[…] Ένα χειμωνιάτικο πρωινό, σε απευθείας μετάδοση από την τηλεόραση, ο εισαγγελέας Ιούλιος Σύλλας συνοδευόμενος από δύο δικαστικούς επιμελητές και μια οικογένεια αστέγων, χτυπά την πόρτα ενός σπιτιού όπου ζει η μεσοαστική οικογένεια του Ιωσήφ Δούκα. Ο εισαγγελέας εξηγεί στον κύριο Δούκα ότι επιτάχτηκε το σπίτι του και ότι στο εξής… […] Ενώ η χώρα απειλείται από το φάσμα της πείνας, οι άνθρωποι, ελεύθεροι ή επιτηρούμενοι, ζουν και αναπνέουν στον παλμό ενός νέου Κολοσσαίου που λειτουργεί σύμφωνα με το ρωμαϊκό πρότυπο […] Ο συγγραφέας Γιάννης Γρηγοράκης, αφηγείται στην Κρυσταλία Πατούλη τη δημιουργική εμπειρία της συγγραφής –από την ιδέα μέχρι το τυπογραφείο– του νέου του μυθιστορήματος Tέταρτος κόσμος, που κυκλοφoρεί από τις εκδόσεις Kέδρος.

Ads

H πρόθεσή μου ήταν να γράψω ένα μυθιστόρημα που να μην αντανακλά ακριβώς αυτό που ζούμε σήμερα αλλά να το υπερβαίνει. Όπως υπερβαίνει κανείς την ιδέα του θανάτου όταν χαιρετάει ένα φέρετρο καθώς αυτό περνάει από μπροστά του. Αναγνωρίζεις το θάνατο του άλλου και τον υπερβαίνεις, εν μέρει από κάποια εσωτερική παρόρμηση, εν μέρει επειδή πρέπει να διαφυλάξεις το δικαίωμα στη ζωή.

Αν ο θάνατος είναι μαζικός, για να διαφυλάξεις το δικαίωμα στη ζωή πρέπει να κάνεις ένα βήμα πιο πέρα από την πραγματικότητα της διπλανής πόρτας. Ο άνεργος της διπλανής πόρτας είναι μια αναγνωρίσιμη δυστυχία, αλλά το να αναγνωρίζει ο αναγνώστης την αντανάκλαση της εικόνας του μες στο βιβλίο, δεν μπορεί να είναι το ζητούμενο για έναν συγγραφέα, όταν η απειλή γενικεύεται και υπερβαίνει το σήμερα.

Ένα μυθιστόρημα αυστηρά περιορισμένο στο σήμερα θα ήταν ίσως ανώδυνο, από την άποψη των συνεπειών, αλλά και απογυμνωμένο από την άποψη της φαντασίας. Στον αντίποδα, μια μυθοπλασία που υπερβαίνει το σήμερα είναι πάντα ένα μεγάλο ρίσκο που όμως αξίζει τον κόπο να το πάρει κανείς, αν στοχεύει στη μεταφορά ενός μηνύματος για μια επιστροφή στο ανθρώπινο.

Ads

Η υπόθεση του έργου, εκτυλίσσεται χρονικά στο κατώφλι του Φανταστικού, και σε μια χώρα που δεν κατονομάζεται. Αποκαλείται «η Χώρα», και τα ονόματα των ηρώων αποκαλύπτουν μια πολυπολιτισμική κοινωνία, αλλά και μια αντεστραμμένη εικόνα της Δύσης.

Στη Χώρα οι άστεγοι ζουν υπό επιτήρηση σε καταυλισμούς και στρατόπεδα. Επιπλέον οι άνεργοι έχουν ραμμένο στο στήθος ένα κόκκινο αστέρι. Το μέτρο αυτό καθιερώθηκε για την προστασία των συναλλαγών.

Απαγορεύεται να κυκλοφορούν μέσα στις πόλεις τις ώρες αιχμής. Η λογική είναι ότι προκαλούν άσκοπο συνωστισμό αποθαρρύνοντας έτσι τον κόσμο που έχει χρήματα στις τσέπες και προτίθεται να τα ξοδέψει.  

Η δικαστική εξουσία έχει παραδοθεί στην πολυεθνική Justice Corporation, γεγονός που προκαλεί μάλλον ανακούφιση στους καταναλωτές της Χώρας, αλλά και στους αστέγους, και στους ανθρώπους με το κόκκινο αστέρι στο στήθος. Δεν διανύουν πια μακρινές διαδρομές μέχρι να βρουν το δίκιο τους, αν και το δίκιο έχει αποκτήσει τώρα ένα σκοτεινό και ύποπτο νόημα.

