Σε πρόσφατο άρθρο αναφερθήκαμε στην ταυτότητα της πολιτικής ηγεσίας (το αίσθημα του «εμείς» και του «εμάς») και πώς συμβάλλει στην επίτευξη ισορροπημένης σχέσης  κατά τη δυϊστική πολιτισμική επιλογή των ηγετών. Αυτή η θετική αξιοποίηση της συμπεριφοράς των πολιτικών ηγετών δεν είναι πάντοτε η κανονικότητα. Οι «μεγάλες» αφηγήσεις των πολιτικών ηγετών (υποσχέσεις, «θα», μηνύματα, δεσμεύσεις, κ.ά.), μπορεί να είναι έωλες, όταν η «φωτεινή» τους πλευρά (προβάλλεται από τα μέσα, ή φροντίζουν οι ίδιοι να την αναδεικνύουν), καλυφθεί από τη «σκοτεινή» πλευρά. Αυτή αναδεικνύεται μέσα από το πλέγμα χαρακτηριστικών που ονομάζονται «Σκοτεινή Τριάδα» (ναρκισσισμός, Μακιαβελική ικανότητα και ψυχοπαθητικά στοιχεία). 

Ads

Πριν αναλύσουμε πως αυτή η πλευρά σχετίζεται με τις αφηγήσεις των ηγετών, να δούμε ποια την προέλευσή τους.

Στο δεύτερο μέρος της «Θείας Κωμωδίας» ο Δάντης και ο Βιργίλιος μεταφέρονται στο Καθαρτήριο, όπου οι αμαρτωλοί προσπαθούν να εξαγνιστούν από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, πριν τους επιτραπεί η ανάβαση στην Εδέμ, στον επίγειο Παράδεισο. Αυτά είναι: η αλαζονεία, η απληστία, η ζηλοφθονία, λαγνεία, η λαιμαργία η οκνηρία και η οργή. Σχετιζόμενα με αυτά είναι οι επτά «σκοτεινές» αφηγήσεις (σε παρένθεση είναι η αντιστοίχιση με τα αμαρτήματα):

Αδιαφορία (οκνηρία): Η κυρίαρχη αφήγηση είναι: «τα πράγματα, εν τέλει διορθώνονται μόνα τους». Η αδιαφορία χαρακτηρίζει τον ναρκισσιστή ηγέτη, που εμφανίζει υπέρμετρο αίσθημα μοναδικότητας, δύναμης, κύρους και ανωτερότητας. Έχει  εμμονή με την – ανεξαρτήτου κόστους – επιτυχία, την εκμετάλλευση των άλλων και την απουσία ενσυναίσθησης. Εμφανίζει μελαγχολία, απάθεια, αμέλεια, απουσία φροντίδας, ανυπαρξία ενδιαφέροντος και ανευθυνότητα για τους άλλους. Αυτές οι συμπεριφορές οδηγούν σε ηθική εξάντληση (burnout) και σε γενικευμένη απογοήτευση, σε μια κατάσταση όπου «απλώς επιβιώνουμε». 

Ads

Οργή (οργή): Η κυρίαρχη αφήγηση είναι: «δεν θυμώνω, απλώς παίρνω το αίμα μου πίσω». Η οργή σχετίζεται με την παρενοχλητική και καταστρεπτική ηγεσία, τη μη οραματική και αυταρχική ηγεσία. Ο θυμός οδηγεί στην τιμωρία των άλλων ή στην υποτίμησή τους. Αυτός καταλήγει να είναι αυτοκαταστροφικός για τον ίδιο τον ηγέτη.

Υπεροψία (αλαζονεία): Η κυρίαρχη αφήγηση είναι: «οι νόμοι είναι για τους άλλους, όχι για μένα». Ο υπερόπτης ηγέτης θέλει να πιστώνεται την επιτυχία και πιστεύει ότι έχει προτερήματα και ιδιότητες, μοναδικές σε αυτόν. Η κενοδοξία είναι χαρακτηριστικό του, όπως η έπαρση, η αχαριστία, η αναγνώριση δικαιολογιών για τα λάθη του (εκλογίκευση), καθώς και η υποτίμηση των άλλων. Συχνά επιπλήττει, υποτιμά και αγνοεί τους άλλους.

Συνεχής σύγκριση (ζηλοφθονία): Η κυρίαρχη αφήγηση είναι: «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα». Η ζήλεια του ηγέτη έχει να κάνει με τα επιτεύγματα των υφισταμένων του και όχι τα δικά του. Φοβάται για τη θέση του, ή κρύβει τα θετικά των άλλων, ώστε να μην έχει κάποιο πρόβλημα. Το αποτέλεσμα είναι να συγκρίνει τον εαυτό του με τους άλλους. Αυτή είναι μία ψυχοφθόρα κατάσταση που οδηγεί σε μιζέρια και παθολογική γκρίνια.

Αυτο-ευχαρίστηση (λαγνεία): Η κυρίαρχη αφήγηση είναι: «εάν είσαι ισχυρός, έχεις ό,τι θέλεις, όποτε το θέλεις». Η αυτο-ευχαρίστηση είναι χαρακτηριστικό του Μακιαβελικού ηγέτη. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η επίτευξη των εγωιστικών του αναγκών. Αυτή η συμπεριφορά γίνεται αντιληπτή όταν χρησιμοποιεί παράνομα μέσα για να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του. Η συγκεκριμένη αφήγηση τον κάνει απελπισμένο, εμμονικό και εθισμένο να γίνεται το δικό του, με οποιοδήποτε κόστος, ανεξάρτητα συνθηκών ή καταστάσεων.

Έλλειψη μέτρου (λαιμαργία): Η κυρίαρχη αφήγηση είναι: «ό,τι φάμε και ό,τι πιούμε». Η έλλειψη μέτρου είναι μορφή «ηδονιστικού εγωισμού». Είναι η ώθηση στην υπερβολή. Σχετίζεται με την υπερκατανάλωση, την κοινωνική απάθεια και την άρνηση ανάληψης ευθυνών. Οι ηγέτες που έχουν έλλειψη μέτρου, στην προσπάθειά τους να ελέγχουν τους άλλους, αδυνατούν να ελέγξουν τον εαυτό τους. Γίνονται εγωκεντρικοί και η συμπεριφορά τους είναι ανεξέλεγκτη.

Απληστία (απληστία): Η κυρίαρχη αφήγηση είναι: «τα κατάφερα, άρα είμαι επιτυχημένος». Οι άπληστοι ηγέτες έχουν παθολογική έφεση στον τζόγο, δεν διαβλέπουν κινδύνους στις αποφάσεις τους και αυτό αποτυπώνεται στη συμπεριφορά τους. Οδηγούνται σε έναν φαύλο κύκλο απληστίας, μίζερης συμπεριφοράς και παράνομου κέρδους. Η λογική τους είναι ότι «ο νικητής τα παίρνει όλα» και αυτό μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο.

Η «σκοτεινή» πλευρά της πολιτικής ηγεσίας, μπορεί να εξηγηθεί με παραπάνω τις αφηγήσεις, έχοντας την αντίληψη ότι ο κόσμος περιστρέφεται γύρω τους. Ο εγωκεντρισμός τους είναι εμφανής, όπως και η προσπάθειά τους να ικανοποιούν τις ανάγκες, επιθυμίες και επιδιώξεις τους. Υπό το πρόσχημα μιας καλής συμπεριφοράς, οι πολιτικοί ηγέτες προσπαθούν να κερδίσουν την εύνοια των ψηφοφόρων, ώστε εκείνοι να είναι χρήσιμοι για την άνοδό τους στην «κορυφή». Η ακραία διεκδίκηση για εξουσία, ονομάζεται «νομιμοποίηση». Προσφέρει μια στρατηγική στους πολιτικούς ηγέτες για να εμφανίζουν μια φαινομενικά ανιδιοτελή αγάπη για τους οπαδούς τους, προκειμένου να εκμεταλλευτούν την πίστη τους για προσωπικό όφελος. Οι ηγέτες σκόπιμα προβάλλουν μία ψευδή εντύπωση για τον εαυτό τους, με σκοπό τη χειραγώγηση των ψηφοφόρων. Ο ναρκισσισμός προκύπτει από τις αφηγηματικές αυταπάτες των ηγετών ότι είναι πάνω από όλους και όλα.

Η αυτοανακηρυχθείσα παντογνωσία και παντοδυναμία, τους δίνει το δικαίωμα να ενεργούν κατά τρόπο ανεξέλεγκτο. Ο ακραίος εγωισμός τους, ενισχύει τους σκοπούς τους, κάνοντάς τους «θεούς». Θέλουν και επιζητούν την εξουσία για να προωθούν τα συμφέροντά τους. Η νομιμοποίηση, τους βοηθά να διατηρούν και να διευρύνουν την επιρροή για ίδιον όφελος. Βλέπουν τον εαυτό τους υπεράνω ηθικής, ενώ η εμπιστοσύνη που τους δείχνουν οι «κοινοί άνθρωποι» διασφαλίζει τους σκοπούς τους. Αδιαφορούν για τις ηθικές αξίες και με έναν χυδαίο υλισμό και αυτοαναφορικά κριτήρια, αξιολογούν τους άλλους. Η μοίρα και το πεπρωμένο αξιοποιούνται με οποιονδήποτε τρόπο, με σκοπό τη δική τους επιβίωση. Ο εγωκεντρισμός καθοδηγεί τις αποφάσεις τους. Τι είναι καλό και τι κακό, επιλέγεται σύμφωνα με την ικανοποίησή των συμφερόντων τους. Η ηθική και οι ηθικές αξίες και επιλογές, εκλαμβάνονται ως ασήμαντες και συναισθηματικές έννοιες. Είναι αδιάφορες και προβληματικές στάσεις, αδύναμων ανθρώπων.

Εν κατακλείδι, είναι γεγονός ότι οι «μεγάλες» αφηγήσεις των πολιτικών ηγετών γοητεύουν τους ψηφοφόρους, τραβούν την προσοχή τους και τους κατευθύνουν. Οι αφηγήσεις έχουν επίδραση στις ζωές και τις επιλογές τους. Έχουν τη δύναμη της πειθούς, αξιοποιώντας τόσο λεκτικά, όσο και συναισθηματικά στοιχεία και συμβολισμούς. Στην όπερα του Άντριου Λόιντ Γουέμπερ, «Το φάντασμα της όπερας», ο Έρικ (το φάντασμα) λέει στην Κριστίν: Τραγούδησε άλλη μια φορά μαζί μου το παράξενο ντουέτο μας, η δύναμή μου πάνω σου δυναμώνει ακόμα περισσότερο… σε αυτό τον λαβύρινθο, όπου η νύχτα είναι τυφλή, το Φάντασμα της Όπερας είναι εκεί – μέσα στο μυαλό σου. Άφησε το μυαλό σου να ξεκινήσει το ταξίδι μέσα από έναν παράξενο, νέο κόσμο! Άφησε τις σκέψεις του κόσμου που ήξερες πριν! Άφησε την ψυχή σου να σε πάει εκεί που λαχταράς να είσαι! Μόνο τότε μπορείς να ανήκεις σε μένα … επιπλέοντας, πέφτοντας, μία γλυκιά μέθη! Άγγιξέ με, πίστεψέ με, απόλαυσε κάθε αίσθηση! Άφησε το όνειρο να ξεκινήσει, άφησε τη σκοτεινή πλευρά σου να ενδώσει στη δύναμη της μουσική που γράφω – τη δύναμη της μουσικής της νύχτας.

Η έλλειψη ικανότητας των πολιτικών ηγετών να υπερβούν τον εαυτό τους, να είναι ενδοσκοπικοί και κριτικοί με τις αφηγήσεις τους, οδηγεί σε καταστροφικά αποτελέσματα. Όταν οι πολιτικοί ηγέτες συνηθίζουν και επιτρέπουν στον εαυτό τους να ζουν και να αξιοποιούν τις «σκοτεινές» αφηγήσεις, αναπτύσσουν μια ασυναίσθητη κακία που απελευθερώνει τη μοχθηρότητα και τη διαφθορά. Από εκείνο το σημείο, ο ηγέτης γίνεται καταστροφικός για τους ακολούθους του και για το σκοπό που υπηρετεί.

Σε προσωπικό επίπεδο, η ζημία είναι δυσκολότερα αντιληπτή και συνήθως, αυτές οι «σκοτεινές» αφηγήσεις εκλαμβάνονται από τον ηγέτη ως ισχυρά στοιχεία της συμπεριφοράς του. Αυτή η αντίφαση, με το πώς οι «σκοτεινές» αφηγήσεις ερμηνεύονται από τον ηγέτη και τους ακολούθους του, εξηγεί και την αδυναμία του ηγέτη να αντιληφθεί και να εξηγήσει την αποτυχία και την πτώση.

*Ο Γιάννης Μάρκοβιτς έχει διδακτορικό στην οργανωτική/εργασιακή ψυχολογία και εργάζεται ως οικονομικός ερευνητής/επιθεωρητής και επαγγελματικός εκπαιδευτής εργαζομένων. Έχει γράψει πολυάριθμα άρθρα για την απάτη, τη διαφθορά, τη φοροδιαφυγή, το λαθρεμπόριο και την πολιτική.