Την Κυριακή, πραγματοποιήθηκε στο Στρασβούργο, η εναρκτήρια εκδήλωση της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης. Η Διάσκεψη αποτελεί μια σειρά διαλόγων και συζητήσεων με τη συμμετοχή πολιτών αλλά και πολιτικών,  η οποία θα δώσει τη δυνατότητα σε πολίτες από όλη την Ευρώπη να μοιραστούν τις ιδέες τους σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στο μέλλον.

Ads

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχουν δεσμευθεί να ακούσουν τους Ευρωπαίους και, σύμφωνα με τις αρμοδιότητές τους, να δώσουν συνέχεια στις συστάσεις που διατυπώνονται. Έως την άνοιξη του 2022 λοιπόν, η Διάσκεψη αναμένεται να καταλήξει στα συμπεράσματα της.

Με κοινό άρθρο τους στην «Καθημερινή», η Πρόεδρος της Δημοκρατίας,  Κατερίνα Σακελλαροπούλου και άλλοι 20 αρχηγοί κρατών της Ευρωπαϊκής  Ένωσης, αναφέρθηκαν στη Διάσκεψη και κάλεσαν τους πολίτες της Ένωσης να συμμετάσχουν ενεργά στη συζήτηση. Διαβάζοντας το κείμενο, μπορούμε να εντοπίσουμε και να αντιληφθούμε ακριβώς τα σημεία αυτά, που θα κρίνουν ποιο θα είναι το Μέλλον της Ευρώπης.

«Η πανδημία της COVID-19 μας υπενθύμισε τι αξίζει αληθινά στη ζωή μας, η υγεία μας, η σχέση μας με τη φύση, η σχέση με τους συνανθρώπους μας, η αμοιβαία αλληλεγγύη και η συνεργασία. Έφερε στην επιφάνεια προβληματισμούς σχετικά με τον τρόπο που ζούμε. Ανέδειξε τα πλεονεκτήματα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά και τις αδυναμίες της. Πρέπει να μιλήσουμε για όλα αυτά», αναφέρουν χαρακτηριστικά οι πολιτικοί αρχηγοί. Ας πάρουμε λοιπόν ένα-ένα τα όσα «αξίζουν αληθινά στη ζωή μας», όπως επισημαίνουν:

Ads

«Η υγεία μας»

Η φράση «υγεία πάνω απ’ όλα», μάλλον ερμηνεύεται διαφορετικά στις Βρυξέλλες. Δεν μπορεί να εξηγηθεί αλλιώς το γεγονός πως, σύμφωνα με στοιχεία που είχε παρουσιάσει ο ευρωβουλευτής Μάρτιν Σίρντεβαν, από το 2011 έως το 2018 η Κομισιόν ζήτησε 63 φορές από κράτη-μέλη της να μειώσουν τις δαπάνες για την Υγεία ή και να προχωρήσουν σε ιδιωτικοποιήσεις στον συγκεκριμένο κλάδο.

Πρόκειται ασφαλώς για τα ίδια σκληρά χρόνια, κατά τα οποία οι χώρες της Περιφέρειας, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα φυσικά, καλούνταν να περικόψουν τα χρήματα που δαπανούσαν στη δημόσια Υγεία, με αποτέλεσμα το ΕΣΥ να βρίσκεται «στα όρια του», πριν καν έρθει η πανδημία. Οι πιέσεις από το λόμπι των ιδιωτικών νοσοκομείων, UEHP και τα προγράμματα διάσωσης των… τραπεζών, (κοινώς, μνημόνια), ήταν καθοριστικά στην εξέλιξη αυτή.

Και είναι να αναρωτιέται κανείς: Μήπως τελικά η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε ξεχάσει ότι «η υγεία μας αξίζει αληθινά στη ζωή μας» και το θυμήθηκε τώρα;

Η απάντηση είναι ένα ωραιότατο «nein». Όσο ωραίο ήταν και όταν, προ ολίγων ημερών, η Γερμανία αρνήθηκε κατηγορηματικά την πρόταση Μπάιντεν για απελευθέρωση των πατεντών. Εάν λοιπόν «η υγεία αξίζει αληθινά στη ζωή μας», πως είναι δυνατόν οι πολιτικοί της ΕΕ που στοχεύουν στο «καλό των πολιτών», να χρησιμοποιούν τα ίδια επιχειρήματα κατά της απελευθέρωσης της πατέντας με τις εταιρείες, οι οποίες είδαν τις μετοχές τους να κάνουν «βουτιά» μετά την πρόταση Μπάιντεν;  Και παράλληλα, τελικά αφού για την ΕΕ αξίζει η υγεία, τι συμβαίνει με το ρωσικό εμβόλιο; Γιατί αγιοποιήθηκαν τα εμβόλια και αγνοήθηκαν τα φάρμακα κατά του κορονοϊού; Μήπως γιατί τελικά η υγεία περνάει σε δεύτερη μοίρα όταν ανταγωνίζεται με το lobbying και τις γεωπολιτικές βλέψεις (υπέρ του εκάστοτε κεφαλαίου);

«Η σχέση μας με τη φύση»

Άλλο θέμα, ίδια λογική. Μας υπενθύμισε λοιπόν η πανδημία ότι η σχέση μας με τη φύση είναι από εκείνα που «αξίζουν αληθινά στη ζωή μας». Παρ’ όλα αυτά, η Ένωση παραμένει στην  Energy Charter Treaty, η οποία, σε συνδυασμό με το επιτυχημένο lobbying των εταιρειών Ενέργειας στην ΕΕ, εμποδίζει την ενεργειακή μετάβαση της Ένωσης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και εξασφαλίζει (μόνο) τα κέρδη των εταιρειών.

Συγκεκριμένα, η Συνθήκη για τον Χάρτη Ενέργειας (Energy Charter Treaty) δίνει τη δυνατότητα σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο χώρο της Ενέργειας, να μηνύσουν κυβερνήσεις κρατών, ζητώντας αποζημιώσεις δισεκατομμυρίων ευρώ, εφόσον θεωρήσουν πως, τα (τωρινά ή μελλοντικά) τους συμφέροντα «τίθενται σε κίνδυνο», από τις πολιτικές των κυβερνήσεων. Κάτι τέτοιο ασφαλώς, «φρενάρει» τις προσπάθειες των κρατών-μελών της ΕΕ και της ίδιας της Ένωσης να στραφούν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, φοβούμενες τις υπέρογκες αποζημιώσεις.

Ως αποτέλεσμα λοιπόν, αν και οι επιστήμονες προειδοποιούν πως, απαραίτητη προϋπόθεση για να επιτευχθεί ο στόχος του ευρωπαϊκού κλιματικού νόμου που προβλέπει ότι η άνοδος της θερμοκρασίας μέχρι τα τέλη του αιώνα πρέπει να συγκρατηθεί στον 1,5 βαθμό Κελσίου, είναι να τεθούν εκτός λειτουργίας οι μονάδες παραγωγής ενέργειας που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα, φαίνεται πως και στο συγκεκριμένο πεδίο, τα συμφέροντα των επιχειρήσεων του χώρου της Ενέργειας επικρατούν της «σχέσης μας με τη φύση, που αξίζει αληθινά στη ζωή μας».

«Η αμοιβαία αλληλεγγύη και η συνεργασία»

Η πανδημία θύμισε στην Ευρωπαϊκή Ένωση πως «αξίζει αληθινά στη ζωή μας η αμοιβαία αλληλεγγύη και η συνεργασία». Πολύ καλά νέα, θα μπορούσε να πει κάποιος. Ειδικά από την στιγμή που μόλις μερικά χρόνια πριν, εφαρμόζονταν σε κράτη-μέλη, «μηχανισμοί βασανισμού» (κατά τα λεγόμενα του γερμανού υπουργού Εξωτερικών, Χ. Μάας) ή αλλιώς… μνημόνια.

Παρ’ όλα αυτά, η «αλληλεγγύη και η συνεργασία» δεν ήταν οι λέξεις που ήρθαν στο μυαλό μας, όταν κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για το Ταμείο Ανάκαμψης τον Ιούλιο, η στάση των «φειδωλών χωρών», θύμιζε πολύ περισσότερο την φράση του Φέρντιναντ Κύρνμπεργκερ, «βγάζουν ξύγκι από τη μύγα και λεφτά από τους ανθρώπους» (Μ. Βέμπερ, «Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού», σελ. 42), παρά οποιαδήποτε έννοια «συλλογικότητας» και «ενωτικότητας», σε εποχή πανδημίας.

Και συνεχίζουμε λοιπόν με το κείμενο των 21 πολιτικών: «οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε ως Ευρωπαίοι είναι σύνθετες» και μια από αυτές είναι η «προσπάθεια ψηφιακού μετασχηματισμού των κοινωνιών μας», για αυτό «θα χρειαστεί να αναπτύξουμε νέες μεθόδους και νέες λύσεις».

Μιλώντας για ψηφιακό μετασχηματισμό, πράγματι, τα βήματα που πραγματοποιούνται είναι γοργά και αποτελεσματικά σε αρκετές περιπτώσεις, όπως και στην Ελλάδα. Μέσα όμως σε αυτόν τον μετασχηματισμό, εντάσσεται και η προστασία των προσωπικών μας δεδομένων. Και εκεί, οι προκλήσεις δεν είναι σύνθετες. Αντίθετα, είναι αρκετά απλές.

Λέγονται lobbying, όπως και στις προαναφερθείσες περιπτώσεις. Συγκεκριμένα, εταιρείες όπως η Facebook και η Google,  ολοένα και αυξάνουν τα χρήματα που δαπανούν, για να επηρεάσουν τις αποφάσεις των πολιτικών (lobbying), στις Βρυξέλλες, καταφέρνοντας να παρακάμψουν οποιαδήποτε νομοθεσία τις εμποδίζει να έχουν πρόσβαση στα προσωπικά μας δεδομένα αλλά και οποιαδήποτε ρύθμιση, απειλεί, την ψηφιακή παντοδυναμία τους.

Σημαίνουν βέβαια όλα αυτά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει μέλλον; Σε καμία περίπτωση. Πράγματι, «το ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι ένα εγχείρημα ειρήνης και συμφιλίωσης», ενώ, είναι αλήθεια ότι «όλες οι θεμελιώδεις αρχές της ευρωπαϊκής ενοποίησης είναι εξαιρετικά επίκαιρες ακόμα και σήμερα: ελευθερία, ισότητα, σεβασμός ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κράτος δικαίου και ελευθερία έκφρασης, αλληλεγγύη, δημοκρατία και εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών-μελών», όπως σημειώνεται στο άρθρο. Σε μια Ένωση κρατών μάλιστα, η οποία, με τις αποφάσεις της, επηρεάζει σημαντικά τις εξελίξεις σε μια σειρά ζητημάτων σε ολόκληρο τον Κόσμο, σύμφωνα με την Anu Bradford («Brussels Effect»).

Από την άλλη όμως, υπάρχει μια «παγίδα», η οποία αποτυπώνεται με τον καλύτερο τρόπο, στο κείμενο των πολιτικών: «Γνωρίζουμε ότι θα ήταν πολύ πιο δύσκολο για καθέναν από εμάς εάν ήμασταν μόνοι». Η νοοτροπία, οι κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενός εγχειρήματος που «δεν έχει προηγούμενο στην Ιστορία», δεν μπορεί να βασίζεται στο «το μη χείρον, βέλτιστον», πόσο μάλλον από την στιγμή που κάτι τέτοιο είναι ιδιαίτερα δύσκολο (ίσως αδύνατο) να επαληθευτεί.

Από το να υιοθετήσουμε λοιπόν τη λογική πως «αν δεν υπήρχε η Ένωση, ακόμα και τα ισχυρότερα εθνικά κράτη που την αποτελούν θα κατέληγαν σε αποικίες των άλλων υπερδυνάμεων» (Αντώνης Τριφύλλης, «Το Βήμα», 9/5), ενδεχομένως να είναι πολύ πιο παραγωγικό να συλλογιστούμε για τις βάσεις πάνω στις οποίες θα πατήσει η μελλοντική Ευρωπαϊκή Ένωση. Ποια θα είναι η ταυτότητα της και ποια η ταυτότητα των πολιτών της; Θα συνεχίσει να είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση του lobbying και του ωμού νεοφιλελευθερισμού;

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης αναφέρει χαρακτηριστικά στο «Βήμα» (9/5), πως, ο «φαντασιακός ιστορικός μύθος», ο οποίος συνοδεύει τις εθνικές ταυτότητες, δεν υφίσταται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία «οικοδομήθηκε πάνω στη συλλογική απόρριψη της Ιστορίας, στη συλλογική λήθη». Πως λοιπόν, μέσα σε αυτήν την ιδιότυπη Ένωση κρατών, θα μπορεί ο βούλγαρος πολίτης με κατώτατο μισθό 300 ευρώ τον μήνα να έχει κοινή ταυτότητα με τον Ολλανδό των 1600 ευρώ;