Αν και η θεωρία (όταν προσανατολίζετε στην πράξη) παραμένει, όπως σωστά έχει ειπωθεί, η πρώτη πράξη αφού σε βοηθά να αναλύεις το σύνθετο της πραγματικότητας και να πράττεις, στην σημαντικότερη μετεκλογική εποχή της μεταπολίτευσης πρέπει να μιλήσουμε περισσότερο πρακτικά. Η μετάβαση της εξουσίας σε ένα κόμμα της αριστεράς (συλλογικό έργο όσων δεν φοβήθηκαν) δεν γίνεται σε καινό τόπο και κενό χρόνο. Αντιθέτως γίνεται σε μια χώρα που κυοφορεί παθογένειες (οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές, ηθικές) πολλών δεκαετιών σε μια χώρα ρημαγμένη από την κρίση των τελευταίων ετών.
 

Ads

1. Από την πολύτιμη θεωρία στην πολυτιμότερη πράξη
 
Σε ένα τόσο σαθρό κι επικίνδυνο τοπίο, αν έχεις σκοπό να συγκρουστείς, στον βαθμό που σου αναλογεί, με συμφέροντα, πρέπει να διαλέγεις συμμάχους. Η ιστορία είναι γεμάτη απόπειρες που   είχαν τραγική κατάληξη (όλοι κι όλες θυμόμαστε ως γνωστότερο περιστατικό το (σε διαφορετικές ευτυχώς συνθήκες) πχ. του Αλιέντε όπου μετά την περίοδο μέλιτος, όταν άρχισε να συγκρούεται με τους ντόπιους και διεθνείς νταβατζήδες, τα κανάλια και τα οικονομικά τραστ δημιούργησαν τις συνθήκες για να κατέβει μερίδα του πιο απολίτικου κόσμου στους δρόμους με την γνωστή συνέχεια). Αλλά και παραδείγματα εξαιρετικά επιτυχημένων μεταρρυθμίσεων (με οικειότερο στους πολλούς που δεν προέρχονται από τα κινήματα της αριστεράς το παράδειγμα της Σουηδίας του Όλαφ Πάλμε, όταν η σοσιαλδημοκρατία -τουλάχιστον σε μια από τις 3 κύριες σχολές της- τιμούσε τον τίτλο της και δεν ήταν, όπως σήμερα, το ύπουλο τσιράκι συμφερόντων για να περάσουν ευκολότερα  τα μέτρα του κυνικού νεοφιλελευθερισμού.
 
2. Διαλέγοντας συμμάχους ή «από ποιους θα τα πάρεις»
 
Κοινός τόπος στα δεύτερα ήταν πως αποκατέστησαν την εμπιστοσύνη μεταξύ του λαού και της πολιτικής γλώσσας. Και την αποκατέστησαν κρατώντας τον λόγο τους, κάνοντας πράξη, όσο ζόρι κι αν είχε αυτό, των προεκλογικών τους δεσμεύσεων. Για την απόπειρα του ΣΥΡΙΖΑ (σε μια χώρα με πολύ ισχυρότερες παθογένειες από τις ευρωπαϊκές τουλάχιστον χώρες και με αστική τάξη λατινοαμερικάνική τύπου) αυτό είναι  κομβικό. Όχι για να αποκατασταθεί, όπως ο ίδιος ο νέος πρωθυπουργός τόνιζε κατ’ επανάληψη προεκλογικά, η πριν το 2009 Ελλάδα με τα προνόμια των ολιγαρχών του τόπου αλλά και των κολλητών, οι ίδιοι άνθρωποι ανεξάρτητα αν έδρασαν στους χώρους τους στο όνομα της “δεξιάς” ή της “αριστεράς” αφού κολλούσαν σε κάθε εξουσία.
 
Το φαινόμενο του ψευτόμαγκα  που ξεπούλησε το αίμα των ανταρτών του Άρη χορεύοντας  στην ταβέρνα την δεκαετία του 80 της «Γερακίνας τον γιο» (ύμνος του μεγάλου μας Τσιτσάνη στους πολιτικούς κρατούμενους του Γεντί Κουλέ που ξεβολεύτηκαν πιστεύοντας πως παλεύουν για μια καλύτερη Ελλάδα κι έναν δικαιότερο κόσμο) για να κάνει επίδειξη στην γκόμενα την ίδια ώρα που βολευόταν μια χαρά «τρώγοντας» στους χώρους δράσης του ως κομματάρχης, πρέπει να πάψει κάπου εδώ. Πολλοί νεοσύριζα θα εμφανιστούν τώρα για να τρυπήσουν τις ψυχές των νέων κι άφθαρτων ακόμη πολιτικών, αφού οι εξουσιαζόμενοι  συχνά υπνωτίζουν πρώτοι με τις ιδεοληψίες τους εξουσιαστές για να έχουν μερίδιο στη νομή της εξουσίας. Ευχή να κρατήσουν όσο μπορούν την ομορφιά, δηλαδή την αγνότητα, των νιάτων τους ενώσω θυμούνται πως για έναν αριστερό η διαρκής νεότητα είναι οι ιδέες του για έναν κόσμο ανθρωπιάς και δικαιοσύνης. Οι ιδέες του, όταν προσπαθούν έστω, να γίνουν πράξεις, στον πλανήτη του οργανωμένου κακού που πάντοτε οι παραπάνω γλοιώδης τύποι σ έναν βαθμό επιβιώνουν και σε πουλούν με την πρώτη ευκαιρία… Άρα επιλέγεις συμμάχους.
 
Και η αρχική πράξη στην εξαιρετικά δύσκολη απόπειρα να κάνεις μια βαθιά μεταρρύθμιση σε μια τόσο αποχαυνωμένη δεκαετίες χώρα που χαϊδεύοντας οι κομματάρχες αυτιά βαθιά αντιδιαφωτιστικών νοοτροπιών δεν μπήκε ποτέ στην Ευρώπη (θαρρώ πως ο ΣΥΡΙΖΑ, παλεύοντας για μιαν άλλη Ελλάδα κι Ευρώπη είναι το κατεξοχήν Ευρωπαϊκό κόμμα) είναι να τηρήσεις τον λόγο σου στους πολίτες. Το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» περιλαμβάνει τα ελάχιστα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης κι οφείλει, όπως έχει πει ο πρωθυπουργός, να πρωτοτυπήσει και να τα τηρήσει, όσο κι αν βρήκε μια φριχτή πραγματικότητα, την οποία σε κάποιον βαθμό είχαν άλλωστε συνυπολογίσει. Να τηρήσει αυτά τα ελάχιστα μα αναγκαία ακόμη και με ουσιαστικές μειώσεις των αποδοχών των βουλευτών, των υπαλλήλων της βουλής και των δικαστών, κι αν οι εύθραυστες εσωτερικές ισορροπίες δεν το επιτρέπουν, να ορίσει εκ νέου το ποσό που οι δικοί του βουλευτές (οι δικοί μας βουλευτές) θα δίνουν στην αλληλεγγύη, όπως επί 2,5 χρόνια τώρα. Με τον τρόπο αυτόν, με την προστασία του λαού σου, όχι μόνο μπορεί να κερδίσεις (παρά τα μίντια που μετά την φορολόγηση τους θα βγουν απέναντι σου) και 2η τετραετία αλλά δημιουργείς τις πιο εύφορες προϋποθέσεις για ένα λαϊκό κίνημα που όταν έρθει η ώρα για τα μεγάλα χτυπήματα θα σε προστατεύσει με την σειρά του.
 
3. Στον σωστό χρόνο και με τον σωστό τρόπο
 
Βέβαια θα ήταν βερμπαλισμός και απειρία να τα κάνεις όλα μονομιάς. Οι ομάδες χτίζονται πρώτα εσωτερικά  και μετά πάνε να παίξουν δυνατά στην έδρα του αντιπάλου και με στημένο διαιτητή. Κι αυτή η χώρα παραμένει υποχείριο του αντιπάλου. Να μην ξεχνιόμαστε. Η προσεκτική επιλογή χρόνου και τρόπου παραμένει εξάλλου ένα μεγάλο ατού μιας ομάδας νέων κατά βάση ανθρώπων που 2,5 χρόνια αλώνισε συστηματικά την Ευρώπη για να κάνει την δήθεν περιθωριακή της άποψη να πέσει σθεναρά στο τραπέζι και ν αλλάξει την εικόνα ενός λαού που από «κοπρόσκυλο» της ηπείρου έγινε πρωτοπόρος. Αλλά παρόλο που μέρος των αποτυχιών και των μεγάλων δυσκολιών που παραμονεύουν θα οφείλονται σε αυτούς τους αντιπάλους, δεν μπορείς να κρύβεσαι πίσω από αυτούς συνέχεια.  Μέρος των αποτυχιών και των δυσκολιών θα οφείλονται και σε σένα στο βαθμό που θα επιτρέψεις να διαβάλλεσαι από την εξουσία.
 
