Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν τον συντάκτη τους, χωρίς να συμπίπτουν κατ' ανάγκη με την άποψη του Tvxs.gr
Οι διπλές εκλογές του 2012 αναδεικνύουν τον Αλέξη Τσίπρα αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ένα χρόνο μετά αρχίζει να γράφει τον πρόλογο του βιβλίου μου. Ένας πρόλογος δεν είναι προεκλογικό κείμενο. Χωρίς αμφιβολία σε προεκλογικές περιόδους συνήθως λέγονται και σπανιότερα γράφονται πολλά.
Ας υποθέσουμε πως αυτά είναι μέσα στο «παιχνίδι» της επίτευξης του θεμιτού στόχου για το καλύτερο δυνατό εκλογικό αποτέλεσμα που είναι το πρώτο μέλημα των εκλογικών επιτελείων. Το ακροατήριο είναι ή επιδιώκεται να είναι όσο το δυνατόν πιο ευρύ, μπαίνουν διλλήματα, παρουσιάζονται προγραμματικές θέσεις, σπανιότερα στρατηγικές κ.λπ.
Όμως, αντίθετα με ό, τι συμβαίνει σε προεκλογικές περιόδους, σε έναν πρόλογο ο πολιτικός είναι πιο αυθεντικός. Πιο αληθινός στην διατύπωση των σκέψεών του με αφορμή το κείμενο του βιβλίου που προλογίζει. Για το λόγο αυτό εκτιμώ πως έχουν ενδιαφέρον αυτά που έγραφε ο Α. Τσίπρας τον Ιούνιο του 2013 στον πρόλογο του βιβλίου μου.
Ο αναγνώστης θα κρίνει αυτά που έγραφε πριν δύο χρόνια με όσα ακολούθησαν και ίσως βοηθήσουν να σχηματίσει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τον Α. Τσίπρα και τις απόψεις του. Σας παραθέτω ολόκληρο τον πρόλογο με την προτροπή να εκτιμηθεί ως σύνολο και όχι αποκόπτοντας φράσεις που «ταιριάζουν» στον καθένα (ειδικά τώρα που η «Αριστερή Πλατφόρμα» συμμετέχει στις εκλογές ως ξεχωριστό πολιτικό κόμμα).
Χρήστος Γιαννίμπας
Πρόλογος
H βαριά σκιά της κρίσης απλώνεται ήδη τρία χρόνια πάνω από την Ελλάδα. Η πολιτική των Μνημονίων, μια πολιτική όχι λανθασμένη ή αποτυχημένη, αλλά κακόβουλη, καταστρέφει ό,τι είχε απομείνει όρθιο από τις εργασιακές σχέσεις, το κοινωνικό κράτος, το ασφαλιστικό σύστημα, τις αναπτυξιακές και παραγωγικές δυνατότητες του τόπου μας αλλά και τους ίδιους τους δημοκρατικούς θεσμούς. Οι κυβερνήσεις του πολιτικού κατεστημένου συμμετέχουν πρόθυμα σε αυτό το σχέδιο ραγδαίας πολιτικής οπισθοδρόμησης. Έχουν συνδέσει την πολιτική τους επιβίωση με τα συμφέροντα που λεηλατούν συστηματικά τη χώρα μας, και δεν μπορούν πλέον να κάνουν πίσω. Ο λαός δεν έχει να ελπίζει σε τίποτα πια παρά μόνο στον εαυτό του. Μονάχα οι δυνάμεις της εργασίας, η νεολαία, τα πολύμορφα κινήματα αντίστασης και αλληλεγγύης μπορούν με τον αγώνα τους να απεγκλωβίσουν τον τόπο από το σημερινό καταστροφικό αδιέξοδο και να ανοίξουν εναλλακτικούς δρόμους.
Η κρίση έκανε τις μάσκες και τα προσχήματα να πέσουν και έδειξε τα πράγματα όπως πραγματικά είναι. Αποκάλυψε τις αντιφάσεις, τα αδιέξοδα και τα εξαιρετικά περιορισμένα όρια της «οικονομίας των ελεύθερων αγορών». Μας φανέρωσε ωμά τον κυνισμό, την αρπακτικότητα και την απληστία των δυνάμεων του νεοφιλελευθερισμού. Μας έφερε αντιμέτωπους με τα δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και με τις στρεβλώσεις του μοντέλου «ανάπτυξης» που χαρακτήριζε την Ελλάδα των προηγούμενων δεκαετιών. Ξεγύμνωσε την πολιτική χρεοκοπία, την ιδιοτέλεια και την ανικανότητα του οικονομικού-πολιτικού κατεστημένου που για χρόνια κρατούσε το τιμόνι της χώρας.
Τις παλιές καλές εποχές, όταν η ανάπτυξη πλούτιζε τους τραπεζίτες, τους εργολάβους και τους ενδιάμεσους παράγοντας τεράστιες ποσότητες μαύρου πολιτικού χρήματος, η κυρίαρχη ιδεολογία που είχε επιβληθεί στα λαϊκά στρώματα ήταν η πολιτική απάθεια. Το σύστημα δούλευε, το ΑΕΠ φούσκωνε, η γκλαμουριά ήταν διάχυτη γύρω μας, ενώ παράλληλα μεγάλωναν οι διαστάσεις σοβαρών κοινωνικών προβλημάτων, όπως η ακρίβεια, η υψηλή ανεργία και η υπερχρέωση. Παρ’ όλα αυτά η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων δεν μπορούσε να προχωρήσει πιο πέρα από το να τιμωρήσει το ένα κόμμα εξουσίας ψηφίζοντας το άλλο.
Μετά τις εκλογές του 1996, που έφεραν δυναμικά στο προσκήνιο το μπλοκ του νεοφιλελεύθερου «εκσυγχρονισμού», οι τέσσερις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις (2000, 2004, 2007 και 2009) έλαβαν χώρα στον απόηχο μεγάλων οικονομικών σκανδάλων. Πολλοί ήταν αυτοί που εξοργίζονταν με την εκάστοτε κυβέρνηση, όμως ελάχιστοι ήταν εκείνοι που εντόπιζαν κάποιο πρόβλημα στην υπερκερδοφορία των τραπεζών, τα καρτέλ, τη διασπάθιση των ευρωπαϊκών κονδυλίων και των αναπτυξιακών πόρων, τη νόμιμη φοροδιαφυγή του κεφαλαίου, τις offshore που ξεφύτρωναν παντού, τις επιζήμιες για το δημόσιο συμφέρον συμβάσεις έργων, το χορό της μίζας. Όλα θεωρούνταν μέρος μιας κανονικότητας, που θα παρέμενε έτσι, γιατί ο κόσμος δεν ήξερε με τι θα μπορούσε να την αντικαταστήσει.
Σήμερα αυτό έχει αλλάξει. Οι άνθρωποι ψάχνονται, σκέφτονται, αμφισβητούν. Προσπαθούν να κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας του συστήματος και τις πραγματικές αιτίες της κρίσης. Αναζητούν ενημέρωση, στοιχεία, δεδομένα, επιχειρήματα. Η κυρίαρχη ιδεολογία, γεμάτη αστραφτερές γενικότητες, αμφίσημους όρους («μεταρρυθμίσεις», «ευελιξία», «ανταγωνιστικότητα», «απελευθέρωση»…), και θολές υποσχέσεις για καλύτερες μέρες, δεν πείθει πλέον ούτε τον εαυτό της. Η επίσημη αφήγηση για την κρίση («όλοι μαζί τα φάγαμε», «ήμασταν τεμπέληδες», «φταίει η υπερβολική δημοκρατία και η μεταπολίτευση»…) έχει μετατραπεί σε καρικατούρα. Το ίδιο και το «success story», βάσει του οποίου θα έπρεπε να βρισκόμαστε στις αγορές από το 2011, με ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης. Με δεδομένη την ολοκληρωτική αποτυχία του ελληνικού προγράμματος «διάσωσης» (άλλος αμφίσημος όρος) η κοινωνία προβληματίζεται και αναζητά απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα: Πώς καταφέρνουν οι τράπεζες να έχουν ιδιωτικά κέρδη αλλά να προκαλούν δημόσιες ζημιές; Τι σχέση μπορεί να έχουν με την ανάπτυξη και τη μείωση της ανεργίας μέτρα όπως η μείωση των μισθών, η απελευθέρωση των απολύσεων, η διάλυση των ασφαλιστικών ταμείων και το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου; Πώς θα είναι η Ελλάδα σε μερικά χρόνια, αν συνεχιστεί η σημερινή πολιτική; Ποια Ευρώπη σχεδιάζεται πάνω στο ελληνικό πείραμα και τι πρέπει να κάνουμε για να αποτρέψουμε μια πορεία προς τα εκεί; Όμως το καίριο ερώτημα που τίθεται είναι: Ας υποθέσουμε ότι το διώχνουμε το Μνημόνιο. Μετά τι;
Το ερώτημα αυτό απευθύνεται πρώτα και κύρια στην Αριστερά. Γιατί στην Αριστερά στράφηκε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, αναζητώντας διέξοδο από την κρίση, και άμυνες απέναντι στο Μνημόνιο. Οι διπλές εκλογές του 2012 μας πήραν από την αυτάρκεια, τις βεβαιότητες και τις εσωτερικές διαμάχες του 4%, και μας έφεραν απότομα μπροστά στα δύσκολα. Δηλαδή μπροστά στην ανάγκη να διατυπώσουμε το εναλλακτικό μας σχέδιο με τόση σαφήνεια και πειστικότητα, ώστε να συσπειρώσει γύρω του μια ευρύτατη κοινωνική πλειοψηφία.
Όμως μια σοβαρή προγραμματική δουλειά δεν γίνεται αυτόματα πόλος κοινωνικής συσπείρωσης. Δεν αρκεί η εκφώνηση προγραμματικών στόχων και η επίπονη εργασία επιτροπών. Κάθε προγραμματική θέση ωριμάζει μέσα από τον ανοιχτό διάλογο, την αντιπαράθεση, την ανταλλαγή επιχειρημάτων. Ένα εναλλακτικό σχέδιο πρέπει να αντέχει στην αμφισβήτηση και την κριτική, καλόπιστη ή κακόπιστη. Να έχει απαντήσεις ακόμα και στα πιο δύσκολα, τα πιο ενοχλητικά ερωτήματα. Να είναι ανοιχτό σε απόψεις και να αναδιαμορφώνεται συνέχεια. Να είναι διατυπωμένο με απλό και πειστικό τρόπο, βασισμένο σε ορθή ανάλυση, αντικειμενικά δεδομένα και κριτική προσέγγιση της πραγματικότητας. Τότε μόνο μπορεί να γίνει υπόθεση μιας μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Και τότε μόνο οι αγώνες για την ανατροπή του Μνημονίου μπορούν να πάρουν πιο αποφασιστικό χαρακτήρα, να γίνουν πιο δυναμικοί και πιο αποτελεσματικοί, να αποκτήσουν παλλαϊκά χαρακτηριστικά και να αποτελέσουν τον καταλύτη μιας μεγάλης ιστορικής πολιτικής στροφής.
Αναζητούμε, λοιπόν, τρόπους να κάνουμε συνεχώς πιο κατανοητά, και στον κόσμο αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό, θέματα όπως: Πώς λειτουργεί το σύστημα σήμερα και πώς θέλουμε να το κάνουμε να λειτουργεί. Ποια είναι τα όρια του εφικτού και της ουτοπίας. Ποιο είναι το περιεχόμενο και ο στόχος που δίνει ριζοσπαστικό χαρακτήρα σε μια μεταρρύθμιση. Ποιος μπορεί να είναι ο νέος παραγωγικός προσανατολισμός του τόπου μας, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες, και όχι στην ανάγκη του κεφαλαίου για υψηλή και εύκολη κερδοφορία. Πώς αντιλαμβανόμαστε τη δημοκρατία και μέσα από ποιες θεσμικές τομές θα κινηθούμε προς τα εκεί. Πώς αντιλαμβανόμαστε την κοινωνία των πολιτών, την αυτοδιοίκηση, τα συνδικάτα και πώς θα συμβάλουμε στη χειραφέτησή τους από τον παραγοντισμό, τα πελατειακά δίκτυα και τη διαπλοκή.
Σε μια τέτοια αναζήτηση, το βιβλίο του Χρήστου Γιαννίμπα βοηθάει πάρα πολύ. Γραμμένο με άμεσο και έξυπνο τρόπο, θεμελιωμένο πάνω σε ένα υπόβαθρο ευρύτερης καλλιέργειας, μιλάει όπως πρέπει να μιλάει η Αριστερά. Δεν διεκδικεί το μονοπώλιο των ορθών απαντήσεων, αλλά θέτει με κατηγορηματικό τρόπο τα ερωτήματα, χωρίς να κρύβει τα δύσκολα κάτω από το χαλί. Καταρρίπτει την κυρίαρχη επιχειρηματολογία. Ταυτόχρονα όμως προσεγγίζει θέματα, στα οποία η Αριστερά, αν θέλει να αρθεί στο ύψος μιας δύναμης αλλαγής, οφείλει να έχει ξεκάθαρα διατυπωμένη θέση. Δεν θα χρειαζόταν κάτι τέτοιο, αν η σύγκρουση της κοινωνίας με το Μνημόνιο είχε ως αίτημα την επιστροφή στα χρόνια πριν το 2010. Τώρα όμως είναι απαραίτητο. Γιατί η έξοδος από την κρίση έχει ως στόχο και όραμα όχι το παρελθόν, αλλά μια καινούρια Ελλάδα, παραγωγικά ανασυγκροτημένη προς όφελος της κοινωνίας, βαθιά δημοκρατική, πρωτοπόρα στις διεργασίες μιας μεγάλης προοδευτικής ανατροπής στην Ευρώπη. Αυτή την Ελλάδα οφείλουμε να την περιγράψουμε από τώρα, όσο πιο ζωντανά και πειστικά μπορούμε, έτσι ώστε να την κάνουμε υπόθεση και απελευθερωτικό όραμα ολόκληρης της κοινωνίας.
Αλέξης Τσίπρας
Πρόεδρος ΣΥΡΙΖΑ
Αθήνα, Αύγουστος 2013
Στην Ελλάδα τα ΜΜΕ που στηρίζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χρημαδοτούνται από το ... κράτος. Tο tvxs.gr στηρίζεται στους αναγνώστες του και αποτελεί μια από τις ελάχιστες ανεξάρτητες φωνές στη χώρα. Mε μια συνδρομή, από 2.9 €/μήνα,ενισχύετε την αυτονομία του tvxs.gr και των δημοσιογραφικών του ερευνών. Συγχρόνως αποκτάτε πρόσβαση στα ντοκιμαντέρ και το περιεχόμενο του 24ores.gr.
Δες τα πακέτα συνδρομών >