Πριν από κανα μήνα, ήμουν σε μια γιορτή με κάμποσους φίλους, όπου ήταν κι ένας πιτσιρικάς κάπου δώδεκα χρονών, που δεν είχε παρέα και βαριόταν, και είχε στο κινητό του μια εφαρμογή που “πρόβλεπε” πότε θα πεθάνεις, με βάση τις απαντήσεις σου σε διάφορες ερωτήσεις (αν καπνίζεις, πόσες ώρες κοιμάσαι, τέτοια). Οπότε ο μικρός άρχισε να ρωτάει τους δικούς του και να ανακοινώνει την ετυμηγορία. Εμένα δεν με ρώτησε, δεν είχε θάρρητα μαζί μου, αλλά από τις άλλες απαντήσεις που άκουσα το πρόγραμμα ήταν αρκετά χουβαρντάδικο, τους πιο πολλούς τους πρόβλεψε αιωνόβιους, αν δεν κάπνιζαν. Αυτό εμένα μού θύμισε μιαν ανάλογη ιστορία με προβλέψεις θανάτων, που έγινε πριν από 101 χρόνια, και σκέφτηκα να το ανεβάσω στο ιστολόγιο, όμως δεν είχα τότε το βιβλίο πρόχειρο. Τώρα το βρήκα. Του Νίκου Σαραντάκου

Ads

To 1912, στο χωριό Κράσι του νομού Ηρακλείου, μια παρέα νέοι μαζεύτηκαν για να περάσουν το καλοκαίρι. Τους βλέπετε αριστερά, και δεν έχω την απαίτηση να τους αναγνωρίσετε, παρόλο που σαν ονόματα οι πιο πολλοί είναι πασίγνωστοι. Λοιπόν, από αριστερά προς τα δεξιά: Γαλάτεια Καζαντζάκη, Έλλη Αλεξίου, Μάρκος Αυγέρης, Κώστας Βάρναλης, Νίκος Καζαντζάκης, και ο λιγότερο γνωστός Χαρ. Στεφανίδης. Τη φωτογραφία την έβγαλε ο Λευτέρης Αλεξίου, ο αδελφός της Έλλης και της Γαλάτειας, που ήταν κι αυτός στην παρέα.

Βάρναλης, Αυγέρης και Καζαντζάκης κόντευαν τα τριάντα, και είχαν αρχίσει να αποκτούν ένα όνομα στα γράμματα. Όλοι είχαν φέρει μαζί τους τα χαρτιά τους, κάτι γράφανε ή κάτι μεταφράζανε. Το Κράσι είναι ημιορεινό χωριό, κι οι διακοπές τους ήταν διακοπές δημιουργικής εργασίας, τουλάχιστον για τον Καζαντζάκη, που τηρούσε με θρησκευτική ευλάβεια το πρόγραμμά του: ξυπνούσε στις 6 το πρωί, και έγραφε ή διάβαζε ώς το μεσημέρι, κι ύστερα από τη σιέστα πάλι ως το δειλινό, που έβγαιναν όλοι για περίπατο και μετά για βραδινό φαγητό. Κοιμούνταν μαζί με τη Γαλάτεια (είχαν παντρευτεί τον περασμένο χρόνο) σ’ ένα παταράκι, ονταδάκι το λέει η Αλεξίου στο Για να γίνει μεγάλος, Στα αριστερά της φωτογραφίας, βλέπουμε τη σκάλα που ανέβαινε στο ονταδάκι.

Οι άλλοι δεν είχαν την προσήλωση του Καζαντζάκη, ξυπνούσαν πολύ αργότερα και με το πάσο τους. Στο σπίτι υπήρχε και μια τράπουλα, αυτή της φωτογραφίας ίσως, και μια μέρα, μετά το μεσημεριανό, στρώθηκαν στο πόκερ Αυγέρης, Βάρναλης, Λευτέρης και Γαλάτεια, ως το βράδυ. Την άλλη μέρα, το ίδιο. Ο Καζαντζάκης δεν άλλαζε ούτε κεραία το πρόγραμμά του, δουλειά. Την τρίτη μέρα, κατεβαίνοντας από το ονταδάκι μετά τη σιέστα ο Καζαντζάκης τους είδε να συνεχίζουν το χαρτί και ξέσπασε:

Ads

– Μα επιτέλους, δεν ντρέπεστε, άνθρωποι με τόσα προσόντα; Δεν ντρέπεστε να το ρίχνετε στα χαρτιά; Ντροπή σας! Κι αν δεν θέλετε να γράφετε ποιήματα, φτιάξτε τουλάχιστον επιγράμματα!

