Η Ελλάδα, ιδιαίτερα, την περίοδο της λεγόμενης οικονομικής κρίσης, φάνηκε να απουσιάζει από τις εξελίξεις, όχι μόνο στα Βαλκάνια, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Έπρεπε να αναλάβει την ευθύνη της διακυβέρνησης ο ΣΥΡΙΖΑ ώστε να αναδειχθεί ο κομβικός ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον η χώρα.

Ads

Η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έκλεισε τον δρόμο στην Τουρκική διείσδυση στα βόρεια σύνορά μας, προχωρώντας στη Συμφωνία των Πρεσπών και κάνοντας φίλη και σύμμαχο μια χώρα που μέχρι χθες επηρέαζε σε μεγάλο βαθμό η Τουρκική διπλωματία. Παράλληλα, ενδυνάμωσε τις τριγωνικές συνεργασίες της χώρας στην ΝΑ Μεσόγειο με Ισραήλ, Αίγυπτο, Κύπρο και προχώρησε, καθοριστικά, τη συμφωνία για τον EAST-MED. Επανεκκίνησε τις διαδικασίες επίλυσης του κυπριακού ζητήματος έως τη σύσκεψη του Κραν Μοντανά, που τορπίλισε στο τέλος η τουρκική πλευρά. Η ελληνική πλευρά εκείνη την περίοδο, συζητούσε, έχτιζε συμμαχίες, έπαιρνε πρωτοβουλίες, όπως για τη Σύνοδο των χωρών του Νότου, επέβαλε την παρουσία της σε διεθνείς συσκέψεις, όπως στο Παλέρμο για το Λιβυκό ζήτημα, διεκδικούσε, γιατί δεν ήταν «δεδομένη».

Η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ στα εξωτερικά ζητήματα υπήρξε καθοριστική ώστε να  διαμορφωθεί ένας καθαρός διάδρομος επιδιώξεων από την ελληνική πλευρά που θα διασφάλιζε τα συμφέροντα της χώρας μας στον άμεσο και μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα. Αρκεί να τηρούνταν δύο βασικές προϋποθέσεις. Η πρώτη, έχει να κάνει με την παραδοχή ότι η εξωτερική πολιτική δεν είναι μια διαδικασία στατική και ότι η παραμικρή αδράνεια μπορεί να είναι επιζήμια για τα συμφέροντα της χώρας. Η δεύτερη, έχει να κάνει με το αξίωμα ότι στη διεθνή διπλωματική σκακιέρα και στο πλαίσιο οικοδόμησης, επιβεβαίωσης και σύσφιξης συμμαχιών, πρέπει να είσαι σταθερός, αλλά ποτέ προβλέψιμος και δεδομένος συνομιλητής. Δυστυχώς, τις δύο αυτές προϋποθέσεις δεν τις τήρησε η κυβέρνηση της Ν.Δ. 

Στη συγκυρία αυτή χρειαζόμαστε στρατηγική, συμμαχίες, αλλά και γνώση των συνθηκών. Η Αμερική του Τραμπ είναι απρόβλεπτη και πολυπαραγοντική κι ως εκ τούτου ανάλογα οφείλουμε να κινηθούμε κι εμείς. Οι συμμαχίες μετατοπίζονται διαρκώς ανάλογα με τις εξελίξεις στις εμπόλεμες ζώνες, καθώς Συρία και Λιβύη αλλάζουν τη γεωπολιτική δυναμική. Επιπρόσθετα, ο ρόλος της Γερμανίας με τον τεράστιο όγκο επενδύσεων στην Τουρκία, η Γαλλία με τις δικές της επιδιώξεις στη Μεσόγειο, αλλά και χώρες με μεγάλη τραπεζική έκθεση στη γειτονική χώρα όπως η Ισπανία και η Ιταλία, απαιτούν μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική από την Ελλάδα, ώστε να μην αντιδρά κατόπιν εορτής. 

Ads

Προς το παρόν κι ενόψει της συνόδου κορυφής της Ε.Ε. που θα εξετάσει, εκτός των άλλων και τις κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας που τόσο άργησε η ΝΔ να διεκδικήσει, βιώνουμε μια προσωρινή αποκλιμάκωση της έντασης στην περιοχή με τον κύριο όγκο των πολεμικών πλοίων να αποχωρούν. Οι προκλήσεις βέβαια από την τουρκική πλευρά συνεχίζονται, όχι μόνο σε λεκτικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο navtex και συνεχιζόμενων παράνομων ερευνών στην κυπριακή ΑΟΖ. Θα πρέπει να γίνει σαφές από την ελληνική πλευρά, προς όλους, ότι η Κύπρος δεν είναι μόνη και δεν υπάρχει βιώσιμη λύση στην Ν.Α. Μεσόγειο δίχως ξεκάθαρη κι έμπρακτη στήριξη της Κύπρου. Η Ε.Ε. δεν μπορεί να αξιώνει κυρώσεις στη Λευκορωσία και να αγνοεί την παραβίαση της κυπριακής ΑΟΖ από την Τουρκία του Ερντογάν. 

