Ποιοί, τελικά, θα σώσουν την Ελλάδα; Αυτό το ερώτημα, μου θύμησε τη φράση από μία ξένη ταινία, που ο Άντονι Χόπκινς υποδυόταν έναν δισεκατομμυριούχο επιχειρηματία, ο οποίος χάθηκε μαζί με τους συντρόφους του σε απάτητα χιονισμένα βουνά.

Ads

Τελικά, επέζησε και κατάφερε να γυρίσει σώος και αβλαβής χωρίς, όμως, τους φτωχούς φίλους του, που χάθηκαν για πάντα μέσα στην άγρια φύση προσπαθώντας μάταια να σωθούν.

Οι δημοσιογράφοι τον περίμεναν με τα μικρόφωνα στα χέρια να κατέβει από το σωστικό αεροπλάνο – το οποίο ευτυχώς τον εντόπισε σε μια κορφή και τον περιμάζεψε λίγο πριν πνεύσει και ο ίδιος τα λοίσθια από την πείνα, την παγωνιά, και τα θηρία.

Ζήτησαν να μάθουν τα πάντα για την τραυματική περιπέτειά του και τέλος αναρωτήθηκαν και το αυτονόητο: «Πώς πέθαναν όλοι οι υπόλοιποι άτυχοι σύντροφοί σας;». «Πέθαναν, σώζοντάς με!» απάντησε ο μεγιστάνας.

Ads

Να, λοιπόν, γιατί ανασύρθηκε από τη μνήμη αυτή η φράση του μόνου επιζήσαντα…

Διότι, αν κατέβεις στο κέντρο της Αθήνας, θα αντικρίσεις σχεδόν σε κάθε πλατεία κι από έναν κουλουριασμένο άστεγο.

Διότι οι περισσότεροι γύρω μας είναι ή άνεργοι, ή υποαπασχολούμενοι, ή απλήρωτοι, ή τους έχουν καταπερικόψει τον μισθό δίνοντάς τους έξτρα μπόνους τη μόνιμη απειλή της απόλυσης.

Διότι υπάρχουν και παιδιά που υποσιτίζονται, και οι υπερήλικες που δεν έχουν να αγοράσουν τα φάρμακά τους από τις πετσοκομμένες συντάξεις. Διότι υπάρχουν όλα αυτά που γνωρίζουμε όλοι.

Και όλα αυτά μαζί τα ανέχονται σαν εφιάλτη οι πιο αδύναμοι, οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν το μάρμαρο μιας χώρας που ψυχορραγεί, κι εφόσον οι κυβερνώντες της είναι όπως όλα δείχνουν, τουλάχιστον βραδύκαυστοι, θα ανακάμψει μαρτυρικά αργά, και πιθανά μόνο ως ζόμπι, μιας πατρίδας που τίποτα δεν θα θυμίζει Ελλάδα.

Ήδη, πάρα πολλοί έλληνες, αν όχι οι περισσότεροι, μοιάζουν πλέον ως μετανάστες, ως ξένοι, ως οι έσχατοι πολίτες της.

Κι όσα μνημόνια κι αν κάνουν, όσα δάνεια κι αν πάρουν, όσες δωρεές κι αν γίνουν, όσες φιλανθρωπίες κι αν σκεφτούν για να κουκουλώσουν τα ακουκούλωτα, αυτή τη χώρα τελικώς θα την σώσουν όσο σώζεται αυτοί ακριβώς, οι έσχατοι πολίτες, που φυσικά, θα πεθάνουν σώζοντάς την, είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά. Διότι, θάνατος είναι κάθε, μα κάθε, απώλεια.

Γι αυτό ας καταλάβουν, οι κύριοι «Ναι σε όλα!» πως όσα κι αν σκαρφιστούν, ένας είναι και θα είναι ο σωτήρας της χώρας:

Ο ίδιος ο λαός της που θυσιάζεται ήδη καταθέτοντας γη και ύδωρ ήδη από το υστέρημά του για τη σωτηρία της, που κάθε μέρα θέλει δεν θέλει “φτάνει όπου δεν μπορεί”, που στύβει το μυαλό του και την ψυχή του δημιουργικά ανασύροντας ότι έχει και δεν έχει από μέσα του κι από γύρω του, που προσπαθεί να συνεργάζεται με αλληλεγγύη και επιπλέον να προσφέρει εθελοντικά, που κάνει τα πάντα για να ανταπεξέλθει. 

Αυτός είναι ο μόνος. Ξεσπάσει δεν ξεσπάσει, παραπάνω. Εξεγερθεί δεν εξεγερθεί, είτε για τα κλεμμένα δικαιώματά του, είτε για την βιασμένη δημοκρατία του, είτε ακόμη και για να τους πάρει φαλάγγι.

Κρυσταλία Πατούλη

Υγ.  Και βέβαια συμβαίνει το οξύμωρο, που ισχύει πάντα, ότι δηλαδή ο πιο αδύναμος, υποχρεούται να καταβάλει και την περισσότερη δύναμη για να σώσει όχι μόνον τον εαυτό του, αλλά από πάνω και όλους τους δυνατότερους. Όχι μόνο ως σύμπτωμα, όχι μόνο ως πείραμα, αλλά και ως ο μόνος που… δύναται.
Στις παράλογες καταστάσεις, άλλωστε, οι παράλογες αντιδράσεις, είναι φυσιολογικές…