To 2008, o Βραζιλιάνος σκηνοθέτης Φερνάντο Μεϊρέγιες, μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη το εμβληματικό βιβλίο του Ζοζέ Σαραμάγκου, «Περί Τυφλότητος». Το αποτέλεσμα είναι ένα διαχρονικό και ταυτόχρονα επίκαιρο φιλμ, που εξηγεί με συγκλονιστικό τρόπο, πως ο φόβος μίας παγκόσμιας επιδημίας γεννά τον ρατσισμό και τη βία.

Ads

«Ήμασταν ήδη τυφλοί όταν τυφλωθήκαμε, ο φόβος μας τύφλωσε, ο φόβος θα μας κρατήσει τυφλούς» – Περί Τυφλότητος / Ζοζέ Σαραμάγκου

Η υπόθεση της ταινίας αφορά μια παγκόσμια επιδημία που εξαπλώνεται και προκαλεί στα θύματά της, τύφλωση. Μία μεταφορική και ιδιαίτερα συμβολική ταινία, η οποία αποτελεί κινηματογραφική μεταφορά του διάσημου βιβλίου «Περί Τυφλότητος», του νομπελίστα συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου, από τον Βραζιλιάνο σκηνοθέτη Φερνάντο Μεϊρέγιες και η οποία αποτέλεσε την ταινία έναρξης του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών, το 2008.

image

Ads

Έχοντας στη διάθεσή του ένα εξαιρετικό καστ – που περιλαμβάνει τους ηθοποιούς: Τζούλιαν Μουρ, Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Μαρκ Ράφαλο και Ντάνι Γκλόβερ – ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης δίνει ζωή σε μια εμπνευσμένη ιστορία, όπου η ανθρωπότητα βρίσκεται υπό την πολιορκία μιας θανατηφόρας επιδημίας, η οποία την αποδεκατίζει.

Μια ανεξήγητη ασθένεια ολικής τύφλωσης αρχίζει να παραλύει μια απροσδιόριστη πόλη. Οι αρχές περιορίζουν τους μολυσμένους σε ένα νοσοκομείο που αδυνατεί μέρα με την ημέρα να τους περιθάλψει. Η μόνη γυναίκα που έχει όραση, αντικρίζει άθαφτους νεκρούς παντού, εξαθλίωση και εικόνες χάους. Είναι η γυναίκα ενός γιατρού, μαζί με τον οποίο αναλαμβάνουν να οδηγήσουν μια ομάδα ανθρώπων πίσω στον κόσμο και την χαμένη αξιοπρέπεια.

«Υπάρχει άραγε εξουσία , είπε ο πρώτος τυφλός. Δεν φαντάζομαι, αλλά και να υπάρχει, θα είναι μια εξουσία τυφλών που θέλουν να κυβερνούν τυφλούς, σαν να λέμε το τίποτα θέλει να οργανώσει το τίποτα» – Περί Τυφλότητος / Ζοζέ Σαραμάγκου

image

Ήταν πολλοί οι σκηνοθέτες και οι παραγωγοί που κατά καιρούς ενδιαφέρθηκαν να μεταφέρουν στην μεγάλη οθόνη το βιβλίο του Σαραμάγκου. Μετά την έκδοσή του το 1996 και τη μεγάλη επιτυχία του, ο Καναδός σεναριογράφος και σκηνοθέτης Ντον Μακέλαρ, δημιουργός του φιλμ «Τελευταία Νύχτα του Κόσμου» και ήδη λάτρης των βιβλίων του συγγραφέα, άρχισε να κυνηγά το ενδεχόμενο να γίνει η ταινία.

Γνώριζε ότι δεν ήταν καθόλου εύκολο και ότι ο Σαραμάγκου πολλές φορές είχε αρνηθεί τις προτάσεις για κινηματογραφική μεταφορά. «Αρνιόμουν πάντα να δώσω τα δικαιώματα του βιβλίου, επειδή είναι ένα βίαιο βιβλίο για την κοινωνική εξαχρείωση. Δεν ήθελα να πέσω σε λάθος χέρια», είχε δηλώσει ο ίδιος ο συγγραφέας στους Times της Νέας Υόρκης το 2007.

