Την θεωρία των δύο άκρων την λάνσαρε μόλις λίγες ώρες μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, ο «θεωρητικός» της σκληρής δεξιάς του Αντώνη Σαμαρά και σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού.

Ads

Το πλαίσιο ήταν – ανατρχιαστικά – απλό, όπως και η στόχευση: «Η ένταση που προκαλεί ο ΣΥΡΙΖΑ τροφοδοτεί την ένταση της Χρυσής Αυγής. Η στρατηγική της έντασης έχει πολλούς ηθικούς αυτουργούς. Εάν συνεχίσουμε έτσι, θα θρηνήσουμε και άλλους νεκρούς», ήταν το μότο Λαζαρίδη μετά την δολοφονία Φύσσα. Ηταν το μότο που για κάποιους – πολύ δύσκολους για την δημοκρατία – μήνες του 2013 έγινε η σημαία της κυβέρνησης Σαμαρά.

Κοινώς, ο ΣΥΡΙΖΑ και η αριστερά ήταν το ένα άκρο του φασισμού και η Χρυσή Αυγή το άλλο. Τα δύο άκρα αλληλοτροφοδοτούσαν την βία και αποσταθεροποιούσαν το πολιτικό σύστημα. Η όλη θεωρία κινητοποιούσε τα αντανακλαστικά του φόβου, εξέθετε και πίεζε τον ΣΥΡΙΖΑ και, μαζί, έφερνε και τις ψήφους της Χρυσής Αυγης στην ΝΔ. Διότι μπορεί η κυβέρνηση να μην χρειαζόταν πια και να οδηγούσε στις φυλακές την ηγεσία του κόμματος-συμμορία, δεν ίσχυε όμως το ίδιο και για τους ψηφοφόρους του.

Το αφήγημα κορυφώθηκε όταν ο Χρύσανθος Λαζαρίδης διακήρυξε ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει εκτός συνταγματικού τόξου», για να πνιγεί στην συνέχεια μέσα στην αντίδραση των ίδιων των μετριοπαθών δυνάμεων της συντηρητικής παράταξης, και να καταρρεύσει εντελώς μαζί με την κυβέρνηση Σαμαρά.

Ads

Τώρα ο εκπρόσωπος μιας άλλης συντηρητικής κυβέρνησης, ο Στέλιος Πέτσας, επιλέγει να επαναφέρει την θεωρία των δύο άκρων σε μια κομβική για το πολιτικό σύστημα και την δημοκρατία στιγμή: Την ώρα της ιστορικής δικαστικής απόφασης για την Χρυσή Αυγή.

Ο κ. Πέτσας, αφού ένιωσε την ανάγκη να τονίσει ότι ήταν η ΝΔ και η κυβέρνηση Σαμαρά εκείνη που συγκέντρωσε τα στοιχεία για τα αδικήματα των στελεχών της Χρυσής Αυγής και τα έστειλε στη Δικαιοσύνη, επέλεξε την χθεσινή παραμονή της δίκης για να επαναφέρει το, επίσης παλιό, αφήγημα των «συγκοινωνούντων δοχείων» ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσής Αυγής στην πλατεία των αγανακτισμένων:

«Κάποιοι», έγραψε,  «μοιράζονταν την ίδια πλατεία σε συγκεντρώσεις εκμετάλλευσης του θυμού, αλλά και του πόνου, των πολιτών. Ψάρευαν μαζί «αγανακτισμένες» ψήφους στις συνοικίες που εξέτρεφαν το μίσος. Φορούσαν μαζί το δήθεν αντισυστημικό προσωπείο στα χρόνια της κρίσης».

«Ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ», πρόσθεσε μεταξύ άλλων σε μια μακροσκελή ανάρτηση, «που ως Κυβέρνηση, αξιοποιούσε και προσμετρούσε τις ψήφους των βουλευτών της Χρυσής Αυγής στα σχέδια που προωθούσε. Δεν έκρυβαν μάλιστα την ικανοποίησή τους όταν πόζαραν με τους Χρυσαυγίτες σε μια παράσταση του συγκυβερνήτη τους κ. Καμμένου στο Καστελόριζο». 

Σε ανάλογο πνεύμα και περιεχόμενο ακολούθησε και επίσημη ανακοίνωση της ΝΔ. Και το προφανές ερώτημα που προκύπτει είναι το ποια είναι η στόχευση αμφοτέρων. Ειδικά στην συγκεκριμένη συγκυρία – την ώρα που σύσσωμο το πολιτικό σύστημα αναμετράται με τον εαυτό του και δεσμεύεται για την αμετάκλητη κάθαρση, στο όνομα της δημοκρατίας.

Ή άλλως, ακριβώς σ’ αυτή την συγκυρία, η ανάσυρση της θεωρίας των δύο άκρων μπορεί να είναι βολική μόνον για δύο λόγους.

Ο πρώτος είναι πως ίσως μοιάζει ξανά χρήσιμο να ταυτιστούν με την βία όχι μόνον η αριστερά, αλλά και τα κοινωνικά κινήματα. Ο δεύτερος ότι είναι επίσης χρήσιμο να αποκηρύσσεται η Χρυσή Αυγή και η ποινική δράση της ηγεσίας της, όχι όμως και η ιδεολογία της και τα αίτια που την έθρεψαν.

Διότι ακριβώς μέσα σ’ αυτά τα αίτια βρίσκονται και οι ανιστόρητοι συμψηφισμοί φασισμού και αριστεράς…

Διαβάστε επίσης: