Έως τώρα η κυβέρνηση έχει αρνηθεί τις δεκάδες καταγγελίες από ΜΚΟ, μεμονωμένους πρόσφυγες αλλά και το περιεχόμενο των ρεπορτάζ έγκυρων διεθνών μέσων όπως οι New York Times και το Spiegel σχετικά με επαναπροωθήσεις ανθρώπων από τη μεριά της Ελλάδας προς την Τουρκία. Τώρα όμως οι καταγραφές έρχονται από μια ανεξάρτητη αρχή του ελληνικού κράτους, τον Συνήγορο του Πολίτη.

Ads

Σε έκθεση που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο του «Συνηγόρου» με τίτλο «ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΕΡΕΥΝΑ, Καταγγελλόμενες επαναπροωθήσεις στην Τουρκία αλλοδαπών που είχαν εισέλθει στην Ελλάδα αναζητώντας διεθνή προστασία», ο Συνήγορος του Πολίτη αναφέρει σειρά καταγγελιών και υποθέσεων που αφορούν επαναπροωθήσεις, η κατάληξη των οποίων ήταν πάντα η ίδια: Η Αστυνομία και οι αρμόδιοι φορείς του ελληνικού κράτους να μην διαπιστώνουν τίποτα επιλήψιμο.

Η έκθεση στηρίζεται σε έρευνα της Ανεξάρτητης Αρχής που ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2017 και καλύπτει έως και το τέλος του 2020. Την επιμέλεια είχε ο ειδικός επιστήμονας Γιάννης Μπούτσελης, υπό την εποπτεία του Συνηγόρου Ανδρέα Ι. Ποττάκη.

Στην έκθεση επισημαίνεται η κρισιμότητα της υποχρεώσης κάθε χώρας να εξετάζει το αίτημα κάθε ατόμου που βρίσκεται στο έδαφός της, πριν προχωρήσει σε οποιαδήποτε ενέργεια: «Πολίτες τρίτων κρατών, ακόμα και ανιθαγενείς, που αναζητούν διεθνή προστασία δεν επιτρέπεται να επαναπροωθηθούν στη χώρα από την οποία, με οποιονδήποτε τρόπο, νόμιμο ή παράνομο, εισήλθαν στην ελληνική επικράτεια, προτού διαπιστωθεί από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές εάν όντως δικαιούνται διεθνή προστασία. Αυτή η απαγόρευση επαναπροώθησης είναι απόλυτη, δεν έχει εξαιρέσεις και δεν εξαρτάται από τη συνδρομή ιδιαίτερων συνθηκών ή περιστάσεων», τονίζει ο Συνήγορος του Πολίτη.

Ads

Από τις υποθέσεις που εξετάστηκαν, ο Συνήγορος του Πολίτη παρατηρεί την ύπαρξη πολλών κοινών στοιχείων στα γεγονότα που περιγράφουν οι καταγγέλλοντες.

«Οι περισσότερες καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις περιγράφουν μια πρακτική, σχεδόν σταθερή σε βάθος χρόνου, με απροσδιόριστο αριθμό θυμάτων που, πάντως, υπολογίζεται σε αρκετές χιλιάδες: οι αλλοδαποί, σε μικρές ομάδες, περνούν παράτυπα από την Τουρκία στην Ελλάδα και φτάνουν σε κάποιον οικισμό, τις πιο πολλές φορές κοντά στα σύνορα αναζητώντας τρόπο πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου. Εκεί συλλαμβάνονται από την αστυνομία και, αφού τους αφαιρεθούν κινητά τηλέφωνα και έγγραφα, παραδίδονται σε άγνωστους ένστολους χωρίς διακριτικά, συνήθως με μπλε στολές.

»Αυτοί τους αναγκάζουν να επιβιβαστούν σε οχήματα σχεδόν πάντα λευκά τύπου βαν χωρίς διακριτικά. Τους οδηγούν σε κτίριο, επίσης χωρίς διακριτικά, όπου παραμένουν έγκλειστοι σε μεγάλα δωμάτια μαζί με άλλους αλλοδαπούς. Δεν τους επιτρέπεται καμία επικοινωνία με οργανώσεις ή υπηρεσίες, και δεν τους παρέχεται καμία πληροφορία ούτε νερό ή φαγητό. Λίγο αργότερα, άλλοι ένστολοι, πάλι χωρίς διακριτικά αλλά με μαύρες στολές, τους οδηγούν στην ελληνική πλευρά του ποταμού Έβρου. Εκεί τους υποχρεώνουν να επιβιβαστούν σε φουσκωτές βάρκες για να τους εγκαταλείψουν στη συνέχεια σε τουρκικό έδαφος. Η όλη διαδικασία κρατά λίγο και, συνήθως, οι αλλοδαποί έχουν επαναπροωθηθεί εντός 24 ωρών από τη σύλληψή τους».