Έκπληξη αποτέλεσε για τον Μακέλαρ και τον παραγωγό Νιβ Φίτσμαν το γεγονός ότι ο Σαραμάγκου, μετά από επιμονή του, δέχτηκε να τους δει στο σπίτι του στο Lanzarote στις Καναρίους Νήσους όπου διαμένει. Δεν επρόκειτο να του μιλήσουν για το πώς τους φάνηκε το βιβλίο, ή το όραμά τους για την ταινία, αλλά ήθελαν να τον ακούσουν και να του μεταφέρουν την δημιουργική ελευθερία της ομάδας τους. Αυτό που φάνηκε ήταν ότι ο συγγραφέας φοβόταν πως ένα στούντιο θα έκανε μια ταινία – ζόμπι και ότι θα χανόταν η θεμελιώδης πολιτική πλευρά της ιστορίας.

image

Ο Μακέλαρ και ο Φίτσμαν γνώριζαν ότι χρειάζονταν ένας σκηνοθέτης με δυνατή την αίσθηση της κλιμάκωσης, δημιουργικότητα και ειδικό ενδιαφέρον για το φάσμα της ανθρώπινης φύσης. Αυτό τους οδήγησε στον Φερνάντο Μεϊρέγιες, ο οποίος δεν χρειάστηκε πολύ για να δεχθεί την πρόταση, μια και η ιστορία βρίσκεται στο επίκεντρο των πραγμάτων που τον αφορούν και τον ενδιαφέρουν:

«Αυτή η ιστορία δεν έχει μόνο μια αλήθεια. Μπορεί κανείς να δώσει πολλές ερμηνείες στα θέματά της. Υπάρχουν πολλά ηθικά διλήμματα και ήθελα το φιλμ να πάει ακόμη πιο πέρα από το βιβλίο, όπου τα πράγματα είναι άσπρα και μαύρα. Στο φιλμ έχω βάλει και πολύ γκρι. Είναι μια ιστορία που θέτει πολλά ερωτήματα αλλά δεν δίνει απαντήσεις. Δημιουργεί προβληματισμούς για την ανθρώπινη εξέλιξη, προκαλεί αντιδράσεις αλλά δεν υποδεικνύει καμία κατεύθυνση. Ο καθένας πρέπει να επιλέξει τον προσωπικό του δρόμο ερμηνείας» – Φερνάντο Μεϊρέγιες

Όσον αφορά το οπτικό αποτέλεσμα και την αισθητική της ταινίας, ο Μεϊρέλες επέλεξε το γκρι, για να εκφράσει την απρόσμενη τύφλωση όπως καθορίζεται από τον συγγραφέα και τα σκοτεινά χρώματα του βιβλίου με την ομίχλη και τις σκιές. Είναι γνωστός εξάλλου, ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης,  για τη βιρτουζιτέ του στην αισθητική των ταινιών του. Η πρόκληση όμως ήταν, πώς κινηματογραφείται μια ταινία που όλοι οι χαρακτήρες δεν έχουν όραση άρα και υποκειμενική οπτική γωνία;

image

Για να αποδώσει αυτό, έκανε την επιλογή να αλλάζει οπτική γωνία καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας. Ξεκινά με το υποκειμενικό πλάνο του σκηνοθέτη και αφού ο θεατής τοποθετηθεί σε αυτόν τον κόσμο, στη συνέχεια καθοδηγεί τις εξελίξεις, μέσα από την οπτική γωνία της Γυναίκας του Γιατρού και μετά, μέσω του Άντρα με το Μαύρο Μάτι, ο οποίος αφηγείται ιστορίες σε αυτούς που βρίσκονται σε καραντίνα συνδέοντας τον έξω κόσμο με τον εσωτερικό τους κόσμο.

Τρεις από τους βασικούς πρωταγωνιστές, αναφέρουν χαρακτηριστικά:

«Η Γυναίκα του Γιατρού είναι ένας κοινός, φυσιολογικός άνθρωπος και νομίζω ότι αυτό είναι από τα σπουδαία σημεία του βιβλίου. Αρχικά ενδιαφέρεται μόνο για τον άντρα της, αλλά αργότερα αντιλαμβάνεται τη διάσταση της ευθύνης που έχει. Νομίζω ότι ο Σαραμάγκου στο πρόσωπο αυτής προβάλλει την έννοια της ευθύνης. Θέτει το ερώτημα ποιοι είμαστε και πόση ευθύνη έχουμε ο ένας για τον άλλο και για τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Ήθελα εδώ και χρόνια να δουλέψω με τον Μεϊρέλες και από την στιγμή που έμαθα ότι γύριζε ταινία ήθελα να συμμετάσχω. Το πρώτο που μου ζήτησε ήταν να κόψω τα μαλλιά, αλλά όταν διάβασα το σενάριο πήγα ένα βήμα πιο πέρα. Τα έβαψα ξανθά και εμφανίστηκα στο σετ. Οι κοκκινομάλλες δεν είναι τόσο κοινές και ο χαρακτήρας αυτός είναι μια κοινή γυναίκα» – Τζούλιαν Μουρ, Γυναίκα του Γιατρού

«Το καταπληκτικό με τον χαρακτήρα του Γιατρού είναι ότι μέσα στην εξέλιξη της ιστορίας ανακαλύπτει ότι δεν είναι αυτός που πιστεύει, αλλά ούτε και η Γυναίκα του είναι αυτή που πιστεύει.Το φοβερό είναι ότι αυτός ανακαλύπτει, υπό των συνθηκών, ότι η Γυναίκα του είναι αυτή πράγματι που ήλπιζε ότι θα ήταν. Και αυτός είναι στην πραγματικότητα αυτό που πίστευε ότι ήταν η Γυναίκα του. Αυτό είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο πράγμα να το συνειδητοποιήσει κάποιος, αφού ο κόσμος του γυρίζει ανάποδα» – Μαρκ Ράφαλο, Γιατρός

«Η ιστορία μου άρεσε από τότε που πρωτοδιάβασα το βιβλίο. Μιλάει για την ανικανότητα των ανθρώπων να ζήσουν μαζί, για το τι συμβαίνει όταν οι άνθρωποι δεν βλέπουν ο ένας τον άλλο. Δημιουργείται μια κατάσταση που θέτει σε αμφισβήτηση όλες τις κοινωνικές και ηθικές δομές μιας κοινότητας, αλλά και τις αρχές που διδαχτήκαμε ως άνθρωποι. Όλα γίνονται χαοτικά και διεφθαρμένα. Αλλά ενέχει ελπίδα γιατί τελικά το μόνο που μπορεί να μας σώσει είναι ο ίδιος μας ο εαυτός. Ο ήρωας που παίζω είναι ένας πραγματιστής, ένας πρακτικός τύπος. Εμφανίζεται ψυχρός γιατί δεν είναι ιδεαλιστής, γιατί δεν βλέπει την ελπίδα. Ξέρει να επιβιώνει και το να πούμε πως είναι κακός αντιτίθεται, νομίζω, με το concept του βιβλίου. Επιλέγει πρακτικές λύσεις για τα προβλήματα που του ανακύπτουν και το ενδιαφέρον είναι ότι οι ενέργειές του σκοντάφτουν πάνω σε μια ένθερμη διαμάχη για το τι είναι ηθικό και τι όχι» – Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Τhe King of Ward Three

Όσον αφορά στους χώρους, τα πρώτα, εξωτερικά γυρίσματα έγιναν στο Σάο Πάουλο της Βραζιλίας, το οποίο είναι και η γενέτειρα του σκηνοθέτη, το δεύτερο μέρος στο άσυλο όπου φυλάσσονται όσοι βρίσκονται σε καραντίνα γυρίστηκε σε μια εν αχρηστία φυλακή του Καναδά και το τρίτο μέρος με το κατεστραμμένο τοπίο μιας μητρόπολης που αποσυντέθηκε, γυρίστηκε στο Σάο Πάουλο και το Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης.

