Ο Τανζανός μυθιστοριογράφος Αμπντουλραζάκ Γκούρνα τιμήθηκε με το φετινό Νόμπελ Λογοτεχνίας από την Βασιλική Ακαδημία Επιστημών της Σουηδίας τίμησε τον συγγραφέα για την ασυμβίβαστη και με συμπόνια διείσδυση στις επιπτώσεις της αποικιοκρατίας και στη μοίρα του πρόσφυγα μεταξύ πολιτισμών και ηπείρων.

Ads

Το βραβείο συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 10 εκατομμυρίων σουηδικών κορωνών (985.000 ευρώ).

Ο Γκούρνα, που είναι ο συγγραφέας μεταξύ άλλων των μυθιστορημάτων “Paradise” και “Desertion”, γράφει στα αγγλικά και ζει στη Βρετανία, τιμήθηκε για «την ασυμβίβαστη και με ενσυναίσθηση γραφή του για τα αποτελέσματα της αποικιοκρατίας και τη μοίρα προσφύγων που βρέθηκαν μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και ηπείρων».

«Νομίζω ότι είναι απλώς φανταστικό και υπέροχο», δήλωσε ο Γκούρνα στο Ρόιτερς, απαντώντας σε ερώτηση για το πώς αισθάνεται που κέρδισε το βραβείο. «Είμαι ευγνώμων στη Σουηδική Ακαδημία που πρότεινε εμένα και το έργο μου».

Ads

«Είναι απλώς υπέροχο –είναι ένα μεγάλο βραβείο και έχει δοθεί σε τόσους σπουδαίους συγγραφείς– δεν το έχω συνειδητοποιήσει ακόμη», είπε. «Ήταν τέτοια απόλυτη έκπληξη που έπρεπε πραγματικά να περιμένω μέχρι που άκουσα να ανακοινώνεται πριν μπορέσω να το πιστέψω.»

Απαντώντας σε ερώτηση αν πίνει σαμπάνια ή χορεύει από τη χαρά του, είπε: «Όχι» με ένα χαμόγελο.

Η ζωή και το έργο του

Γεννημένος το 1948 στη Ζανζιβάρη, ο Γκούρνα είναι ο πρώτος Αφρικανός συγγραφέας που τιμάται με το πιο περίβλεπτο λογοτεχνικό βραβείο από το 2003 και ο πέμπτος Αφρικανός με το Νόμπελ Λογοτεχνίας συνολικά.

Ο συγγραφέας, που είναι γνωστός κυρίως για τα μυθιστορήματά του “Paradise” (1994) και “By the sea” (2001), τιμήθηκε για «την ασυμβίβαστη και με ενσυναίσθηση γραφή του για τα αποτελέσματα της αποικιοκρατίας και τη μοίρα προσφύγων που βρέθηκαν μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και ηπείρων».

Με μια οικογένεια με ρίζες στην αραβική χερσόνησο, ο Γκούρνα έφυγε από τη χώρα του για την Αγγλία στα τέλη της δεκαετίας του 1960, πέντε χρόνια μετά την ανεξαρτησία και σε μια εποχή όπου η μουσουλμανική μειονότητα διώκονταν. Δεν μπόρεσε να επιστρέψει στη Ζανζιβάρη παρά μόνο το 1984.

Ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα εξέδωσε δέκα μυθιστορήματα από το 1987, καθώς και νουβέλες. Γράφει στα αγγλικά, αν και η μητρική του γλώσσα είναι τα σουαχίλι.

Το έργο του απομακρύνεται «από τις στερεοτυπικές περιγραφές και ανοίγει το βλέμμα μας σε μια πολυπολιτισμική Ανατολική Αφρική που δεν είναι πολύ γνωστή σε διάφορα μέρη του κόσμου», αναφέρει στην ανακοίνωσή της η επιτροπή Νόμπελ.

Μέχρι την πρόσφατη συνταξιοδότησή του, ήταν καθηγητής και Αγγλικής και Μετα-αποικιακής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ στο Καντέρμπουρι, όπου ήταν θαυμάσιος γνώστης του έργου του Νιγηριανού Νομπελίστα λογοτεχνίας Wole Soyinka και του Κενυάτη Ngugi wa Thiong’o, που ήταν από τα φαβορί για το Νόμπελ φέτος.

Είναι επίσης ο πρώτος μαύρος Αφρικανός συγγραφέας που τιμάται με το πιο περίβλεπτο λογοτεχνικό βραβείο μετά τον Ουόλε Σογίνκα που έλαβε το βραβείο το 1986.

Σε συνέντευξή του στο Ίδρυμα Νόμπελ, ο Αμπντουλραζάκ Γκούρνα κάλεσε επίσης την Ευρώπη να δει τους πρόσφυγες από την Αφρική ως πλούτο, υπογραμμίζοντας ότι δεν έρχονται «με άδεια χέρια».

«Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους που έρχονται, έρχονται από ανάγκη, και επίσης ειλικρινά γιατί έχουν κάτι να δώσουν. Δεν έρχονται με άδεια χέρια», είπε ο Νομπελίστας συγγραφέας, καλώντας σε μια αλλαγή βλέμματος απέναντι σε «ταλαντούχους και γεμάτους ενέργεια ανθρώπους».

Επιπλέον, δηλώσεις έκανε η επί χρόνια εκδότριά του στην Βρετανία, Αλεξάντρα Πρινγκλ του οίκου Bloomsbury λέγοντας στην «Guardian» ότι η νίκη του Αμπντουλραζάκ Γκούρνα είναι «η πιο άξια» για έναν συγγραφέα που δεν έχει λάβει τη δέουσα αναγνώριση. «Είναι ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή Αφρικανούς συγγραφείς και κανείς δεν τον είχε προσέξει κι αυτό με σκότωνε. Σε ένα podcast την περασμένη εβδομάδα είπα ότι ήταν από τους ανθρώπους που αγνοήθηκαν… Και τώρα συνέβη αυτό!».

Η ίδια τον θεωρεί εξίσου σημαντικό με τον Νιγηριανό Τσινούα Ατσέμπε. «Η γραφή του Γκούρνα είναι ιδιαίτερα όμορφη και σοβαρή και επίσης χιουμοριστική και ευγενική και ευαίσθητη». Τονίζει επίσης ότι πάντα γράφει για τον εκτοπισμό, «αλλά με τους πιο όμορφους και υποβλητικούς τρόπους για το τι είναι αυτό που ξεριζώνει τους ανθρώπους και τους διασπείρει σε όλες τις ηπείρους. Δεν είναι πάντα η αναζήτηση ασύλου, μπορεί να είναι τόσοι άλλοι λόγοι, όπως το εμπόριο, η εκπαίδευση, μπορεί να είναι η αγάπη. Στο πρώτο μυθιστόρημά του στον Bloomsbury με τίτλο “By the sea” υπάρχει η εικόνα ενός άντρα στο αεροδρόμιο του Χίθροου που κρατάει ένα σκαλιστό κουτί θυμιάματος, το μόνο που έχει. Φτάνει και λέει μια λέξη και αυτή είναι “άσυλο”».