Ας υποθέσουμε ότι μπορούσε κάποιος να ρωτήσει τον Σίγκμουντ Φρόιντ, στην Αθήνα του 2023, αν τάχα με τις θεωρίες του έφθασε κάπου. Τότε θα ΄παιρνε την πληρωμένη απάντησή του που θέλει πάντα έναν ποιητή να ΄χει φθάσει  στην πηγή πρωτύτερα. Και πριν απ΄εκείνον ακόμη, ένα τραγούδι. Οι στίχοι του θέλουν θα δουλειά, μα είναι κάθε μέρα που αναβλύζουν λευκότητα, ισοδύναμη της αλήθειας που δεν είχε ποτέ της άλλο χρώμα. Πάντα ένα τραγούδι εντός μας, αγέννητο από το χέρι μας τραβά. Και όταν βρει τη μουσική, τότε στην άλλη πλευρά μας τραβά. Πάντα ένα τραγούδι. Πριν τον ποιητή και με σιγουριά πριν τον Φρόιντ.

Ads

Σαν εκείνα που σήμερα στέκουν θαρρείς βήματα της πορείας του Σωτήρη Κακίση, του ποιητή και στιχουργού που έντυσε κάποτε με λέξεις το γλυκόξινο κρασί και έπλασε άλλα θαύματα. Του Σωτήρη Κακίση που ΄γραψε τραγούδια για αντέχουν. Τραγούδια για δυο φωνές και μια κιθάρα και μάτια ερωτευμένα. «Ηχώ», «Γλυκόξινο Κρασί», «Τα κόκκινα πατίνια», «Ανίσχυρα ψεύδη», μερικά από τα τραγούδια του  που ερμηνεύτηκαν από σπουδαίους τραγουδιστές, σαν ένα είδος επαλήθευσης για την δημιουργική αξία του Αθηναίου δημιουργού.

Μια διαδρομή δεκαετιών από το 1978 της μεταπολίτευσης ως την σημερινή έξαλλη εποχή μας, με τραγούδια και ποιήματα και πεζά και δοκίμια ο σπουδαίος συγγραφέας εκπληρώνει το πιο δύσκολο από τ΄αγωνίσματα της λογοτεχνίας.

Εκείνο της συνέχειας που διαμορφώνει το απόσταγμα ενός έργου και την ίδια ώρα στελεχώνει μια βαθιά μελέτη μες στον χρόνο. 

Ads

Διαβάζοντας τα σημάδια των καιρών, δίνοντας ζωή σε ποιήματα και κείμενα αισθηματικά, πέφτοντας μες στο σκοτάδι και τον έρωτα για χάρη της λογοτεχνίας, ο Κακίσης εμπλουτίζει την ζωή του με τους σταθμούς της, τους μικρούς και τους μεγάλους. Την γεύση της διδάσκεται, στα πάθη της εξειδικεύεται, προτού βάλει το χέρι ολότελα αφοπλισμένος για τον χρόνο που σαρώνει, σαν λευκή σελίδα λέξεις ταιριαστά βαλμένες.

Το μισοτελειωμένο που κρατά εντός του ανόθευτη την αυθεντία διδάσκεται, τον Σολωμό και την ακρίβεια στο συναίσθημα και την αξία των χαμένων φίλων μας. Είναι βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις, είπε ο Οδυσσέας Ελύτης και ο Σωτήρης Κακίσης αφαιρεί χρόνια τώρα από αυτό το φορτίο, θεμελιώνοντας μετέωρες αισθήσεις, πρόζες ντυμένες με τα ρετάλια του χρόνου που αναλαμβάνουν την σκληρή δουλειά να αφηγηθούν τον κόσμο.

«Ο Τζέρι Λούις», με τον Χρήστο Βακαλόπουλο, «Επίθεση», «Αππία Οδός» ορισμένοι από τους τίτλους των δοκιμίων του που πλαισιώνουν μισό αιώνα αφοσίωσης στην λογοτεχνία, την ανθρώπινη έκφραση, τον κινηματογράφο. Ο Σωτήρης Κακίσης θα συνεργαστεί με τον Γιώργο Πανουσόπουλο στο «Μια μέρα τη νύχτα», επιβεβαιώνοντας το γνήσιο ταλέντο που μπορεί και υπηρετεί την τέχνη από κάθε μετερίζι. Στο φόντο πάντα  η Αθήνα, πάντα η πόλη και το έργο που κλυδωνίζεται από τις εποχές για να στερεωθεί και να συγκινήσει την νέα γενιά των καλλιτεχνών.

