Το μένος των νεοδεξιών κομμάτων και των καναλιών για τις διαδηλώσεις είναι γνωστό από καιρό. Αρνούνται το δικαίωμα στους πολίτες να διαδηλώνουν ενάντια σε πολιτικές λιτότητας και αφαίρεσης δικαιωμάτων κατακτημένων με αίμα. Ειδικά τα διαπλεκόμενα μίντια έχουν αναγάγει σε επιστήμη την επικοινωνία υποστήριξης της ΕΛΑΣ και ταυτόχρονα τις επικρίσεις κατά των διαδηλώσεων προτείνοντας ευτράπελες λύσεις, αλλά ποτέ την ικανοποίηση των αιτημάτων των πολιτών και εργαζομένων. Η μεταδημοκρατία τους απαιτεί μόνο δικαίωμα πολιτικής άποψης (στο ανώδυνο διαδίκτυο ή στον καναπέ), αλλά όχι ενεργότερης αντίδρασης κατά των πολιτικών που του ορίζουν τη ζωή.

Ads

Μόνο μέσα σε ένα τέτοιο πολιτικό φάσμα και μιντιακής διαμόρφωσης αντικινηματικής συνείδησης μπορούμε να δούμε την ενορχηστρωμένη επίθεση κατά της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Ακούσαμε ή διαβάσαμε ότι “πούλησε νταηλίκι” σε έναν καημένο αστυνομικό, ότι “υπερέβη την εξουσία της”, ότι «προσβάλλει το θεσμικό της ρόλο» κλπ.

Προφανώς για όσους επί χρόνια -από διάφορα πόστα- πάλευαν ενάντια στα συμφέροντα των πολιτών, η διαμαρτυρία (κοσμιοτάτη κατά τη γνώμη του γράφοντος) για την αστυνομική παρεμπόδιση, αποτελεί προσβολή σε θεσμούς… Δεν είδαν προβολή σε θεσμούς όταν υπέγραφαν ή ψήφιζαν μνημόνια χωρίς να τα διαβάσουν ή όταν ψήφιζαν νόμους με ένα άρθρο και εκατοντάδες παραγράφους, αλλά μόνο όταν ένας πολιτειακός παράγοντας υπερασπίστηκε διαδηλωτές.

Γιατί τελικά εκεί είναι η ουσία… Κάποτε κάποιος με πολιτειακό αξίωμα έπρεπε να υπερασπιστεί διαδηλωτές (αντικυβερνητικούς) έναντι της αστυνομικής αυθαιρεσίας που με κάθε ευκαιρία αποκλείουν ολόκληρες περιοχές πόλεων, βγάζουν διαταγές απαγόρευσης κυκλοφορίας, δέρνουν διαδηλωτές μαζί με εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.

Ads

Πόσο μάλλον όταν οι διαδηλωτές είναι εργαζόμενοι σε νοσοκομεία, ένα από τα πλέον πολύπαθα μέρη της χώρας σε έναν κλάδο που δέχτηκε -μαζί με την παιδεία και την πρόνοια γενικότερα- τις μεγαλύτερες περικοπές στο όνομα των υπερβολικών στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος. Ακόμα προχτές ήταν που η κυβέρνηση αποπλήρωνε οφειλές των προηγούμενων ετών στο νοσοκομειακό προσωπικό.

Ωστόσο, για το παλιό πολιτικό σύστημα (κόμματα και μίντια) κάθε απόπειρα προστασίας των διαδηλωτών και έκθεσης της αστυνομίας στην κοινή γνώμη αποτελεί κίνδυνο, απειλεί συθέμελα ό,τι με κόπο έχτιζαν επί δεκαετίες. Πρέπει αυτομάτως η Πρόεδρος της Βουλής που υπερασπίζεται το δικαίωμα πρόσβασης όλων στη Βουλή  να καταστεί επικίνδυνη για τη δημόσια ασφάλεια, να λοιδορηθεί γιατί “επιτέθηκε” σε έναν αστυνομικό (ξεχνώντας ότι μιλάμε για ανώτατο αξιωματικό, ταξίαρχο).

Κακά τα ψέματα. Η Πρόεδρος της Βουλής εκφράζει όχι τους βουλευτές που την ψήφισαν, αλλά τις αρχές της και τον εντολέα των βουλευτών, το λαό. Ξεφεύγει από τα πρότυπα των ήσυχων και μη απειλητικών Προέδρων του παρελθόντος και διεκδικεί το ρόλο που της αναθέτει η Πολιτεία. Μάθανε στο ρόλο των Προέδρων βουλευτές που ποτέ δεν εμφανίζονταν στο προσκήνιο, παρά το θεσμικό τους ρόλο αλλά έμεναν κομπάρσοι απολαμβάνοντας τις τιμές δίχως ευθύνες, εκτός αίθουσας.

Και επίσης να πούμε μία ακόμα αλήθεια… Εκτός από σαφές μήνυμα υπέρ της προσβασιμότητας στη Βουλή που ενόχλησε τον παλαιοκομματισμό και τα μιντιακά φερέφωνα, η Ζωή Κωνσταντοπούλου πήρε πάνω της την άμυνα της κυβέρνησης απέναντι στη φυσική αστυνομική ηγεσία που απέκλεισε την πορεία. Ας φανταστούμε τι θα έλεγαν “για πρώτη φορά αριστερά” με τέτοια αστυνομική παρουσία στη Βουλή, ας σκεφτούμε πώς θα αντιδρούσαν κατά της κυβέρνησης όσοι κωφεύουν απέναντι στην αστυνομική παρέμβαση σε διαδηλωτές.

Το λόγο πλέον έχει ο Υπουργός… Η ΕΛΑΣ δεν μπορεί να αποκλείει δρόμους ή να απαγορεύει την κυκλοφορία σε πόλεις, με λογικές χούντας. Η κυβέρνηση δεν πρέπει να φοβάται τους διαμαρτυρόμενους πολίτες.

Αντίθετα, αυτοί της δίνουν δύναμη να κινείται στο πλαίσιο των αρχών της και να μην υποκύπτει στις ολιγαρχικές πιέσεις (εξωτερικού ή εσωτερικού). Αλλά αυτό ακριβώς φοβούνται σήμερα όσοι χάνουν τον έλεγχο της εξουσίας… Τη διατήρηση του αριστερού πρόσημου και εκεί στοχεύουν ούτως ή άλλως από την αρχή (με μονταζιέρες, με σπέκουλες, προβοκάτσιες κλπ).