Τρία άτομα ακόμη κατέθεσαν στην δίκη για την φονική πυρκαγιά στο Μάτι όπου περιέγραψαν συναισθηματικά φορτισμένοι τα όσα είχαν συμβεί εκείνη την ημέρα με τους συγγενείς που έχασαν.

Ads

Ο δικηγόρος, Παναγιώτης Κωνσταντάκης, καταθέτοντας ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας για την φονική πυρκαγιά στο Μάτι, μίλησε για θέατρο σκιών.

Ο μάρτυρας, ο οποίος έχασε τη μητέρα του ήταν κατηγορηματικός:

«Ο κόσμος έμεινε απροστάτευτος, χωρίς ενημέρωση, παραπληροφορούμενος από ανθρώπους που είχαν την ευθύνη να τους βοηθήσουν να αποφύγουν το μοιραίο».

Ads

Για το λόγο αυτό «δεν θα ξεχάσω ποτέ και δεν θα συγχωρήσω ποτέ» ανέφερε χαρακτηριστικά ο μάρτυρας και συμπλήρωσε:

«Εύχομαι κανείς να μη βιώσει αυτό που βιώσαμε. Να είσαι στο νεκροτομείο και να βιώνεις τη μυρωδιά της σαπίλας και του καμμένου για να ακούσουμε μετά ότι όλα έγιναν όπως έπρεπε… Αυτό το “όλα δούλεψαν σωστά” και το “να σου δώσω 2.000…” Τι να τα κάνεις; Ο πρωθυπουργός της χώρας… Κάποια πράγματα δε θα τα ξεχάσω , δεν θα τα συγχωρήσω ποτέ».

Ο μάρτυρας περιέγραψε πως το μοιραίο απόγευμα κανείς δεν ειδοποίησε την οικογένεια του για τον κίνδυνο.

«Έχω μεγαλώσει στην περιοχή και ήξερα ότι έχει δυτικούς και βορειοδυτικούς ανέμους. Ήξερα ότι είναι για το Μάτι κίνδυνος θάνατος», ανέφερε, λέγοντας πως ενώ βρισκόταν στο γραφείο του στη Γλυφάδα επικοινώνησε με την οικογένεια της αδελφής του που ζούσε στο Μάτι μαζί με τη μητέρα τους.

«Μου λένε “όλα καλά, βλέπουμε τηλεόραση”» πρόσθεσε.

«Κάποια στιγμή, όταν έφτασα στο σπίτι μου λέω ας ανοίξω την τηλεόραση να δω τι γίνεται. Βλέπω τη Μαραθώνος να καίγεται. Αναγνώρισα το σημείο ήταν 50 μέτρα από το πατρικό μου σπίτι. Τρελάθηκα! Λέω έχει περάσει στο Μάτι, καιγόμαστε. Παίρνω τηλέφωνο την αδελφή μου, δεν το σήκωνε. Πήρα τηλέφωνο τη μητέρα μου και απάντησε ο γαμπρός μου. Του λέω τι γίνεται, που είστε; Μου λέει είμαστε σε μια μικρή παραλία. Καλά είμαστε. Άκουγα μέσα από το τηλέφωνο κραυγές και ίσως εκρήξεις. Άκουγα την αδελφή μου, δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Ρώτησα για τα παιδιά και μου είπαν έφυγαν σε άλλη κατεύθυνση. Λέω η μάνα μου που είναι; Μου λέει η μάνα σου δεν πρόλαβε», κατέθεσε.

Ο μάρτυρας μετέφερε στους δικαστές τις αφηγήσεις των μελών της οικογένειας του που προσπάθησαν να ξεφύγουν από τις φλόγες.

