Η συγγραφέας Ιωάννα Μπουραζοπούλου, αφηγείται στην Κρυσταλία Πατούλη τη δημιουργική πορεία της συγγραφής -από την ιδέα μέχρι το τυπογραφείο- του βιβλίου της “Η ενοχή της αθωότητας των εκδόσεων Καστανιώτη, με έναν δικό της, μάλλον θεατρικό, ίσως παράδοξο, αλλά οπωσδήποτε… μοναδικό τρόπο.

Ads

image

«Από τη σύλληψη μέχρι το τυπογραφείο»
Τα απομνημονεύματα μιας ιδέας

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ (πατάει το κουμπί εγγραφής) :  … μόνο, αν έχετε την καλοσύνη, να μιλάτε κοντά στο μικρόφωνο. (Καρέκλα που μετακινείται) Πολύ ωραία, ξεκινάμε. Κατ’ αρχάς θα θέλαμε να μας συστηθείτε.

Ads

ΙΔΕΑ: Είμαι η ιδέα… (θορυβώδης μικροφωνισμός)

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ:  Όχι τόσο κοντά, ο ήχος βγαίνει παραμορφωμένος. (Καρέκλα που    μετακινείται) Τώρα απομακρυνθήκατε πολύ… Αφήστε, θα σας τοποθετήσω εγώ (βήματα, σύρσιμο καρέκλας). Μείνετε εκεί, παρακαλώ. Λοιπόν, είστε η ιδέα πίσω από το μυθιστόρημα «Η ενοχή της αθωότητας» και θέλουμε να μας αφηγηθείτε την περιπέτειά σας, από τη σύλληψη μέχρι το τυπογραφείο.

ΙΔΕΑ (Φυσάει στο μικρόφωνο): Ακούγομαι τώρα; (Παύση) …Συγνώμη, τι με ρωτήσατε;

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ (ανυπόμονα): Για τη σύλληψη ρώτησα, τη δική σας σύλληψη. Είχε τη μορφή βίαιης προσαγωγής;

ΙΔΕΑ: Βίαιης; Μπα, δεν θα το έλεγα, μου διάβασαν τα  δικαιώματά μου, I had the right to remain silent, δικαίωμα που άσκησα σε αυτό το βιβλίο, ίσως λίγο περισσότερο απ’ ό,τι έπρεπε…

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ομολογείτε ότι σιωπήσατε!

ΙΔΕΑ: Δεν αντιστάθηκα στην κακοποίηση, ούτε διαμαρτυρήθηκα, το παραδέχομαι.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Αυτό σημαίνει ότι το έργο απομακρύνθηκε από την αρχική   έμπνευση!

ΙΔΕΑ: Ευτυχώς για όλους, ναι. Βλέπετε, τη στιγμή της σύλληψής μου ήμουν ακόμη γυμνή, αόριστη, άκομψη…

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ναι, αλλά ήσασταν γνήσια, ήσασταν αληθινή!

ΙΔΕΑ: Ας είμαστε ειλικρινείς, η αλήθεια είναι προσχηματική στη λογοτεχνία και η δική μου συγγραφέας, τουλάχιστον, μόνο αν απομακρυνθεί από αυτήν θεραπεύεται από τις αυταπάτες της. Οπότε της επιτρέπω να με κακοποιεί, γιατί πρέπει να διατηρώ τον παιδαγωγικό μου χαρακτήρα.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Νομίζω ότι βρίσκεστε σε σύγχυση. Η αλήθεια είναι το καλύτερο μέσο διαπαιδαγώγησης του κοινού.

ΙΔΕΑ: Μάλλον εσείς βρίσκεστε σε πλάνη, δεν είμαι συγγραφέας για να με   απασχολεί το κοινό, είμαι η ιδέα και με απασχολεί μόνο η συγγραφέας μου. Η δική της διαπαιδαγώγηση είναι ο στόχος μου και όσο περισσότερο με παραμορφώνει, τόσο περισσότερο ισορροπεί.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Τέλος πάντων, ας μην μπερδεύουμε τους αναγνώστες…

ΙΔΕΑ: Οι αναγνώστες δεν μπερδεύονται, μην ανησυχείτε, μπορεί να πλήξουν, μπορεί να αδιαφορήσουν, αλλά σίγουρα δεν μπερδεύονται. Ξέρουν πολύ καλά ποιον υπηρετεί η ιδέα.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, ήθελα να πω. Πότε γεννηθήκατε;

ΙΔΕΑ: Πριν από τέσσερα χρόνια – αν και πολλοί ισχυρίζονται ότι προϋπήρχα της συγγραφέως μου, δεν το ενστερνίζομαι για να μη με θεωρήσετε νάρκισσο.
 
ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Είστε αποτέλεσμα φυσικής ή τεχνητής σύλληψης;

ΙΔΕΑ: Προήλθα από μεταμόρφωση.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Δεν καταλαβαίνω. Ρωτάω αν είστε προϊόν έρωτα;

ΙΔΕΑ: Πού τέτοια τύχη, είμαι προϊόν σύγκρουσης και αμφιβολίας. Προέκυψα, ως αντίρροπη σκέψη, μόλις η συγγραφέας μου τελείωσε το προηγούμενο βιβλίο της, την «Αθωότητα της ενοχής».

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Νόμιζα ότι το προηγούμενο βιβλίο της λεγόταν «Τι είδε η γυναίκα του Λωτ;»

ΙΔΕΑ: Έτσι νόμιζε κι εκείνη (ψιθυριστά) είναι συνηθισμένη να πέφτει έξω, οπότε δεν το παίρνει κατάκαρδα (επανέρχεται) όταν λοιπόν τελείωσε εκείνο το βιβλίο, δεν ένιωσε καθόλου ικανοποιημένη από αυτό που υποστήριξε. Ότι ακόμη και η πιο απροκάλυπτη ενοχή είναι κατά βάθος αθώα; Υπερβολικά μονομερές, δεν νομίζετε;

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Όχι, το βρίσκω αληθές, γιατί ακόμη και ο μεγαλύτερος εγκληματίας δεν είναι παρά θύμα…

ΙΔΕΑ (σπεύδει): Δεν διαφωνώ, όπως και ότι η επανάσταση θα έρθει από τους πειθήνιους και αλλοτριωμένους, αυτούς που δεν έχουν τίποτε να χάσουν, γιατί τα έχουν ήδη παραδώσει όλα. Ο συλλογισμός δεν ήταν εσφαλμένος, απλώς της φάνηκε ανολοκλήρωτος. Αναρωτήθηκε μήπως ισχύει και το αντίστροφο.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: «Η ενοχή της αθωότητας»;

ΙΔΕΑ: Ακριβώς, ότι ακόμη και η πιο ατράνταχτη αθωότητα είναι βαθύτατα ένοχη.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Δυσκολεύομαι να αντιληφθώ πώς θα μπορούσε να ισχύει κάτι τέτοιο.

ΙΔΕΑ: Κι εκείνη το ίδιο. Και όσο πιο σίγουρη ένιωθε για την αμφιβολία της, τόσο πιο δύσκολο της φαινόταν να την εκφράσει. Ήταν φανερό ότι χρειαζόταν μια      μακριά πορεία, ένα «οδοιπορικό», που θα οδηγούσε από το αυτονόητο – την αθωότητα της ενοχής – στο ασύλληπτο – την ενοχή της αθωότητας.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Θα αναφέρεστε ασφαλώς στο οδοιπορικό που πραγματοποιούν οι δύο ήρωες του βιβλίου, ο διανοούμενος και ο καλλιτέχνης, από τα Βαλκάνια στα Πυρηναία…

ΙΔΕΑ: Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη, υπήρξαν πάνω από ένα οδοιπορικά και όλα κατέληγαν σε αυτό έργο.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Εννοείτε το ταξίδι που πραγματοποίησε η ίδια η συγγραφέας, στις οροσειρές της Ευρώπης, προκειμένου να συλλέξει υλικό για το βιβλίο.

ΙΔΕΑ: Αυτό ήταν ένα απ’ τα οδοιπορικά, αλλά όχι το σημαντικότερο – κανένα   σημαντικό οδοιπορικό δεν είναι κυριολεκτικό.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Μιας και αναφερθήκαμε όμως σε αυτό, μου επιτρέπετε μια ερώτηση. Άκουσα ότι η συγγραφέας σχεδίασε εκείνο το ταξίδι, ακριβώς στον χρόνο και στους τόπους που αναφέρει στο βιβλίο, επειδή σκόπευε να το αναπαράγει πιστά στο έργο της. Υπήρξε μάλιστα πολύ σχολαστική στην καταγραφή των στοιχείων, χρονομέτρησε αποστάσεις, χαρτογράφησε τη ρυμοτομία των πόλεων, σημείωσε ονόματα οδών, φωτογράφησε μνημεία, μελέτησε ταξιδιωτικούς οδηγούς, τι απέγινε αυτό το υλικό, διότι δεν εμφανίζεται πουθενά στο μυθιστόρημα. Οι περιγραφές των πόλεων είναι ολωσδιόλου φανταστικές.

