Φοράει νυφικό και λερωμένο τούλινο πέπλο. Το νυφικό κρέμεται επάνω της γερασμένο, όπως εκείνο της Μις Χάβισαμ. Το χρώμα του -ιβουάρ το λέει- είναι βρόμικο άσπρο. Πολλές μικρές τρύπες φθοράς στη φούστα και δυο μεγάλες στο μπούστο. Το χαϊδεύει και μιλάει με ασθματική φωνή: «Είναι απόλαυση να το αγγίζεις. Μεταξωτό σατέν, λεπτεπίλεπτο. Θα το ξηλώσω και θα φτιάξω ένα ντραπέ φόρεμα. Εξαιρετική ιδέα, δεν βρίσκεις;». Έχει την πλάτη της στον πρωινό ήλιο. Κολλάει το βλέμμα της στον απέναντι καθρέφτη, κρύβει μέσα του τα σημάδια μας. Σημάδια από λαιμούς, γλουτούς, πλάτες, στήθη.

Ads

Εκείνη, εγώ και ο καθρέφτης. Ένα ιψενικό τρίγωνο. Ανεπαίσθητα κουνήματα της μέσης της, καρφιά πάνω μου τα κόκαλα των γοφών της. Με πονάνε. Μέρα τη μέρα λιώνει η σάρκα της, ρυτιδώνει σαν ασιδέρωτο λινό φουλάρι. Αποσυνθεμένα στο πάτωμα το ξεβαμμένο βελούδο του καναπέ, η οθόνη της τηλεόρασης, οι σπασμένες κορνίζες, οι σκισμένες φωτογραφίες, τα κεραμικά διακοσμητικά, η σπάνια σειρά πιάτων φαγιάνς, όλα επιπλέουν σε μουχλιασμένο νερό και κατρακυλούν στα πόδια μας.

Η Ευγενία Μακαριάδη γεννήθηκε στην Αθήνα. Eργάστηκε σε αντιπροσωπεία εξοπλισμού μηχανογραφικών κέντρων και σε τηλεοπτικό studio. Έχουν εκδοθεί το μυθιστόρημα «Μύριαμ και Χάννα» (εκδόσεις Λιβάνη 2001), βραβευμένο από την Π.Ε.Λ. και η συλλογή διηγημάτων «Ψευδάνθρακας και άλλες ιστορίες» (εκδόσεις Βακχικόν 2019). Διήγημά της διακρίθηκε στον πανελλήνιο θεματικό διαγωνισμό Hotel XXX – Άσεμνες Ιστορίες (εκδόσεις Πατάκη 2018). Διηγήματά της έχουν δημοσιευθεί σε τοπικές εφημερίδες και στα διαδικτυακά περιοδικά: Πλανόδιον, Ιστορίες Μπονζάι, Fractal, Vivliolatria, Ψυχογραφήματα, κ.ά.

Η συλλογή διηγημάτων της «Το ράγισμα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Ads

Τι είναι εκείνο που σας ωθεί να γράφετε;

Οι σκέψεις, οι ιδέες, μια τάση ανθρωποκεντρισμού ή αν θέλετε μια εμμονή ένα κυνήγι του χρόνου, ένα συμπλήρωμα του κενού της μέρας. Ένα σπρώξιμο του φόβου της απώλειας, του ψυχοσωματικού πόνου.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για εσάς είναι να καταφέρετε να εκφράσετε τη σκέψη σας πάνω στο χαρτί;

Θέλει χρόνο πολύ (δυσκολεύομαι να τον βρω), ίσως και ησυχία (ευτυχώς έχω μεγάλη οικογένεια και φασαριόζικη) και λεξιλογικά εύστοχα ευρήματα, ώστε το κείμενο να ρέει, να μην κουράζει και να αφήνει τον αναγνώστη να γίνεται ο ίδιος ένας από τους χαρακτήρας και ακόμη περισσότερο να γίνεται συγγραφέας. 

Ποιες είναι οι επιρροές σας;

Από παιδί διάβαζα, στην αρχή παραμύθια, μετά κλασικά εικονογραφημένα. Σ’ αυτά γνώρισα μεγάλους, όπως τον Β. Ουγκώ, Τσαρλς Ντίκενς, τον Ι. Βερν, Μ. Τουέιν, την Χάριετ Μπίτσερ Στόου.. Συνέχισα με την Έμιλυ Μπροντέ, την Μπέτυ Σμιθ, Ο. Μπαλζάκ. Και οπωσδήποτε τους Ρώσους κλασικούς, Ντοστογιέφσκι, Τσέχοφ, Τολστόι, τους δικούς μας: Παπαδιαμάντη, Καρκαβίτσα, Βιζυηνό ..καθώς και Φ. Κάφκα, Γ. Φώκνερ, Φλομπερ, σχοινοτενής η λίστα.. Παρακολουθώ τη σύγχρονη πεζογραφία, Έλληνες και ξένους συγγραφείς.

Ποια θεματολογία κρατεί τον κυρίαρχο ρόλο στα έργα σας;

Είναι το ίζημα, θα έλεγα, του συναισθήματος μέσα στη λογική.

Πείτε μας λίγα λόγια για το βιβλίο σας.  

Διακρίνει κανείς, να απλώνεται ως φόντο, η τοιχογραφία μιας κοινωνίας με ήρωες που αναπνέουν και περιστατικά ζωντανά. Τα διηγήματα μπορούν να αναγνωσθούν ως ένα σπασμένο πολυπρόσωπο μυθιστόρημα με επί μέρους κεφάλαια. 

Συγγραφέας γεννιέσαι ή γίνεσαι;

Είναι πολύπλοκο το θέμα με διιστάμενες απόψεις. Έχω την εντύπωση ότι ο άνθρωπος «γεννιέται» και συνεχίζει να «γεννιέται», συνεχίζει να αναδημιουργείται. Έτσι αυτά τα ρήματα ανατροφοδοτούνται και δημιουργούν ένα μεταβαλλόμενο «είναι».

Αν μπορούσατε να αλλάξετε κάτι στον τομέα της λογοτεχνίας τι θα ήταν αυτό;

Δεν έχω τη δύναμη να αλλάξω κάτι. Οπότε δεν έχω μπει στη διαδικασία να σκεφτώ μια απάντηση. Στο ερώτημα αυτό θα ευχόμουν η λογοτεχνία να μπορούσε να κάνει τους ανθρώπους καλύτερους

Έχετε επόμενα συγγραφικά σχέδια;  

Σκέφτομαι μια νουβέλα, ένα μυθιστόρημα. Τώρα, αν ο Θεός γελά με τα σχέδιά μου ο χρόνος θα δείξει..