Ο Χρήστος Βακαλόπουλος σημειώνει πως ένα πραγματικό τραγούδι διαθέτει δίχως αμφιβολία την λάμψη του θαύματος. Και είχε δίκιο, πώς θα μπορούσε αλλιώς πίσω από τα μαύρα του γυαλιά, ακούγοντας την Εύη Μάζη να ξυπνά σαν παιδί κάθε στιγμή, κοιτάζοντας τον κόσμο που είναι μακριά και κοντά, αγγίζοντας τα χέρια μας όταν πια γίνουμε μια ίδια καρδιά.

Δεν ξέρω αν τούτο το σημείωμα θα μπορούσε να ξεχάσει τους στίχους του Σωτήρη Κακίση, αν θα μπορούσε έξω από το τραγούδι και τα λάδια του Χρήστου Κεχαγιόγλου να φανταστεί αλλιώτικο τον κόσμο που χτίζει από το ‘78 μέχρι και σήμερα ο σπουδαίος Σ. Κακίσης. Αν ήταν ζωγράφος θα ΄λεγε κανείς πως τον απασχόλησε σε όλη του την πορεία η αποτύπωση της πλάτης της Ελένης όταν από ομορφιά ο Ευρώτας τριγύρω της λάμπει. Αν ήταν έργο συμφωνικό, οι ήχοι του Κακίση θα επέστρεφαν στον κόσμο, λεπτοί, πίσω από το πέπλο, με το δέρμα τους σαν της περγαμηνής, με κλίμακες σπασμένες και την μελαγχολική διάθεση ενός φυτολογίου. Και αν ήταν φιλμ; Τότε θα απέπνεε ταραχή βυθού και ίσως να παρέμενε σταθερό στην πάλη της ζωής και την ποικιλία της. Μα ίσως και να ´ταν έρωτας, ιδείν και κατανοήσαι και άψασθαι και δοκιμάσαι το σώμα μες σε ανέμους κρυσταλλικούς και δύσπλαστους.

Ίσως ένα βιβλίο καθρέφτης να΄ταν, με αντικριστή την μνήμη και ξοδεμένο τον χρόνο. Ένα βιβλίο πνιγμένο μες στις δάφνες που είναι πάντα για την ανάμνηση. Ένα εγχειρίδιο για τους ανάποδους ανέμους αυτούς που ξεσηκώνουν τους ίσκιους και φανερώνουν τόσα πράγματα δικά μας. Ένα βιβλίο σαν αυτό των εκδόσεων Βακχικόν, ένα ευφυές βιβλίο με μικρές, σύντομες πρόζες, με το λευκό του χαρτί ισοδύναμο της απουσίας. Αρχάγγελοι περνούν από τις σελίδες αυτών των δυο βιβλίων που με την εκδοτική επιμέλεια και την ευφυΐα του συγγραφέα και των εκδόσεων Βακχικόν συνταιριάζονται σε έναν συρτό, υπνωτικό ρυθμό. Μια έκδοση πρωτότυπη, πρόζες που μοιάζουν να μετρούν αντίστροφα καθώς πλησιάζουν το παρόν, όσο το άπιαστο φωτίζει έναν θνητό χωροχρόνο. Τον καθορίζουν οι απουσίες, τα ονόματα, τα βαριά καταχωμένα πρόσωπα που διατήρησαν αναλλοίωτη την σημασία τους. Καμιά φορά επιστρέφουν, φίλοι καρδιακοί μια φορά και έναν καιρό στα νησιά της ανάμνησης, ψηφίδες της καθημερινής ζωής και της μνήμης. Δυο ποτάμια που κυλούν μες στην καρδιά του ποιητή,στο κιτάπι του χρόνου.

Ο Κακίσης κοιτάζει μέσα από το καλειδοσκόπιο και δίχως θόρυβο περνά από ηλικία σε ηλικία, κρατώντας για το τέλος τις λεπτές αμφισημίες που. Παιδιά που διαμορφώθηκαν μες στην ίδια καρδιά και ο χρόνος λευκός, σαν λέξη που δεν λέγεται. Κορίτσια για πάντα χαμένα στον Άδη, Ευριδίκες που θυμούνται παλιές, αισθηματικές μελωδίες όσο η πεταλούδα του αγγέλου πασχίζει να γεννηθεί μες στα όρια της πρόζας. Το θες που γλιστρά μες στο σήμερα, διατηρώντας σταθερή την σημασία του, μες στην εποχή που όλα τα ξέχασε και προχώρησε. Μα άφησε πίσω τον ποιητή για να αλλάξει κάποτε την συμμετρία, να φέρει στο φως μια άλλη ομορφιά λιγότερη μάταια, λιγότερο ρηχή, σαν έναν κόσμο πίσω κάτω από στρώματα, έναν κόσμο εντός μας.

Έπειτα ακούμπησε το καλειδοσκόπιο πλάι του. Είχε ανακαλέσει όλους τους κανόνες των ομοιοκαταληξιών και είχε βρει πώς γεννιούνται των ανθρώπων τα δάκρυα. Κάποιος άνεμος, έκανε την Δάφνη να σαλέψει και εκείνη που ξέρουν είπαν, συνομήλικος θα΄ναι ο άνεμος των ποιημάτων, γιατί είναι θυελλώδης δίχως λόγο και αφορμή. Το μαϊστράλι ανακάτωνε τα μαλλιά του που μπερδεύονται σαν τα χρόνια και τις εμπειρίες. Η πυρκαγιά που αρπάζει το σπίτι δεν τον πληγώνει, μονάχα τ΄αδράχτι του χρόνου που παραφυλά, μόνο αυτό συνιστά έναν σπουδαίο κίνδυνο.

Επειδή κινδυνεύουν να χαθούν για πάντα οι φίλοι, ο Χρόνης, ο Στέφανος που θυμίζουν τρεμάμενα λάδια , του καιρού τ΄αλλάματα. Η ανάμνηση της μνήμης κρατάει όρθιο αυτόν εδώ τον κόσμο. Για να τον χρωματίσει ο Σωτήρης Κακίσης που χωρά σε εκείνες τις πρόζες όλο τον σύγχρονο προβληματισμό για χθες και το σήμερα της ανθρωπότητας, για την ανεκλάλητη μακαριότητα του, την ηθική λιτότητα και τον βίο τον υπαίθριο μιας γλώσσας δημοτικής και απέριττης.

Και στο φόντο το αναγκαίο και το χρήσιμο που δεν αφήνει χρόνο για το περιττό και το διακοσμητικό. Τίποτε τέτοιο δεν θα μπορούσε να χωρέσει στο ιδιαίτερο βιβλίο του Σωτήρη Κακίση, το καμωμένο από λέξεις προσωπικές που πάντα συγχωρούν. Ζαχαρόνερο η μνήμη και ο συγγραφέας δοκιμάζει , σαν άγγελος δοκιμάζει από χέρι μαραμένο τα νιάτα, παραδομένος στο καλειδοσκόπιο του. Και το τραγούδι του συνεχίζει για να προσφέρει όπως ένας μακρυλαίμης γερανός που δεν νοιάζεται ποιος ακούει εκεί έξω.

«Μια Δάφνη» ή «Ανάποδα ο άνεμος», του Σωτήρη Κακίση, από τις εκδόσεις Βακχικόν. Ένας συλλογισμός, όχι μαρμάρινος πια, μα ένα χρώμα με ανεξιχνίαστη σύσταση που ΄ρχεται να φωτίσει την ποίηση σαν ένα είδος αντιμισθίας μιας ολόκληρης ζωής. Αυτής με τον Στέφανο, τον Χρόνη, τα τραγούδια και τα ποιήματα. Ένα σπουδαίο βιβλίο με τις μνήμες λαμπηδόνες των φίλων, των παλιών και των αγαπημένων που σήμερα τόσο βαθιά τους νιώθουμε καθώς βρίσκονται στο χείλος της «αγυριτιάς».