«…Οι πόλεις αδειάσαν και κλείσαν,
ένας βοριάς παγωμένος σαρώνει την έρημη γη.
Στρατιώτες έρχονται, πάνε, ρωτάνε γιατί πολεμήσαν..

Ads

Ο Μάνος Λοίζος επενδύει το 1974 μουσικά τους στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Το τραγούδι ξεκινάει με τις νότες μιας τούμπας, ενός πνευστού που θα έλεγε κανείς είναι το αντίθετο της τρομπέτας. Βαριά, μονότονη, ακατάλληλη δηλαδή για σαλπίσματα που καλούν σε ηρωικά κατορθώματα.

Δεν είναι τυχαίο. Το τραγούδι περιγράφει τον πόλεμο μέσω του αποτελέσματός του. Ερήμωση, καταστροφή, θάνατος και ματαιότητα. Στην Ελλάδα κάθε χρόνο γιορτάζουμε την έναρξη του δευτέρου παγκοσμίου για την χώρα μας, σε αντίθεση με τις άλλες χώρες που γιορτάζουν την λήξη του. Οι λόγοι δεν είναι δύσκολο να γίνουν κατανοητοί. Σε μια χώρα που η σύγχρονη ιστορία της βρίθει από ταπεινώσεις, ήττες καταστροφές και διχασμό, η στιγμή της ενότητας και μιας έστω προσωρινής νίκης είναι λόγος εορτασμού.

Κλείσαμε 80 χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας τον Οκτώβρη του 1944, και 75 χρόνια ειρήνης μετά την λήξη του εμφυλίου, το 1949.  H 28η Οκτωβρίου εορτάζεται όλο και με μεγαλύτερη ένταση τα τελευταία χρόνια. Αναφερόμαστε στον πόλεμο ως «το έπος του ‘40». Όπως κάθε λαός με μακρόχρονη ειρήνη κινδυνεύουμε να ξεχάσουμε τι σημαίνει ο πόλεμος και ποιο ήταν το αποτέλεσμα του για τη χώρα μας.

Ads

Γύρω στους τριάντα χιλιάδες στρατιώτες σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του «έπους». Άγνωστος αριθμός τραυματιών, τριακόσιες με οκτακόσιες χιλιάδες νεκροί από λιμό, εκτελέσεις και αντίποινα καθώς και πλήρες ξεκλήρισμα της εβραϊκής κοινότητας που αριθμούσε γύρω στους εξήντα χιλιάδες ανθρώπους. Η υποδομή της χώρας μετατράπηκε σε ερείπια, η οικονομία της υπέστη καθολική καταστροφή, ενώ οι άνθρωποι που πολέμησαν αλλά και αυτοί που βίωσαν την αγριότητα της κατοχής τραυματίστηκαν αν όχι σωματικά, ανεπανόρθωτα ψυχικά. Δεν είναι τυχαίο το πως οι ηλικιωμένοι εκείνης της γενιάς το τελευταίο πράγμα που βίωναν μέσα στις ψευδαισθήσεις της άνοιας τους ήταν ο κρότος της γερμανικής μπότας στα σοκάκια.

Η καταστροφή όμως δεν τελείωσε με την απελευθέρωση. Το διαλυμένο ελληνικό κράτος περνούσε στην Αγγλική σφαίρα επιρροής που ήθελε να εξουσιάζει την ανατολική μεσόγειο. Οι Άγγλοι προκειμένου να ξεμπερδεύουν με την κομμουνιστική απειλή, προκαλούν τα δεκεμβριανά και τον εμφύλιο. Νέα καταστροφή και θάνατος ενώ οι δωσίλογοι και τα τάγματα ασφαλείας όχι απλά μένουν ατιμώρητα αλλά στελεχώνουν το μετεμφυλιακό κράτος.

Ένα κράτος απόλυτης διαφθοράς και κοινωνικού αποκλεισμού, χωρίς ελευθερία λόγου και πολιτικών φρονημάτων με φυλακίσεις ,πολιτικές εκτελέσεις και δολοφονίες. Άναρχη αστικοποίηση με ερήμωση της επαρχίας, δημιουργία μιας υδροκέφαλης οικονομίας -όλα έπρεπε να είναι υπό κεντρικό έλεγχο άλλωστε- γραφειοκρατικό, σχεδιασμένο να ελέγχει τον πληθυσμό. Τα αποτελέσματα του είναι ολοζώντανα γύρω μας από την αποκρουστική δόμηση της Αθήνας, την αστυνομία που συμπεριφέρεται σαν χωροφυλακή που σκοπό έχει την τρομοκράτηση και όχι την προστασία του πολίτη μέχρι τα βαθιά διαρθρωτικά και ηθικά ελλείμματα του πολιτικού μας συστήματος που οδήγησαν στην σύγχρονη οικονομική καταστροφή.

Δεν είναι τυχαίο ότι δέκα χρόνια μετά την απελευθέρωση, ο πληθυσμός της Ελλάδας, μιας χώρας που θεωρητικά ανήκε στους νικητές του πολέμου συνέρρεε μαζικά ως μετανάστες στη χώρα των ηττημένων, κερδίζοντας τον υποτιμητικό τίτλο του γκάσταρμπάιτερ.

Υπάρχει μια παλιά κινέζικη παροιμία που λέει πως «όταν στον βάλτο μαλώνουν τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια». Στη σύνοδο των G7, αυτή τη στιγμή συμμετέχουν τέσσερις χώρες από τους τότε συμμάχους και οι τρεις χώρες του άξονα. Για την Ελλάδα ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος έφερε μια καταστροφή που δεν έμεινε μόνο στην υποδομή και την οικονομία της αλλά έπληξε ανεπανόρθωτα τους κοινωνικούς αρμούς, το φρόνημα, την ηθική και την σχέση των πολιτών  μεταξύ τους αλλά και με την ίδια τους την πατρίδα. Αφήνοντας έξω τον έναν στους δέκα Έλληνες που πέθανε στον πόλεμο, την κατοχή, τον εμφύλιο, τις εξορίες και τις εκτελέσεις για τον οποίο όλα τελείωσαν για πάντα εκείνη τη στιγμή.

Ίσως λοιπόν, με τα τύμπανα του εθνικισμού και του πολέμου να χτυπούν όλο και πιο δυνατά, αντί να  γιορτάζαμε τον πόλεμο και να επινοούσαμε ηρωισμούς μέσα σε κάτι που δεν είναι ποτέ πραγματικά ηρωικό αλλά αποτελεί την χειρότερη έκφανση της ανθρώπινης φύσης, να δοκιμάζαμε να μείνουμε σιωπηλοί. Να κάνουμε ξανά μια πορεία για την ειρήνη αντί να παρελάσουμε με όπλα. Έχουμε καταφέρει άλλωστε με πολλές θυσίες, αν κάποιος κάνει πορεία ειρήνης να μην δολοφονείται πια εν ψυχρώ.  Αντί για εμβατήρια, να θυμηθούμε τους στίχους του Μπρεχτ όπως τους μετέφρασε ο Μάριος Πλωρίτης και τους μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος:

«Μιλάνε για καιρούς δοξασμένους, και πάλι
Άννα, μην κλαις
Θα γυρέψουμε βερεσέ απ’ τον μπακάλη.
Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή
Άννα, μην κλαις
Στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί».

  • Ο Γιάννης Δούμος είναι ψυχίατρος και θεατρικός συγγραφέας.