Το προφητικό φιλμ του Στίβεν Σόντερμπεργκ, κυκλοφόρησε το 2011 και περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες την μοιραία εξάπλωση ενός θανατηφόρου ιού, από την Ασία, σε ολόκληρη τον κόσμο. Όπως μάλιστα αναφέρει σχετικά το Hollywood Reporter, η εξάπλωση του Κοροναϊού έχει σαν αποτέλεσμα η ταινία να βρεθεί τις τελευταίες ημέρες, στο Τοπ 10 του iTunes, της συνδρομητικής υπηρεσίας της Apple.

Ads

Μία ταξιδιώτισσα παίρνει ξηρούς καρπούς από ένα μπολ στο μπαρ του αεροδρομίου. Μια επαγγελματική συνάντηση ξεκινά με ανταλλαγή χειραψιών. Ένας άνδρας βήχει σ’ ένα κατάμεστο λεωφορείο. Μία επαφή. Μία μόνο στιγμή. Κι ένας φονικός ιός έχει ήδη εξαπλωθεί.

Όταν η Μπεθ Έμχοφ (Γκουίνεθ Πάλτροου) επιστρέφει στη Μινεάπολη από ένα επαγγελματικό ταξίδι στο Χονγκ-Κονγκ, η αδιαθεσία που απέδιδε στο τζετ-λαγκ υποτροπιάζει. Δύο ημέρες αργότερα, κείτεται νεκρή στην Εντατική, ενώ οι γιατροί λένε στον σοκαρισμένο σύζυγό της (Ματ Ντέιμον) ότι δεν ξέρουν πού οφείλεται ο θάνατός της.

image

Ads

Πολύ σύντομα όμως και άλλοι άνθρωποι αρχίζουν να εκδηλώνουν τα μυστηριώδη συμπτώματα: έντονο βήχα, πυρετό, σπασμούς και εγκεφαλική αιμορραγία, που οδηγούν στον θάνατο. Στη Μινεάπολη, το Σικάγο, το Λονδίνο, το Παρίσι, το Τόκιο και το Χονγκ-Κονγκ, τα κρούσματα αυξάνονται με καταιγιστική ταχύτητα: ένα, τέσσερα, δεκαέξι, εκατοντάδες, χιλιάδες θύματα…

Ο ιός εξαπλώνεται με γρήγορους ρυθμούς, μέσω των αναρίθμητων ανθρώπινων διαδράσεων μιας συνηθισμένης ημέρας. Πανδημία. Στο Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών, οι ερευνητές προσπαθούν με φρενήρεις ρυθμούς ν’ αναλύσουν τη βιοχημική σύνθεση του παθογόνου ιού, που διαρκώς μεταλλάσσεται.

image

Ο Υποδιευθυντής Τσίβερ (Λόρενς Φίσμπουρν) προσπαθεί να συγκρατήσει τον πανικό που έχει επικρατήσει στην κοινή γνώμη παρά τις προσωπικές του ανησυχίες και στέλνει μια θαρραλέα νέα γιατρό (Κέιτ Γουίνσλετ) κατευθείαν στην πηγή του κακού.

Την ίδια στιγμή, εν μέσω αντιδράσεων για το πιθανό εμβόλιο – το οποίο δοκιμάζει πρώτη – η δρ. Λεονόρα Οράντες (Μαριόν Κοτιγιάρ), του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, προσπαθεί να αναλύσει την πορεία των κρουσμάτων που θα την οδηγήσουν στην πηγή του κακού που αντιμετωπίζουν.

image

Καθώς ο αριθμός των θυμάτων αυξάνεται ραγδαία και ο κόσμος προσπαθεί να προστατέψει τόσο τον εαυτό του, όσο και τους αγαπημένους του, σε μια κοινωνία που καταρρέει, ένας ακτιβιστής και μπλόγκερ (Τζουντ Λο), ισχυρίζεται ότι η κοινή γνώμη δεν έχει μάθει όλη την αλήθεια σχετικά με το τι συμβαίνει, πυροδοτώντας μια δεύτερη επιδημία, αυτή της παράνοιας και του τρόμου, εξίσου επικίνδυνη με τον ίδιο τον ιό.

