Η οικονομική κρίση, εκτός από τις πρακτικές αλλαγές που φέρνει στο βιοτικό επίπεδο πολλών οικογενειών, επηρεάζει ψυχολογικά τα παιδιά με ποικίλους τρόπους. Είτε μέσω των αλλαγών στον τρόπο ζωής της οικογένειας, είτε μέσω των αλλαγών στην ψυχολογική κατάσταση των γονέων, είτε μέσω των πεποιθήσεων και στάσεων που προβάλλονται ιδιαίτερα από τα ΜΜΕ.  Βικτωρία Πρεκατέ, Εκπαιδευτικός-Ψυχολόγος-Συγγραφέας

Ads

Τα παιδιά δεν ζουν σε μια μαγική γυάλα. Ακόμη κι αν στη δική τους οικογένεια δεν υφίστανται σοβαρά προβλήματα πτώσης βιοτικού επιπέδου, τα παιδιά απορροφούν και εισπράττουν το ψυχολογικό κλίμα, που αυτή τη στιγμή στη χώρα μας, χαρακτηρίζεται από: 1)φόβο, 2) έλλειψη ελπίδας, προοπτικής για το μέλλον, 3)πλήρη απαξίωση της έννοιας της κοινωνικής δικαιοσύνης, 4)θυμό. Καθώς τα παιδιά βιώνουν την οικονομική και κοινωνική κρίση σε μια τρυφερή ηλικία, όπου διαμορφώνεται η κοσμοθεωρία τους, η αντίληψή τους για τη ζωή, είναι σημαντικό να φροντίσουμε να έχουν υγιείς τρόπους να ερμηνεύσουν και να ανταποκριθούν σε αυτήν.

Είναι ανέφικτο, αλλά και ανεπιθύμητο, να τα απομονώσουμε από την πραγματικότητα, ώστε να μη βλέπουν τις δυσκολίες. Ζουν στον ίδιο κόσμο με εμάς. Ο Αμερικανός αναπτυξιακός ψυχολόγος James Garbarino, έχει εκτεταμένα ερευνήσει τις επιπτώσεις κρίσεων στα παιδιά (βία αστικών συμμοριών, κακοποίηση, πολιτική βία, οικονομική βία, έμφυλη βία, προσφυγιά, πόλεμος), σε διαφορετικές περιοχές και συνθήκες(1). Τα ευρήματά του ίσως βοηθήσουν στην βαθύτερη κατανόηση της ελληνικής εμπειρίας.

Η αύξηση των εκδηλώσεων συμπτωμάτων φόβου/ άγχους είναι από τις πρώτες εμφανείς συνέπειες. Ζούμε σε μια εποχή, όπου βομβαρδιζόμαστε καθημερινά από φοβικά μηνύματα και πολλοί γονείς δυσκολεύονται να διαχειριστούν οι ίδιοι το δικό τους άγχος. Όσο μικρότερα είναι τα παιδιά, τόσο πιο ευάλωτα είναι στη διαχείριση τραυματικών καταστάσεων. Μια έρευνα έδειξε ότι το 56% των παιδιών ηλικίας κάτω των 10 ετών παρουσίασε συμπτώματα μετατραυματικού στρες, όταν μόνο το 18% των εφήβων κι ενηλίκων παρουσίασε αντίστοιχα συμπτώματα, ενώ εκτέθηκαν στις ίδιες συνθήκες (2). Θα πρέπει οι γονείς να είναι προσεκτικοί να μην εκστομίζουν ασύστολα εκφράσεις φόβου, ιδιαίτερα μπροστά στα μικρά παιδιά, π.χ. «τι θα απογίνουμε», «θα καταστραφούμε», «θα αφανιστούμε», «δεν θα έχουμε να φάμε» κλπ. Τα μικρά παιδιά συχνά πιστεύουν κυριολεκτικά  και αυτολεξεί αυτά που ακούν. Ίσως δεν θα εκφράσουν την αγωνία τους εκείνη τη στιγμή, καθώς δεν θέλουν να επιβαρύνουν τους γονείς τους, εσωτερικεύουν όμως το άγχος, το οποίο μπορεί να εκδηλωθεί σε άλλο χρόνο, τρόπο και τόπο (π.χ. παιδιά ακόμη και 12 ετών εκδηλώνουν ξαφνικά έντονο φόβο για το νυκτερινό ύπνο ή επανέρχονται ‘μεταφυσικές’ φοβίες που είχαν σε μικρότερη ηλικία). Για αυτό το λόγο είναι πολύ σημαντικό να αναζητούν οι γονείς στήριξη από κάποιον άλλο ενήλικα που μπορούν να εμπιστευτούν.