«Ξεκίνησαν να φύγουν από το σπίτι όταν έπεσε το ρεύμα, γύρω στις 18:20. Κατάλαβαν ότι είναι άσχημα τα πράγματα. Μπήκαν στο αυτοκίνητο να φύγουν λόγω της μητέρας μου. Βγαίνοντας στην παραλιακή θέλησαν να πάνε Νέα Μάκρη. Δυστυχώς διοχέτευαν τα αυτοκίνητα μέσα στο Μάτι. Βγαίνοντας η αδελφή μου να πάει προς Νέα Μάκρη έπεσαν σε μποτιλιάρισμα από αμάξια που παρατούσε ο κόσμος για να σωθεί από τη φωτιά. Η αδελφή μου τότε έκανε δεξιά. Χωρίστηκε η οικογένεια. Τα παιδιά πήγαν προς το λιμάνι και ο γαμπρός μου ακολούθησε την αδελφή μου και τη μητέρα μου. Έφτασαν στο ύψος της Περικλέους. Έβαλαν το αμάξι σε μια εσοχή απέναντι από μια από τις 14 διόδους του Ματιού που έχουν πρόσβαση στην παραλία» είπε περιγράφοντας πως η κατάσταση δυσκόλεψε επικίνδυνα καθώς άρχισαν να πέφτουν καύτρες.

»Περπάτησαν σε ένα κακοτράχαλο σημείο, ενόψει του ότι κινούνται σε καπνό προσπαθούσαν να μπουν σε κάποια από τις καθόδους για τις παραλίες. Σε κάποιο σημείο υπήρχε ένα πεύκο μεγάλο και η μητέρα μου σκόνταψε σε μια από τις ρίζες. Την ώρα που πήγαν να την βοηθήσουν η αδελφή μου και γαμπρός μου η φωτιά χτύπησε τη μητέρα μου. Προσπάθησαν να τη βοηθήσουν, εκείνη είχε χάσει τις αισθήσεις της. Έκαναν 40 μέτρα μέτρα και βρήκαν μια κάθοδο σε παραλία και βρήκαν αλλά 20-30 άτομα. Σπασμένα πόδια, πλευρά, εγκαύματα και έμειναν εκεί μέχρι τις 12:30 το βράδυ χωρίς να ασχοληθεί κανείς», κατέθεσε ο μάρτυρας σημειώνοντας πως «στις 18:45 υπήρχαν ήδη πολλοί νεκροί».

«Στις 18:20 έφυγαν από το σπίτι και η μητέρα μου “έφυγε” 18:45 και ήδη υπήρχαν πολλοί νεκροί. Εγώ το έμαθα 19:10 ότι έχουμε νεκρό. Από τις πληροφορίες που έμαθα μετά υπήρχαν και άλλοι, τουλάχιστον 10 νεκροί μέχρι τις 19:30. Η κατάσταση ήταν τρεις λαλούν και δυο χορεύουν» πρόσθεσε.

Ο μάρτυρας ήταν κατηγορηματικός πως δεν υπήρξε κανένα πτητικό μέσο στην περιοχή γεγονός που, σύμφωνα με τον ίδιο, καθησύχασε τους κατοίκους οι οποίοι αιφνιδιάστηκαν και αναφέρθηκε σε ευθύνες ανθρώπων που κατά την άποψη του θα έπρεπε να δικάζονται για κακούργημα.

«Δεν σηκώθηκε ούτε ένα πτητικό μέσο να ανακόψει τη φωτιά στο Νταου Πεντέλης. Η φωτιά έκανε 77 λεπτά να περάσει στο Μάτι. Σε αυτό το χρόνο δεν υπήρχε ένα ρημάδι Σινούκ να σηκωθεί να σταματήσει τη φωτιά; Ο κόσμος έμεινε απροστάτευτος χωρίς καμία ενημέρωση και παραπληροφορημένος από αυτούς που είχαν ευθύνη να βοηθήσουν να αποφύγουν το μοιραίο», τόνισε και πρόσθεσε.

«Δεν υπήρχε καμία εντολή για εκκένωση. Έφυγαν τρέχοντας μόνο όσοι κατάλαβαν ότι τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά όταν έπεσε το ρεύμα και όσοι βγήκαν από τα σπίτι τους και είδαν τις φλόγες. Γι’ αυτό και βρέθηκαν απανθρακωμένοι άνθρωποι στο δρόμο,γι αυτό έλιωσαν άνθρωποι που πήγαν να σώσουν άλλους. Αλλά κατά τα άλλα όλα δούλεψαν σωστά…» επεσήμανε.

Ο μάρτυρας εξέφρασε τη θέση πως υπήρξε σκοπιμότητα σημειώνοντας πως «είναι προφανές πως υπήρχε έλλειμμα αλλά και άγνοια του χώρου».

«Εάν είχε λάβει στοιχειώδη ενημέρωση θα είχε φύγει νωρίτερα»

Η Μαργαρίτα Φύτρου η οποία έχασε τον αδελφό της και τα δύο ανίψια της στη φονική πυρκαγιά ζήτησε από το δικαστήριο μία δίκαιη τιμωρία για τους υπαίτιους της τραγωδίας και περιέγραψε τις τραγικές στιγμές που βίωσε την 23η Ιουλίου 2018, αγωνιώντας για την τύχη των αδελφών της και των ανιψιών της.

«Στις 3 τα ξημερώματα, με πήρε τηλέφωνο η σύζυγος του αδελφού μου και μου είπε πως «το Εβιτάκι βρέθηκε νεκρό». Την επόμενη ημέρα, πήγα στο Μάτι, συνάντησα τη γειτόνισσα μας που σώθηκε φεύγοντας προς Ραφήνα. Πρώτη έφυγε αυτή, πίσω ήταν αδελφός μου. Η διαδρομή του αδελφού μου προς διάσωση ήταν θανάσιμη. Την επόμενη ημέρα εντός ενός οικοπέδου εντοπίστηκαν νεκροί ο μικρούλης Ανδρέας και ο αδελφός μου» περιέγραψε η μάρτυρας.

Όπως είπε ο αδελφός της, διακρινόταν για την στοργικότητα του ως πατέρας.

«Εάν είχε λάβει στοιχειώδη ενημέρωση θα είχε φύγει νωρίτερα. Το αυτοκίνητο του βρέθηκε ανέπαφο κατά τραγική ειρωνεία στη λεωφόρο Ποσειδώνος.Στις κρίσιμες ώρες που ο αδελφός μου βίωνε αυτό η πολιτεία ήταν παντελώς ανύπαρκτη. Εάν είχε ενεργοποιηθεί 112 θα είχαν σωθεί όπως γίνεται σήμερα. Καμία προετοιμασία, κανένας σχεδιασμός. Όλοι έπρατταν κατά δική τους κρίση. Εάν είχε δεχθεί βοήθεια θα ζούσαν. Έτσι έγινε η εκατόμβη των θυμάτων. Μετά από εννέα μήνες, έφυγε και ο πατέρας με αυτόν τον καημό. Είναι λελογισμένο και επιβεβλημένο όλοι αυτοί που δεν έσπευσαν να οδηγηθούν ενώπιον της δικαιοσύνης και να τιμωρηθούν. Να δώσει το δικαστήριο μία δίκαιη τιμωρία για τους υπαίτιους» είπε η μάρτυρας στην κατάθεση της.

«Βρήκα τον πατέρα απανθρακωμένο»

Κόρη θύματος της εθνικής τραγωδίας περιέγραψε, κλαίγοντας, στην κατάθεση της, την τραγική στιγμή που βρήκε απανθρακωμένο τον πατέρα της, με τη βοήθεια ενός εθελοντή πυροσβέστη, τα ξημερώματα της 24ης Ιουλίου 2018.