ΙΔΕΑ: «Μακρύ το μονοπάτι που σας έβγαλε στην κάρτα του Τρελού», λέει ο καλόγερος στον διανοούμενο, σε κάποιο σημείο του βιβλίου. Κατόπιν δείχνει τον        καλλιτέχνη, που κοιμάται και ονειρεύεται, και συμπληρώνει «Το Πάθος του συντρόφου σας αποτελεί, παραδοσιακά, τη συντομότερη οδό». Έτσι κι εκείνη, έπρεπε να καταγράψει με σχολαστική λεπτομέρεια τα πάντα, για να αντιληφθεί ότι δεν χρειαζόταν τίποτε.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Άρα, το εξερευνητικό ταξίδι αποδείχτηκε άσκοπο.

ΙΔΕΑ: Το αντίθετο, αποτέλεσε το κέλυφος του «αταξίδευτου» οδοιπορικού και γι’ αυτό έπρεπε απαραιτήτως να βιωθεί, να καταγραφεί με κάθε λεπτομέρεια, να διορθωθεί αρκετές φορές και, εν τέλει, να απορριφθεί.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Για να επανέλθουμε στην γέννηση ή μάλλον στη μεταμόρφωσή σας, πώς ακριβώς μετατραπήκατε, από αθωότητα της ενοχής, σε ενοχή της          αθωότητας;

ΙΔΕΑ: Υπάρχουν πολλοί τρόποι να απαντήσω σε αυτήν την ερώτηση…

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Θα προτιμούσα τον πιο σαφή και περιεκτικό.

ΙΔΕΑ: Τον λιγότερο γοητευτικό, σαν να λέμε. Πολύ καλά. Στο προηγούμενο βιβλίο μια ξαφνική θεομηνία βυθίζει τη μισή Ευρώπη σκορπώντας το θάνατο και έξι εγκληματίες περισώζουν την πολύτιμη ύπαρξή τους, πουλώντας τη ζωή τους.  Όταν συνειδητοποιούν πόσο εξαπατήθηκαν, συνειδητοποιούν επίσης ότι ο        μόνος τρόπος να ξανακερδίσουν τη ζωή τους, είναι προσφέροντάς την.
 
ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Δεν βλέπω διαφορά, αφού και στις δύο περιπτώσεις δεν την έχουν πια.

ΙΔΕΑ: Μόνο ό,τι χαρίζουμε είναι δικό μας, όχι ό,τι πουλάμε – παραδόξως η συγγραφέας μου το σκεφτόταν και το ανέλυε δύο ολόκληρα χρόνια, μέχρι να           πειστεί ότι ισχύει.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Τέλος πάντων. Πείτε μας, τώρα, τι συμβαίνει στο τελευταίο βιβλίο.

ΙΔΕΑ: Εκεί ο συλλογισμός εμφανίζεται αντεστραμμένος: μια αθόρυβη επανάσταση προτάσσει τον θάνατο ως υπέρτατη εκδήλωση ελεύθερης βούλησης και δύο αγαθοί πολίτες, που υποχρεώνονται να τον στερηθούν, συνειδητοποιούν ότι θα τον ξανακερδίσουν μόνο αν τον αρνηθούν.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Εξωφρενικό!

ΙΔΕΑ: Συμφωνώ, είναι εξωφρενικό που χρειάστηκε τέσσερα ολόκληρα χρόνια για να αντιληφθεί μια τόσο απλή αλήθεια.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Μάλιστα. Έτσι, πήρατε το δρόμο για το τυπογραφείο…

ΙΔΕΑ: Αφού πρώτα με επιμελήθηκαν, γραμματοσειρές, εξώφυλλα, μανικιούρ, πεντικιούρ, τα συνήθη…

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Αυτή τη στιγμή βρίσκεστε στα ράφια των βιβλιοπωλείων, σωστά;

ΙΔΕΑ: Πράγματι, εκτίθεμαι από το καλοκαίρι.

ΕΓΓΡΑΦΕΑΣ: Και, πώς νιώθετε τώρα που τέλειωσε η κοπιαστική μεταμόρφωση;

ΙΔΕΑ: Έτοιμη για την επόμενη.      
 
image