Η ιδέα να γράψω ένα σατιρικό δοκίμιο εστιασμένο στην προσπάθεια αποκάλυψης του ψευδεπίγραφου χαρακτήρα του εμμέσως αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος, του αποκαλούμενου «δημοκρατία», μου ήρθε αρκετά χρόνια πριν, σε συνθήκες σαφώς ομαλότερες των σημερινών…” o συγραφέας Νίκος Κουνενής αφηγείται στην Κρυσταλία Πατούλη για τη δημιουργική εμπειρία της συγγραφής -από την έμπνευση μέχρι το τυπογραφείο- του βιβλίου του Περί δημοκρατίας, των εκδόσεων Μεταίχμιο.

Ads

 

“…Τον σχεδιασμό του βιβλίου τον ξεκίνησα αρκετά αργότερα, το φθινόπωρο του 2008, οπότε άρχισα και τη συγγραφή του πρώτου κεφαλαίου υπό τον τίτλο «Βασικές έννοιες». Το κεφάλαιο αυτό αναφέρεται στην θεσμικώς νόμιμη μεν, απολύτως αυθαίρετη και «ζαβολιάρικη» δε, αλλοίωση της λαικής έκφρασης, μέσα από τα συστήματα της «ενισχυμένης αναλογικής εκπροσώπησης», που καταργούν τους κανόνες της απλής αριθμητικής (και ταυτόχρονα τον ισχυρισμό περί ισότητας των πολιτών και ανόθευτης δημοκρατικής έκφρασής τους στις κάλπες):

Η μειοψηφία του 40% των ψήφων μετατρέπεται ως δια  μαγείας σε απόλυτη πλειοψηφία κοινοβουλευτικών εδρών, τα κόμματα που συγκεντρώνουν ποσοστά μικρότερα του 3% δεν δικαιούνται κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, το λευκό ψηφοδέλτιο παραδίδεται μεν στους εκλογείς ως ισότιμη επιλογή, κατατάσσεται δε εκ των υστέρων στα άκυρα και άλλα τινά, ων ουκ έστιν αριθμός.

Ads

Γνωρίζω πως το εισαγωγικό αυτό κεφάλαιο αποτελεί παραβίαση ανοικτών θυρών, καθώς δεν υπάρχει στοιχειωδώς ενημερωμένος πολίτης που να μη γνωρίζει τους μηχανισμούς αυτούς μέσω της διαμεσολάβησης των οποίων αλλοιώνεται κατάφορα η λαική έκφραση. Οπότε, τίθεται το ερώτημα: Γιατί το έγραψα; Η απάντηση είναι απλή, και σήμερα περισσότερο κατανοητή απ’ όσο θα ήταν δυο χρόνια πριν.

Το έγραψα διότι η προαναφερθείσα και άκρως κραυγαλέα καλπονοθευτική πραγματικότητα έγινε δυνατό να νομιμοποιηθεί για δεκαετίες στη συνείδηση του κόσμου ως μοναδική εφικτή εκδοχή της δημοκρατίας, λοιδωρώντας το- απολύτως μειοψηφικό τότε -αίτημα για άμεση και ανόθευτη έκφρασή της, ως απολύτως ουτοπικό, απλοικό και ανεύθυνο. (Έκτοτε, βεβαίως, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι, και αυτός ο ενακαινακανουνδυολογικός – εκ του «ένα κι ένα κάνουν δυο»- πραγματισμός έπαψε να είναι στοιχειωδώς πειστικός στους πολλούς, αυτούς που παλιότερα τα ενστερνίζονταν, ως αποτέλεσμα της ακατάπαυστης «διαπαιδαγώγησής» τους από τα μεγάλα κόμματα και τα συγκροτήματα των ΜΜΕ).   

Διέκοψα για ένα διάστημα τη συγγραφή του βιβλίου, καθώς είχα προχωρήσει ήδη αρκετά στο γράψιμο ενός σατιρικού μυθιστορήματος, αλλά άλλαξα και πάλι γνώμη και επέστρεψα στο «Περί δημοκρατίας», ωθούμενος πλέον από μια ισχυρή ανάγκη: Η Ελλάδα, με πρόσχημα το δημόσιο χρέος της, είχε πλέον εξωθηθεί σε μια πρωτοφανή περιπέτεια, μετατρεπόμενη σε πειραματόζωο της πιο άγριας νεοφιλελεύθερης αντιμεταρρύθμισης που γνώρισε ποτέ του ο κόσμος.

Το να μιλήσει πλέον ο καθένας μας από τη δική του σκοπιά για όσα τραγικά συνέβαιναν γύρω του, το να αναζητήσει αιτίες κι αφορμές και –κυρίως- το να συμβάλλει στην κατεδάφιση των εξουσιαστικών μύθων που μας οδήγησαν σ’ αυτήν την κατάσταση, αιτούμενος μια πραγματικά δημοκρατική- ανατρεπτική διέξοδο, αναδύθηκε ως καθήκον αλλά και προσωπική ψυχολογική ανάγκη για μένα -και πολλούς άλλους ακόμη, που το πράττουν με τα δικά τους εκφραστικά μέσα και τρόπους.

Επανήλθα λοιπόν στο βιβλίο, και προσπάθησα να οργανώσω τη σκωπτική δοκιμιακή του αφήγηση σε ενότητες που αποκαλύπτουν τις πιο ζοφερές, αυθαίρετες, εξουσιαστικές, κομπιναδόρικες και πάντα γελοίες πλευρές τής κατ’ επίφασιν μεταπολιτευτικής μας δημοκρατίας.

Τα κεφάλαια τιτλοφορούνται ως εξής: Βασικές έννοιες, Η δικομματοκρατία, Η πρωτοκρατία, Η αερολογοκρατία, Η οικογενειοκρατία, Η ενστολοκρατία, Η μιντιοκρατία, Η χρεοπιστωτικοκρατία, Η διαπλοκοκρατία, Η εξαγώγιμη δημοκρατία, Η λιμοκρατία.

Το βιβλίο κλείνει με ένα Παράρτημα, στο οποίο περιλαμβάνεται μια σατιρική «δήλωση υποταγής», μια επιστολή μου στον πρώην καθηγητή μου στο πανεπιστήμιο και νυν αρχιτραπεζίτη της χώρας Γιώργο Προβόπουλο, μια μαγειρική συνταγή «Παξιμαδοποίησης σκατού» κ.ά. Κάθε κεφάλαιο συνοδεύεται από τις Πηγές. Κάποιες από αυτές είναι πραγματικές δηλώσεις πολιτικών και οικονομικών παραγόντων, κάποιες άλλες είναι επινοημένες και υπογράφονται από φανταστικά πρόσωπα.

Βασικό στοιχείο της αφηγηματικής τεχνικής είναι το γεγονός ότι ο συγγραφέας εμφανίζεται ως νηφάλιος υποστηρικτής της «ρεαλιστικής δημοκρατίας» των καιρών μας και ως εκ τούτου χρησιμοποιεί τη γνωστή και χιλιοειπωμένη επιχειρηματολογία των καθεστωτικών κατασκευαστών της κοινής γνώμης. Ο τρόπος τεκμηρίωσης ωστόσο, υπονομεύει σε ένα δεύτερο επίπεδο αυτή την επιχειρηματολογία, αναδεικνύοντας την κενότητα ή/ και γελοιότητά της.

Από αφηγηματικής απόψεως το στοίχημα αφορούσε στον βαθμό σκωπτικότητας που θα χαρακτήριζε το βιβλίο. Είμαι σατιρικός συγγραφέας και όλα τα προηγούμενα βιβλία μου είναι μυθοπλαστικά (μυθιστορήματα, διηγήματα και πειραματικά «σατιρικά παιχνίδια κακών προθέσεων»). Στο παρόν δοκίμιο, κατ’ εξοχήν πολιτικό, είχα να αντιμετωπίσω δυο κινδύνους: ο πρώτος σχετιζόταν με την πιθανότητα να καταλήξει το όλο κείμενο να θυμίζει προκήρυξη, παιγνιώδη μεν, αλλά πάντως προκήρυξη. 

Ο δεύτερος είχε να κάνει με τη ασταθή ισορροπία στην οποία βρέθηκα καθ’ όλη τη διάρκεια της συγγραφής, πηδώντας σαν ακρίδα από την οργή στη σκωπτική διάθεση και τούμπαλιν. Το αν τα κατάφερα να μην αιχμαλωτιστώ σε μεγάλο βαθμό από την πρώτη, και να αποφύγω έτσι την αθέλητη χειραγώγηση της δεύτερης, δεν μπορώ, βεβαίως, να το κρίνω εγώ, επαφίεται όπως πάντα στους αναγνώστες.

Το αν τα κατάφερα να συμβάλλω, στον ελάχιστο βαθμό που μου αναλογεί, στον προβληματισμό σχετικά με το γιατί συμβαίνουν όσα συμβαίνουν στη χώρα και, κυρίως, στην αγρίως πληττόμενη ανθρώπινη συνιστώσα της, επίσης.”

Νίκος Κουνενής

imageimage

Αποσπάσματα από το βιβλίο:

– Οι μη λεκτικές πολιτικές γλώσσες (από το κεφάλαιο «Η αερολογοκρατία»)
 
«Κλείνοντας αυτή την ενότητα δεν μπορώ να μην αφιερώσω λίγες αράδες και στη μη λεκτική γλώσσα, αυτή που οι ψυχολόγοι, επικοινωνιολόγοι κ.ά. αποκαλούν γλώσσα του σώματος. Ο κατ’ εξακολούθησιν πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, για παράδειγμα, απευθυνόταν στους παθιασμένους οπαδούς του ανοιγοκλείνοντας περήφανα τα χέρια του, κατά το υπόδειγμα του αετού. Οι διάδοχοί του Κώστας Σημίτης και Γιώργος Παπανδρέου ακολούθησαν με σχετική επιτυχία αυτό το πρότυπο, παραπέμποντας ο ένας σε ζωηρή μπεκάτσα και ο άλλος σε ευθυτενή παπαγάλο του Ειρηνικού.

Υπόδειγμα σύγχρονης, και επιμελώς προετοιμασμένης, χρήσης της γλώσσας του σώματος αποτελεί ο πρώην υπουργός του μεγάλου κεντροδεξιού κόμματος, μετέπειτα δήμαρχος, εν συνεχεία αρχηγός μικρού κεντροδεξιού κόμματος και εν τέλει (αν και ουδείς γνωρίζει το τέλος) εκ νέου βουλευτής, υπουργός και αντιπρόεδρος του μεγάλου κεντροδεξιού κόμματος, Δημήτρης Αβραμόπουλος. Ντυμένος και χτενισμένος άψογα, ο σύγχρονος αυτός πολιτικός ομιλεί κουνώντας τα χέρια του κατά έναν περιοδικά επαναλαμβανόμενο τρόπο: Αρχικά κινεί τρεις φορές προς τα έξω τη δεξιά παλάμη.

Εν συνεχεία την κατεβάζει και ανεβάζει την αριστερή, επαναλαμβάνοντας με ακρίβεια την προηγούμενη κίνηση. Ακολούθως την κατεβάζει και αυτή και προτείνει- σε ήπιο πάντα στυλ- το τεταμένο δείκτη του δεξιού του χεριού, δείχνοντας προς την κάμερα (ανεξαρτήτως αν υπάρχει ή όχι τηλεοπτικό συνεργείο μπροστά του). Μετά επαναλαμβάνει τη δεικτοβαρή αυτή κίνηση με το αριστερό του χέρι, κατόπιν ξαναρχίζει τη διαδικασία της εξερχόμενης δεξιάς παλάμης κ.ο.κ.»
 
– Η ενδυμασία και ο εξοπλισμός των μαχητών της Κρατικής Πυγμής (από το κεφάλαιο «Η ένστολη δημοκρατία»)
 
«Οι εντυπωσιακές στολές των έμψυχων οργάνων των επίλεκτων αυτών αστυνομικών σωμάτων είναι επηρεασμένες από τη μεγάλη ιστορική παράδοση των δοξασμένων στρατών της Αρχαιότητας και του Μεσαίωνα. Πρόκειται για προσομοίωση- κατά περίπτωση και ανάλογα με τις ιδιομορφίες κάθε χώρας- της στολής σκύθη φύλακα, ρωμαίου λεγεωνάριου, νορμανδού σταυροφόρου, ενετού στρατηλάτη, οθωμανού γενίτσαρου, ιάπωνα σογκούν κ.ά. Κατ’ εξαίρεση, οι στολές που φορούν στις επίσημες εμφανίσεις τους ορισμένα ευρωπαικά όργανα αποστασιοποιούνται από την αισθητική του πολέμου και θυμίζουν περισσότερο Αρλεκίνο, κλόουν ή βασιλικό γελωτοποιό (π.χ. ελβετοί φρουροί του Βατικανού, άνδρες της ιταλικής προεδρικής φρουράς, άνδρες της βρετανικής βασιλικής φρουράς κ. ά.)

Ανεξαρτήτως των κατά τόπους εθιμικών ιδιαιτεροτήτων, οι στολές και ο εν γένει εξοπλισμός των ανά τον κόσμο μάχιμων λειτουργών της αποκατάστασης της τάξης περιλαμβάνουν κατά κανόνα και τα εξής υποστηρικτικά εξαρτήματα: κράνος, αλεξίσφαιρο γιλέκο, αντιασφυξιογόνο μάσκα, επωμίδες, επαγκωνίδες και επικνημίδες- ζαρτιέρες. Οι τελευταίες αποτελούνται από μαύρο ανθεκτικό δέρμα και καλύπτουν το πόδι από την κνήμη μέχρι και τις αρχές του μηρού.
Σε ορισμένα ανά τον κόσμο ειδικά σώματα προστίθεται και ένα εσωτερικό εξάρτημα, ο ορχεοπροστατευτής (χυδαιστί, αρχιδόμασκα), ο οποίος αποτελεί ένα είδος αφανούς ασπίδας, προορισμένης να προστατεύει αποτελεσματικά τα ευαίσθητα όργανα του οργάνου της τάξης».

—————
imageimage

Ο Νίκος Κουνενής γεννήθηκε το 1957 και είναι πτυχιούχος του Οικονομικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άρθρα, σατιρικά κείμενα και βιβλιοκριτικές του δημοσιεύονται στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο. Έχει εκδόσει τα εξής βιβλία:
Δημόσια Εγγραφή (διηγήματα), Κοχλίας 2002
Πρωταγόρας- Γοργίας: Η σοφιστική τομή, Σαββάλας 2002
Ζωντανή Σύνδεση (διηγήματα), Κοχλίας 2003
Ω του θαύματος (μυθιστόρημα), Μεταίχμιο 2006
ΥποΚριτικά κείμενα (σατιρικό παιχνίδι κακών προθέσεων), ΚΨΜ 2007
Ο μύθος του Ηρακλή Σπίλου (μυθιστόρημα), Μεταίχμιο 2009
Περί δημοκρατίας: Σάτιρα ηθών και θεσμών, Μεταίχμιο 2011