Tην Πέμπτη 17 Ιανουαρίου στις 20:30 οι εκδόσεις IANOS παρουσιάζουν το βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου, «Σελίδες κατοχής». Ένα βιβλίο που παραθέτει συγκλονιστικές μαρτυρίες, αδημοσίευτα ως τώρα στοιχεία αλλά και ένα σπάνιο, ανέκδοτο φωτογραφικό υλικό, για να φωτίσει ελάχιστα γνωστές πτυχές της σκοτεινής περιόδου της Κατοχής στη Θεσσαλονίκη και στη Βόρεια Ελλάδα.

Ads

Με αφορμή την εκδήλωση, ο συγγραφέας Σπύρος Κουζινόπουλος μίλησε στο tvxs.gr για το βιβλίο του και τις μαύρες σελίδες εκείνης της περιόδου.

Τι είναι οι «Σελίδες Κατοχής» και τι σας παρακίνησε να το γράψετε;

Είναι το αποτέλεσμα μιας πολυετούς επίπονης και χρονοβόρας ιστορικής έρευνας για την περίοδο της ναζιστικής Κατοχής στη Θεσσαλονίκη και την υπόλοιπη Μακεδονία, περιλαμβάνοντας ένα πλούτο στοιχείων, μαρτυριών και ντοκουμέντων για τα βασανιστήρια, τις ομαδικές εκτελέσεις, την πείνα, τις ομαδικές αποδράσεις, τις μαχητικές διαδηλώσεις καθώς και για δύο άγνωστα τραγούδια-ύμνους του Βασίλη Τσιτσάνη για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και την Εθνική Αντίσταση, που γράφτηκαν τον τελευταίο χρόνο της Κατοχής στη Θεσσαλονίκη και “θάφτηκαν” μεταπολεμικά.

Ads

Βασανιστήρια εκτελέσεις, μεγάλες αποδράσεις, πείνα και μαχητικές διαδηλώσεις.  Αυτά είναι μερικά από τα θέματα του βιβλίου σας. Πρόκειται για ένα είδος «ημερολόγιου» εκείνων των χρόνων;

Δεν θα το έλεγα “ημερολόγιο”, καθώς δεν υπάρχει χρονολογική παράθεση γεγονότων. Απλώς, επέλεξα εννέα διαφορετικές ιστορίες – όσα και τα κεφάλαια του βιβλίου μου – που συνέβησαν την περίοδο της γερμανικής Κατοχής στη Μακεδονική πρωτεύουσα για να τα αναδείξω, καθώς ήταν ελάχιστα έως καθόλου γνωστά μέχρι σήμερα.

Το βιβλίο παρουσιάζει άγνωστα στο ευρύ κοινό στοιχεία για την περίοδο της γερμανικής κατοχής στη Θεσσαλονίκη και τη Βόρεια Ελλάδα, μέσα από σπάνιο αρχειακό υλικό, μαρτυρίες και ανέκδοτο φωτογραφικό υλικό. Πως και πόσα χρόνια χρειάστηκε για να κάνετε την έρευνα;

Κάθε ιστορική μελέτη, όπως είναι όλα τα βιβλία που έχω εκδόσει μέχρι τώρα, όπως επίσης η συμμετοχή μου σε ομαδικές εργασίες αλλά και οι ιστορικού περιεχομένου μεγάλες έρευνες που δημοσίευσα στις διάφορες εφημερίδες με τις οποίες συνεργάστηκα ως μάχιμος δημοσιογράφος, απαιτούσε μακροχρόνια επεξεργασία. Και μπορεί κάθε ιστορικό θέμα να επιδέχεται όχι μία, αλλά πολλές αναγνώσεις ειδομένες από διαφορετικές πλευρές η κάθε μία, εντούτοις, για να είναι αξιόπιστη και να προσεγγίζει κατά το δυνατόν την πραγματικότητα, πρέπει να εμπεριέχει τα στοιχεία της επιστημονικά τεκμηριωμένης έρευνας. Γιαυτό, προκειμένου να είναι το βιβλίο μου εγγύτερα στις αρχές της έρευνας, της τεκμηρίωσης και της εξαντλητικής διασταύρωσης των πηγών, ανέτρεξα, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο αναγνώστης των “Σελίδων Κατοχής” σε περισσότερες από 600 πηγές, ξέχωρα από τις μαρτυρίες και τα ντοκουμέντα που παρατίθενται.

image

Βλέπουν για πρώτη φορά το «φως» της δημοσιότητας στοιχεία για ορισμένες μυθιστορηματικές αποδράσεις, δώδεκα φυματικών από το Σανατόριο Ασβεστοχωρίου και τριών κορυφαίων στελεχών της Εθνικής Αντίστασης στη Βόρεια Ελλάδα από το κτίριο της Ειδικής Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, λίγο πριν από την παράδοσή τους στην Γκεστάπο και την εκτέλεσή τους. Μιλήστε μας γι΄αυτές.