Ο τηλεθεατής αναγορεύεται σε άτυπο και αθέατο ένορκο όλων των δικαστικών υποθέσεων καθώς με έναν αμφιλεγόμενο τρόπο οι δικαστικές αποφάσεις εναρμονίζονται με τις προτιμήσεις του τηλεοπτικού κοινού.

Ο καθηγητής της κοινωνικής ανθρωπολογίας Τίμοθι Μπράουν κατηγορεί τον πρωθυπουργό Μπεν Σαχάρα για αυθαιρεσία και δολιότητα. Ισχυρίζεται ότι ο σκοπός της Δικαιοσύνης έχει απορροφηθεί από την τηλεόραση που αγκαλιάζει με στοργή με το ένα της χέρι τη Δικαιοσύνη και με το άλλο τον τηλεθεατή.

Ο κύριος Μπράουν που αποπέμφηκε από το πανεπιστήμιο επειδή τα έργα του χαρακτηρίστηκαν “έργα επιστημονικής φαντασίας”, βλέπει στη δύση της ζωής του με οδύνη τις ζοφερές προβλέψεις του για το μέλλον του κόσμου να επαληθεύονται με τον πιο εφιαλτικό τρόπο. Και όχι μόνο αυτό. Στη Χώρα όλα έχουν πάρει ένα χαρακτήρα θεάματος, αν και υπάρχουν εκτεταμένοι καταυλισμοί αστέγων, μεγάλη ανεργία, πείνα, και εξαθλίωση.

Ένα χειμωνιάτικο πρωινό, σε απευθείας μετάδοση από την τηλεόραση, ο Εισαγγελέας Ιούλιος Σύλλας συνοδευόμενος από δύο δικαστικούς επιμελητές, και μια οικογένεια αστέγων, χτυπά την πόρτα ενός σπιτιού όπου ζει η μεσοαστική οικογένεια του Ιωσήφ Δούκα. Ο εισαγγελέας εξηγεί στον κύριο Δούκα, που άνοιξε την πόρτα με την τσίμπλα στο μάτι, ότι επιτάχτηκε το σπίτι του και ότι στο εξής, και για άγνωστο χρόνο, θα συζούν με την τριμελή οικογένεια Ράντοβιτς.

Η συγκατοίκηση περιορίζει τον ζωτικό χώρο των ιδιοκτητών, και οι προστριβές που αναπόφευκτα δημιουργούνται μεταξύ των δύο οικογενειών αναδεικνύει όλα τα ελλείμματα και τις δυσαρμονίες τους, αλλά και την οδυνηρή απώλεια κάθε ψυχικής ισορροπίας.

Η υπόθεση καταλήγει στα δικαστήρια, ενώ οι επιτάξεις κατοικιών κλιμακώνονται σε όλη τη Χώρα, προκαλώντας αληθινό χάος, με την τηλεόραση να παίζει πάντα το ρόλο του μεσάζοντα και του αυτόκλητου λυτρωτή.

Αν και αυτό είναι ένα ριψοκίνδυνο πείραμα για τον πρωθυπουργό Μπεν Σαχάρα, ο κόσμος εμπιστεύεται τις επιλογές του και τον επευφημεί σε κάθε του εμφάνιση. Αλλά και διεθνώς αναγνωρίζεται ως το δαιμόνιο πνεύμα του αιώνα.

Επιτέλους οι μάζες εμπιστεύονται τη Δικαιοσύνη, αφού οι αποφάσεις της ευθυγραμμίζονται με τις προτιμήσεις τους, εμπιστεύονται την τηλεόραση, εμπιστεύονται την εξουσία. Το κυριότερο: Δεν απειλούνται από την εξουσία. Αν απειλούνται από κάτι, αυτό είναι η Άλλη άποψη. Αλλά σε μια χώρα όπου η πραγματικότητα περιβάλλεται με το μανδύα του θεάματος, και προαναγγέλλεται από την τηλεόραση, πόσο ασφαλές είναι να ανήκει κανείς στη μειοψηφία;

image
Γιάννης Γρηγοράκης, Τέταρτος Κόσμος (μυθιστόρημα – Εκδόσεις Κέδρος)
[…] Ενώ η χώρα απειλείται από το φάσμα της πείνας, οι άνθρωποι, ελεύθεροι ή επιτηρούμενοι, ζουν και αναπνέουν στον παλμό ενός νέου Κολοσσαίου που λειτουργεί σύμφωνα με το ρωμαϊκό πρότυπο […]