Λιγάκι παρακεί πάνε, απάνω στα ξινά κάθουνται και μας λοξοκοιτάζουνε. Εγώ που τους ξέρω, τους αντιλαμβάνομαι. Νιώθω το μάτι τους όση ώρα τρωγοπίνω και είναι καρφωμένο απάνω μου. Οι μουσαφιραίοι όμως δεν νιώθουνε τίποτα, Διομήδη. Σου λέει, εξοχή είναι, πουλιά έχει. Πού να ξέρανε πως τα πουλιά μάς παρακολουθούνε και πως λένε, άντε να ξεκουμπιστείτε, να πάμε κι εμείς στο σπίτι μας.

Ads

Μόνο το Λούγαρο, που είναι σπουδαγμένος απάνω σ’ αυτά, ξέρει πως τα πουλιά μάς παρακολουθούνε ανελλιπώς. Και πως μας μιλούνε κιόλας. Αυτό το πιστεύει κι ο Κότσυφας βέβαια, όπως σου ’πα, αλλά αυτός δεν πιάνεται διότι μπορεί να το λέει έτσι, μέσα από την παλαβωμάρα του. Ξέρεις, αυτοί οι ιδεολόγοι έχουνε όλο κάτι τέτοιες θεωρίες, αλλά ανάθεμα κι άμα πιστεύουνε στο βάθος βάθος τίποτα.

Μόνο για τη μόστρα μού φαίνεται πως τα λένε. Για να κάνουνε τους εξωτικούς και να τραβούνε το ενδιαφέρον των γυναικών. Καλή ώρα σαν τη δικιά μου. Τέλος πάντων.

Αυτά όμως που σου λέω ισχύουνε, Διομήδη. Είναι πράματα που τα ’χουνε μελετημένα οι επιστήμονες. Έχουνε κάμει πειράματα κι έχουνε βγάλει αποφθέγματα.

Ads

Ένα πουλάκι μού το μαρτύρησε, έτσι μας έλεγε η μάνα μας σαν ήμαστε μικροί και κάναμε καμιά ζημιά. Διότι όλα τα ξέρουνε τα πουλιά. Τα πουλιά είναι του Θεού το μάτι από πάνω μας, Διομήδη. Είναι η συνείδησή μας τα πουλιά. […]

Σε μια στιγμή, που λες, εκεί που τρώγαμε, το θυμήθηκα πως πρέπει να πεταχτώ με το τρίκυκλο να ψηφίσω μα ήτανε μεσημέρι ντάλα, σαν που σου ‘πα, κι είχε ζέστη αφόρητη. Ξέρεις, εγώ τη ζέστη δεν την αντέχω καθόλου. Ο χειμώνας μ’ αρέσει. Το κρύο σωτηρεύεται, τρέχεις, δουλεύεις, ζεσταίνεσαι. Με τη ζέστη δε μπορείς να κάμεις τίποτα, μόνο να κάθεσαι θες και να λιώνεις.

Γι αυτό, από τη μια είπα μέσα μου, κάτσε Θόδωρε να πέσει κομμάτι ο ήλιος, τώρα θα ‘ναι το τρίκυκλο πυρωμένο του φόβου, πού να πας να χωθείς μες στις λαμαρίνες; Θα βλαστημήσεις την ώρα και τη στιγμή μέχρι που να φτάσεις στο σκολειό. Είπαμε να την κάμεις την εξυπηρέτηση στο κόμμα, να συμβάλεις κι όσο μπορείς για να σωθεί η πατρίδα αλλά μην έμπεις και στον κλίβανο.

Για όνομα του Θεού. Δε φταίχεις εσύ για όλα τα κακά που πέσανε στον κόσμο.