Αυτό είναι το θέμα της τραγικά επίκαιρης ταινίας του Στίβεν Σόντερμπεργκ, με τίτλο «Contagion», που θυμίζει έντονα και το «Outbreak» (1995) του Wolfgang Petersen.  Στο υπέρλαμπρο cast, συναντάμε ονόματα όπως: τον Ματ Ντέιμον, τις βραβευμένες με Όσκαρ, Κέιτ Γουίνσλετ, Μαριόν Κοτιγιάρ και Γκουίνεθ Πάλτροου (όπου εδώ, πρωταγωνιστεί και πάλι στο πλευρό του Ματ Ντέιμον, μετά από αρκετά χρόνια και τη συνεργασία τους, στην ταινία «The Talented Mr. Ripley».), τον Τζουντ Λο και τον Λόρενς Φίσμπερν. Το σενάριο της ταινίας έγραψε ο Σκοτ Ζ. Μπερνς, σεναριογράφος του «The Informant» και συν-σεναριογράφος του «The Burne Ultimatum».

Αυτό που καθιστά την ταινία «Contagion» τρομακτική, τόσο σε πνευματικό, όσο και σε ψυχικό επίπεδο, είναι ότι παρόλο που αποτελεί επιστημονική φαντασία, πατάει σε πραγματικά επιστημονικά ενδεχόμενα – και παρουσιάζει ζωές και σχέσεις που σύντομα θα χαθούν ή θα αλλάξουν ολοσχερώς. «Είναι πολύ σημαντικό αυτοί οι χαρακτήρες να προβληθούν σαν πραγματικοί άνθρωποι και όχι σαν ειδικοί στον τομέα τους,» λέει η Κέιτ Γουίνσλετ,  η οποία πρωταγωνιστεί στον ρόλο μιας γιατρού που έχει μεταβεί σε μια από τι πρώτες διαπιστωμένες εστίες της ασθένειας. «Ουσιαστικά εισχωρείς στον κόσμο της επιδημίας μέσα από ανθρώπινα κανάλια.»

image

«Σημαντικό κομμάτι της ιστορίας είναι ότι η πληροφορία εξαπλώνεται με παρόμοιο τρόπο με τον ιό: μεταδίδεται από τον ένα στον άλλο και μεταβάλλεται από στόμα σε στόμα όπως ακριβώς μεταλλάσσεται και ο ιός από οργανισμό σε οργανισμό. Ο Κράμγουιντ αποτελεί την προσωποποίηση αυτής της ιδέας,» λέει ο Σόντερμπεργκ. «Αυτός ήταν  ο στόχος μας σε όλη την ταινία, να χειριστούμε την πληροφορία ως μια σκυτάλη που περνάει από τη μία σκηνή στην άλλη. Πρόκειται για ένα πραγματικά φονικό πρόβλημα, γιατί η παραπληροφόρηση μπορεί να σε σκοτώσει.»

«Το 1918, η Ισπανική Γρίπη οδήγησε στον θάνατο 50 εκατομμύρια ανθρώπους, το ένα πέμπτο του τότε παγκόσμιου πληθυσμού, αριθμός που υπερέβαινε κατά πολύ τον αριθμό των νεκρών κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ασθένειες εξαπλώνονται με μαθηματική πρόοδο. Χρειάζονται τριάντα βήματα για να αυξηθεί ο αριθμός των θυμάτων από ένα σε ένα δισεκατομμύριο. Αν συνυπολογίσουμε την περίοδο της επώασης του μικροβίου, θα μπορούσαμε να αγγίξουμε αυτό το νούμερο μέσα σε 120 ημέρες.» – Σκοτ Ζ. Μπερνς

Μια ταινία, με εντυπωσιακά ονόματα στο cast, που όμως κινείται σε χαμηλά επίπεδα. Ίσως βέβαια, να φταίει αυτό, ακριβώς. Το γεγονός δηλαδή ότι συμμετέχουν τόσοι πολλοί ηθοποιοί – σταρ, που σε συνδυασμό με την προσπάθεια καταμερισμού του χρόνου συμμετοχής τους, έχει σαν αποτέλεσμα οι χαρακτήρες, να είναι ελλιπής και χωρίς δυστυχώς, ιδιαίτερο βάθος. Φωτεινές εξαιρέσεις, ο  Ματ Ντέιμον και ο  Τζουντ Λο, ο πιο δομημένος και ενδιαφέρον χαρακτήρας του φιλμ.

