Μια κοινή ελληνογερμανική θύμηση των πάνω από τριών χρόνων της Κατοχής 1941-1944 δεν υπάρχει (ακόμη). Ενώ στη μνήμη των Ελλήνων τα τότε γεγονότα παραμένουν ανεξίτηλα, στη Γερμανία οι ωμότητες των κατακτητών ενάντια στον ελληνικό άμαχο πληθυσμό και οι μακροπρόθεσμες συνέπειές τους γενικά αποσιωπούνται ή παραμένουν απωθημένες.

Ads

Η τσεχικής καταγωγής ιστορικός Kateřina Králová ασχολήθηκε με την ιστορία των διμερών σχέσεων στο βιβλίο της «Στη σκιά της κατοχής» που εκδόθηκε το Μάιο του 2016 στα γερμανικά με τίτλο «Das Vermächtnis der Besatzung» (Η κληρονομιά της Κατοχής). Το πόσο αναγκαία είναι η επανεκτίμηση των γεγονότων και από γερμανικής πλευράς το κάνουν σαφές τα παρουσιαζόμενα στοιχεία και το ευρύτερο πλαίσιο. Με τη συγγραφέα μίλησε η Andrea Schellinger.

  • Εξηγήστε μας γιατί τα γεγονότα στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου – συμπεριλαμβανομένων των εγκλημάτων των κατοχικών δυνάμεων – δεν έχουν γίνει αντιληπτά από την ευρύτερη κοινή γνώμη της Γερμανίας, ούτε έχουν αποτελέσει μέχρι τώρα αντικείμενο ιστορικής συνειδητοποίησης.

Ο Ψυχρός Πόλεμος μεταξύ ανατολικού και δυτικού μπλοκ αποτέλεσε και για την Ελλάδα, που δεν συμπεριλήφθηκε στις επίσημες πολιτικές της μνήμης, μια σχετικά άμεση συνέχεια των γεγονότων του πολέμου που προηγήθηκαν. Έτσι βρέθηκαν μεταπολεμικά η Γερμανία και η Ελλάδα στο ίδιο στρατόπεδο και στην ίδια αμυντική συμμαχία, δηλαδή στη βορειοατλαντική. Γρήγορα διαμορφώθηκαν διμερείς εμπορικές σχέσεις, δόθηκε επομένως και στην Ελλάδα η δυνατότητα εξαγωγής αγαθών.

Οι ρεαλιστική στάση των κυβερνητικών κύκλων της Αθήνας σηματοδότησε εκείνη την εποχή το ενδιαφέρον να αναβληθεί πρόσκαιρα η αντιμετώπιση του παρελθόντος προς όφελος του παρόντος και του μέλλοντος της χώρας. Αυτό ήταν ιδιαίτερα βολικό για τους δυτικούς εταίρους – κυρίως όμως για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας– ώστε να μπορέσει να ενισχυθεί η θέση της ηττημένης αυτής χώρας στο κέντρο της Ευρώπης για να γίνει αποδεκτή ως σεβαστός εταίρος ακόμα και στο ανατολικό μπλοκ. Αλλά το ότι ορισμένες πολιτικές αποφάσεις δεν μπορούν να σβήσουν μια για πάντα το παρελθόν, γίνεται ιδιαίτερα αισθητό στην περίπτωση της Ελλάδας. Αντιθέτως: όπως βλέπουμε, το παρελθόν μπορεί να αναβιώσει σχετικά απρόσμενα και αυθόρμητα.

Ads

Η καθυστερημένη επανεκτίμηση της Κατοχής στην Ελλάδα οφείλεται επίσης – πέρα από την ευθύνη των πολιτικών – και στο γεγονός ότι οι ελληνικές πρωτογενείς πηγές λόγω σχεδόν ολικής έλλειψης γνώσης της ελληνικής γλώσσας στο εξωτερικό έχουν αξιοποιηθεί ερευνητικά μόνο σποραδικά εκτός των συνόρων της χώρας.

image

Η Θεσσαλονίκη κατά τη γερμανική Κατοχή, ©Βύρων Μήτου
 
  • Όσον αφορά το Ολοκαύτωμα: Στη δημόσια συζήτηση είχε συγκαλυφθεί σχεδόν ολοκληρωτικά το θέμα των Ελλήνων Εβραίων και η μοίρα τους. Σε τι οφείλεται αυτό;

Εκτός από τους λόγους που ήδη ανέφερα παίζει σίγουρα μεγάλο ρόλο το ότι οι κοινωνικές και θεωρητικές επιστήμες επικεντρώνονται κυρίως στον τρόπο ζωής, στα δεινά και στην εξόντωση των Ασκεναζιτών, δηλαδή των Εβραίων από την κεντρική, βόρεια και ανατολική Ευρώπη. Αυτό δεν αφορά μόνο το Ολοκαύτωμα και τη μεταπολεμική ιστορία, αλλά γενικά και τις Εβραϊκές Σπουδές.

Οι δύο ευρωπαϊκές εβραϊκές μειονότητες των Σεφαρδιτών και των Ρωμανιωτών (εκ των οποίων ιδιαίτερα η δεύτερη ζούσε μέχρι το 1940 ουσιαστικά πια μόνο στην Ελλάδα), παρέμειναν επί μακρόν σχεδόν αγνοημένες. Ακόμη και στα ίδια τα στρατόπεδα συγκέντρωσης οι έγκλειστοι Έλληνες Εβραίοι αντιμετώπισαν το γεγονός ότι δεν θεωρούνταν ομόθρησκοι από τους συγκρατούμενούς τους, δεδομένου ότι δεν μιλούσαν τα γερμανοεβραϊκά Γίντις.

image

Η Θεσσαλονίκη κατά τη γερμανική Κατοχή, ©Βύρων Μήτου
 

Ωστόσο και οι Έλληνες επιζώντες του Ολοκαυτώματος τεκμηρίωσαν τις φρικτές τους εμπειρίες. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 εμφανίστηκαν αναμνήσεις, προσωπικά ημερολόγια και μαρτυρίες, χωρίς ωστόσο να προσελκύσουν ιδιαίτερα το κοινό ενδιαφέρον, ούτε καν στην Ελλάδα. Κατόπιν, στη δεκαετία του 1960, οι Έλληνες επιζώντες επέλεξαν τη σιωπή, σε αντίθεση με τους συνοδοιπόρους τους και τους εκπροσώπους της νεότερης γενιάς από άλλες χώρες, οι οποίοι άρχισαν να ασχολούνται εντατικά με τα βάρη του παρελθόντος.

Μια παρόμοια διαδικασία δεν προέκυψε τελικά στην Ελλάδα, αλλά περιορίστηκε στα στενά όρια των αριθμητικά εξαιρετικά συρρικνωμένων εβραϊκών κοινοτήτων της Ελλάδας. Πιθανώς το συλλογικό αφήγημα των εθνικών δεινών των Ελλήνων δεν άφησε παρά μόνο ελάχιστες ανοχές απέναντι στην τύχη των μειονοτήτων, οι οποίες στη συνέχεια βρέθηκαν στο περιθώριο. Άλλωστε οι μνήμες της Κατοχής επικαλύφτηκαν από τις αιματηρές συγκρούσεις του εμφύλιου, που επακολούθησε, και αργότερα οι απελπισμένες προσπάθειες εκδημοκρατισμού στραγγαλίστηκαν από το στρατιωτικό πραξικόπημα, το 1967.

image

Η Θεσσαλονίκη κατά τη γερμανική Κατοχή, ©Βύρων Μήτου
 
  • Ποιά είναι τα ανοιχτά θέματα του παρελθόντος που πρέπει να επανεκτιμηθούν για να μπορέσει να λειτουργήσει και στις δύο χώρες μια ρεαλιστική, έτοιμη για διάλογο ελληνογερμανική «κουλτούρα μνήμης»;

Πιθανώς δεν υπήρχε εξ αρχής μια «κοινή γλώσσα». Δεν το εννοώ αυτό μόνο πολιτικά, αλλά και σημασιολογικά: έννοιες όπως επανορθώσεις, αποζημιώσεις, διευθέτηση του παρελθόντος, αποκατάσταση ή και συμφιλίωση χρησιμοποιούνται εκτός Γερμανίας συχνά ως συνώνυμες. Με αποτέλεσμα οι προσδοκίες από το εξωτερικό και η προθυμία της γερμανικής πλευράς συχνά να αποκλίνουν αισθητά. Στη Γερμανία υπάρχει, όχι πάντα αδικαιολόγητος, φόβος δημιουργίας προηγούμενων με ανεπιθύμητες συνέπειες.

image

Κερδύλλια: Ανω Κερδυλιώτες που εκτελέστηκαν στις 17 Οκτωβρίου 1941 από τους Γερμανούς Ναζί, ©Χρυσούλα Καμπά
 

Έτσι οι προσπάθειες των θυμάτων να λάβουν αποζημίωση εκτός του νομικού πλαισίου διεθνών συμφωνιών παρέμειναν λίγο-πολύ ανεπιτυχείς. Αλλά και σε νομικό επίπεδο παρουσιάστηκε μετά τον Ψυχρό Πόλεμο μια κάποια κινητικότητα, για παράδειγμα στις αποζημιώσεις για θύματα καταναγκαστικής εργασίας, στις συντάξεις για έγκλειστους στα γκέτο ή στους συμψηφισμούς για κρυμμένους επιζήσαντες. Αξίζει να σημειωθεί στο σημείο αυτό, ότι το εκάστοτε κράτος είναι υπεύθυνο το ίδιο για την κατανομή των αποζημιώσεων στους πολίτες του.

image

Κερδύλλια: Ανω Κερδυλιώτες που εκτελέστηκαν στις 17 Οκτωβρίου 1941 από τους Γερμανούς Ναζί, ©Χρυσούλα Καμπά
 

Ακόμη και η ελληνική κυβέρνηση προθυμοποιήθηκε το 1961 –και μάλιστα διά νόμου– να κατανείμει την αποζημίωση από το «σύμφωνο της Βόννης» στα θύματα του ναζισμού. Φυσικά είναι συζητήσιμο εάν το ποσό που τότε συμφωνήθηκε αντιστοιχούσε στα μαρτύρια (εφόσον τα δεινά μπορούν να εκφραστούν σε χρήμα) που υπέστησαν τα θύματα ή εάν ήταν ενδεδειγμένος ο τρόπος των διαπραγματεύσεων. Την ευθύνη πάντως για την κατανομή την είχε αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση.

image

Κερδύλλια: Ανω Κερδυλιώτες που εκτελέστηκαν στις 17 Οκτωβρίου 1941 από τους Γερμανούς Ναζί, ©Χρυσούλα Καμπά
 
  • Τι σημαίνει συμφιλίωση στα πλαίσια των ελληνογερμανικών σχέσεων και τι μπορεί να την επιφέρει;

Δυστυχώς δεν μπορούμε παρά να διαπιστώσουμε ότι το Βερολίνο αντέδρασε πολύ αργά σε αυτό το θέμα. Εάν η Γερμανία είχε για παράδειγμα ανταποκριθεί πριν από 20 χρόνια στις απαιτήσεις των ελληνικών ενώσεων θυμάτων της ναζιστικής κατοχής με τη δημιουργία ενός Ταμείου για το Μέλλον, εάν υπήρχε συνεργασία στα πλαίσια μιας διμερούς επιτροπής σε πνεύμα εμπιστοσύνης, εάν είχε δοθεί πράσινο φως στις εργασίες επιτροπής ιστορικών για τη συγγραφή σχολικών βιβλίων, τότε η ελληνογερμανική διευθέτηση του κοινού παρελθόντος θα είχε σήμερα σίγουρα μιαν άλλη μορφή.

image

Άνω Βιάννος, Μνημείο εκτελεσθέντων από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής 14-9-1943, ©Χρυσούλα Καμπά
 

Δεδομένου όμως ότι τέτοιου είδους μέτρα ξεκίνησαν μόλις σε συνάρτηση με την πρόσφατη οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση στην Ελλάδα, οι Έλληνες δεν θεωρούν τα μέτρα αυτά πολιτική της συμφιλίωσης, αλλά χειρόφρενο. Το μόνο που έπρεπε να κάνουν οι ελληνικές ελίτ σε αυτές τις συνθήκες για να εκμεταλλευτούν το παρελθόν για τα συμφέροντά τους, ήταν να αναφερθούν στο σχετικό κοινωνικοπολιτικό δυναμικό.

Με ρωτάτε τώρα, πώς μπορούμε να προχωρήσουμε: με πολλή δουλειά στον τομέα της παιδείας και της διαφώτισης, και από τις δύο όμως πλευρές. Είναι και για την Ελλάδα πια καιρός να ασχοληθεί –με κριτική ματιά– με το πρόσφατο παρελθόν της. Δεν είναι τυχαίο ότι η νεότερη γενιά των Ελλήνων ιστορικών έχει εστιάσει ερευνητικά εδώ και καιρό στη δεκαετία του 1940.

image

Άνω Βιάννος, Μνημείο εκτελεσθέντων από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής 14-9-1943, ©Χρυσούλα Καμπά
 

Αυτό φαίνεται στα επιστημονικά περιοδικά και σε σχετικές εκδόσεις. Μπορεί η ενασχόληση αυτή να συντελείται μια γενιά αργότερα σε σχέση με άλλες χώρες, το θετικό είναι ότι τώρα γίνεται! Πιστεύω ότι και η Ελλάδα θα έπρεπε να επανεξετάσει κριτικά το εθνικό αφήγημα της και ταυτόχρονα να ξεπεράσει τον αυτοπροσδιορισμό της ως θύμα.

  • Ποιός θα έπρεπε κατά τη γνώμη σας να διαβάσει προσεκτικά τη γερμανική έκδοση του βιβλίου σας;

Επιθυμώ να έχω αναγνώστες που θέλουν να ρίξουν μια σύντομη μεν αλλά εμπεριστατωμένη ματιά στα παρασκήνια των πολιτικών εξελίξεων, γιατί δυστυχώς τα μέσα ενημέρωσης τις παρουσιάζουν ως επί το πλείστον σε συντομευμένη και εργαλειοποιημένη μορφή. Επιπλέον ελπίζω ότι το παράδειγμα των ελληνογερμανικών σχέσεων των τελευταίων δεκαετιών να μπορέσει να δώσει μιαν εικόνα για το πώς και τα θύματα των σημερινών συγκρούσεων θα απαιτήσουν και αυτά κάποια στιγμή μεταπολεμικές ρυθμίσεις. Ίσως τότε να είναι εφικτό –έχοντας κατά νου το ελληνογερμανικό προηγούμενο– να κατευναστεί μια παρόμοια διμερής αντιπαράθεση πιο έγκαιρα και πιο αποτελεσματικά.

image

* Η Kateřina Králová διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου της Πράγας

Συνέντευξη: Andrea Schellinger. Μετάφραση: Α. Τσίγκας. Φωτό: Βύρων Μήτου, από το τόμο με ευγενική παραχώρηση των επιμελητών: Η Θεσσαλονίκη κατά τη γερμανική κατοχή: Συλλογή φωτογραφιών Βύρωνα Μήτου. Εκδ. Ποταμός 2014, Χρυσούλα Καμπά.

 

Πηγή: diablog.eu