Πρόκειται όντως για δύο μεγάλες περιπτώσεις αποδράσεων που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην εκδήλωση του μεγαλειώδους κινήματος της Εθνικής Αντίστασης στη Βόρεια Ελλάδα και την υπόλοιπη χώρα. Οι κρατούμενοι  δώδεκα φυματικοί κομμουνιστές, που απέδρασαν από το Σανατόριο Ασβεστοχωρίου λίγες ώρες πριν την είσοδο των Ναζί στη Θεσσαλονίκη, στις 9 Απριλίου 1941, αποτέλεσαν τη “μαγιά” για την δημιουργία και ανάπτυξη του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και της ΕΠΟΝ. Όπως ο Σπύρος Κωτσάκης, ο θρυλικός “καπετάν Νέστορας” του ΕΛΑΣ Αθήνας, ο Γιάννης Σαλάς που διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο αργότερα στο κίνημα της Μέσης Ανατολής, ο Βαγγέλης Βασβανάς που ανέλαβε στη συνέχεια γραμματέας της παράνομης οργάνωσης Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ στα χρόνια της Κατοχής κ.α.. Επίσης, με τη  μυθιστορηματική τους δραπέτευση, τα ξημερώματα της 25ης Μαρτίου 1942 από τα κρατητήρια της Ειδικής Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, λίγη μόλις ώρα πριν παραδοθούν στη Γκεστάπο για να οδηγηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα, οι τρεις φυλακισμένοι εκεί αγωνιστές, αποτελούσαν την κορυφή του αντιστασιακού κινήματος. Δεδομένου ότι επρόκειτο για τον Λεωνίδα Στρίγκο, γραμματέα του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, τον Σίμο Κερασίδη, γραμματέα της ΟΚΝΕ Μακεδονίας και επικεφαλής του ένοπλου τμήματος του ΕΑΜ και τον Χαράλαμπο Νικολέρη, στέλεχος του μηχανισμού του ΕΑΜ Μακεδονίας-Θράκης.

Στο τελευταίο κεφάλαιο πρωταγωνιστεί ο μεγάλος Βασίλης Τσιτσάνης που τον καιρό της Κατοχής συνθέτει στη Θεσσαλονίκη τα μεγάλα του αριστουργήματα, αλλά και δύο ελάχιστα γνωστά τραγούδια προς τιμήν της Εθνικής Αντίστασης, τα οποία «θάφτηκαν» μεταπολεμικά. Ποια είναι αυτά και ποιες πηγές είχατε για να τα βρείτε;

Είχα ακούσει μικρός για τα δύο αυτά τραγούδια του μεγάλου βάρδου της λαϊκής μας μουσικής, μου τα επιβεβαίωσε και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος που τα είχε ακούσει μικρός να παίζονται στο “Ουζερί Τσιτσάνης”, το μαγαζί που διατηρούσε ο Βασίλης Τσιτσάνης στην οδό Παύλου Μελά της Θεσσαλονίκης. Αλλά υπήρξαν και πολλοί άλλοι, που κατά καιρούς έκαναν μνεία σ΄αυτά, όπως ο αδελφός της γυναίκας του, Ανδρέας Σαμαράς, ο Ηλίας Πετρόπουλος, ο Κώστας Βίρβος, ο Κώστας Χατζηδουλής κ.α. Αλλά και ο ίδιος ο Τσιτσάνης, σύμφωνα με τον Σώτο Αλεξίου, σε ιδιόχειρες σημειώσεις του, ανέφερε ότι “εγώ προσωπικά έχω γράψει δύο τέτοια τραγούδια (σ.σ. αντιστασιακά), ένα για τους αντάρτες και ένα επαναστατικό, όταν πλησιάζαμε στην απελευθέρωση”.

Κάθε μυθιστόρημα έχει τη δική του γοητεία. Εσείς μπορείτε να ξεχωρίσετε κάποιο αγαπημένο σας;

Παρότι τα βιβλία που συνήθως διαβάζω είναι ιστορικές μελέτες, εντούτοις ένα μυθιστόρημα που το πρωτοδιάβασα μικρός, έμεινε βαθειά χαραγμένο στη μνήμη και την καρδιά μου και το ξαναδιάβασα αργότερα σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία, ήταν το “Ένα παιδί μετράει τ΄άστρα”.