Μιλώντας για εξουσία δημιουργείται ήδη ένα χάσμα ανάμεσα στις ιδέες της αριστεράς και στην καθιερωμένη νοοτροπία. Σε ένα πολυσύνθετικο, αντιφατικό εκ των πραγμάτων (και των τραυμάτων) θέμα θα πω μόνο 2 απλά κι ανέξοδα παραδείγματα: Θα ήταν απαράδεκτο να βλέπουμε να βγαίνουν από τους νέους ενοίκους του Μαξίμου  φράσεις «με εντολή Τσίπρα» που έχτιζαν το… αρχηγικό προφίλ των βλαμμένων που κυβερνούσαν. Αλλά και συνθήματα «Βοηθήστε μας να σώσουμε τον τόπο». Ίσα ίσα το μήνυμα πρέπει να είναι «Εσύ (βάλτε όποιο όνομα θέλετε) οφείλεις με την διαρκή σου εγρήγορση και εξέλιξη να σώσεις τον τόπο, εμείς συντονίζουμε σθεναρά». Η αριστερά ή θα στηρίζεται σε πρόθυμους να παλέψουν για το κοινό καλό πολίτες (από τους οποίους μέχρι τώρα βγάζει και τους πολιτικούς της εκπροσώπους, παρά τις αναγκαίες μεταγραφές) ή θα καταβαραθρωθεί από τα φίλαυτα αιτήματα των καναπεδάκηδων. Στην κατεύθυνση αυτή το αφιέρωμα της Εποχής «Το κόμμα και τα μάτια σας!» δίνει το πολύ σημαντικό δικό του μήνυμα για τις ευαισθησίες και τις προτεραιότητες του «αλέγκρου», στην μεγάλη του πλειοψηφία διαβασμένου και δύσκολου κοινού της αριστεράς που μια ζωή τρέχει και δεν θ’ ανεχτεί να τον προδώσουν, κάνοντάς τον και ρεζίλι στους δεξιούς φίλους που έπεισε όχι για κάτι τέλειο φυσικά, μα για ένα άλλο πρότυπο εξουσίας. Ενός κόσμου που μια ζωή ειρωνευόταν τους πολιτικούς με τους μοναδικούς στην δυτική Ευρώπη δημόσιους θρησκευτικούς όρκους (λες και δε λέει το Ευαγγέλιο μην χρησιμοποιείται το όνομα του Θεού επ’ αδίκω) και τις ιδιωτικά αντίχριστες πράξεις εναντίον του κόσμου, αλλά και τον «ντιπ καραντίπ γκάου» κόσμο που τσιμπούσε, και δεν θ’ ανεχθεί να ποδηγετηθεί από τις δικές του ιδέες τώρα αν καταλήξουν κενά συνθήματα. Κι είναι μεγάλη παρακαταθήκη πως κι ο Τσίπρας από αυτό το κοινό προέρχεται και τις δικές του ηθικές αντιστάσεις (τουλάχιστον τα χρόνια που θ αντιστέκεται στη δυναμική της εξουσίας) θα κουβαλάει, κι όποτε δεχόταν εκείνες τις στα όρια της αλητείας επιθέσεις με τα τόσα ψέματα για τον ίδιο και την οικογένεια του θύμιζε το γνωστό τραγούδι του Αγγελάκα: «σιγά μην κλάψω σιγά μην φοβηθώ» (που το κάνει σιγά σιγά μότο και της χώρας και των λαών της Ευρώπης). Αλλά επειδή στην ανάγνωση της δικής μας αριστεράς το κόμμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να ταυτίζεται με το κράτος όπως στην σταλινική (και όχι αριστερή) ΕΣΣΔ αλλά ούτε και το κράτος με το κόμμα  όπως στην οθωμανομοναρχική Ελλάδα, ο κομματικός μηχανισμός οφειλή να είναι ανοιχτός σε κάθε τι νέο από το οποίο μπορούμε να μάθουμε και να εξελιχθούμε, (σωστά λέει η Κουμουνδούρου πως η πολιτική είναι μια διαρκής εξέλιξη, με την διαλεκτική μεγαλώσαμε) αλλά όχι σε κάθε τι φαύλο (γιατί η εξέλιξη αυτή δεν μπορεί να ναι απολίτικη).
 
