Δέκα χρόνια μετά το εξαιρετικό «Frances Ha», ο Νόα Μπάουμπαχ σκηνοθετεί και πάλι την μούσα του και σύζυγό του πλέον, Γκρέτα Γκέργουιγκ και τον υπερταλαντούχο Άνταμ Ντράιβερ, σε μία λυρική και παράδοξη ταινία που δραματοποιεί τις προσπάθειες μιας σύγχρονης αμερικανικής οικογένειας να ανταπεξέλθει στις τετριμμένες συγκρούσεις της καθημερινής ζωής, παλεύοντας παράλληλα με τα οικουμενικά μυστήρια της αγάπης, του θανάτου και της πιθανότητας να ευτυχήσει κανείς σε έναν αβέβαιο κόσμο. Ο «Λευκός Θόρυβος» κυκλοφορεί στους Κινηματογράφους από την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου.

Ads

«Ήθελα να κάνω μια ταινία τόσο τρελή, όσο ο κόσμος γύρω μας αυτή τη στιγμή.» – Νόα Μπάουμπακ

Η ανάγνωση του μυθιστορήματος «Λευκός Θόρυβος» ήταν μια καθοριστική εμπειρία για τον βραβευμένο με Όσκαρ σκηνοθέτη Νόα Μπάουμπακ. Στις σελίδες του εντόπισε μια ματιά της αμερικάνικης κουλτούρας που αντιμετώπιζε με γέλιο την υπαρξιακή κρίση της εποχής του (1985). Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε αρχίσει να «ξεπαγώνει», αλλά η ανησυχία και η αίσθηση της επικείμενης καταστροφής συνέχιζε να είναι διάχυτη στην καθημερινότητα.

image

Ads

«O «Λευκός Θόρυβος» αναμετράται με την ιδέα του θανάτου – ο μόνος τρόπος να ζήσεις  πραγματικά τη ζωή σου είναι να αναγνωρίσεις ότι πρόκειται να τελειώσει», λέει ο Μπάουμπακ. «Ο πατέρας μου, μού έδωσε το βιβλίο όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο. Ήταν συγγραφέας και αγαπούσε τις ταινίες, οπότε το βιβλίο ήταν μια σύνθεση όσων των ενδιέφεραν.  Εκείνος απεβίωσε το 2019 και όταν ξαναδιάβασα το βιβλίο την ίδια χρονιά, επηρεάστηκα τρομερά από αυτό. Ο Ντον Ντελίλο [συγγραφέας του βιβλίου] μας παρουσιάζει όλες τις στρατηγικές και τις ρουτίνες που έχουμε ανακαλύψει για να αποδεχτούμε την αδιανόητη ιδέα του θανάτου και ύστερα ξετυλίγει αυτές τις άμυνες μας».

Ο ίδιος ο Ντελίλο έχει πει πως το έργο του είναι για «τη ζωή σε δύσκολους καιρούς», δήλωση η οποία εξηγεί την αναλλοίωτη φρεσκάδα του βιβλίου∙ εξάλλου, κάθε γενιά έρχεται αντιμέτωπη με «δύσκολους καιρούς». «Είχα την αίσθηση πως οτιδήποτε και αν συνέβαινε στη χώρα, το βιβλίο θα έμοιαζε πως είναι γραμμένο για εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή», αναφέρει ο Μπάουμπακ. «Αν το είχα ξαναδιαβάσει μετά την 9/11, στη διάρκεια των πρώτων ημερών του διαδικτύου ή όταν εξελέγη ο Τραμπ – κάπως έχει να πει πράγματα για αυτή τη χώρα που πάντοτε ήταν αλήθεια».

image

Ερχόμενος από την οσκαρική ταινία του, «Ιστορία Γάμου», ήταν η πρώτη φορά στην καριέρα του που ο Μπάουμπακ δεν ήξερε τι να κάνει μετά. Πάντοτε έχει κάποιο επόμενο πρότζεκτ κατά νου, συχνά κάτι που σκέφτεται για καιρό. Η επιστροφή του στο βιβλίο του Ντελίλο έβγαζε νόημα σε εκείνη τη συγκυρία. Αυτή θα ήταν η πρώτη διασκευή  του, μιας και ολόκληρη η καριέρα του βασίζεται σε πρωτότυπα έργα. Θυμήθηκε κάτι που του είχε πει πολλές φορές ο φίλος και συνάδελφος του, Μπράιαν Ντε Πάλμα: «η σκηνοθεσία μιας διασκευής σού επιτρέπει να κάνεις πράγματα που ίσως δεν θα δοκίμαζες να κάνεις στα δικά σου έργα».

«Η γλώσσα του Ντελίλο μού φάνηκε οικεία», αναφέρει ο Μπάουμπακ. «Υφαίνει τόσο υπέροχα μέσα στην πρόζα του την αμερικάνικη ποπ κουλτούρα με τη φρασεολογία. Η ιστορία είναι για άτομα και οικογένειες, αλλά υπάρχει και ένας σατιρικός τόνος στη δομή και την πλοκή για τα οποία χρειαζόμουν να βρω ένα κινηματογραφικό ανάλογο. Και δεδομένου πως το βιβλίο είναι κυρίως για την αμερικάνικη κουλτούρα που έχει καλυφθεί από τα μίντια – την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τις διαφημίσεις, την κουλτούρα των ταινιών και της κινηματογραφικής αφήγησης – το προσέγγισα με κινηματογραφικούς όρους. Υπήρχε προοπτική για σπουδαίες στιγμές».

image

Η ταινία σηματοδοτεί την πέμπτη συνεργασία του Μπάουμπακ με τον Άνταμ Ντράιβερ, τον οποίον είχε στο μυαλό του ήδη από τη συγγραφή του σεναρίου. «Μ’ αρέσει να γράφω έχοντας συγκεκριμένους ηθοποιούς κατά νου», λέει ο Μπάουμπακ. «Είναι λες και έχεις έναν κρυφό συνεργάτη».

Οι ηθοποιοί ερμηνεύουν αναγνωρίσιμους ανθρώπους κατά μία έννοια, αλλά παράλληλα κάνουν κάτι πιο στυλιζαρισμένο. «Οι διάλογοι του Ντελίλο μεταφράζονται πολύ καλά στις ταινίες», σημειώνει ο Μπάουμπακ. «Αλλά με το που βάζεις αληθινούς ανθρώπους να παίζουν λογοτεχνικούς χαρακτήρες, κάτι αλλάζει αμέσως. Αποκτούν πραγματικά πρόσωπα και ιδιομορφίες. Η επιλογή του Άνταμ και το να τον βάλω να πάρει βάρος και να ερμηνεύσει έναν ρόλο μεγαλύτερης ηλικίας από εκείνον, μου φαινόταν τρομερό. Δεν υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί που θα τους εμπιστευόμουν να το κάνουν».

Ο Ντράιβερ δέχθηκε με χαρά την πρόταση να παίξει τον Τζακ, καθώς ταυτιζόταν σε τόσα πολλά πράγματα μαζί του. Ωστόσο, η μεγαλύτερη απορία του ήταν πως θα προσαρμόζονταν οι διάλογοι, ώστε από τη μια να μην μοιάζουν λογοτεχνικοί κι απ’ την άλλη να διατηρήσουν το ύφος του συγγραφέα. «Όταν διαβάσαμε δυνατά το σενάριο, όλα έβγαλαν νόημα», θυμάται ο Ντράιβερ. Ο Νόα και η Γκρέτα ήρθαν σπίτι μου και μαζί με τη σύζυγό μου καθίσαμε σε ένα τραπέζι για να διαβάσουμε το σενάριο και μετά από 20 σελίδες όλα ταίριαξαν απόλυτα. Ποτέ δεν είχα αντίστοιχη εμπειρία».

image

Για τον ρόλο της Μπαμπέτ, το στήριγμα της ζωής του Τζακ, επιλέχθηκε η σύντροφος και συχνή συνεργάτιδα του Μπάουμπακ, Γκρέτα Γκέργουικ, η οποία επιστρέφει μπροστά από τις κάμερες για πρώτη φορά μετά το 2016, όταν και ξεκίνησε μια εξαιρετικά επιτυχημένη σκηνοθετική καριέρα.

«Όταν ο Νόα ξεκίνησε να γράφει το σενάριο, αναρωτιόταν ποιο άτομο θα παίξει την Μπαμπέτ», θυμάται η Γκέργουικ. «Και του είπα «Εγώ!» κι ύστερα σκέφτηκα «Ω, θεέ μου, τώρα πάει, το έκανα». Νομίζω υπάρχει κάτι το ενδιαφέρον με τα επίπεδα του ποια είναι και πόσο αποκαλύπτει τον εαυτό της στην ίδια, πώς είναι ξένη στον εαυτό της αλλά και στο σύζυγό της. Αυτό ήταν κάτι που ήθελα να εξερευνήσω».

Κατά μία έννοια, η Μπαμπέτ αντιπροσωπεύει τις θεματικές ιδέες της ταινίας. Είναι το στήριγμα της οικογένειας, είναι συνεπής, είναι αξιόπιστη. Και τελικά δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά, όταν αποκαλύπτεται πόσο στοιχειωμένη είναι από την σκέψη του θανάτου. Αλλά, αν η Μπαμπέτ είναι έτοιμη να καταρρεύσει, τι ελπίδες έχει η υπόλοιπη οικογένεια;

image

Λευκός Θόρυβος / White Noise
Σκηνοθεσία: Νόα Μπόουμπαχ
Σενάριο: Νόα Μπόουμπαχ
Πρωταγωνιστούν: Ανταμ Ντράιβερ, Γκρέτα Γκέργουιγκ, Ντον Τσιντλ, Ράφι Κάσιντι, Τζόντι Τέρνερ-Σμιθ
Φωτογραφία: Λολ Κρόουλι
Μοντάζ: Μάθιου Χάναμ
Μουσική: Ντάνι Ελφμαν
Έτος Παραγωγής: 2022
Χώρα Παραγωγής: Η.Π.Α.
Διάρκεια: 138 λεπτά
Κυκλοφορεί στους Κινηματογράφους από την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου