Ο αγώνας για ενημέρωση όπως αποτυπώθηκε διαχρονικά στην μεγάλη οθόνη. Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας, που μας υπενθυμίζει τη σπουδαιότητα της προστασίας του θεμελιωδών δικαιωμάτων της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας του Τύπου, παρουσιάζουμε δέκα χαρακτηριστικές δημιουργίες οι οποίες απεικόνισαν, τον ρόλο του δημοσιογράφου στο Σινεμά. Από τον θρυλικό «Πολίτη Κέιν» (1941) του Όρσον Γουέλς, μέχρι το «Φροστ / Νίξον» (2008) του Ρον Χάουαρντ και από το «Ο Λαός Προστάζει» (1941) του Φρανκ Κάπρα, μέχρι τον «Κανόνα της Σιωπής» (2012) του Ρόμπερτ Ρέντφορντ.

Ads

 

Ο έλεγχος της πληροφορίας, αλλά και της τέχνης, υπήρξε ανέκαθεν βασικός στόχος της εκάστοτε εξουσίας. Άλλοτε σκοτεινός και άλλοτε αποκαλυπτικός, ο ρόλος της τέταρτης εξουσίας και του δημοσιογράφου στον αγώνα της ενημέρωσης, την αναζήτησης και της εξακρίβωσης της είδησης, παρείχε την πρώτη ύλη για τη δημιουργία αξιόλογων ιστοριών που αποτυπώθηκαν διαχρονικά στην μεγάλη οθόνη. Κάθε μία από τις ταινίες του αφιερώματος παρουσιάζει με τον δικό της μοναδικό τρόπο, τον ρόλο των μέσων μαζικής ενημέρωσης και του δημοσιογράφου, στον κινηματογράφο. Στην Κινηματογραφική Στήλη του Tvxs.gr, παρουσιάζουμε το Αφιέρωμα «Ο Δημοσιογράφος στον Κινηματογράφο», μέσα από εννέα ταινίες κι ένα ντοκιμαντέρ:

  • «Η Αλήθεια» (Truth – 2015) του Τζέιμς Βάντερμπιλτ
  • «O Αγγελιοφόρος Πρέπει να Πεθάνει» (Kill The Messenger – 2014) του Μάικλ Κουέστα
  • Φροστ / Νίξον (Frost / Nixon – 2008) του Ρον Χάουαρντ
  • Καληνύχτα, και Καλή Τύχη (Good Night, and Good Luck, 2005) του Τζορτζ Κλούνεϊ
  • Το Τελευταίο Ατού (Ace in the Hole – 1951) του Μπίλι Γουάιλντερ
  • Πολίτης Κέιν (Citizen Kane – 1941) του Όρσον Γουέλς
  • Ο Λαός Προστάζει (Meet John Doe – 1941) του Φρανκ Κάπρα
  • «Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου» (All The President’s Men)
  • «Το Δίκτυο» (Network – 1976) του Σίντνεϊ Λουμέτ
  • «Είμαστε Δημοσιογράφοι» (We Are Journalists) του Άχμαντ Τζαλάλι Φαραχάνι

 

Ads

«Η Αλήθεια» (Truth – 2015) του Τζέιμς Βάντερμπιλτ

image
 

Το πρωί της 9ης Σεπτεμβρίου 2004, η βετεράνος παραγωγός του δελτίου ειδήσεων του CBS, Μέρι Μέιπς (Κέιτ Μπλάνσετ), πίστευε ότι είχε κάθε λόγο να αισθάνεται περήφανη για τη δουλειά της. Μέχρι το βράδυ της ίδιας μέρας, η Μέιπς με τον παρουσιαστή του δελτίου Νταν Ράδερ (Ρόμπερτ Ρέντφορντ), θα δεχόντουσαν πολύ σκληρή κριτική κι έλεγχο. Το προηγούμενο βράδι, ο Ράδερ παρουσίασε στην εκπομπή «60 Minutes II», αποδείξεις ότι ο πρόεδρος Τζορτ Μπους είχε βρει τρόπο να αποφύγει τη στρατιωτική του θητεία από το 1968 έως το 1974. Η εκπομπή υποστήριξε ότι ο Τζορτζ Μπους χρησιμοποίησε οικογενειακές γνωριμίες και πολιτική δύναμη για να μη στρατολογηθεί στον πόλεμο του Βιετνάμ, αλλά να καταταχθεί στην Εναέρια Εθνική Φρουρά του Τέξας. Ωστόσο, ούτε στο σώμα του Τέξας παρουσιάστηκε ποτέ. Η Μέιπς και η ομάδα της δούλεψαν σκληρά για να έχουν ζωντανά στην εκπομπή μάρτυρες κι έγγραφα για να υποστηρίξουν τις κατηγορίες τους, κι ένιωθαν βέβαιοι ότι η υπόθεση ευσταθούσε. Το θέμα θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην επερχόμενη καμπάνια του Μπους για τις προεδρικές εκλογές του 2004.

 

Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του βραβευμένου σεναριογράφου Τζέιμς Βάντερμπιλτ (Zodiac – 2007), είναι ένα αξιόλογο, βιογραφικό δράμα, το οποίο είναι βασισμένο σε αληθινά γεγονότα. Πρόκειται για τη γνωστή υπόθεση «Rathergate», που αποκάλυπτε την προσπάθεια του πρόεδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζορτζ Μπους, να αποφύγει τη στρατολόγηση από την Εθνική Φρουρά για ένα έτος κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ. Ο Βάντερμπιλτ έχει στη διάθεση του ένα εξαιρετικό σύνολο ηθοποιών, όπου πρωταγωνιστούν οι: Κέιτ Μπλάνσετ, Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Ελίζαμπεθ Μος, Τόφερ Γκρέις, Ντένις Κουέιντ, Μπρους Γκρίνγουντ. Η ταινία που μεταφέρει με πειστικότητα το κλίμα της εποχής, δείχνει καρέ καρέ την εξέλιξη της δημοσιογραφικής έρευνας, τον ρόλο της τέταρτης εξουσίας, αλλά και την προσωπική επίθεση και στοχοποίηση των εμπλεκομένων. Εξαιρετικοί στους κεντρικούς ρόλους, οι καταξιωμένοι ηθοποιοί, Ρόμπερτ Ρέντφορντ και Κέιτ Μπλάνσετ.

 

Διαβάστε επίσης:

Ρόμπερτ Ρέντφορντ: Αναζητώντας την κινηματογραφική «Αλήθεια»

 

«O Αγγελιοφόρος Πρέπει να Πεθάνει» (Kill The Messenger – 2014) του Μάικλ Κουέστα

image

Βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, η νέα ταινία του Μάικλ Κούεστα (Michael Cuesta), δημιουργού της δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς «Homeland» (2011) επικεντρώνεται στην υπόθεση του βραβευμένου με Πούλιτζερ δημοσιογράφου Γκάρι Γουέμπ που με κίνδυνο της προσωπικής του ζωής αποδεικνύει ποιος μπορεί και πρέπει να είναι ο ρόλος της ερευνητικής δημοσιογραφίας…

Ο Γκάρι Γουέμπ, με το επαγγελματικό του σθένος και θέτοντας σε κίνδυνο όχι μόνο την καριέρα του, αλλά και την ίδια του τη ζωή, καθώς επίσης και τις ζωές των μελών της οικογενείας του, κατάφερε μέσα από την δημοσιογραφική του έρευνα να ξεσκεπάσει τη σκευωρία της Αμερικανικής κυβέρνησης και της CIA εις βάρος των ίδιων των Αμερικανών πολιτών.

Ο Κανόνας της Σιωπής (The Company You Keep – 2012) του Ρόμπερτ Ρέντφορντ

image

Ο Τζιμ Γκραντ (Ρόμπερτ Ρέντφορντ) είναι ένας επιφανής δικηγόρος που αναλαμβάνει υποθέσεις προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πατέρας μία κόρης, την οποία μεγαλώνει μόνος του, στα ήρεμα προάστια του Όλμπανι, στη Νέα Υόρκη. Ο κόσμος του όμως ανατρέπεται όταν ένας φιλόδοξος νέος δημοσιογράφος, ο Μπεν Σέπαρντ (Σία Λαμπέφ), αποκαλύπτει την πραγματική του ταυτότητά, αυτή δηλαδή ενός πρώην ακτιβιστή της οργάνωσης Weather Underground, που εξαιτίας της συμμετοχής του σε μία ένοπλη ληστεία, καταζητείται για φόνο.

Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, πρωταγωνιστεί αλλά και σκηνοθετεί τον «Κανόνα της Σιωπής», επιστρατεύοντας στο πλευρό του, μερικούς από τους καλύτερους Αμερικανούς ηθοποιούς της γενιάς του, με φόντο το αντιπολεμικό κίνημα, The Weather Underground. Μία ταινία που διαδραματίζεται στο παρόν με αναφορές στο αντιπολεμικό κίνημα, The Weather Underground, τη δεκαετία του ’70. Το φιλμ βασίζεται στο μυθιστόρημα του Νιλ Γκόρντον, το οποίο προσαρμόστηκε για τις ανάγκες της μεγάλης οθόνης από τον Λεμ Ντομπς.

Πολύ καλός ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, τόσο μπροστά όσο και πίσω από την κάμερα. Η δραματική εξέλιξη και οι σεναριακές ανατροπές, είναι το μεγάλου ατού της συγκεκριμένης ταινίας. Μίας ταινίας που ανοίγει τον φάκελο, ενός από τα πιο σημαντικά αντιπολεμικά κινήματα, της δεκαετία του ’70. Ο λόγος βέβαια για το “The Weather Underground”, που στην εποχή του, είχε διχάσει την κοινή γνώμη στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού.