4. Με κριτικό σύμμαχο τα κινήματα
 
Κι ακόμη, επειδή στην δική μας ανάγνωση, ούτε το κράτος μπορεί να ταυτίζεται με την κοινωνία,  θα πρέπει τα κινήματα και η ανεξαρτησία τους να προστατευτούν σαν κόρη οφθαλμού. Κι αυτό αφορά όχι μόνο τα πιο πρωτοπόρα στρώματα της κοινωνίας (πρωτοπόρα ιδίως αν αποφεύγουν και τον δικό τους ναρκισσισμό, και δεν καταδικάζουν μόνο τον ναρκισσισμό των κατά την πρώην κυβέρνηση «νοικοκυραίων») αλλά και τον καθένα και την καθεμιά από εμάς που θέλει να βοηθήσει εμπλουτίζοντας και όχι μόνο προσδοκώντας: Το πιο εμβληματικό παράδειγμα είναι κατά την γνώμη μου το γυναικείο. Τα 5 χρόνια της κρίσης υποφέραμε όλοι οι από την μέση και κάτω. Αλλά κάποια πληθυσμιακά στρώματα πιο πολύ. Ανάμεσα τους το γυναικείο. Όπως έχει επισημανθεί από τις διεθνείς στατιστικές, ο λόγος ήταν ανδρικός (ποιος δεν θυμάται τις πατριαρχικές συμβουλές στον «αλιτήριο λαό» των Σαμαροβενιζέλων) αλλά η κρίση γυναικεία… Κι είναι κάκιστη η επίδοση της κυβέρνησης όσον αφορά την συμμετοχή των γυναικών, (κι είναι από τα πρώτα πράγματα που μας ρωτάνε σύντροφοι και συντρόφισσες μας από το εξωτερικό, ή στο εξωτερικό, τώρα που η Ελλάδα είναι το κέντρο του κόσμου και το ενδιαφέρον σπινθηροβολεί) κι αυτό θα πρέπει να διορθωθεί με την πρώτη ευκαιρία. Αλλά ως πολίτης δεν μπορείς να τα περιμένεις όλα από την κεντρική διοίκηση, παίρνεις πρωτοβουλίες για να την αλλάξεις. Η ανεργία, η κατάρρευση του κράτους πρόνοιας που στέρησε από παιδιά, ηλικιωμένους κι αρρώστους πλήθος από υπηρεσίες, ο σεξισμός κι οι κακοποιητικές συμπεριφορές μιας διάχυτης βίας, καθώς πολλοί επαναδιαπραγματευόταν μιλιταριστικά την επανεφεύρεση του εαυτού τους σε μια κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα που τους είχε μειώσει. Όλα έπεσαν στους ώμους των γυναικών. Η κινηματική πρωτοβουλία για τοΣπίτι των Γυναικών είναι εξαιρετικά σημαντική και πρέπει να στηριχθεί έστω και με μια υπογραφή από όλους κι από όλες που κατανοούν την σημαντικότητά της, παρεμβαίνοντας επικουρικά και κριτικά σε κεντρικές πολιτικές αλλά και στη νοοτροπία όλων μας. 
 
