Το αγριμάκι που βρέθηκε τις προάλλες πεταμένο πάει για ευθανασία. Έτσι αποφάσισαν οι ειδικοί, γιατί ήταν βαριά άρρωστο και άσχημα κακοποιημένο.

Ads

Ως παλαιών αρχών, δεν έχω προσχωρήσει ακόμα στη λογική της ευθανασίας· αντί για αυτό, υποστηρίζω φανατικά την παρηγορητική φροντίδα, με όλα τα μέσα και μέχρι τέλους. «Ου δώσω δε ουδέ φάρμακον ουδενί αιτηθείς θανάσιμον, ουδέ υφηγήσομαι ξυμβουλίην τοιήνδε» λέει ο όρκος του Ιπποκράτη που έδωσα κάποτε, και με καλύπτει.

Ο όρος ευθανασία είναι άλλωστε ένας ευφημισμός. Οι θανατοποινίτες στις ΗΠΑ εκτελούνται με όσο ευθάνατο τρόπο πεθαίνουν και τα σκυλιά. Τί ευθανασία λοιπόν; Περί εκτέλεσης πρόκειται, προγραμματισμένης, τελετουργικής, ενορχηστρωμένης. Τα υπόλοιπα τα ακούω βερεσέ.

Θα πείτε το ίδιο δεν είναι και το πασχαλινό σφαγείο; Ναι, αλλά εκεί υπεισέρχεται ο παράγοντας διατροφική αλυσίδα. Σφάζουμε τα ζώα για να τα φάμε και να ζήσουμε. Αυτός είναι ο νόμος της ζωής, που ώρες-ώρες μιμείται τον νόμο της ζούγκλας -ή αντιστρόφως.

Ads

Πέρα πάντως απ’ αυτά τα ψιλοφιλοσοφικά, η ιστορία με το άσπρο τιγράκι φέρνει πάλι στο μυαλό μου το γνωστό δίλημμα: τι κάνει κανείς όταν το πρόβλημα, το όποιο πρόβλημα, γίνεται μη επιλύσιμο; Μία προσέγγιση είναι να συνεχίσει, γιατί, όπως λένε, «τίποτα δεν είναι αδύνατο»· μια άλλη είναι να κλείσει το βιβλίο και παμ’ παρακάτω.

Προκειμένου περί άρρωστων ζώων συντροφιάς και θηρίων, η απόφαση φαίνεται εύκολη. Αν όμως έχεις ένα παιδί ή μια μάνα σε σοβαρή κατάσταση θα το σκεφτείς διαφορετικά.

Δεν ισχύει μόνο για θέματα υγείας, ισχύει γενικότερα. Δείτε π.χ., πως συμπεριφέρεται το ΚΚΕ. Έξυπνοι άνθρωποι είναι, το καταλαβαίνουν ότι αυτά που πιστεύουν αφορούν το πολύ μακρινό μέλλον -και αν. Τι κάνουν όμως παρ’ όλα ταύτα; Συνεχίζουν ακάθεκτοι ως εάν να επίκειται η έφοδος στα χειμερινά ανάκτορα!

Και καλά οι επιτελείς. Τα νέα παιδιά όμως που στρατεύονται σε αυτή τη λογική, τι τα παρακινεί και τι τα πείθει να συνεχίσουν; Μην αρχίσουμε τώρα τα μεταφυσικά, υπάρχει άλλη εξήγηση.

Έχω τη βάσιμη πεποίθηση ότι αυτό που μας παρακινεί να συνεχίζουμε την προσπάθεια ακόμα και όταν τα περιθώρια στενεύουν είναι μια έμφυτη ροπή στη συνέχεια. Η ζωή έχει μια συνοχή. Και δεν έχουμε την άμεση εμπειρία α-συνεχειών, ούτε στο καθαρά βιωματικό επίπεδο, ούτε στο κοινωνικό. Τη μόνη ασυνέχεια που γνωρίζουμε (μέσω των άλλων) είναι η ασυνέχεια του θανάτου. Και τον θάνατο τον φοβόμαστε, δεν τον αγαπάμε.

Θα πείτε όταν αλλάζεις δουλειά ή όταν τελειώνει μια σχέση σου δεν έχεις την αίσθηση μιας απότομης αλλαγής, μιας τομής; Ίσως. Αλλά ενδόμυχα πιστεύεις -και σωστά- ότι υπάρχει συνέχεια και εναλλακτική λύση.

Η ζωή δεν είναι σπονδυλωτή ταινία, που αποτελείται από διακριτά «επεισόδια» -και κάποιες «παύσεις» ενδιαμέσως. Μόνοι μας βάζουμε τα κάθε λογής ορόσημα, για να κατανοήσουμε και να διαχειριστούμε καλύτερα το συνεχές που μας περιέχει και μας ξεπερνά. Είναι ζήτημα τακτικής.

Αλλά κάποτε αυτή η μέθοδος παύει να αποδίδει. Και τότε συνειδητοποιούμε ότι θα συνεχίσουμε βρέξει-χιονίσει, ανεξάρτητα από ορόσημα και οδικούς χάρτες, επιτυχίες κι αποτυχίες, πίκρες και βάσανα, ασίγαστα πάθη και μεγάλους καημούς.
Καλά κάνουμε. Μην ακούτε που λένε ότι όλα αυτά τα πιστεύουν οι κολλημένοι κι οι συντηρητικοί. Αν δεν επιμείνουμε στο σισύφειο έργο μας μέχρι τελικής πτώσεως, δουλειά δεν θα γίνει. Αρκεί να μην κάνουμε το λάθος ν’ ανεβοκατεβαίνουμε σ’ άλλο βουνό και να σουλατσάρουμε σε λάθος συνοικία. Γιατί τότε θα βρεθούμε μια μέρα, σαν το τιγράκι, δίπλα στον κάδο των σκουπιδιών.

Μέχρι να βρούμε την άκρη, συμβουλεύω στα παιδιά ψυχραιμία. Και ως γιατρός παλαιού τύπου, συνιστώ σε κάθε ενδιαφερόμενο να βγάλει απ’ το μυαλό του κάθε σκέψη ευθανασίας, παθητικής ή ενεργητικής.

Ο αγώνας και η ζωή συνεχίζονται. 

*Ο Σπύρος Γεωργάτος είναι καθηγητής Βιολογίας στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων