Ο σκηνοθέτης Μελέτης Μοίρας με την τρίτη ταινία του ανοίγει για τα καλά τη συζήτηση για το τι είναι καλτ, στον χώρο του κινηματογράφου, βάζοντας τους συντελεστές αγαπημένων του ταινιών και όχι μόνο, μπροστά στην κάμερα.

Ads

Στο ντοκιμαντέρ «Λατρεία. Οι καλτ ελληνικές ταινίες μου» που κάνει πρεμιέρα στις 27 Μαρτίου νιώθουμε τον σκηνοθέτη να προσπαθεί να αποκαλύψει όλα όσα βρίσκονται πίσω από αυτή την ιδιαίτερη λατρεία ενός κοινού σε ένα έργο.

Τι συνέβη με τις ταινίες «Τσίου» του Μάκη Παπαδημητράτου, «Σπιρτόκουτο» του Γιάννη Οικονομίδη, «Ας Περιμένουν οι Γυναίκες» του Σταύρου Τσιώλη και το επεισόδιο «Βιετνάμ» από το «Όλα είναι Δρόμος» του Παντελή Βούλγαρη; Υπήρξαν κάποιοι υποκειμενικοί ή αντικειμενικοί λόγοι που βρέθηκαν στο εικονοστάσι;

Οι σκηνοθέτες καταθέτουν τις απόψεις τους ενώ παρεμβάλλεται η καλτ φιγούρα ενός ιερέα και η συζήτηση ανάμεσα στον Νίκο Ξυδάκη (δημοσιογράφο, πρώην υπ. Πολιτισμού) και τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Δημήτρη Μανιάτη, δίνοντας την αίσθηση στον θεατή πως η συζήτηση συνεχίζεται σε αγαπημένα -ίσως πολύ καλτ- στέκια της πόλης. Με αφορμή την πρεμιέρα, ο Μ. Μοίρας μιλάει στο tvxs.

Ads

Ένα μεγάλο μέρος στην αρχή της ταινίας είναι αφιερωμένο στην προσπάθεια να δοθεί ορισμός στο καλτ. Τι είναι τελικά καλτ για σένα;

Για μένα, επαναλαμβάνω για μένα, το καλτ μπορεί να συσταθεί ακόμη και με δύο άτομα. Αν δηλαδή εσύ με έναν/μία  φίλο/η σου παρακολουθείτε ανά τακτά χρονικά διαστήματα μια ταινία και στον ενδιάμεσο χρόνο συζητάτε για αυτήν είτε για ατάκες είτε για σεκάνς της ταινίας, τότε είναι καλτ. Είναι το μόνο είδος, αν μπορείς να το πεις είδος, γιατί ακριβώς δεν έχει αντικειμενικές προδιαγραφές, που μπορεί να προκύψει από το πουθενά.

Αρκεί η σύσταση μιας ομάδας πιστών, που λατρεύουν το δόγμα/κείμενο/εικόνα και η περιοδικότητα. Διαφορετικά, αγαπημένες ταινίες όλοι έχουμε πολλές. Θα τη δεις και θα την ξαναδείς; Θα το κάνεις με την αγωνία μιας ιεροτελεστίας, μιας σημαντικής συνεύρεσης; Θα μαζέψεις φίλους στο σπίτι ή θα πάτε σινεμά να τη ξανά δείτε; Θα τη συζητάς; Ε, τότε είναι καλτ.

Βλέπουμε πως άλλο αντιλαμβάνεται ο καθένας ως καλτ. Είναι καλτ και ο Γκουσγκούνης και ο Νικολαΐδης και ο Οικονομίδης; 

Τα πάντα μπορούν να είναι καλτ, εφόσον υπάρχει μια παρέα που τα υποστηρίζει. Σε κάποιες περιπτώσεις βέβαια, τα πολλά υποκειμενικά συγκλίνουν σε ένα μεγάλο αντικειμενικό, και δημιουργείται ένας «κανόνας». Αλλά και πάλι, καλτ μπορεί να είναι το οτιδήποτε, αρκεί, όπως ανέφερα, να γίνεται περιοδική αναφορά και θέαση, από τουλάχιστον δύο ανθρώπους.

Γιατί αποφάσισες να κάνεις αυτό το ντοκιμαντέρ;

Είναι κάτι που μου έχει συμβεί και στις προηγούμενες ταινίες μου, Jazz fm – Diamonds in the Night Sky & Βαβέλ – Από τη Σιωπή στην Έκρηξη. Θέλω να τιμήσω ό,τι αγάπησα και με διαμόρφωσε, με μια ανάγκη, τόσο να μην ξεχαστεί, όσο και να αγκαλιαστεί από την αστική ιστορία αυτού του τόπου. Κι αν θες, ψάχνω τις αιτίες αυτές που ανέδειξαν και κράτησαν στη μνήμη μου τις συγκεκριμένες ιστορίες.

Γιατί αυτή η παρέα στον Jazz fm; Γιατί η παρέα της Βαβέλ; Γιατί αυτές οι ταινίες; Τι έκαναν διαφορετικό από τους άλλους; Είχα πάντα στο μυαλό μου το «Βιετνάμ», το «Σπιρτόκουτο», το «Τσίου», και το «Ας περιμένουν οι Γυναίκες», αλλά δεν είχα το συνδετικό κρίκο. Με τι θα έκανα τη σύζευξη. Ε, το καλτ ήταν ο καταλύτης.