Ο διάλογος, διαχρονικά, θα αποτελεί τη βέλτιστη λύση, γιατί σε κάθε πολεμική σύρραξη μόνο οι λαοί έχουν να χάσουν, ενώ, επί της ουσίας, δεν έχουν και τίποτα να χωρίσουν.  Με την αναθεωρητική πολιτική Ερντογάν ωστόσο, μας χωρίζουν τα πάντα. 

Η κυβέρνηση της Ν.Δ. πρέπει να αντιληφθεί ότι τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής δεν αντιμετωπίζονται με όρους εσωτερικής επικοινωνιακής διαχείρισης, αλλά απαιτούν σχέδιο, συμμαχίες και διπλωματικές πρωτοβουλίες. 

Δεν απαιτούν κινήσεις μυστικής διπλωματίας για τις οποίες ενημερωνόμαστε είτε από Τούρκους αξιωματούχους, είτε από τον Γ.Γ. του ΝΑΤΟ. 
Απαιτούν όμως εθνική συνεννόηση κι ένα αρραγές εσωτερικό μέτωπο, το οποίο επιζητά ο ΣΥΡΙΖΑ.

Απαιτείται εθνικό σχέδιο για τη στρατηγική της χώρας που θα αφορά τις εξελίξεις στα Βαλκάνια και την ευρωπαϊκή τους προοπτική. Την πορεία ανακήρυξης ΑΟΖ με τις γειτονικές μας χώρες. Τις συμμαχίες που πρέπει να χτίσουμε αλλά και να ενισχύσουμε στην ΝΑ Μεσόγειο. Την στρατηγική μας για την επίλυση της μόνης διαφοράς που αναγνωρίζουμε με την Τουρκία και που αφορά στον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας.

Τέλος, οφείλουμε να συζητήσουμε σοβαρά για την αμυντική θωράκιση της χώρας. Για λόγους γεωγραφικούς και γεωπολιτικούς δεν είναι δυνατό να εθελοτυφλούμε για την αναγκαιότητα της αποτρεπτικής δύναμης της Ελλάδας. Δεν έχουμε γείτονες Σκανδιναβούς ούτε βορειοευρωπαίους, αλλά μια χώρα που διατηρεί σε ισχύ το casus belli σε περίπτωση που ασκήσουμε κυριαρχικά μας δικαιώματα και διατηρεί αξιόμαχη στρατιά του Αιγαίου. Το να προχωράς όμως σε μια κούρσα εξοπλισμών η οποία, κάθε φορά που θα ενισχύεται η άλλη πλευρά, θα πρέπει να επαναλαμβάνεται, εκτός από ασύμφορο οικονομικά είναι και αναποτελεσματικό.

Η αγορά εξοπλισμών θα έπρεπε να αφορά συστήματα νέας γενιάς που να προσφέρουν πλεονέκτημα που δύσκολα τα επόμενα χρόνια θα μπορούσε να ανατραπεί και θα ακύρωνε μια ανούσια κούρσα αγορών οπλικών συστημάτων από την οποία μόνο οι εξαγωγικές χώρες κερδίζουν. Θα έπρεπε επίσης να στοχεύσουμε στην ανασυγκρότηση της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας αξιοποιώντας έρευνα, τεχνολογία, Έλληνες επιστήμονες και δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας στον δευτερογενή τομέα της οικονομίας, ενισχύοντας και το ΑΕΠ μας. Το Ισραήλ για παράδειγμα, ενώ ξοδεύει μεγαλύτερο μέρος του ΑΕΠ του για εξοπλισμούς, το ποσό αυτό δεν αφορά μόνο εισαγωγές οπλικών συστημάτων, αλλά χρηματοδότηση της εγχώριας έρευνας για τεχνολογίες αιχμής που αφορούν την άμυνά τους και μετά από εύλογο χρονικό διάστημα η τεχνογνωσία που παράγεται χρησιμοποιείται και για μη στρατιωτικής υφής εφαρμογές. Έχει ένα πολλαπλασιαστικό αποτύπωμα στην έρευνα, την τεχνολογία και την επιχειρηματικότητα. Στις ΗΠΑ διοργανώνονται διαγωνισμοί με χρηματικά έπαθλα που αφορούν startups νέων επιχειρηματιών με θέμα καινοτόμες στρατιωτικές τεχνολογίες. 

Η χώρα βρίσκεται μπροστά σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι και η κυβέρνηση οφείλει να επιλέξει αν επιθυμεί την εθνική συνεννόηση ή την επικοινωνιακή διαχείριση των κρίσιμων εθνικών θεμάτων. Οι επιλογές που θα γίνουν αυτή την περίοδο δεν αφορούν τη ΝΔ. Αφορούν το μέλλον της πατρίδας μας. 

* Ο Δημήτρης Σακελλάρης είναι μέλος της Κ.Ε. ΣΥΡΙΖΑ