Προφταίνεις να πας με τον χαβά σου ίσαμε τις εφτά που κλείνουνε οι κάλπες. Αυτά πρόκαμα να σκεφτώ ίσα ίσα και μου ξαναπιάσανε την πολυλογία. Άλλο πάλι και τούτο όμως ρε Διομήδη. Αυτούς τους ανθρώπους δε μπορώ να τους καταλάβω καθόλου ρε παιδί μου. Με τη δύση του ήλιου δεν λένε πως τελειώνουνε οι ψήφοι; Ε, στις εφτά η ώρα δύει ο ήλιος βρε κερατάδες τούτη την εποχή;

Εφτά η ώρα είναι ακόμα μεσημέρι ρε. Για ρωτάτε κι εμένα που έχω την έγνοια κάθε τόσο να ποτίσω και παρακολουθώ πότε θα πέσει το φως. Εφτά η ώρα το μισό μούρκι το ζεματά ακόμα ο ήλιος, ολόφωτο είναι. Ίσα ίσα τις δυο σειρές τα άνυδρα έχει αφήκει στη σκιά, κι αυτά επειδή είναι κάτω από το θερίο.

Όλα τ’ άλλα τα πυρώνει ακόμα. Άμα δεν πάει η ώρα οχτώ παρά τέταρτο τουλάχιστο, δε μπορείς να βάλεις μπρος να ποτίσεις. Κι αυτοί λένε πως η δύση είναι στις εφτά. Κούνια που τους κούναγε Διομήδη, αυτό έχω να πω μόνο. Την τύφλα τους δεν ξέρουνε και θένε να κυβερνάνε και το βιος μας […]

Αποσπάσματα από το νέο βιβλίο του συγγραφέα Γιάννη Μακριδάκη, Toυ Θεού το μάτι, Εκδόσεις Εστία

image
Καθώς το κατασκευάζει, ο Πεπόνας αφηγείται στο σκιάχτρο του την πολυκύμαντη ζωή του, που τώρα πια, μετά τη σύνταξη, ολοκληρώνεται στο κτηματάκι του. Στην αφήγησή του παρελαύνουν αλλόκοτοι άνθρωποι με ονόματα ζώων ή φυτών, πουλιά και διάφορα άλλα ζωντανά με ονόματα ανθρώπινα, αλλά και ψυχωμένα άψυχα, σαν τον Διομήδη το σκιάχτρο.

Η γενεαλογία της φύσης και η γενεαλογία των ανθρώπων συναντιούνται παντού, εκτός από την πολιτική και την κρίση. Οι πληγές του σύγχρονου κόσμου διατρέχουν το σύμπαν της νουβέλας. Ένα σύμπαν που παίρνει φωνή, αρθρώνεται και απευθύνεται σε πρώτο πρόσωπο στον καθρέφτη του. 

O Γιάννης Μακριδάκης γεννήθηκε το 1971 στη Xίο και σπούδασε Mαθηματικά. Το 1997 ίδρυσε το Kέντρο Xιακών Mελετών Πελινναίο. Έχει εκδώσει ιστορικές αφηγήσεις, μυθιστορήματα και νουβέλες και το πρώτο του μυθιστόρημα Aνάμισης ντενεκές (Eστία 2008) κυκλοφόρησε τον επόμενο χρόνο (2009) και στα τουρκικά.

Βιβλία του ιδίου: Συρματένιοι, ξεσυρματένιοι· όλοι. Χιώτες πρόσφυγες και στρατιώτες στη Μέση Ανατολή. Αφηγήσεις 1941-1946 (Κέντρο Χιακών Μελετών «Πελινναίο» 2006, Εστία 2010). 10.516 μέρες: Iστορία της νεοελληνικής Xίου 1912-1940, ιστορικό αφήγημα (Κέντρο Χιακών Μελετών «Πελινναίο» 2007), Η δεξιά τσέπη του ράσου, νουβέλα (Εστία 2009), Ήλιος με δόντια, μυθιστόρημα (Εστία 2010), Λαγού μαλλί, νουβέλα (Εστία 2010), Η άλωση της Κωσταντίας, μυθιστόρημα (Εστία 2011), Το Ζουμί του πετεινού (Εστία 2012).