Ads

Όποιες σχετικές επικοινωνίες γίνονται στο ζευγάρι καλό είναι να γίνονται κατ’ ιδίαν. Για τα παιδιά, εμείς είμαστε η ασπίδα προστασίας τους. Αν μας βλέπουν πανικόβλητους, νιώθουν πολύ ευάλωτα και μόνα απέναντι σε ένα τεράστιο εχθρικό κόσμο, τον οποίο δεν κατανοούν και βέβαια δεν μπορούν να ελέγξουν. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα μικρού μαθητή, που είχε σιωπηρά αναπτύξει τέτοιο άγχος από αυτά που άκουγε για την οικονομική κρίση, ώστε όταν χρειάστηκε να το πάνε στο γιατρό για να του δώσει φάρμακα για βρογχίτιδα, είπε στη μαμά του: «Όχι, μην με πάτε, προτιμάω να μείνω άρρωστος, μην ξοδέψουμε λεφτά, δεν υπάρχουν λεφτά σήμερα» (παρότι η οικογένειά του δεν αντιμετώπιζε ιδιαίτερο οικονομικό πρόβλημα…). Ένας επιπρόσθετος λόγος που δεν πρέπει να δείχνουμε φόβο μπροστά στα παιδιά, είναι γιατί συχνά νιώθουν εκείνα υπεύθυνα να βοηθήσουν την οικογένεια.

Νιώθουν ενοχή κι αναλαμβάνουν ευθύνη που δεν τους αναλογεί, π.χ. «Ο μπαμπάς φαίνεται δυστυχισμένος. Πρέπει να κάνω κάτι για να τον σώσω». Όσο βλέπουν ότι αποτυγχάνουν (καθώς δεν είναι στη δύναμή τους να κάνουν το μπαμπά ευτυχισμένο), το άγχος κι η ενοχή  εντείνονται. Δεν προτείνω να παρουσιάζουμε ένα ψεύτικο προσωπείο στα παιδιά. Μπορούμε να τους μιλήσουμε όμως με ψύχραιμο και κατάλληλο τρόπο: «Ναι, είμαι αγχωμένος/ στεναχωρημένος για οικονομικά θέματα», αλλά «μην ανησυχείς, δε φταις εσύ, το διαχειριζόμαστε με τη μητέρα σου και θα βρούμε τη λύση». Έρευνες σε παιδιά που βιώνουν τραυματικές καταστάσεις, π.χ. εμφύλιες συρράξεις ή φυσικές καταστροφές, παρουσιάζουν σε μεγαλύτερη συχνότητα συμπτώματα μετα-τραυματικού στρες, όταν βλέπουν τους γονείς τους σε κατάσταση ψυχικού τραύματος, παρά όταν βλέπουν τους γονείς τους να αντιμετωπίζουν το ίδιο τραύμα με ψυχραιμία.

Η ψυχική ανθεκτικότητα συνίσταται στο να βρίσκουμε νόημα μέσα από τις δυσκολίες, επιλογές λύσεων για τις δυσκολίες και κουράγιο πέρα από τις δυσκολίες (1). Αν η νοηματοδότηση συνοδεύεται από αρνητικά μηνύματα του τύπου: «δεν θα έχω ποτέ αρκετά για να επιβιώσω», «οι άνθρωποι πάντα υποφέρουν για τα λεφτά», «κανείς δεν νοιάζεται για κανένα», «είμαι παντελώς μόνος και δεν υπάρχει κανείς να με βοηθήσει», «δε γίνεται τίποτα, παραιτούμαι», «ας αρπάξω όσο περισσότερα μπορώ, αλλιώς θα το κάνουν οι άλλοι πριν από εμένα», αυτά θα επηρεάσουν αρνητικά τη ζωή του παιδιού για πολλά χρόνια, ακόμη και μετά την κρίση. Απεναντίας, μια πιο θετική και δυναμική νοηματοδότηση με μηνύματα, όπως «ό,τι κι αν γίνει, θα τα καταφέρω», «μπορώ να βοηθήσω τον εαυτό μου και τους άλλους», «αξίζω αρκετά ώστε να παλέψω για τη ζωή μου», «οι συνάνθρωποί μου αξίζουν αρκετά ώστε να προσπαθήσω για αυτούς», δίνει προστασία από την ψυχική κατάρρευση, ακόμη και μπροστά στη μεγαλύτερη δυσκολία.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί τα ΜΜΕ συστηματικά προβάλλουν μηνύματα φόβου και μόνο. Παραδείγματα εξαθλίωσης, κατάθλιψης, παραίτησης, σχεδόν αυτολύπησης αφθονούν, ειδικά στην τηλεόραση, ενώ παραδείγματα αποφασιστικότητας, θάρρους και δυναμικής αλληλεγγύης απουσιάζουν. Τα παιδιά δεν τραυματίζονται μόνο από τα γεγονότα, αλλά δευτερογενώς από την επαναλαμβανόμενη έκθεση στην τηλεθέαση αυτών των γεγονότων, όπως είχε διαπιστωθεί από ερευνητές στις αντιδράσεις των παιδιών, που είδαν π.χ. την κατάρρευση των δίδυμων πύργων ξανά και ξανά στην τηλεόραση το 2001 (1). Πολλά παιδιά παρουσίασαν συμπτώματα μετατραυματικού στρες, μόνο και μόνο από την τηλεθέαση, ενώ άλλα νόμιζαν ότι είχαν γίνει πολλές διαφορετικές επιθέσεις, επειδή έβλεπαν την ίδια εικόνα πολλές φορές. Είναι πολύ σημαντικό λοιπόν να προστατέψουμε τα παιδιά και από το φόβο που αναπαράγεται από τα ΜΜΕ.

Σε σχέση με παλαιότερες εποχές, η σημερινή κοινωνία δεν διαθέτει δυνατά ψυχικά οχυρά για να αντιμετωπίσει μια σοβαρή κρίση. Μετά από δεκαετίες συστηματικού εθισμού δύο τουλάχιστον γενεών στις «αξίες» του δυτικού, ατομικιστικού, υλιστικού τρόπου ζωής, η κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη όχι απλώς με την έλλειψη υλικών αγαθών, αλλά πολύ περισσότερο, με την επιτακτική ανάγκη αλληλεγγύης μεταξύ συνανθρώπων, αξία που είχε για δεκαετίες ξεχαστεί. Το ‘εγώ’ πρέπει να πάει στην άκρη και να προηγηθεί το ‘εμείς’. Το ‘νοιάζομαι’ δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στους ‘δικούς μας ανθρώπους’, αλλά πρέπει να επεκταθεί και στους ‘άλλους ανθρώπους’, ώστε οι ‘δικοί μας’ και ‘οι άλλοι’ να γίνουν όλοι ‘εμείς’. Η ελληνική κοινωνία σιγά σιγά ανακτά τα ξεχασμένα ανακλαστικά της αλληλεγγύης και της συλλογικότητας, της προτεραιότητας στην αξία του ‘κοινού καλού’, παρότι πολλοί συμπολίτες μας βρίσκονται ακόμη σε άρνηση, νομίζοντας ότι αν καταφέρουν να περισώσουν τα ατομικά τους προνόμια, δεν θα χρειαστεί να ασχοληθούν με τους άλλους. Εκτός από ότι είναι απατηλή,  η παρωχημένη αυτή εγωκεντρική στάση δεν θα καταφέρει να ικανοποιήσει την ανήσυχη ψυχή της νεολαίας.

Η διαφοροποίηση μεταξύ του ‘εμείς’ και ‘εκείνοι’ δεν στρέφεται μόνο εναντίον των άλλων, αλλά εναντίον και του εαυτού. Παρότι η οικονομική κρίση είναι τόσο διαδεδομένη, πολλές οικογένειες συνεχίζουν να αποσιωπούν παντελώς για τη δυσκολία τους, νιώθοντας ντροπή. Δεν είναι λίγα τα περιστατικά όπου γονείς αρνήθηκαν να στηριχθεί το πεινασμένο παιδί τους με κουπόνια σίτισης από το σχολείο, για να μη στιγματιστεί η οικογένεια στη γειτονιά. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανέργων και αστέγων, που δεν έχουν ενημερώσει ούτε τα  πιο κοντινά τους πρόσωπα για την κατάστασή τους. Και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανέργων που εγκαταλείφθηκαν από τη σύζυγο ή διακόπηκε η επικοινωνία από «φίλους» και «γνωστούς», γιατί οι τελευταίοι «δεν θέλουν να ψυχοπλακωθούν»… Όσο ο υλισμός, η επαγγελματική  αναγνώριση (ακόμη και με αθέμιτο τρόπο) και το κοινωνικό στάτους εξακολουθούν να είναι οι κυρίαρχες αξίες σε αυτήν την κοινωνία, εκείνοι που έχουν χτυπηθεί από την κρίση θα νιώθουν περιθωριοποιημένοι, στιγματισμένοι και μόνοι-ακόμη και αν αποτελούσαν το 90% του πληθυσμού…

Το αντίδοτο είναι να διδάξουμε τα παιδιά το σεβασμό στην αξία του ανθρώπου. Ας μιλήσουμε στα παιδιά για εναλλακτικές οδούς αλληλεγγύης, όπως εθελοντικές οργανώσεις συλλογικής κινητοποίησης, τράπεζες χρόνου, συλλογικότητες αλληλοστήριξης στις γειτονιές, δίκτυα ανταλλακτικής οικονομίας, ζωντανά παραδείγματα, όπου οι άνθρωποι βοηθούν ο ένας τον άλλον. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για να μην καταρρακωθεί η εμπιστοσύνη τους στον ανθρώπινο παράγοντα. Ας τους διδάξουμε με το παράδειγμά μας, να προσεγγίσουν εκείνα τον πιο αδύναμο, όχι να περιμένουν από τον αδύναμο να ζητήσει βοήθεια. Αυτό θα τα κάνει να νιώσουν ασφαλή, γιατί βλέπουν ανθρωπιά. Θα τα κάνει επίσης να νιώσουν δυνατά. Εκείνον που επιμένει να λειτουργεί καλοπροαίρετα, δύσκολα τον αγγίζει ο φόβος.

Ένας άλλος κίνδυνος για τα νεαρά άτομα είναι η υιοθέτηση μιας στάσης εγκατάλειψης και  παραίτησης, ακριβώς στη ηλικία που θα έπρεπε να σφύζουν από ενθουσιασμό και όρεξη για ζωή. Επηρεασμένα από τις στατιστικές (αλλά και την τρομολαγνεία των ΜΜΕ) εμφανίζουν σημάδια παραίτησης ακόμη κι από το σχολικό τους διάβασμα: «Τι νόημα έχει; Και να περάσω στις εξετάσεις, δεν πρόκειται να βρω δουλειά, άρα γιατί να διαβάσω;» Δικαιολογία για φυγοπονία; Ίσως. Καλό είναι όμως να τα αποτρέπουμε από αρνητικές προφητείες, πριν αυτές παγιωθούν σε μια ιδιότυπη πρώιμη καταθλιπτική απόσυρση. Μια από τις σημαντικότερες αρετές για την επιβίωση οπουδήποτε είναι η επιμονή. Το παιδί πρέπει να βρει αυτό που το ενδιαφέρει και να προσηλωθεί στο στόχο του, να συνεχίσει να εργάζεται ώστε  να κάνει πραγματικότητα το όνειρό του, όχι να παραιτηθεί πριν καν ξεκινήσει. Σύμφωνα με τον Garbarino, τα παιδιά είναι εκ φύσεως ‘προσανατολισμένα προς το μέλλον’ (future-oriented), έτσι  η πίστη, η δέσμευση στο όραμά τους πρέπει να σταθεροποιηθεί, καθώς η προσδοκία του στόχου τους είναι βασικό στοιχείο για την ψυχική τους ευημερία. Έφηβοι, οι οποίοι στην ερώτηση «τι θες να κάνεις επαγγελματικά όταν ενηλικιωθείς;» απαντούν «τίποτα», θα δυσκολευτούν να ανταπεξέλθουν ακόμη και σε μικρές ματαιώσεις. Η εύρεση νοήματος στην πορεία και τις εμπειρίες της ζωής είναι από τα βασικά εργαλεία της ψυχικής ανθεκτικότητας. Εξάλλου, η μάθηση, η παιδεία, είναι υπέρτατη αξία από μόνη της, ανεξάρτητα από την επαγγελματική δικαίωση.

Σχετική με την γενικότερη στάση παραίτησης είναι και η, κατά συντριπτική πλειοψηφία, επιθυμία των νέων: «θέλω να φύγω από την Ελλάδα». Παρότι είναι κατανοητή η απογοήτευση, χρειάζεται να συζητήσουμε με τους νέους μας, να δούμε αυτή τη «φυγή» λίγο πιο αντικειμενικά. Σίγουρα τα γιγαντιαία ποσοστά της ανεργίας των νέων είναι αποτρεπτικά. Αναρωτιέμαι όμως αν το «μαγικό εξωτερικό» λειτουργεί λίγο ως χίμαιρα, ως μια ουτοπία, όπου όλα θα είναι τέλεια και πολιτισμένα, ενώ αυτή η χώρα, αυτός ο λαός είναι καταδικασμένος για πάντα… (Βεβαίως το ανελέητο αυτομαστίγωμα, η αναπαραγωγή των ύβρεων σε κάθε πιθανή ευκαιρία εναντίον της χώρας μας και του λαού μας δε βοηθά). Θα πρέπει όμως να απορριφθούν κάποιοι μύθοι. Στο εξωτερικό δεν είναι τα πράγματα τέλεια. Η οικονομική κρίση έχει ήδη ή θα χτυπήσει και άλλες χώρες. Οποιαδήποτε απόφαση για μετανάστευση θα πρέπει να γίνεται μετά από προσεκτική μελέτη και αφού εξαντληθούν οι προσπάθειες για δημιουργική διέξοδο στη χώρα μας. Αν νομίζουν ότι φεύγοντας από εδώ, θα ξεφύγουν ως δια μαγείας από όλα τα προβλήματα, θα απογοητευτούν. Ας παροτρύνουμε το παιδιά να προσπαθήσουν: «εγώ θα τα καταφέρω, θα κάνω το καλύτερο που μπορώ. Μαζί με εμένα υπάρχουν και πολλοί άλλοι κι έχουμε τη δύναμη να αγωνιστούμε στη χώρα μας για κάτι καλύτερο». Ακόμη κι αν τελικά μεταναστεύσουν, μπορούν να βοηθήσουν τη χώρα, έστω και από μακριά. Αυτό που είναι σημαντικό να αλλάξει είναι η εγωκεντρική στάση ότι “η πατρίδα μου οφείλει σε εμένα, αλλά εγώ δεν έχω καμία υποχρέωση να την βοηθήσω”.

Τα παιδιά αντιλαμβάνονται επίσης την μεγάλη κοινωνική αδικία που συντελείται αυτή τη στιγμή εις βάρος κοινωνικών ομάδων, λαών και εθνών ολόκληρων. Βλέπουν την ατιμωρησία και βλέπουν και την εξαθλίωση. Ο θυμός που προκύπτει δεν είναι απαραίτητα αρνητικός, αρκεί να λειτουργήσει ως δημιουργική δύναμη, παρά καταστροφική. Για να γίνει αυτό χρειάζεται αυτό-εκτίμηση, γνώση, εσωτερική και συλλογική εργασία. Η τυφλή εκτόνωση του θυμού μέσω στοχοποίησης κοινωνικών ομάδων και κοινωνικού κανιβαλισμού είναι επικίνδυνη παγίδα στην οποία εύκολα μπορεί να πέσει ένας αδούλευτος και απαίδευτος νους-ιδιαίτερα όταν αυτές οι στάσεις εμμέσως και σκόπιμα τροφοδοτούνται από τα ΜΜΕ. Όπως αναφέρει ο Garbarino (1), οι υψηλότερες αξίες μας, η δικαιοσύνη, η ανοχή, η συγχώρεση, η συμπόνια, δεν γεννιούνται αυτόματα στα παιδιά. Χρειάζονται συνειδητή προσπάθεια και διδασκαλία από τους ενήλικες για να αναπτυχθούν. Σύμφωνα με το διάσημο ειδικό, τα παιδιά έχουν το ανθρώπινο δικαίωμα να μεγαλώσουν χωρίς να μισούν. Το μίσος λειτουργεί αποπροσανατολιστικά, διασπαστικά και στην τελική ανάλυση, διαιωνίζει την αδυναμία των πολιτών και των λαών να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους και τους λαούς τους ενωμένοι.

Σημαντική διάσταση στην σύνθεση του κοινωνικού χάρτη στον υποσυνείδητο νου των εφήβων είναι η έννοια της πατρίδας. Σύμφωνα πάλι με τον Garbarino (1),  στα παιδιά μέχρι 8 ετών, η έννοια της πατρίδας ορίζεται κυρίως από τον τόπο που βρίσκονται οι γονείς τους, οι οποίοι αποτελούν και τον σημαντικότερο δεσμό προσκόλλησης. Από την ηλικία των 8 ετών όμως και πάνω, ο κοινωνικός χάρτης από τον οποίο εξαρτάται η ψυχική τους ευημερία περιλαμβάνει τον ευρύτερο κύκλο της γειτονιάς, της κοινότητας και της πατρίδας. Η έννοια ‘πατρίδα’ σήμερα είναι τραυματισμένη σε πολλά νέα άτομα, ακριβώς στη φάση, όπου προσπαθεί να ενσωματωθεί ως υγιές τμήμα της ταυτότητάς τους. Ο λόγος είναι οι απανωτοί εξευτελισμοί, οι ταπεινώσεις, αλλά και η απώλεια της κυριαρχίας της χώρας μας να μπορεί να αποφασίζει για τον εαυτό της και για το λαό της. Είναι λάθος να ταυτίζεται η υγιής φιλοπατρία με τον εθνικισμό, όπως είναι λάθος να αποσιωπώνται οι απώλειες στην εθνική κυριαρχία σαν να μην έχουν σημασία. Χρειάζεται να δώσουμε σημασία στην εθνική αυτό-εκτίμηση και αξιοπρέπεια, ως αναπόσπαστο τμήμα της ταυτότητάς μας, αλλιώς με την περιφρονητική αποσιώπηση σε οτιδήποτε ‘εθνικό’, κινδυνεύουν  να στραφούν οι νέοι  αντιδραστικά  στο άκρο του εθνικιστικού εξτρεμισμού και του ρατσισμού. Η υγιής φιλοπατρία ανακτάται πρώτα από όλα με το να γνωρίσουν, να μάθουν οι νέοι για την πατρίδα τους και να την αγαπήσουν.

Αν η οικογένεια είναι κοντά στην πνευματική ζωή, με τρόπο που της προσφέρει αντοχή και ελπίδα, ας το συζητήσει ανοικτά με τα παιδιά, καθώς η πνευματικότητα μπορεί να είναι σημαντική πηγή παρηγοριάς και σθένους για πολλά παιδιά. Οι πνευματικές αξίες ορίζονται από την αγάπη, τη μη-βία,  την προτεραιότητα στο ‘κοινό καλό’,  την αίσθηση ότι υπάρχει νόημα και σκοπός στη ζωή του καθενός από εμάς, ότι δεν είμαστε τυχαίες, μόνες υπάρξεις, που αγωνιούν να επιβιώσουν σε ένα μοναχικό, εχθρικό, ανταγωνιστικό σύμπαν. Οι πνευματικές αξίες διδάσκουν ότι υπάρχει κάτι πέρα από την ύλη και τις πέντε μας αισθήσεις κι ότι υπάρχει παρηγοριά, και υποστήριξη στην οποία έχουμε πάντα πρόσβαση. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι θα φέρει το μέλλον, ούτε για εμάς, ούτε για τα παιδιά μας. Η πνευματική εργασία, ως εσωτερικό βίωμα, μπορεί να αποτελέσει καταφύγιο ανακούφισης κι ενδυνάμωσης που θα συνοδεύει τα παιδιά σε όλη τους τη ζωή. Mελέτες σε εφήβους σε πολεμικές ζώνες έδειξαν ότι η πνευματικότητα και η προσευχή βοηθούν τα παιδιά να αντιμετωπίσουν πιο εποικοδομητικά το τραύμα της πολιτικής βίας (4).

Σε πρακτικό επίπεδο, αν προκύψουν αλλαγές στην οικογενειακή ζωή του παιδιού, ας προσπαθήσουμε να του παρέχουμε ένα πλαίσιο καθημερινής προβλεψιμότητας, μέσα στο οποίο νιώθει ασφαλές. Το σχολικό πλαίσιο, με τη ξεκάθαρα δομημένη ρουτίνα και οριοθέτησή του, μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά σε παιδιά που βιώνουν τραύμα λόγω κοινωνικών, φυσικών ή οικογενειακών καταστροφών.  Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον ελεύθερο χρόνο για δημιουργικές, σχετικά ανέξοδες, δραστηριότητες με τα παιδιά, όπως θεατρική ομάδα,  ζωγραφική, αθλητισμός, περπάτημα στη φύση, μελέτη μέσω Διαδικτύου ή δημόσιας βιβλιοθήκης, που καλλιεργούν την ψυχή τους, αντί να τα αφήνουμε μόνα να βρίσκουν διέξοδο στα βιντεοπαιχνίδια. Πολλοί γονείς, λόγω ανεργίας έχουν το χρόνο να ασχοληθούν με τα παιδιά, αλλά λόγω κατάθλιψης, δεν έχουν τη διάθεση! Για αυτό το λόγο, χρειάζονται οι γονείς υποστήριξη από άλλους ενήλικες, ώστε να είναι ψυχικά καλά- και για τους εαυτούς τους, αλλά και για τα παιδιά τους. Οι γονείς πολλές φορές αγωνιούν ότι θα στερηθούν τα παιδιά τους τα αγαθά που μέχρι πρότινος είχαν. Σίγουρα η υλική ευημερία είναι σημαντικός παράγοντας για την ψυχική ευημερία του παιδιού, όμως ακόμη πιο σημαντικό για το παιδί είναι να βλέπει τους γονείς του σε καλή ψυχική κατάσταση και να είναι κοντά τους. Έτσι, νιώθει παρηγοριά, ασφάλεια κι ότι η ζωή μπορεί να συνεχιστεί παρά την κρίση…

(1)James Garbarino (2008).Children and the Dark Side of Human Experience. Springer
(2)Davidson J. & Smith R. (1990). Traumatic experiences in psychiatric outpatients. J Trauma Stress, 3:459-475
(3)Whalen, C.K. et al, (2004). Adolescents react to the events of September 11,2001:Focused versus ambient impact. Journal of Abnormal Psychology 32:1-11
(4)Weaver at al. (1998). An analysis of research on religions and spiritual variables in three major mental health nursing journals. Issues in Mental Health Journals 19:263-276