Εν κατακλείδι, η ταινία παρακολουθείται ευχάριστα, αλλά μάταια περιμένεις την εικαστική υπέρβαση από τον καταξιωμένο, Στίβεν Σόντερμπεργκ. Στα θετικά, αξίζει να σημειώσουμε το μουσικό σκορ, που σε καθηλώνει και το οποίο υπογράφει ο Cliff Martinez (είχαν ξανασυνεργαστεί με τον Σόντερμπεργκ το 2000 στο «Traffic» και το 2002 στο «Solaris», ενώ είναι υπεύθυνος και για το κορυφαίο, ίσως soundtrack του 2011, αυτό του «Drive»).

image

Στίβεν Σόντερμπεργκ / Steven Soderbergh

Ο Σόντερμπεργκ, γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου του 1963, στην Ατλάντα, των Ηνωμένων Πολιτειών και από μικρός καλλιέργησε το ενδιαφέρον του για τον Κινηματογράφο. Σε ηλικία 15 χρονών παρακολουθούσε μαθήματα animation στο πανεπιστήμιο της Λουϊζιάνας, όπου γύριζε ταινίες 16-χιλιοστών. Αφού τελείωσε το γυμνάσιο μετακόμισε στο Χόλιγουντ, όπου εργάστηκε ως μοντέρ. Σύντομα όμως επέστρεψε σπίτι του για να συνεχίσει να γυρίζει ταινίες μικρού μήκους και να γράφει σενάρια.

Ο Στίβεν Σόντερμπεργκ έγραψε Κινηματογραφική Ιστορία το 2000, όταν ήταν Υποψήφιος για το Όσκαρ Καλύτερης Σκηνοθεσίας, με δύο ταινίες! Το «Traffic», που ήταν και ο μεγάλος νικητής, ενώ το φιλμ «Erin Brockovich», χάρισε στην Τζούλια Ρόμπερτς το Όσκαρ Καλύτερου Ά Γυναικείου Ρόλου. Ήταν επίσης υποψήφιος για Όσκαρ Καλύτερου Σεναρίου για την ταινία «Sex, Lies, and Videotape». Πρόκειται για το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, με το οποίο απέσπασε τον Χρυσό Φοίνικα στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών το 1989.

«Πιστεύω ότι έχει μεγάλο ενδιαφέρον να βλέπεις τον κόσμο να αντιμάχεται ένα πραγματικό πρόβλημα, ειδικά όταν ο χρόνος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός», λέει χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης Στίβεν Σόντερμπεργκ, του οποίου η νέα ταινία «Contagion» εγείρει πολλά ερωτήματα ως προς το τι μπορεί να συμβεί – σε προσωπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο – σε περίπτωση που ξεσπάσει κάποια άγνωστη και θανατηφόρα ασθένεια. Ποια θα ήταν η πηγή της; Πώς θα εξαπλωνόταν; Και πώς θα την αντιμετωπίζαμε;

«Δεν έχεις συχνά την ευκαιρία να κάνεις ταινίες που πραγματεύονται θέματα με τα οποία να μπορεί να ταυτιστεί ο καθένας χωρίς όμως να θυσιάσεις το ψυχαγωγικό κομμάτι,» λέει ο Σόντερμπεργκ. «Με τον Σκοτ αρχίσαμε να εξετάζουμε το ενδεχόμενο να κάνουμε μια ταινία για μια πανδημία, επειδή εκείνη τη στιγμή ακριβώς αυτό συνέβαινε στον κόσμο. Δεδομένων όμως, των αλμάτων που έχει σημειώσει η ιατρική και η τεχνολογία, η προσέγγισή μας έπρεπε να είναι απόλυτα ρεαλιστική.» Συνεχίζοντας παραδέχεται «μετά από την τόσο ενδελεχή έρευνα που κάναμε, έχω αναθεωρήσει κατά πολύ τον τρόπο που διαδρούμε μεταξύ μας. Δεν μπορείς να μπεις σε αυτό τον κόσμο, χωρίς να αλλάξει άρδην η θεώρησή σου για αυτόν.»

image

Contagion
Σκηνοθεσία: Στίβεν Σόντερμπεργκ
Σενάριο: Σκοτ Ζ. Μπερνς
Πρωταγωνιστούν: Μαριόν Κοτιγιάρ, Ματ Ντέιμον, Λόρενς Φίσμπερν, Τζουντ Λο, Γουίνεθ Πάλτροου, Κέιτ Γουίνσλετ
Φωτογραφία: Στίβεν Σόντερμπεργκ
Μοντάζ: Στίβεν Μιριόνε
Μουσική: Κλιφ Μαρτίνεζ
Έτος Παραγωγής: 2011
Χώρα Παραγωγής: Η.Π.Α.
Διάρκεια: 106 λεπτά