Τι είναι αυτό που κατά τη γνώμη σου χαρακτηρίζει την ελληνική καλτ σκηνή; Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες της;

Δεν θεωρώ πως διαφέρει από το καλτ άλλων χωρών ή έχει ιδιαιτερότητες. Απλά, το τοπικό καλτ δεν μπορεί να γίνει το ίδιο κατανοητό σε άλλες χώρες. Και μη κοιτάς την αμερικάνικη κουλτούρα που έχει διεισδύσει παντού, και ναι, μπορεί να γίνει αντιληπτή και από εμάς.

Ωστόσο, δεν ξέρω αν ένας Σουηδός μπορεί να καταλάβει ακριβώς π.χ. το «Ας περιμένουν οι Γυναίκες» ή το «Βιετνάμ». Όπως και αυτοί θα έχουν τα δικά τους καλτ, που εμείς δύσκολα θα αντιληφθούμε. Και καλό είναι αυτό, ας μην ισοπεδωθούν, ομογενοποιηθούν όλα από την άτιμη παγκοσμιοποίηση.

Οι παρεμβολές με τον ιερέα είναι μια προσπάθεια να παράξεις καλτ περιεχόμενο μες στο ντοκιμαντέρ;

Η αρχική ιδέα ήταν να βάλω τρεις φιγούρες καλτ, οι οποίες θα παρακολουθούν την ταινία και θα τη σχολιάζουν.

Στην πορεία, η φιγούρα του παπά δυνάμωνε πολύ στο μυαλό μου λόγω της θρησκευτικής λατρείας που εκπροσωπούσε ή αν θες, της λατρείας ενός δόγματος γενικά, το οποίο πραγματεύεται κι η ταινία, συν του γεγονότος, πως οι μεγάλες ιδέες χρειάζονται και πολλά λεφτά, οπότε επικράτησε ο ρόλος του παπά. Πόσο μάλλον η συνθήκη, πως θα τον ερμήνευε ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, με τον οποίο υπάρχει σχέση πριν πιάσουμε και οι δύο το «σανίδι», έχει συμμετάσχει, με κάποιο τρόπο, σχεδόν σε όλες τις ταινίες μου και είναι ο άνθρωπος που τσακώνομαι συνέχεια για όλα τα πρότζεκτ μου.

Πάντως σίγουρα, δεν ήθελα μέσω του παπά να κάνω μια ταινία καλτ. Είπαμε αυτά τα πράγματα προκύπτουν, δεν σχεδιάζονται. Ήταν η ανάγκη έκφρασης μιας ιδέας, όπως ήταν ανάγκη και το δίδυμο: Δημήτρης Μανιάτης & Νίκος Ξυδάκης. Είναι ιδέες που μου έρχονται συνήθως στον ύπνο μου και τρέχω να τις γράψω, για να μην τις ξεχάσω, μόλις ξυπνήσω.

Υπάρχει νέα γενιά καλτ δημιουργών; Και ποιοι είναι; 

Σίγουρα θα υπάρχουν και να πω εδώ, πως διαφωνώ με τον φίλο μου Αλέξανδρο Παπαγεωργίου, που στην ταινία αναφέρει, πως το καλτ δεν χρειάζεται χρόνο για να παραχθεί. Προσωπικά θεωρώ πως ο χρόνος είναι απαραίτητο συστατικό για το καλτ φαινόμενο. Οπότε σίγουρα θα υπάρχουν, αλλά θα τους αναγνωρίσουμε στο άμεσο, ελπίζω, μέλλον.

Άντε, να ρισκάρω να πω, πως τα «Μαγνητικά Πεδία» του Γιώργου Γούση και «Too Much Info Clouding Over My Head» του Βασίλη Χριστοφιλάκη έχουν κάτι καλτ, αλλά εμένα οι ταινίες αυτές με πιάνουν στη φόρμα, δηλαδή στον τρόπο που τις έκαναν.

Με αγγίζει το χειροποίητο πιο πολύ. Βαριέμαι τις ταινίες που έχουν περάσει 3-4 χρόνια από τα εξορθολογιστικά πίτσινγκ, και χάνουν την πρωταρχική τους ενέργεια, που συνήθως περιέχει τη σκανδαλιά και το απροσδόκητο, ενώ καταλήγουν μια φορμαρισμένη αδιάφορη ευθεία.

Πού θα προβάλλεται η ταινία και για πόσο; 

Αν επιμείνει ο κόσμος θα προβάλλεται για πολύ. Έχω παρατηρήσει, πως ο κόσμος φεύγει ικανοποιημένος από τις αίθουσες, οπότε, θέλω να πιστεύω πως θα κρατήσει χρονικά.

Κατά τα άλλα κάνει πρεμιέρα στις 27 Μαρτίου και θα παίξει (την πρώτη βδομάδα) στα Cinobo Όπερα & Πατησίων, Δαναό, Μικρόκοσμο, Village Ρέντη, Mall και Θεσσαλονίκης.