Δεν είναι απόσπασμα από καταγγελία κάποιας «αλληλέγγυας» ΜΚΟ από αυτές που η κυβέρνηση είχε κατηγορήσει τον Μάρτιο του 2020 αλλά απόσπασμα της έκθεσης του Συνηγόρου του Πολίτη.

Ομοιομορφία όμως παρατηρεί ο Συνήγορος του Πολίτη και στις απαντήσεις των διοικήσεων των θεσμών του κράτους στους οποίους απευθύνθηκε στο πλαίσιο της διερεύνησης των διαφόρων υποθέσεων.

«Oι τοπικές αστυνομικές διευθύνσεις επεσήμαναν ότι δεν προέκυψαν ενδείξεις ή στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τις καταγγελίες ή που να δικαιολογούν την έναρξη διοικητικής εξέτασης ή έρευνας για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων με πράξεις ή παραλείψεις αστυνομικών οργάνων. Παρείχαν γενικές πληροφορίες για το επιχειρησιακό πλαίσιο της δράσης τους, την σχετική ελληνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, σημείωναν περιστατικά εντοπισμού και διάσωσης αλλοδαπών από τις τοπικές αστυνομικές δυνάμεις και απέδιδαν τις καταγγελίες για επαναπροωθήσεις σε κυκλώματα διακινητών και σχέδια αγνώστων με στόχο να πλήξουν την επιχειρησιακή ικανότητα των ελληνικών αρχών. Οι απαντήσεις αυτές με τις οποίες οι τοπικές υπηρεσίες αρνούνταν κατηγορηματικά οποιανδήποτε ανάμιξη σε επαναπροωθήσεις απηχούσαν τις απαντήσεις των κεντρικών υπηρεσιών της αστυνομίας σε αντίστοιχα έγγραφα του Συνηγόρου, όπως αυτές του Σεπτεμβρίου του 2017 και του Αυγούστου του 2018», σημειώνεται στην έκθεση.

Διαπιστώσεις και προτάσεις

Στις διαπιστώσεις της έκθεσης ο «Συνήγορος» επισημαίνει ότι Ο Συνήγορος δεν διαθέτει από τη νομοθεσία τα απαραίτητα θεσμικά εργαλεία και τα μέσα για να διερευνήσει αποτελεσματικά και με πληρότητα τα ίδια τα πραγματικά περιστατικά, ώστε να διαμορφώσει κρίση ως προς τυχόν πράξεις και παραλείψεις της διοίκησης στο πεδίο.

Υπογραμμίζει ωστόσο ότι «στα καταγγελλόμενα περιστατικά που διερεύνησε, την επανάληψη μιας διαχρονικά σταθερής πρακτικής, σύμφωνα πάντα με τις καταγγελίες. Διαπιστώνει επίσης την σταθερή πεποίθηση των καταγγελλόντων, ότι στις καταγγελλόμενες επαναπροωθήσεις υπήρξε εμπλοκή ή ευθύνη της πολιτείας σε επίπεδο επιχειρησιακού σχεδιασμού, υλικοτεχνικής και κτιριακής υποδομής, και αυτουργών. Σημειώνει, τέλος, ότι η ανταπόκριση των αρμόδιων υπηρεσιών της αστυνομίας στις καταγγελίες πολιτών τρίτων κρατών και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για παράνομες επαναπροωθήσεις, είχε τις περισσότερες φορές τη μορφή τυπικής επιστολής με παρόμοια χαρακτηριστικά».

Προς το τέλος της έκθεσης σημειώνεται ότι «Το πλήθος των καταγγελιών διεθνών οργανισμών και διεθνών και ελληνικών οργανώσεων για παράνομες επαναπροωθήσεις εκατοντάδων ή και χιλιάδων αλλοδαπών από την Ελλάδα στην Τουρκία στην περιοχή του Έβρου, σε βάθος χρόνου και με σταθερά επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά, έχει δημιουργήσει ανησυχία για το επίπεδο προστασίας θεμελιωδών δικαιωμάτων στη χώρα, ιδίως στις περιφέρειες κοντά στα χερσαία σύνορα με την Τουρκία».

Στο πλαίσιο του συμβουλευτικού προς την Πολιτεία ρόλου του, ο Συνήγορος του Πολίτη προχωρά και σε προτάσεις.

Συγκεκριμένα προτείνει η Ελληνική Αστυνομία να διατάξει έρευνα για όσες καταγγελίες για επαναπροωθήσεις δεν διεξήχθη τυπική έρευνα καθώς και να εκπονήσει λεπτομερές ειδικό επιχειρησιακό σχέδιο «για την αποτελεσματική αντιμετώπιση αφενός τυχόν ομάδων ιδιωτών που απωθούν ή επαναπροωθούν παρανόμως αλλοδαπούς στην περιοχή του Έβρου αφετέρου για την αποτελεσματική προστασία όσων αλλοδαπών εισέρχονται με οποιονδήποτε τρόπο στην Ελλάδα για να αναζητήσουν διεθνή προστασία, και να ενημερώσει/εκπαιδεύσει αντιστοίχως τα στελέχη της».