Και άρπαξε την τράπουλα και την έκανε κομμάτια κι ύστερα καταγανακτισμένος βγήκε έξω και πήρε ν’ ανεβαίνει το βουνό. Οι άλλοι έμειναν αποσβολωμένοι, αλλά τελικά αντί να οργιστούν ακολούθησαν τη συμβουλή του Καζαντζάκη και πράγματι, το έριξαν στα σατιρικά επιγράμματα, κι όταν επέστρεψε ο Καζαντζάκης από το βουνό συνέχισαν όλοι μαζί να σκαρώνουν κι άλλα. Μερικά τα διασώζει η Έλλη Αλεξίου στο βιβλίο που είπαμε, απ’ όπου ξεσηκώνω ένα για τον Βάρναλη:

Ο Πήγασος στα σκέλια σου κατάντησε γαϊδούρι
εσύ τον πας στα Ηλύσια κι αυτός σε πάει στ’ αχούρι.

Πρόκειται για υπαινιγμό για το ποίημα “Θυσία” του Βάρναλη, που λέει “κι άμε να φέρεις απ’ τ’ αχούρι / το διχρονίτικο γαϊδούρι / το βαρβάτο”.

Μια βραδιά, εκεί που παίζοντας κουβεντιάζαν για τον θάνατο, τους ήρθε να δηλώσουν ποια χρονιά πρόκειται να πεθάνουν -και μάλιστα έγραψαν τις προβλέψεις τους σε μια από τις πρώτες σελίδες ενός βιβλίου, του γαλλικού λεξικού Petit Larive et Fleury. Όπως παρατηρεί η Αλεξίου, επειδή έτυχε να το γράψουν σε λεξικό, σώθηκε, γιατί τα λεξικά είναι τα πιο μακρόβια βιβλία σε ένα σπίτι. “Τα άλλα δανείζονται, κλέβονται, χάνονται”.

Να η σελίδα με τις προβλέψεις, ένα ενδιαφέρον ντοκουμέντο που, όπως είδα, δεν έχει ανεβεί στο Διαδίκτυο (αν και έχει αναδημοσιευτεί σε εφημερίδες).

image

Πάνω και αριστερά, η πρόβλεψη του Μάρκου Αυγέρη, που υπογράφει με τα πραγματικά του αρχικά (Γ.Π., λεγόταν Γιώργος Παπαδόπουλος). Γράφει: “Τα πράγματα με σπρώχνουν να πεθάνω ως το 1917″. Είχε χάσει τη μητέρα του από φυματίωση και φοβόταν πως θα πάει από την ίδια αρρώστια -που τον καιρό εκείνο έκανε θραύση. (Για την ιστορία, πέθανε το 1973. στα 89 του χρόνια).

Στο κέντρο, η πρόβλεψη του Καζαντζάκη, που την υπογράφει με το γνωστό του Ν σαν αετός με ανοιγμένα φτερά: “Λέω να πεθάνω στα 1966, Αύγουστο μήνα”. Έπεσε έξω εννιά χρόνια, πέθανε το 1957 (γεννημένος το 1883). Πάντως, ήταν αυτός  που έκανε την πιο σωστή πρόβλεψη.

Από κάτω, ο Λευτέρης Αλεξίου (1890-1964) έκανε την πιο απαισιόδοξη πρόβλεψη “Εγώ θα πεθάνω στα 1914, Ιούλιο μήνα” -κι έπεσε 50 χρόνια έξω.

Και ακόμα πιο κάτω ο Βάρναλης, που υπογράφει Κ.Ι.Β. (Γιάννης ο πατέρας του) δεν προσδιορίζει χρονολογία θανάτου: “Πάντως να ζήσω ως τα 1930 -αλλά θα πεθάνω αργότερα”. Πέθανε τον Δεκέμβρη του 1974, στα ενενήντα του, έναν χρόνο μετά τον συνομήλικό του τον Αυγέρη.

Οι κοπέλες της παρέας μάλλον δεν έκαναν πρόβλεψη.

Στο βιβλίο με τις αναμνήσεις της, η Έλλη Αλεξίου παρομοιάζει τη διαμονή τους στο Κράσι με τα Maison de Création, τα Σπίτια συγγραφέων, τους ξενώνες δηλαδή που υπήρχαν τότε στις σοσιαλιστικές χώρες, όπου πήγαιναν οι συγγραφείς να απομονωθούν και να γράψουν. Ένας τέτοιος ξενώνας υπάρχει σήμερα στο Κράσι, όπως διαβάζω, μάλλον όχι τυχαία. Άλλος ένας, πιο γνωστός, βρίσκεται στην Πάρο.

Υστερόγραφο: Πολύ συχνό είναι βέβαια να περιγράφουν ποιητές τον θάνατο ή την κηδεία τους σε ποιήματά τους. Έχουμε στο ιστολόγιο γράψει για τα σχετικά ποιήματα του Ουράνη και του Ανρί Σπις, αλλά και την αντίστοιχη περιγραφή του Λαπαθιώτη, όπως και τη Δικαίωσι του Καρυωτάκη

sarantakos.wordpress.com