5. Αλλάζοντας εαυτό αλλάζοντας (τον) τόπο και (τον) κόσμο
 
Θυμάμαι 3 ημέρες πριν τις εκλογές, με το άρωμα της εξουσίας στα χέρια, όταν σε μια συνδιάσκεψη τμήματος παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ ένας παλιός συνδικαλιστής καταχειροκροτήθηκε από τους παλιούς όταν είπε «και μην τολμήσει κανείς να πάρει τηλέφωνο και να του κάνετε προσωπική χάρη, γιατί θα πάρουμε σπρέι και θα γράψουμε τα ονόματα σας σε όλους τους τοίχους!» Προκαλώντας τα αμήχανα βλέμματα κάποιων καινούργιων που μπαίνουν στα αχαρτογράφητα νερά των αξιών της αριστεράς με όλο το βάρος των παλιών νοοτροπιών μέσα τους. Κι είναι χαρακτηριστικό ως προς αυτό πως  η έννοια της προσωπικής χάρης επέτρεπε σε κομματάρχες να παραγοντίζουν για την προσωπική τους καριέρα ακυρώνοντας ή χειραγωγώντας ίσα για όλους επιτέλους δικαιώματα που τα προέβαλαν σαν προσωπικές χάρες. Δικαιώματα που αν στηριχθούν (μετά από αγώνα κι εναντίον του εαυτού μας εννοείται που ξεκινά) σε Κράτος επιτέλους Δικαίου όχι μόνο δεν θ’ ακυρώνουν μα θα αναδείξουν τις υποχρεώσεις και την ωραιότητα τους.
 
Φιλόδοξα σχέδια, ιδίως σε έναν τέτοιο δαιδαλώδη εσμό συμφερόντων αλλά και νοοτροπιών που διαπερνούν (αλλά  σε διαφορετικές ποσότητες και με διαφορετικές ποιότητες) όλες τις κομματικές επιλογές: Δυο πχ.: Προεκλογικά όταν συζητούσαμε με κόσμο όσοι (ακόμη κι ανένταχτοι/ες)  είπαμε ίσαμε εδώ θα παλέψουμε να απελευθερωθεί ο τόπος από την συμμορία, βλέπαμε κριτική σε ακροδεξιούς από ακροδεξιά. Όπως «να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ διότι τι μας λέει τώρα ο Άδωνις που δεν μαζεύει την γυναίκα του στο σπίτι» (ίου!!) ή φόβο για τους lgbt (ο Φουκώ έδειξε πως μέσα από τον έλεγχο της σεξουαλικότητας καλύπτεις ανηθικότητες άλλου είδους! Ο ηθικός πανικός για κάτι τόσο ιδιωτικό ή ιδιαίτερο, εκπορεύεται για να τις κρύψει, από οικονομικοκοινωνικές μαφίες κι ήταν χαρακτηριστικό πως ακόμη κι όταν αποποινικοποιήθηκε η μοιχεία και πάψαν άνθρωποι με σεντόνια να διασύρονται δημόσια, -διότι ιδιωτικά οι άνθρωποι δικαιούνται να τα σπάσουν αν το επιλέξουν- σε κείνη την καλή περίοδο του ΠΑΣΟΚ υπήρξαν αντιδράσεις). Ή για το αν η 2η γενιά μεταναστών (τα παιδιά που γεννήθηκαν εδώ και δεν ξέρουν άλλον τόπο) πάρουν την υπηκοότητα, όπως γίνεται με το δικαίωμα εδάφους ακόμη και στην Αφρική λέμε!
 
Τόσα ταξίδια κάναμε κι είμαστε ακόμη στον ίδιο τόπο. Πότε επιτέλους θα φτάσουμε σπίτι μας;   Αναρωτιόταν ο ήρωας (Χάρβει Καιτελ) σε μια ταινία του Θ. Αγγελόπουλου. Αν σπίτι είναι αυτός ο άλλος τόπος που η ανθρωπότητα κι η Ελλάδα αναζητά, κρυμμένο πίσω από διαφορετικά ονόματα, αιώνες αξίζει να θυμόμαστε: Καμιά μετάβαση δεν παίρνει απαραίτητα «προοδευτικές» κατευθύνσεις, αν το σκάκι  δεν παραμένει ανοιχτό και δυνητικά επηρεαζόμενο από την χρήση που θα επιφυλάξουμε στα «πιόνια» του στο αμιγώς κοινωνικό και οικονομικό πεδίο. Κι είναι καιρός να στηρίξουμε (κριτικά πάντα!) την κυβέρνηση συνειδητοποιώντας  παράλληλα πως παίζουμε στο βαθμό που μας αναλογεί (κι όπως αυτός ο βαθμός με την σκεπτόμενη δράση μας θα διαστέλλεται),  σκάκι κι εμείς.