image

Ζοζέ Σαραμάγκου / José Saramago (16 Νοεμβρίου 1922 – 18 Ιουνίου 2010)

Γιος κι εγγονός ακτημόνων αγροτών, ο Ζοζέ Σαραμάγκου γεννήθηκε στο χωριό Αζινιάγκα, στην επαρχία Ριμπατέζου, στις 16 Νοεμβρίου του 1922. Παρακολούθησε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (γενική και τεχνική), την οποία όμως, για οικονομικούς λόγους, δεν μπόρεσε να συνεχίσει. Η πρώτη του δουλειά ήταν σιδηρουργός, ενώ κατόπιν άσκησε διάφορα επαγγέλματα: σχεδιαστής, υπάλληλος υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, μεταφραστής, εκδότης, συγγραφέας, δημοσιογράφος. Δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, ένα μυθιστόρημα (Γη της Aμαρτίας), το 1947, ενώ ακολούθησε μεγάλο διάστημα χωρίς άλλες δημοσιεύσεις, έως το 1966.

Εργάστηκε για δώδεκα χρόνια σε εκδοτικό οίκο, στη λογοτεχνική διεύθυνση και τη διεύθυνση παραγωγής. Το 1972 και 1973 συμμετείχε στη σύνταξη της εφημερίδας «Diário de Lisboa», όπου υπήρξε πολιτικός σχολιαστής, ενώ ταυτόχρονα συντόνιζε για ένα χρόνο το πολιτιστικό ένθετο της ίδιας εφημερίδας. Έλαβε μέρος στην πρώτη διεύθυνση της Πορτογαλικής Ένωσης Συγγραφέων και υπήρξε πρόεδρος της Γενικής Συνέλευσης της Πορτογαλικής Κοινωνίας Συγγραφέων την περίοδο 1987 – 1994. Από τον Φεβρουάριο του 1993, εκνευρισμένος με την Εκκλησία της Πορτογαλίας, εγκατέλειψε την πατρίδα του και αποφάσισε να ζει στο νησί Λανθαρότε, του αρχιπελάγους των Καναρίων, στην Ισπανία. Το 1998 του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Πέθανε το 2010.

image

Φερνάντο Μεϊρέγιες / Fernando Meirelles

Γεννημένος στις 9 Νοεμβρίου του 1955 στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, ο Φερνάντο Μεϊρέγιες είναι ένας καταξιωμένος σκηνοθέτης, σεναριογράφος και παραγωγός. Αρχικά σπούδασε αρχιτεκτονική, ενώ ξεκίνησε να εργάζεται ως σκηνοθέτης από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, αρχικά σε ντοκιμαντέρ και τηλεοπτικές σειρές.

Η πρώτη μεγάλη αναγνώριση ήρθε το 2002 με την ταινία «Η Πόλη του Θεού», η οποία έχει ως θέμα τη βία στις φαβέλες στη Βραζιλία. Κατόπιν συνέχισε με διεθνείς παραγωγές, όπως «Ο Επίμονος Κηπουρός», το «Περί Τυφλότητος» και το «360». Η πιο πρόσφατη δημιουργία του, ήταν η Υποψήφια για Όσκαρ Ταινία, «Οι Δύο Πάπες», με πρωταγωνιστές τους Τζόναθαν Πράις και Άντονι Χόπκινς, σε μία υποκριτική μονομαχία, υψηλού επιπέδου.

Διαβάστε Επίσης:

image

Περί Τυφλότητος / Blindness
Σκηνοθεσία: Φερνάντο Μεϊρέγιες
Σενάριο: José Saramago (novel), Don McKellar (screenplay)
Ηθοποιοί: Τζούλιαν Μουρ, Γκαέλ Γκαρσία Μπενράλ, Μαρκ Ράφαλο, Ντάνι Γκλόβερ, Άλις Μπράγκα
Έτος Παραγωγής: 2008
Χώρα Παραγωγής: Βραζιλία, Καναδάς, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία
Διάρκεια: 121 λεπτά