«Βρήκα ένα εθελοντή που είχε μηχανή ανεβαίνοντας είδα τρία αυτοκίνητα καμένα. Δεν με άφησε να κατέβω. Πίσω από αυτοκίνητο του πατέρα μου ήταν ένα πυροσβεστικό όχημα. Πήγαμε με τη μηχανή ανεβήκαμε σπίτι και συνειδητοποιήσαμε ότι σπίτι καίγεται. Πήγαμε φωνάξαμε το πυροσβεστικό. Κατάφεραν να περιορίσουν τη φωτιά στο σπίτι και έτσι κατάλαβα ότι ο πατέρας μου δεν ήταν μέσα. Εκεί κατάλαβα ότι ήταν μέσα στα τρία αυτοκίνητα. Μόλις κοίταξα καλύτερα, είδα τον πατέρα μου πεσμένο στη θέση του συνοδηγού με τα χέρια του να κρατάει το κεφάλι του. Ήταν σε θέση άμυνας. (κλαίγοντας) Τους έλεγα ανοίξτε τον πορτ μπαγκάζ έχει τον σκύλο μέσα. Δεν το έκαναν. Το έκανα εγώ. Βρήκα το θάρρος να ρίξω φως και όντως βρήκα το σκύλο. Εκεί τους είπα ότι σε αυτό το αυτοκίνητο βρίσκεται απανθρακωμένος ο πατέρας μου. Οι πινακίδες είχαν λιώσει αλλά η μπροστά μπορούσε αναγνωριστεί. Εγώ ήξερα ότι ήταν νεκρός ο πατέρας μου αλλά κανείς δεν μπορούσε να μου πει τι να κάνω. καφέ. Όλη μέρα ήμασταν πέρα-δώθε. Ο αδελφός μου, η μητέρα μου και ο παππούς μου σώθηκαν από θαύμα. Κανείς δε τους είχε ενημερώσει ότι πρέπει να φύγουν» ανέφερε η μάρτυρας στην κατάθεση της.

Ο Νικόλαος Τσάμπρος, γιος του θύματος από την πλευρά του, ανέφερε, πως κατάφερε μαζί με τη μητέρα του και τον παππού του, 92 ετών, να γλιτώσουν από τη πύρινη λαίλαπα. Ο μάρτυρας αφού επέστρεψε από την δουλειά του, είπε πως ανέβηκε στην ταράτσα και είδε πίσω από εκκλησία μαύρο καπνό και κατάλαβε πως έπρεπε να φύγουν.

«Κατέβηκα να βάλω τον παππού μου, στο αμάξι και ο πατέρας μου έβαλε το σκυλί στο αυτοκίνητο. Εκείνη την ώρα έφευγαν πολλοί. Στα 100 μέτρα Εκάβης και Αντιγόνης υπήρχε μαύρος έντονος καπνός δεν έβλεπα τίποτα. Εκεί κατάλαβα ότι ήταν αδύνατο να περάσω. Έκανα αναστροφή. Ο πατέρας μου ήταν ένα αυτοκίνητο πίσω από μένα. Εκείνη στην ώρα , ο γείτονας, μου φωνάζει να φύγουμε από Αντιγόνης. Εκεί έκανα δεύτερη αναστροφή. Είδα από τον καθρέφτη ότι ο πατέρας μου ήταν πίσω και κατάλαβα ότι θα με ακολουθήσει. Έβλεπες δέντρα και αυτοκίνητα να καίγονται. Ακουγόντουσαν εκρήξεις ήταν σαν να είμαστε σε πόλεμο. Θεωρούσα ότι πατέρας μου με ακολουθούσε από πίσω» περιέγραψε ο μάρτυρας.

Η χήρα του θύματος, Μαρία Τσάμπρου, κατέθεσε στο δικαστήριο για τις εφιαλτικές στιγμές που βίωσαν κατά τη διάρκεια της φονικής πυρκαγιάς.

«Ο άντρας μου κάηκε ζωντανός, μαρτύρησε. Εμείς ζούμε από θαύμα, όλοι οι υπόλοιποι πίσω μας και μπροστά μας είναι καμένοι. Έξι άτομα στη γειτονιά μας. Κάηκαν ζωντανοί. Πως είναι δυνατόν το Κράτος να μην μας προστατέψει να μην μας ειδοποιήσει. Ζούμε μέσα στην Αθήνα. Είναι δυνατόν; Μία σειρήνα, ένα ελικόπτερο δεν άκουσα. Πως είναι δυνατόν τόσο οικογένειες να διαλυθούν.Τ ο έχουμε ζήσει ξανά, μας φώναζαν να εκκενώσουμε την περιοχή» τόνισε η μάρτυρας στην κατάθεση της.