Και αγαπημένος συγγραφέας;

Ο συγγραφέας του μυθιστορήματος που σας προανέφερα, ο Μενέλαος Λουντέμης. Και θεωρώ τυχερό τον εαυτό μου που είχα την ευκαιρία να τον συναντήσω και να τον γνωρίσω στα τέλη του 1976, λίγο μετά τον επαναπατρισμό του στην Ελλάδα από τη Ρουμανία.

image

Υπάρχει κάποια ανάγκη που σας ωθεί να γράφετε; Τι σας δίνει έμπνευση;

Με ενδιαφέρει ιδιαίτερα και με εμπνέει η περίοδος του μεσοπολέμου, της γερμανικής Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην περιοχή της Μακεδονίας. Άρχισα να ασχολούμαι με την έρευνα για την περίοδο αυτή  αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, διαπιστώνοντας ότι υπήρχε ένα τεράστιο κενό στην ιστοριογραφία για την ταραγμένη δεκαετία 1935-1945, μία εποχή που θεωρούνταν μέχρι τότε περίπου ως “ταμπού”. Στην περίοδο αυτή καθώς και στην εποχή του μεσοπολέμου αναφέρονται τα περισσότερα από τα 12 βιβλία που έχω γράψει μέχρι τώρα

Πιστεύετε ότι η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει το βιβλίο;

Δυστυχώς ναι και έχει την εξήγησή του αυτό. Όταν υπάρχουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα στους πολίτες, όταν οδηγήθηκαν ορισμένοι να αντιμετωπίζουν θέμα επιβίωσης, μοιραία θα περικόψουν κάποια από τα έξοδά τους. Και στην περίπτωση αυτή, ένα από τα πρώτα “θύματα” είναι το βιβλίο.

Τελικά χρειάζεται μόνο ταλέντο ή σκληρή δουλειά για να γίνει κάποιος καλός συγγραφέας;

Είναι ευνόητο ότι απαιτείται συνδυασμός και των δύο. Και ιδιαίτερα όταν κανείς ασχολείται με την ιστορική μελέτη, η σκληρή δουλειά είναι εκ των πραγμάτων απαραίτητη. Δεδομένου ότι απαιτείται μακροχρόνια έρευνα και τεκμηρίωση, καθώς και εξαντλητική διασταύρωση των πηγών. Αυτός είναι και ο λόγος που, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο αναγνώστης των “Σελίδων Κατοχής”, ανέτρεξα σε περισσότερες από 600 πηγές για να τεκμηριώσω τα γεγονότα που περιγράφω, ξέχωρα από τις μαρτυρίες και τα ντοκουμέντα που παρατίθενται στο βιβλίο.

Για τις ιδέες, την αρθρογραφία και τη συμμετοχή σας στον αντιδικτατορικό αγώνα, έχετε υποστεί διώξεις από τη χούντα. Έπαιξε ρόλο στην συγγραφή των βιβλίων σας και τη θεματολογία τους;

Παρότι πρόκειται για μία οδυνηρή εμπειρία τα όσα βίωσα την περίοδο της δικτατορίας, εντούτοις μόνο σε δύο από τα δώδεκα βιβλία μου, στο προηγούμενο (“Μελανές κηλίδες στην ιστορία της Θεσσαλονίκης”) και στο προ-προηγούμενο (“Μεγάλες πολιτικές δολοφονίες στη Θεσσαλονίκη του 20ου αιώνα”) αναφέρομαι σ΄εκείνη τη σκοτεινή εποχή της χούντας. Κι αυτό όχι για να περιγράψω δικά μου βιώματα, αλλά μεγάλες υποθέσεις, όπως οι δολοφονίες Τσαρουχά και Χαλκίδη, οι συλλήψεις την πρώτη ημέρα του πραξικοπήματος αλλά και οι ….”Ερυθροί Ίπποι”, δηλαδή τα fake news που είχαν πλασάρει οι δικτάτορες για να δικαιολογήσουν την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Εσείς ο ίδιος πως βιώσατε τα δεινά του φασισμού;

Δεν μου αρέσει να μιλάω για εκείνα τα πέτρινα χρόνια, ούτε να παριστάνω το θύμα ή τον ήρωα. Συγκρατούμενοί μου στα διπλανά κελιά της τότε Εθνικής Ασφάλειας, στην οδό Βαλαωρίτου της Θεσσαλονίκης, όπως ο βουλευτής Τριαντάφυλλος Μηταφίδης, ο καθηγητής Αντώνης Λιάκος και πολλοί άλλοι, έχουν περιγράψει κατά καιρούς τις συνθήκες ζόφου και τρόμου που συναντήσαμε εκεί, καθώς και για τις περιποιήσεις της “φάλαγγας”, εξαιτίας της οποίας, λόγω των πρησμένων από τις βουρδουλιές ποδιών, έκανε καιρό κανείς να ξαναπερπατήσει φυσιολογικά.