Σε πάνω από 1.600 ανέρχονται πλέον οι νεκροί στη Μιανμάρ, μετά τον ισχυρό σεισμό 7,7 Ρίχτερ που έπληξε την χώρα την Παρασκευή, αφήνοντας πίσω του τεράστιες καταστροφές, την ώρα που διεθνής βοήθεια άρχισε να καταφθάνει στη χώρα.

Ads

Σύμφωνα με το κρατικό MRTV, οι νεκροί είναι 1.644, οι τραυματίες ξεπέρασαν τους 2.300, ενώ υπάρχουν και πολλοί αγνοούμενοι.

Η γεωλογική υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών εκτιμά ότι ο αριθμός των νεκρών μπορεί να φτάσει σε πολλές χιλιάδες ανθρώπους στη Μιανμάρ και ότι οι οικονομικές απώλειες θα μπορούσαν να είναι μεγαλύτερες από την αξία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της χώρας.

Η Susan Hough, επιστήμονας στο Πρόγραμμα Σεισμικών Κινδύνων του USGS, δήλωσε στο Reuters ότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί ο αριθμός των νεκρών, για διάφορους λόγους, όπως ο χρόνος που συνέβη.

Ads

Όταν ένας σεισμός χτυπά κατά τη διάρκεια της ημέρας, όπως συνέβη στη Μιανμάρ, «οι άνθρωποι είναι ξύπνιοι, έχουν το μυαλό τους, είναι καλύτερα σε θέση να αντιδράσουν», είπε.

«Υποδομές όπως δρόμοι, γέφυρες και κτίρια επλήγησαν, με αποτέλεσμα να υπάρξουν απώλειες και τραυματισμοί μεταξύ των αμάχων. Αυτή τη στιγμή διεξάγονται επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης στις πληγείσες περιοχές», ανέφερε η χούντα σε ανακοίνωση που εξέδωσε στα κρατικά μέσα ενημέρωσης.

Το μεγαλύτερο μέρος των ζημιών σημειώθηκε στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Μιανμάρ, τη Μανταλέι, κοντά στο επίκεντρο του σεισμού.

Διαβάστε επίσης: Μιανμάρ / Ο σεισμός ήρθε να αποτελειώσει μια σχεδόν κατεστραμμένη χώρα

EPA/STRINGER
EPA/STRINGER

Μιανμάρ: Υπό διάλυση οι υποδομές

Η Διεθνής Αμνηστία ανέφερε ότι η καταστροφή δεν θα μπορούσε να συμβεί σε χειρότερη στιγμή για τη Μιανμάρ. Αφού ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση της βραβευμένης με Νόμπελ Ειρήνης Αούνγκ Σαν Σου Τσι το 2021, ο στρατός προσπαθεί να επιβάλει την εξουσία του, αφήνοντας την οικονομία και βασικές υπηρεσίες, όπως την υγειονομική περίθαλψη, υπό διάλυση.

Ένοπλες μειονοτικές ομάδες και αντιστασιακές οργανώσεις έχουν καταλάβει παραμεθόριες περιοχές, εκδιώκοντας τις δυνάμεις που πρόσκεινται στη χούντα. Λόγω των συγκρούσεων έχουν εκτοπιστεί περισσότεροι από 3 εκατομμύρια άνθρωποι και πάνω από το 1/3 του πληθυσμού χρειάζεται ανθρωπιστική βοήθεια, σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη.

Η Μιανμάρ έχει επίσης πληγεί από φυσικές καταστροφές και η διεθνώς απομονωμένη χούντα δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει επαρκώς. Σε μια σπάνια έκκληση προς τη διεθνή κοινότητα, ο ηγέτης της χούντας Μιν Αούνγκ Λάινγκ κάλεσε «κάθε χώρα» να παράσχει ανθρωπιστική βοήθεια ή να ενισχύσει οικονομικά τις προσπάθειες αρωγής των σεισμοπαθών.

EPA/STRINGER

Μιανμάρ: Αισθητός σε ακτίνα 1.000 χιλιομέτρων ο σεισμός 7,7 Ρίχτερ – Νεκροί και χάος στην Ταϊλάνδη

Γεωλόγοι εκτιμούν ότι ο η δόνηση που έπληξε την Ινδοκίνα ισοδυναμεί με την έκρηξη 334 ατομικών βομβών και προειδοποιούν ότι οι μετασεισμοί θα συνεχίσουν να ταράζουν την περιοχή.

Ο σεισμός των 7,7 βαθμών και οι ισχυροί μετασεισμοί που ακολούθησαν σκόρπισαν τον τρόμο σε ακτίνα 1.000 χιλιομέτρων. Στην πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης, την Μπανγκόκ, διασώστες έψαχναν όλη τη νύχτα για επιζώντες στα ερείπια ενός υπό ανέγερση ουρανοξύστη 33 ορόφων που κατέρρευσε, καταπλακώνοντας δεκάδες εργάτες.

Οι ταϊλανδικές αρχές αναφέρουν ότι εννέα άνθρωποι έχουν εντοπιστεί νεκροί και περίπου 100 αγνοούνται. Περισσότεροι από 400 κάτοικοι της Μπανγκόκ κατασκήνωσαν σε πάρκα της πόλης, φοβούμενοι να περάσουν τη νύχτα στα σπίτια τους.

Όλα τα σιδηροδρομικά συστήματα είχαν ανασταλεί και οι δρόμοι είχαν μπλοκάρει. Τα οχήματα στις κύριες οδικές αρτηρίες ήταν μποτιλιαρισμένα, ενώ πολλοί άνθρωποι εγκατέλειψαν τους δρόμους για να διανύσουν ακόμη και μεγάλες διαδρομές με τα πόδια.

EPA/RUNGROJ YONGRIT

Επίσης, τεράστια πλήθη συγκεντρώθηκαν έξω από ξενοδοχεία, γραφεία και εμπορικά κέντρα.

«Έτρεξα από τον 7ο όροφο ενός εμπορικού κέντρου, επικρατούσε χάος. Η σκηνή ήταν σαν το τέλος του κόσμου. Οι άνθρωποι ούρλιαζαν και έτρεχαν να βρουν κάπου να προφυλαχθούν», δήλωσε στο Reuters η δασκάλα Yupadee Anujan, 34 ετών.

Ο κυβερνήτης της Μπανγκόκ Τσαντχάρτ Σιττιπούντ διέταξε τέσσερα από τα μεγαλύτερα πάρκα της πόλης να παραμείνουν ανοιχτά όλη τη νύχτα και να παρέχουν φαγητό, νερό και καταφύγιο σε χιλιάδες ανθρώπους που δεν μπορούσαν να πάνε στα σπίτια τους.