H συζήτηση για την προανακριτική κατά Παπαγγελόπουλου στην Βουλή κάθε άλλο παρά πολιτική νίκη ήταν για την κυβέρνηση – καίτοι είναι άκρως αμφίβολο εάν κι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιζητά τελικά αυτή την νίκη.

Ads

Οι 6 διαρροές στην ψηφοφορία από βουλευτές της ΝΔ ή του ΚΙΝΑΛ (ή και του ΚΙΝΑΛ), η απουσία του πρωθυπουργού από την Ολομέλεια και σύσσωμης της κυβέρνησης από τα υπουργικά έδρανα, όπως και η ανάθεση του κατηγορητηρίου σε μεσαία κοινοβουλευτικά στελέχη άνοιξαν βαθιές ρωγμές στο κεντρικό προεκλογικό αφήγημα της «πολιτικής σκευωρίας». Κι άφησαν στον Αλέξη Τσίπρα ανοιχτό γήπεδο για να γυρίσει το παιχνίδι στα μέτρα του.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε – χωρίς να πάρει απάντηση – τον «πιο δειλό ρεβανσισμό στη σύγχρονη πολιτική ιστορία του τόπου», έστρεψε την συζήτηση στην ουσία του σκανδάλου Novartis, κατέθεσε έγγραφα του FBI που εκθέτουν σοβαρά τουλάχιστον έναν πρώην υπουργό Υγείας που η εμπλοκή του στην υπόθεση ήδη διερευνάται, και κατάφερε να συσπειρώσει άπαντες στο κόμμα του βγαίνοντας μπροστά ο ίδιος: «Εγώ είμαι ο στόχος, εμένα χτυπήστε όχι τον Παπαγγελόπουλο», είπε ο Αλέξης Τσίπρας. Παρεμπιπτόντως δε, και πλην των άλλων, πέτυχε να διασπείρει διαβρωτικά ζιζάνια και στις γέφυρες ΝΔ – ΚΙΝΑΛ, βάζοντας αμφότερους να τσακώνονται δημοσίως για το εάν οι διαρροές στην ψηφοφορία προήλθαν από τους «καραμανλικούς» ή τους «παπανδρεϊκούς».

Δεν είναι κακό το ταμείο για μια αξιωματική αντιπολίτευση που ακόμη αναζητά τον μετεκλογικό βηματισμό της – ούτε και για ένα κόμμα που ως κυβέρνηση ρίσκαρε να χάσει την ουσία του σκανδάλου Novartis επιδιδόμενη σε επικοινωνιακές ασκήσεις τύπου καμικάζι. Η απάντηση της κυβέρνησης σε όλα αυτά είναι, προσώρας τουλάχιστον, χαμηλότονη και κινείται στην λογική της… προβολής στο μέλλον.

Ads

Ως προς τις διαρροές στην ψηφοφορία ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας δήλωσε, μάλλον αμήχανα, ότι δεν είχε τεθεί θέμα κομματικής πειθαρχίας: «Αν είχαμε ζητήσει κομματική πειθαρχία από τα στελέχη μας, θα μπορούσαν να συναχθούν συμπεράσματα, όχι, όμως, τώρα… Η παραπομπή ενός ανθρώπου είναι καθαρά θέμα συνείδησης», είπε.

Ως προς την απουσία των υπουργών από τα κυβερνητικά έδρανα και το βήμα της Βουλής, ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης επικαλέστηκε την θεσμική διάκριση των εξουσιών: «Οι υπουργοί ήταν στη Βουλή με την βουλευτική και όχι την υπουργική τους ιδιότητα… Διότι αυτοί που με θράσος έστηναν 10 κάλπες στη Βουλή για να σπιλώσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους, δεν αντιλαμβάνονται ότι τώρα υπάρχει μία κυβέρνηση που δεν παρεμβαίνει ούτε στα καθήκοντα του Κοινοβουλίου, ούτε της Δικαιοσύνης», είπε στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ.

Και ως προς το δομικό ερώτημα – πώς γίνεται να υπάρχει «πολιτική σκευωρία» με μοναδικό «σκευωρό» έναν υπουργό και άνευ κεντρικής καθοδήγησης  – πηγές  της ΝΔ διαμηνύουν (ξανά) από χθες το βράδυ ότι «εάν προκύψουν στοιχεία ενοχής του Παπαγγελόπουλου θα έρθει και η ώρα του Τσίπρα».

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος μπορεί να έλεγε «ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι». Η πολιτική πραγματικότητα λέει πως για την κυβέρνηση η υπόθεση «σκευωρία Novartis» δεν συνιστά στρατηγική μάχη αλλά, πρωτίστως, μια ετεροβαρή μάχη εσωκομματικών ισορροπιών. Και λέει επίσης πως σ’ αυτόν τον γύρο Μητσοτάκης και Τσίπρας επιλέγουν διαμετρικά αντίθετα τακτικές: Ο Αλέξης Τσίπρας βάζει εαυτόν εντός κάδρου εκεί που ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφασίζει να μείνει εκτός. Αμφότεροι αναλαμβάνουν τα ρίσκα τους, μόνον που για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης η υπόθεση μοιάζει μάλλον win-win. Το χειρότερο – και μάλλον απίθανο – που μπορεί να του συμβεί είναι να βρεθεί διωκόμενος ως «αρχισκευωρός» και να κάνει αντιπολιτευτικό πάρτι.

Για τον πρωθυπουργό, το ρίσκο είναι υψηλότερο. Μια ενδεχόμενη κατάρρευση της θεωρίας περί «σκευωρών και Ρασπούτιν» θα δώσει επιχειρήματα σε όσους χρεώνουν στην κυβέρνηση προσπάθεια «συγκάλυψης» του πραγματικού σκανδάλου Novartis. Από την άλλη, μια ενδεχόμενη παραπομπή Παπαγγελόπουλου σε Ειδικό Δικαστήριο θα τον φέρει ξανά αντιμέτωπο με το δίλημμα της παραπομπής Τσίπρα και της μετατροπής της πολιτικής σκηνής σε τοξική αρένα.

Όμως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να έχει κάνει μια κεντρική επιλογή την οποία επιβεβαίωσε και χθες. Η «μάχη Ρασπούτιν» είναι μια μάχη που δεν θέλησε ποτέ να δώσει. Και, όπως και για όσο κι αν δοθεί, ο ίδιος δεν σκοπεύει να σπαταλήσει σ’ αυτήν προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο. Κοινώς, θα ανεχτεί – μέχρι νεωτέρας τουλάχιστον – αλλά δεν θα υπερασπιστεί την ατζέντα Σαμαρά. Ποντάροντας, ορθώς ή λάθος, στο σενάριο του ήσσονος και διαχειρίσιμου πολιτικού κόστους…