέπω, όταν λείπει ο γάτος…»

«Αγάπη μου, ο Πέρης ήταν περαστικός με το αυτοκίνητό του και ανέβηκε να μου πει ένα γεια και… επειδή είχε λίγο χρόνο, τον κέρασα ένα καφέ… ξέρεις να τα πούμε… τα δικά μας… χαζά, κουτσομπολιά…»

«Α, μάλιστα, έτσι! Χαζά και κουτσομπολιά…» 

Στο επόμενο επεισόδιο, σκηνές από το παρελθόν μιας παρέας νέων. 

Διαβάστε στα προηγούμενα: