Τι είναι αυτό που ενώνει τον Πέρη με το Σόλωνα; Η ηλεκτρική ενέργεια, τα συμβόλαια, τα ακίνητα, οι συμφωνίες και οι διαπλοκές φέρνουν δίπλα-δίπλα δύο άνδρες που φαινομενικά η μόνη τους κοινή σχέση είναι η Κλειώ. Μια υπόθεση από το πουθενά εμφανίζεται…

Ads

Ο Πέρης σηκώθηκε για να γεμίσει με λευκό κρασί το ποτήρι του. Κοίταξε επισταμένα τον Σόλωνα. Εκείνος τον αντιλήφθηκε και με μια αδέξια κίνηση, παραπατώντας στο δεξί πόδι της Κλειώς, κινήθηκε προς το μέρος του κάνοντας ότι πάει κι αυτός προς την καράφα με το κρασί. Όσο έβαζε κρασί στο ποτήρι του -παρόλο που όλοι ήξεραν ότι προτιμούσε το ουίσκι- σιγοψιθύρισε στον Πέρη. «Συμβαίνει κάτι; Κοιτάζεις παράξενα; Μήπως είπα κάτι που σ’ ενόχλησε;»

«Εμένα; Γιατί να μ’ ενοχλεί κάτι το συγκεκριμένο; Εσύ… δεν μπορείς να μου κάνεις τίποτα. Το ξέρεις καλά αυτό! Εγώ από σένα δεν έχω κάτι να φοβηθώ. Σωστά;» Ο Πέρης μίλησε σ’ έντονο ύφος, αλλά χαμηλόφωνα. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου είχαν τραβηχτεί και σαν να υπήρξε ένας ανεπαίσθητος ερεθισμός, το δέρμα του κοκκίνισε. 
«Δεν μπορώ να καταλάβω τι υπονοείς και έχεις αυτό το ύφος. Μιλάς με γρίφους και το ξέρεις πολύ καλά… δεν μου αρέσουν κάτι τέτοια χαζά και παράξενα. Εσένα μπορεί να σου ταιριάζουν, αλλά όχι σε μένα.» Ο Σόλωνας ύψωσε την ένταση της φωνής του, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη μυστικότητα των λέξεων που εκστόμισε. Η πλάτη του «κοιτούσε» προς τους υπόλοιπους και είχε πλησιάσει τον Πέρη όσο πιο κοντά του επιτρεπόταν. Ο δικηγόρος ήταν μαέστρος σε κάτι τέτοια. Η αξιοποίηση της γλώσσας του σώματος και η χρήση των χεριών και της κεφαλής ήταν από τα μεγάλα του ατού. Ακόμα και οι συνάδελφοι του, που δεν καλόβλεπαν τις υποθέσεις που αναλάμβανε, καθώς και τις ευρύτερες φιλοδοξίες που έδειχνε να έχει, αναγνώριζαν τις ικανότητές του. Σε μια αντιπαράθεση ή σε μια αντιδικία, ο Σόλων επιδίωκε να παίρνει το «πάνω κεφάλι», να μην αφήνει ελεύθερο χώρο στον άλλον για ελιγμούς και κινήσεις κυριαρχίας.

Εξάλλου, μπορεί να γνωρίζονταν οι δύο τους αρκετό καιρό, όμως οικειότητα και άνεση μεταξύ τους δεν είχαν. Ο Πέρης πίστευε ότι ο Σόλωνας παντρεύτηκε τη φίλη του από σκοπιμότητα για να «βάλει χέρι» στην περιουσία της. Ο δε Σόλωνας έβλεπε στο πρόσωπο του εργένη έναν εχθρό που έπρεπε να είναι όσο το δυνατόν μακρύτερα από το σπιτικό του. Συχνά μάθαινε ότι πήγαινε εκεί τα πρωινά και έπινε καφέ με την Κλειώ. Η γυναίκα του δεν του έλεγε τι συζητούσαν. «Να ξέρεις εσύ. Κουτσομπολιά και άλλα χαζά. Βλέπουμε και τα πρωινάδικα!» Αυτά του έλεγε, αλλά ήξερε ότι του έκρυβε την αλήθεια. Ο Πέρης δεν ήθελε να κυκλοφορεί στο σπίτι του, ειδικά χωρίς τη δική του παρουσία. Μπορεί να γινόταν επικίνδυνος. Καλή ώρα, όπως αυτή τη βραδιά, που του μιλούσε περίεργα και τον κοιτούσε με καχυποψία.

Ads

«Σου λέει κάτι τ’ όνομα Βασιλόπουλος; Η εταιρία Πάουερ Τζενερέιτορ; Μήπως να σου αναφέρω κάποιον άλλον; Αλυσιδιώτης; Ή Καμβουνίδου; Θέλεις να πω κι άλλα; Γενικές Λύσεις ΕΠΕ;» Ο Πέρης ήπιε μια γουλιά από το κρασί, δάγκωσε τη γωνία από ένα πιτσάκι και «έσκασε» ένα δολοφονικό μειδίαμα στο συνομιλητή του. Έβαλε το χέρι του στη δεξιά τσέπη του παντελονιού του και ο Σόλωνας ετοιμάσθηκε να δεχθεί την επόμενη «βόμβα». Αντί αυτής όμως, ο Πέρης έβγαλε το πακέτο με τα τσιγάρα και από την αριστερή τσέπη τον αναπτήρα τουˑ δώρο από έναν στενό φίλο που συνεργάσθηκαν σε αρκετά ρεπορτάζ και έρευνες. Άναψε το τσιγάρο, συνέχισε να έχει την ειρωνική έκφραση και έδωσε μια εκνευριστική διάρκεια στη σιωπή.

Ο Σόλωνας παρέμενε αποσβολωμένος και προσπαθούσε να πει κάτι. Μόνο η ανάσα του ακουγόταν να βγαίνει αγχωτικά από το στήθος. Παρόλα αυτά, τα κατάφερε. «Τι είναι όλα αυτά τα ονόματα; Τι ξέρεις εσύ; Ποιός σου ’πε γι’ αυτά; Πέρη… μου φαίνεται ότι παίζεις, και μ’ αυτά, παιχνίδια δεν γίνονται.»

«Κανείς δεν παίζει καλέ μου! Εσύ τα βλέπεις σαν μέρος ενός παιχνιδιού, που είναι στημένο εκ των προτέρων και ξέρεις ότι θα βγεις νικητής. Έτσι δεν είναι; Ή κάνω λάθος;» Ο ειρωνικός λόγος του Πέρη σ’ όλο του το μεγαλείο. Πέρα-δώθε «ανέμιζαν» τα υπονοούμενα. «Πίστευες ότι τίποτα δεν θα μαθαίνονταν και όλα θα ’μεναν στο σκοτάδι; Μικρή η πόλη… ακόμα κι αν κάνεις, ό,τι κάνεις στην Αθήνα, εδώ, σε μας… στη Θεσσαλονίκη, ελεύθερα κυκλοφορεί και αναπαράγεται κατά το δοκούν! Στην πόλη μας πιάνεσαι σαν το ποντικό στη φάκα. Τα στενά και οι εκκλησίες της σε μαντρώνουν!»

«Δηλαδή, ξέρουν κι άλλοι; Πες μου; Άφησε τα μισόλογα και τις υπεκφυγές! Και αυτούς τους εξυπνακισμούς με τις αλληγορίες, να τα λες σ’ άλλλους. Εσύ από κάποιους έμαθες και μου το παίζεις τώρα ντετέκτιβ. Ηρακλής Πουαρό! Πέρη, αυτά δεν είναι για τα κυβικά σου! Εσύ είσαι αλλιώς μαθημένος… λογοτεχνία, κουλτούρα και ολίγον πολιτική. Τα ονόματα που ανέφερες είναι πολύ βαριά για σένα, να μην πω επικίνδυνα για την καλοπέρασή σου. Θέλω να μου πεις, εδώ και τώρα, από πού και τι είναι αυτά που ξέρεις.» Η φωνή του έγινε επιτακτική, αυστηρή και ο δικηγόρος αναθάρρησε. Το σώμα του ορθώθηκε και ένιωσε να πατά γερά στα πόδια του.

«Ε, είσαι πολύ ανυπόμονος! Για να σου λέω κάτι εγώ, σημαίνει ότι ξέρω καλά. Και αυτά περί ντετέκτιβ και τους άλλους… πώς τους είπες; Εξυπνακισμούς; Σόλωνα… όχι σε μένα. Εντάξει; Λοιπόν, αν θέλεις περισσότερα να πάμε έξω… στο μπαλκόνι. Εδώ μπορεί να μας ακούσουν. Φαντάζομαι ότι δεν θα ήθελες να μάθει κάτι γι’ αυτά η καημένη η Κλειώ. Έτσι; Σωστά λέω; Η Κλειώ είναι το πρόβατό σου, ένα καλοκάγαθο κορίτσι που το πήρες από τις κούκλες του και το εκμεταλλεύεσαι. Αλλά αυτά είναι μια διαφορετική ιστορία, που δεν έχω όρεξη να την ανοίξω σήμερα το βράδυ. Το κεφάλαιο Κλειώ και Σόλωνας είναι για μια άλλη στιγμή και τότε δεν θα ξέρεις που να κρυφτείς!»

Επιασε τον Σόλωνα από το αριστερό μπράτσοˑ αγκαζέ οι δυο τους βγήκαν από το καθιστικό και πήγαν στο μπαλκόνι. Ακουμπισμένοι στα κάγκελα, έχοντας πλάτη το σπίτι και ατενίζοντας τον βραδινό ορίζοντα και τον Θερμαϊκό κόλπο, που τα φώτα της πόλης σε συνδυασμό μ’ εκείνα των άστρων τού έδιναν μιαν υπερβατική διάσταση, συνέχισαν να μιλούν. Ο Σόλωνας έπρεπε να μάθει τι ήταν αυτά που γνώριζε και προπάντων, από πού και πως είχε συλλέξει τις πληροφορίες του. Τα ονόματα που του ανέφερε ήταν σημαντικά και δεν μπορούσαν να περάσουν αδιάφορα από κανένα. Δημοσιογράφοι και πολιτικοί αντίπαλοι θα έδιναν «γη και ύδωρ» για να πάρουν στα χέρια τους αυτές τις πληροφορίες. Και προς Θεού, το κόμμα της Αριστεράς, με το οποίο είχε αναπτύξει ένα πολύ αποτελεσματικό πολιτικό φλερτ, δεν έπρεπε να μάθει για την σχέση του. Ο δικηγόρος ήταν χωμένος στα βαθιά και τα οικονομικά οφέλη του από την επιτυχή κατάληξη της δουλειάς, θα ήταν τεράστια. Το μπέρδεμα με τον Πέρη έπρεπε να τελειώσει άμεσα και χωρίς παρενέργειες. Και η αναφορά του στην Κλειώ ήταν ένας επιπρόσθετος λόγος για να τον κάνει να προβληματίζεται.

Όλα όμως θα ξεκαθάριζαν αυτό το βράδυ. Στο μπαλκόνι ήταν σίγουροι ότι δεν υπάρχουν -ακούσιοι ή εκούσιοι- ωτακουστές. Μπορούσαν να συζητήσουν με ασφάλεια. Η πόλη είναι τόσο πολυάσχολη και έχει να λύσει τα δικά της προβλήματα, που δεν θα καθόταν να κρυφακούσει τι ήταν αυτά που έλεγαν ο Πέρης με το Σόλωνα. Έτσι κι αλλιώς, είναι δύο αμελητέες μονάδες στο ογκώδες σύνολο του αστικού πληθυσμού. Η πόλη είχε τις δικές της σκοτούρες, ενώ η παρέα στης Σωτηρίας, προσπαθούσε να βρει τα πατήματά της. Αυτή η υπόθεση που προέκυψε από το πουθενά, μπορεί να ενδιέφερε κι άλλους. Είχε επίσης τη δυνατότητα να επηρεάσει τα μελλούμενα. Προς το παρόν, ο Σόλωνας ήθελε να διαχειριστεί το ζήτημα όσο πιο ήρεμα και χαλαρά μπορούσε. Ήξερε ότι μπορεί οι πλάτες τους να ήταν γυρισμένες προς την πλευρά του σπιτιού και να μην έβλεπαν τους υπόλοιπους, ένα ζευγάρι μάτια όμως τους παρακολουθούσε επισταμένα.

Στο επόμενο επεισόδιο, η Κλειώ ζητάει τη βοήθεια του Όμηρου, χωρίς να υπολογίζει την αντίδραση της Φρειδερίκης.