Η πρώτη επίσημη εμφάνιση ποιητών σε εκδόσεις, συχνά περνά απαρατήρητη τόσο από την κριτική όσο και από το -περιορισμένο- αναγνωστικό κοινό της ποίησης. Δεν είναι λίγες, ωστόσο, οι φορές που πρωτοεμφανιζόμενοι ποιητές δείχνουν μία διάθεση πειραματισμού με στοιχεία νεωτερισμού. Αποκαλύπτουν μία αξιοπρόσεκτη ωριμότητα στην προσέγγιση των θεμάτων τους και έναν σεβασμό προς την ποίηση που κρύβει μέσα της μία αναζήτηση νέων εκφραστικών οδών, ακόμα κι αν αυτό γίνεται ασυνείδητα.

Ads

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο θα εντάξουμε και την πρώτη ποιητική συλλογή της Αλεξάνδρας Βερύκοκου «ταΐζοντας τον σκύλο» (Γαβριηλίδης, 2015). Πρόκειται στην πραγματικότητα για πεζοποίηση με υπαρξιακές πτυχώσεις σε ένα πλούσιο σε ποιητική έκφραση και εικονοπλασία ύφασμα.

Οι λέξεις είναι το βασικό υλικό που έχει στη διάθεσή της η ποιήτρια. Με αυτές εγείρει ένα ισχυρό σε συναισθήματα οικοδόμημα που θεμελιώνονται πάνω σε ένα ψύχραιμο μα σαρκαστικό πνεύμα. Κοφτές περίοδοι σαν θρυμματισμένοι στίχοι που συγκολλήθηκαν με τελείες και ριζώνουν σε μία οικεία, καθημερινή γλώσσα που συχνά διατηρεί έναν αποφθεγματικό χαρακτήρα. Το α΄ ενικό γραμματικό πρόσωπο διαμορφώνει μία φενάκη αυτοαναφορικότητα ως ένα προσωπείο εκμυστήρευσης που λειτουργεί περισσότερο ως ένα συλλογικό υποκείμενο. Αντίθετα, το β΄ ενικό σκηνοθετεί έναν ψευδοδιάλογο, προσφέροντας σκηνική ζωντάνια.

Η λιτή γλώσσα υποστηρίζει τη συνειρμική εικονοπλασία, καθιστώντας ταυτόχρονα τον αναγνώστη ενεργητικό. Η Βερύκοκου δεν επιμένει σε περιγραφές· αφήνει το συναίσθημα να αναδυθεί μέσα από την ίδια την πρόζα, χωρίς να εκβιάζει τον αναγνώστη/ακροατή. Το ποιητικό κάδρο δημιουργείται με φυσικότητα μέσα από την ποιητική αφήγηση.

Ads

Αν και ο υπότιτλος της συλλογής προδιαθέτει απατηλά τον αναγνώστη ότι πρόκειται για τριαντατρείς ιστορίες στιγμής, στην πραγματικότητα πρόκειται για μυθολογικές και παραμυθικές αποτυπώσεις των υπαρξιακών αναζητήσεων της ποιήτριας. Κοινωνικές αναφορές με ενσωμάτωση παραστάσεων που υποδαυλίζουν μία συλλογική υπαρξιακή αναζήτηση (γκασταρμπαϊτερ, η γυναίκα που αλλάζει) για τη διανόηση (Γάιος Πλίνιος Σεκούνδος), την κανονικοποίηση της αντίθεσης ως νέα μόδα (el marces pasado) τον αστικό χώρο και τη μοναξιά σε αυτόν (τα κόκκινα) ή τις ίδιες τις σχέσεις των φύλων (αραχνοφοβία).

Παραμύθια και μύθοι ζωντανεύουν. Η ποιήτρια αξιοποιεί το συμβολικό τους βάρος και τους προσδίδει μία υπαρξιακή και αλληγορική διάσταση με στοχαστική και ειρωνική διάθεση ματαιότητας. Ωστόσο, η ποίησή της δεν είναι αναδύει κάποια απογοήτευση. Αντίθετα, η λαχτάρα για ζωή αγκαλιάζει τον αναγνώστη χαρίζοντάς του ένα γλυκό χαμόγελο, όπως ταιριάζει στην ποίηση. Η ρομαντική διάθεση συνδέεται καινοτόμα με το πεζολογικό στοιχείο και τον πηγαίο σαρκασμό.

Μυθικά πρόσωπα αναπροσανατολίζονται προς ένα βάθρο υπαρξιακής αναζήτησης (το μήλο, Δαίδαλος), άλλοτε αθωώνονται από τις βαριές κατηγορίες του μύθου μέσα από την ακτινοβολία της κατανόησης (μινώταυρος) ή της έλλειψης αγάπης και του έρωτα (Κύκλωπες, ο βασιλιάς που επέμενε) ή ως σύμβολα μία κριτικής προς τη διανόηση (άνω τελεία).

Αναλόγως, και τα παραμύθια ανασκευάζονται, ακολουθώντας την ευριπίδεια οδό (χαμένη μαρτυρία, μία παραλλαγή, για την Αλίκη, για έναν σφιχτό κορσέ, μια χτένα κι ένα μήλο, η επιστροφή, αυτοβιογραφία, η μητέρα μου). Άλλοτε πλάθει η ίδια δικά της ποιητικά παραμύθια με αλληγορικό χαρακτήρα (ο φανταστικός κόσμος του Μπιλ Παπαντόπουλος, η _, εφτά χρονών).

Η σαρκαστική της διάθεση, άλλοτε με ένα αίσθημα πόνου κι άλλες φορές μέσα από μία δηκτική οπτική, δεν προσπερνά ούτε τον ατομισμό (το τέλος του κόσμου), το σύγχρονο άγχος (συναντήσεις), την προσμονή της αναπάντεχης ελπίδας και σωτηρίας ως μάννα (το πουλί), την αναζήτηση ταυτότητας (αγίας Φωτεινής 14).

Διακρίνεται μία τάση αντίθεσης προς την παραδομένη παράδοση, ακόμα και ακύρωσής της. Στην ανοίκεια επεξεργασία της εμφιλοχωρεί μία υπερρεαλιστική δηκτική διάθεση που μετατρέπει το παράλογο και μάταιο σε μειδίαμα με στοιχεία συναισθηματικής κάθαρσης. Εντοπίζεται μία τάση δυναμικής επεξεργασίας των παραδομένων συμβόλων και της ρομαντικής βάσης τους, μέσα σε ένα κλίμα αναζήτησης νέων ποιητικών συμβόλων.

Τούτη άλλωστε η προσέγγιση της μυθολογίας καταγράφεται ήδη από τη γενιά του ’30 μέσα από ένα πλαίσιο εθνικό/ελληνικότητας. Η Βερύκοκου ωστόσο -όπως και κάποιοι άλλοι ποιητές της αγανάκτησης- προχωρά σε μία αντισυμβατική ανασκευή των μύθων μέσα από το δικό της υπαρξιακό πρίσμα με χαρακτηριστική σαρκαστική διάθεση καινοτομώντας εκφραστικά.

τοβιβλίο