Yφίσταται μια pop επαρχιώτικη υποκουλτούρα, που αυτός ο παπάς στη Χίο, φαντάζει άξιος πρεσβευτής της, που έχει επιτέλους εκδηλωθεί τον τελευταίο καιρό με αφορμή το θέμα των προσφύγων ώστε να γνωρίσουμε επιτέλους τι καπνό φουμάρουν οι κατά τα άλλα φιλήσυχοι και αξιοσέβαστοι γείτονες μας. Επιτέλους η οικονομική κρίση λειτούργησε ευεργετικά στο να αποκαλύψει το τέρας που εκκολάπτονταν αθόρυβα κάτω από τα μανδύα ενός καθωσπρεπισμού.

Ads

Οι ρίζες της υποκουλτούρας αυτής είναι πολύ παλιές από τότε που ο φόβος ρίζωσε στις ψυχές των ανθρώπων, η ισχύς της όμως ανανεώνεται κάθε φόρα που μια συμφορά απειλεί το συναινετικό τρόπο ζωής των ανθρώπων που την ενσαρκώνουν, κάθε φορά που κάποιος ξένος θα συγχρωτιστεί με τα αγελαία ένστικτα που εκπροσωπεί. Αυτή η υποκουλτούρα σταδιακά επιβλήθηκε μιας λαϊκής κουλτούρας που στηρίζονταν στην αλληλεγγύη, στη συμπόρευση με το φυσικό κύκλο της ζωής, στην αυτάρκεια.

Αρκεί μια βόλτα στα χωριά της Ελλάδας για να αντικρίσει τον εκφυλισμό της λαϊκής αυτής παράδοσης: oι περισσότεροι αναλώνονται στο τζόγο, τρέφονται ανελλιπώς από τα σκουπίδια που τους ταΐζει η τηλεόραση, υποβαθμίζουν το περιβάλλον, ιδιωτεύουν διαρκώς και επιβάλλουν ανενδοίαστα το εγωτικό δίκαιο τους, καταστρέφοντας τον όποιο κοινοτισμό υπήρχε κάποτε.

Σε ένα ευρύτερο κλίμα βαρβαρότητας και ξεπεσμού των ανθρώπου η υποκουλτούρα αυτή έχει βρει γόνιμο έδαφος να ορθώσει στα χωράφια του μίσους που καλλιεργεί τα σκιάχτρα της ασχήμιας της, αποδιώχνοντας κάθε ταξιδιάρικο, αποδημητικό πουλί που προσκομίζει κάτι καινούργιο.

Ads

Η υποκουλτούρα αυτή έχει συγκεκριμένη αισθητική, ηθική και φιλοσοφική υπόσταση και αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά:

Αυτοπροσδιορίζεται όχι μέσα από την αυτοπραγμάτωση αλλά μέσα από τη στηλίτευση του εχθρού, που συνήθως απαντιέται στο πρόσωπο του «διαφορετικού», του πρόσφυγα, του ομοφυλόφιλου, του τσιγγάνου. Η παρουσία ενός ορατού εισβολέα, ενός αποδιοπομπαίου τράγου που θα του φορτώσουν όλα τα δεινά της συμπλεγματικής τους ζωής είναι η σανίδα σωτηρίας τους. Οι θιασώτες της ξαφνικά αποκτούν συλλογική ταυτότητα μέσα της άρνησης της ταυτότητας του «άλλου». Δεν είναι πια θλιβερές μοναχικές υπάρξεις παραδομένες στα ορμέμφυτα τους αλλά ξαφνικά αρθρώνουν φωνή μέσα από ένα ευρύτερο κίνημα..επιτέλους υπάρχουν!

Σφυρηλατείται ιδεολογικά μέσα από μέσα από απλοϊκές γενικεύσεις,- ένας κλέβει ολόκληρος ο λαός είναι εγκληματικός- και ένα θυμικό που κοιτάει το κόσμο μέσα από το παραμορφωμένο κάτοπτρο του μανιχαϊσμού χωρίζοντας το κόσμο σε στρατόπεδα καλών και κακών. Υιοθετεί μια προπαγανδιστική ρητορική διαχωρισμού των ανθρώπων με σκοπό να προσηλυτίσει όσο το δυνατόν περισσότερους αποχαυνωμένους πιστούς, κουνώντας επιδεικτικά τη ρομφαία της ελληνικότητας και της πατρίδας.

Υιοθετεί μια απλουστευμένη, αφυδατωμένη σκέψη που αδυνατεί να συλλάβει τη πολυπλοκότητα του κόσμου, τη συνθετότητα των φαινομένων, τους αμοιβαίους δεσμούς και αναδράσεις τους, τη σύνδεση των επιμέρους στοιχείων με το όλο, ενσαρκώνοντας τελικά ένα ακρωτηριασμένο, μοχθηρό λόγο. Είναι ταμπουρωμένη στον εαυτό της, υψώνοντας τεράστια τείχη και μπαζώνοντας όλες τις ρωγμές, αποκλείοντας κάθε μορφή ειλικρινούς διαλόγου. Κάθε απόπειρα να διαπεράσει κάνεις το τσιμεντένιο φλοιό καταλήγει σε αποτυχία. Θρέφεται αποκλειστικά και μόνο από τις σάρκες της, κανιβαλλίζοντας τον εαυτό της, αναδύοντας μια αποπνικτική ατμόσφαιρα αποσύνθεσης.

Κοιτάζει το κόσμο μέσα από μια εργαλειακή ιδιοτέλεια, προωθώντας την ομογενοποίηση, την θνησιγενή συνύπαρξη μεταξύ ιδίων αδιαφορώντας ότι η ανθρώπινη έκφραση υφίσταται στη βάση της ανθρώπινης ποικιλομορφίας. Αγνοεί επιδεικτικά ότι ο πολιτισμός του ανθρώπου είναι προϊόν επιμειξιών και συμβιώτευσης, ότι η μετανάστευση είναι συνυφασμένη με την εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού, ότι η παρουσία μας στην ιστορία είναι μια διαρκή ταλάντευση σε ένα μιγαδικό γίγνεσθαι, ότι λαοί απομονωμένοι χωρίς την σπερματική επιρροή του ξένου μοιραία οδηγούνται στο μαρασμό. Και κυρίως δεν έχει το στοιχειώδη ανθρωπισμό και ευγένεια να αντιληφθεί τα δεινά του συριακού λαού μοναχά χαρακτηρίζει ως “γύφτους” και “τετρακοσμικούς” ένα λαό με σπουδαία ιστορία και πολιτισμό.

Απογυμνωμένη από ένα αναγκαίο φαντασιακό που θα τις προσδώσει όραμα και συνέχεια καπηλεύεται ως ύστατη απόπειρα αυτοεπιβεβαίωσης την εθνική ταυτότητα. Ξαφνικά οι κύριοι που την εκπροσωπούν γίναν προασπιστές των πάτριων εδαφών όταν μονίμως ασελγούν στους τόπους που κατοικούν, όταν δεν έχουν κτίσει τίποτα νέο πέρα από κάποια αυθαίρετα, όταν εκπορνεύουν την παράδοση κάθε φορά που τη χρησιμοποιούν ως άλλοθι για την ατομική τους ανεπάρκεια, που θυμούνται το τόπο τους μονάχα όταν απειλείται η βολεμένη καθεστηκυία τους και τα προνόμια που οι ίδιοι παραχώρησαν στους εαυτούς τους. Καιρός είναι πια η έννοια Έλληνας να δώσει τη θέση της στην έννοια άνθρωπο, έλεγε ο Χατζιδάκις.

Διατηρεί μια ιστορική συνέπεια στη αθλιότητα. Είναι οι προηγούμενες γενιές αυτών που τώρα την εκπροσωπούν που αποκαλούσαν τους Μικρασιάτες πρόσφυγες μιάσματα, και ανθρώπινα απορρίμματα της ανατολής, που τους κλέβαν τη γη που δικαιωματικά τους ανήκε μέσω της ανταλλαγής των πληθυσμών. Τότε που στα συλλαλητήρια των μοναρχικών ακούγονταν το σύνθημα «φωτιά στους τουρκόσπορους πρόσφυγες» και οι αντιβενιζελικοί μπράβοι βάζαν φωτιά στα προσφυγικά καταλύματα.

Αγνοεί ότι η ανθρώπινη ιστορία είναι μια διαδοχή προσαρμογών στα συντρίμμια που αφήνει πίσω της η ανθρωπογενής καταστροφή και ότι μέσα από από αυτά τα δεινά μας διατρέχει μια κοινή ανθρώπινη μοίρα που σφυρηλατείται από δεσμούς συγγένειας μεταξύ μας. Δεν μπορεί να συλλάβει ότι δεν έχουμε κανέναν εκτός τον “άλλον”, τον κατατρεγμένο, τον αδύναμο που νιώθει και αυτός όπως και εμείς το διαβρωτικό μαχαίρι τη μοίρας να διαπερνάει τη σάρκα του.

Βλέπει ως εχθρό τον αδύναμο, το παιδί που έχασε τη μιλιά του όταν έχασε τους γονείς του στο πόλεμο και ήρθε στην Ελλάδα για να ονειρευτεί και πάλι αντί να αντιληφθεί ως εχθρό ένα αχαλίνωτο οικονομικό σύστημα που κυριαρχεί παντού, που έχει καταστρέψει παραδοσιακές μορφές αλληλεγγύης που εγκαθιδρύει τη παγερή βαρβαρότητα της κυριαρχίας του υπολογισμού και του κέρδους, που για αυτό το σύστημα οι πρόσφυγες είναι απλά αναλώσιμα πιόνια που μετακινούνται πάνω στους χάρτες.

Ps στέκομαι δίπλα στο δίκαιο αίτημα σκεπτόμενων Χιωτών για αποσυμφόρηση του νησιού. Το τεράστιο αυτό βάρος του προσφυγικού που σηκώνει η Χίο και η Λέσβος είναι αναγκαίο να επιμεριστεί σε διαφορετικές περιοχές της χώρας.

* Από την προσωπική του ιστοσελίδα