Συνομιλήσαμε με τον Κώστα Γραμματικόπουλο, ο οποίος τον Δεκέμβριο του 2015 κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική συλλογή «Νεκρό φιλί» από τις εκδόσεις Vakxikon.gr. Ο Κώστας Γραμματικόπουλος γεννήθηκε το 1962 και ζει στη Νίκαια. Το 2012 συνέγραψε το θεατρικό έργο Το τελικό λάθος με τον Χρήστο Βογιατζή.

Ads

image

Μιλήστε μας για το βιβλίο σας.
 
Τα ποιήματα αυτά γράφτηκαν την πενταετία 2010-2015, μία περίοδο ακραίας βαρβαρότητας για την ιστορική διαδρομή της Ελλάδας. Είναι κάποια που αφορούν άμεσα την εποχή μας όπως η Παρακμή, οι Επιμηθείς, η Άδεια ζωή, το Περιμένοντας τους ευγενείς (που είναι εμπνευσμένο από το υπέροχο ποίημα του Κ.Π. Καβάφη Περιμένοντας τους βαρβάρους) και που με ζοφερό και σκληρό σε κάποια σημεία τόνο καταγράφουν τη θλιβερή πραγματικότητα που ζούμε. Υπάρχουν τρία ερωτικά ποιήματα, όπως η Ελεγεία του έρωτα (που αναφέρεται στον ανεκπλήρωτο έρωτα), η Χειμωνιάτικη ρέμβη και ο Ερωτανθός που είναι γραμμένα με ένα έντονα λυρικό και ρομαντικό τρόπο, ο οποίος με ακολουθεί από τα εφηβικά και νεανικά μου χρόνια και που είμαι ιδιαίτερα υπερήφανος που δεν με έχει εγκαταλείψει. Η Ωδή στη Μουσική και το Πορτραίτο αφορούν και εξυμνούν δύο τέχνες που αγαπώ ιδιαίτερα, τη Μουσική και τη ζωγραφική, ενώ στο πορτραίτο αναδεικνύεται έντονα η αγωνία του καλλιτέχνη ανάμεσα στης δημιουργίας το λαμπρό απαύγασμα ή το αποτρόπαιο όνειδος. Η σκιά, η θλίψη, το Συναίσθημα και η Λογική, η Παράκληση και τα Τείχη είναι βαθιά υπαρξιακά ποιήματα (στην παράκληση γίνεται αναφορά στους τέσσερις πυλώνες της ανθρώπινης ύπαρξης, ήτοι: στο σώμα, στην καρδιά, στην ψυχή και στο μυαλό) ενώ ο Γαβριάς είναι ένα ποίημα που εμπνεύστηκα διαβάζοντας τους Άθλιους του Βίκτωρα Ουγκώ και θυμάμαι πόσο πολύ με είχε συγκινήσει αλλά και εντυπωσιάσει ο χαρακτήρας αυτού του δωδεκάχρονου χαμινιού του Παρισιού, αφ’ ενός για την επαναστατικότητά του και αφ’ ετέρου για την αέναη πάλη του απέναντι στους ισχυρούς και την αδικία. Όσον αφορά το Νεκρό φιλί, είναι ένα ποίημα που αναφέρεται στο Χριστό και την πίστη, την ώρα του μαρτυρίου πάνω στο σταυρό και απευθύνεται με σκληρό αλλά και τρυφερό τρόπο στην ανθρώπινη πλευρά του Ιησού, επισημαίνοντας τα λάθη και τα αποτελέσματα της διδασκαλίας του. Τα ποιήματα αυτά τα θεωρώ ως πνευματικούς μου γεννήτορες. Νιώθω ότι με περίμεναν χρόνια τώρα -δεκαετίες ολόκληρες- με καρτερικότητα και υπομονή ώσπου ήρθε η ώρα να τα συναντήσω. Ίσως να μην μπόρεσα να σταθώ στο ύψος των περιστάσεων, ίσως και να τα αδίκησα, ξέρω όμως ότι τα τίμησα και τα αγάπησα με πάθος. Μέσα μου βαθιά πιστεύω ότι η ποίηση είναι μια εξ ορισμού πολιτική πράξη. Μια αντίσταση απέναντι στην αδικία και την ασχήμια αυτού του κόσμου.
 
Πώς αναζητάτε την έμπνευση μέσα στα χρόνια της κρίσης;
 
Μα δεν αναζητώ την έμπνευση παρά αυτή με αναζητά κάποιες στιγμές, σπάνια αλλά εναγώνια. Η κρίση δεν είναι παρά η αφορμή για να γράψει ένας λογοτέχνης. Τα αίτια όμως είναι πολύ πιο βαθιά και έχουν τις ρίζες τους στα βάθη των αιώνων. Μέχρι σήμερα έχουν συμβεί κοσμοϊστορικές αλλαγές, κοινωνικές ανακατατάξεις, πολιτικές διεργασίες, μάταιες επαναστάσεις, τεχνολογική ανάπτυξη, αλλά στην πραγματικότητα όλα έχουν μείνει απελπιστικά ίδια, γιατί τα προβλήματα και τα βάσανα των ανθρώπων παραμένουν απελπιστικά ίδια. Η φτώχεια, η αμάθεια, ο φανατισμός, η απίστευτη εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο (που στις μέρες μας οργιάζει), οι υπαρξιακές και ερωτικές μας ανησυχίες και απογοητεύσεις υπάρχουν, υπήρχαν και θα υπάρχουν στο διηνεκές. Ο Θουκυδίδης σε μια αποστροφή του αναρωτιόταν στον Πελοποννησιακό πόλεμο, αν μπορεί να αλλάξει η φύση του ανθρώπου γιατί βέβαια και τότε γινόντουσαν αδικίες και πόλεμοι με τη διαφορά όμως ότι τότε παρήγαγαν και ένα τεράστιο έργο στις Τέχνες, στις Επιστήμες και τη Φιλοσοφία που ήταν ο άξονας μαζί με τον Χριστιανισμό (με όλες τις ατέλειες του) για την ανάπτυξη του λεγόμενου Δυτικού Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ασπάζομαι απόλυτα την άποψη του Αδαμάντιου Κοραή και των διαφωτιστών της Αναγέννησης, ότι μόνο μέσα από τη μόρφωση και την καλλιέργεια (και αυτόν τον δρόμο μόνο η τέχνη μπορεί να προσφέρει) μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα. Αυτόν τον άνθρωπο που αργότερα ο Νίτσε ονόμασε υπεράνθρωπο και ο Τσε Γκεβάρα Νέο άνθρωπο, έναν άνθρωπο απαλλαγμένο από αναχρονισμούς, στερεότυπα και εγωισμούς, αλλά ιδεολόγο, καινοτόμο και πρωτοπόρο. Η κρίση είναι το άλλοθι για να κρυφτούμε πίσω από το δάκτυλό μας και να αποσιωπήσουμε τα προβλήματα που υπάρχουν, αναζητώντας την ευκαιρία για μια καινούργια αρχή. Είναι στο χέρι μας ποιον δρόμο θα ακολουθήσουμε.
 
Ποια είναι η σχέση σας με την λογοτεχνία;
 
Η πρώτη μου ουσιαστική ενασχόληση με τη λογοτεχνία ήταν όταν σε ηλικία 14 μόλις ετών, αγόρασα από ένα βιβλιοπωλείο της γειτονιάς μου τα διηγήματα του Τσέχωφ. Το πρώτο διήγημα που διάβασα ήταν ένα αριστούργημα της παγκόσμιας λογοτεχνίας , Ο Θάλαμος. Έμεινα εκστασιασμένος και εντυπωσιασμένος από το κείμενο και θυμάμαι ότι ανέβαινα στην ταράτσα του σπιτιού μου και μέσα σε μια απόλυτη σιωπή απολάμβανα τα διηγήματα του Τσέχωφ και ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο. Στα εφηβικά μου χρόνια με κέρδισε η Ρωσική Λογοτεχνία (Τολστόι, Γκόγκολ, Ντοστογιέφσκι, Σόλοχωφ, Τουργκιένιεφ, Αρμπούζωφ, Γκόρκι, κ.ά.) αλλά και οι Γάλλοι κλασσικοί σπουδαίοι συγγραφείς. Έκτοτε η σχέση μου με την κλασσική λογοτεχνία υπήρξε διαρκής και έντονη. Πιστεύω ακράδαντα ότι μέσα από ένα κλασσικό κείμενο υπάρχει και το μοντέρνο αλλά και το καινοτόμο, γιατί αυτά τα κλασσικά έργα κουβαλάνε μέσα τους το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Αργότερα, ένας σημαντικός φάρος στη ζωή μου ήταν η εντατική ενασχόληση μου με τη Γαλλική ποίηση. Βέβαια «Τα Άνθη του Κακού» ήταν ένα πολιτιστικό και λογοτεχνικό σοκ για μένα. Έμεινα έκθαμβος με τη μεγαλοσύνη και την αξία αυτού του έργου. Έτσι διάβασα όλους αυτούς τους μεγάλους και καταραμένους Γάλλους ποιητές όπως τον Μαλαρμέ, τον Ρεμπώ, τον Απολλινέρ, τον Βερλέν, τον Βαλερύ, τον Αραγκόν. Τον Βιγιόν, τον Κορμπιέρ, τον Ελυάρ, τον Λωτρεαμόν και τόσους άλλους. Παράλληλα διάβαζα πάντα Ελληνική ποίηση με κυρίαρχο τον Παλαμά (ο Δωδεκάλογος του Γύφτου πιστεύω ότι είναι η κορωνίδα της Ελληνικής ποίησης) ενώ ο Τάσος Λειβαδίτης είναι η μεγάλη αγάπη μου τόσο για τον λυρισμό, την ευαισθησία και τον ανθρωπισμό του, όσο και για την απλότητα και ομορφιά της ποίησής του.
 
Μπορεί ένα καλό βιβλίο να σώσει την ψυχή μας;
 
Δεν ξέρω αν ένα καλό βιβλίο μπορεί να σώσει την ψυχή μας, ξέρω όμως ότι σίγουρα η ψυχή μας μπορεί να σώσει ένα καλό βιβλίο. Και επειδή διαισθάνομαι ότι ίσως εκπλαγήκατε από την απάντησή μου, θα ήθελα να μεταφέρω αυτούσιο ένα μικρό απόσπασμα του Σοπενχάουερ από ένα δοκίμιό του περί βιβλίων και συγγραφής, το οποίο προσυπογράφω απολύτως και με το οποίο θα σας λυθούν όλες οι απορίες. Γράφει λοιπόν ο μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος: Εύχομαι κάποιος κάποτε, να επιχειρήσει να γράψει την τραγική ιστορία της Λογοτεχνίας, καταδεικνύοντας πως τα διάφορα έθνη συμπεριφέρθηκαν στους σπουδαίους συγγραφείς και καλλιτέχνες που έχουν να προβάλλουν και για τους οποίους τώρα υπερηφανεύονται, όταν εκείνοι βρίσκονταν εν ζωή. Σε μια τέτοια ιστορία της Λογοτεχνίας, ο συγγραφέας θα παρουσίαζε εξόφθαλμα τον αέναο αγώνα που δίνουν οι καλοί και αυθεντικοί συγγραφείς όλων των εποχών, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, ενάντια στους κακούς και ισχυρογνώμονες που πάντα κυριαρχούν. Η Ιστορία αυτή θα αποτύπωνε το μαρτύριο σχεδόν όλων των γνήσιων διανοούμενων που έχουν διαφωτίσει την ανθρωπότητα, σχεδόν όλων των σπουδαίων καλλιτεχνών από όλες τις τέχνες. Θα μας έδειχνε πως -εκτός ορισμένων εξαιρέσεων- έζησαν βασανισμένοι μέσα στη φτώχεια και την εξαθλίωση, στην αφάνεια, χωρίς συμπόνια, χωρίς ανθρώπους γύρω τους που να εκτιμούν το έργο τους, την ίδια στιγμή που ανάξιοι καρπώνονταν όλη τη δόξα, τις τιμές και τα πλούτη.
 
Ποια είναι τα επόμενα εκδοτικά σχέδιά σας;
 
Αυτή την εποχή γράφω ένα θεατρικό έργο με ήρωες τέσσερα ιστορικά πρόσωπα ενώ παράλληλα συνεχίζεται η ενασχόληση μου με την ποίηση, αυτόν τον φωτεινό φάρο της ζωής μου.