Το φιλμ έχει βέβαια την τύχη να έχεις στο καστ της, μερικούς από τους κορυφαίους Αμερικανούς ηθοποιούς του παρελθόντος. Καθώς εκτός από τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ, σε καθοριστικούς ρόλους συναντάμε μεταξύ άλλων τους: Σούζαν Σαράντον, Νικ Νόλτε, Στάνλεϊ Τούτσι, Κρις Κούπερ και Τζούλι Κρίστι. Ικανοποιητικός και επαρκής στον ρόλο του, είναι και ο πιτσιρικάς της παρέας μας, ο Σία ΛαΜπέφ, εδώ στον ρόλο του δαιμόνιου δημοσιογράφου που κυνηγά την είδηση. Ο νεαρός ηθοποιός, αφού πρώτα έγινε γνωστός μέσα από τη σχετική τριλογία των Transformers, προσπαθεί σταδιακά να αλλάξει το προφίλ του, μέσα από ταινίες όπως το “Lawless” και το “The Company You Keep” (και οι δύο παραγωγής του 2012). Ενώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τον παρακολουθήσαμε και στο “Nymphomaniac”, του σπουδαίου Lars Von Trier.

Φροστ / Νίξον (Frost / Nixon – 2008) του Ρον Χάουαρντ

image

Μεταφερόμαστε στις 23 Μαΐου του 1977. Ο πρώην Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρντ Νίξον, δίνει μία από τις πιο διάσημες τηλεοπτικές συνεντεύξεις του στον Ντέιβιντ Φροστ. Επιλέγει εσκεμμένα – και πιστεύοντας εκ του ασφαλούς – να σπάσει την πολυετή σιωπή του με μια συνέντευξη σε έναν μέχρι τότε «ανάλαφρου» ύφους εκπομπών, παρουσιαστή. Παράλληλα ο Νίξον, επικαλείται το “δικαίωμα” του Προέδρου για υποκλοπή και τελικά για… κλοπή, εάν τίθεται θέμα εθνικής ασφαλείας. Στην ουσία προσπαθούσε να δικαιολογηθεί για το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Η εξέλιξη όμως των συνεντεύξεων θα έχει διαφορετική κατάληξη.

Η ταινία, βασίζεται σε μια σειρά συνεντεύξεων που εξασφάλισε ο Ντέιβιντ Φροστ από τον πρόεδρο Νίξον το καλοκαίρι του 1977, όταν ο τελευταίος έληξε την τριετή σιωπή του. Στην τελευταία συνέντευξή του ο Νίξον παραδέχεται, τελικά, την εμπλοκή του στο σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Πρόκειται για μια ιστορική αναμέτρηση, την οποία παρακολούθησαν πάνω από 45 εκατομμύρια τηλεθεατές και η οποία όχι μόνο άλλαξε τη ζωή και των δύο, αλλά και τους όρους και τα όρια της δημοσιογραφίας και με την πολιτική.

Ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης Ρον Χάουαρντ (A Beautiful Mind, The Da Vinci Code, Apollo 13) μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη το θεατρικό του Πίτερ Μόργκαν (The Queen, The Last King of Scotland) για την τηλεοπτική αναμέτρηση μεταξύ του παραιτηθέντος Προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον και του διάσημου Άγγλου τηλεοπτικού παρουσιαστή Ντέιβιντ Φροστ. Ο Φρανκ Λανγκέλα και ο Μάικλ Σιν πρωταγωνιστούσαν και στο ομώνυμο πολύ επιτυχημένο θεατρικό έργο. Οι δυο τους ως Νίξον και Φροστ αποκάλυπταν τι εικάζει ο συγγραφέας και σεναριογράφος Πίτερ Μόργκαν, πως γινόταν όταν έσβηναν οι κάμερες. Ίσως γι’ αυτό και η χημεία των δύο πρωταγωνιστών να είναι τόσο καλή, με τον Φρανκ Λανγκέλα, στον ρόλο του Ρίτσαρντ Νίξον, να δίνει μία από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του και δικαίως να κερδίζει μία υποψηφιότητα για Όσκαρ.

Καληνύχτα, και Καλή Τύχη (Good Night, and Good Luck, 2005) του Τζορτζ Κλούνεϊ

image

Το 1953, o Έντουαρντ Μάροου, ένας εξαιρετικά πετυχημένος πολιτικός αναλυτής του CBS, ο οποίος υποστηρίζεται από μια σπουδαία δημοσιογραφική ομάδα και τον παραγωγό Φρεντ Φρέντλι, αποφασίζει να διερευνήσει την «ομιχλώδη» υπόθεση αποπομπής από την πολεμική αεροπορία ενός ικανότατου πιλότου. Οι έρευνές του όμως σύντομα θα τον οδηγήσουν σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον γερουσιαστή Τζόζεφ Μακάρθι, θεμελιωτή της περίφημης «μαύρης λίστας», κάτι που θα θέσει σε κίνδυνο την καριέρα του…

Αυτή η πραγματική ιστορία που προαναφέραμε είναι και το θέμα της ταινίας “Καληνύχτα, και Καλή Τύχη” (Good Night, and Good Luck, 2005). Το φιλμ, αποτελεί τη δεύτερη σκηνοθετική προσπάθεια του Τζορτζ Κλούνεϊ, που μας αφήνει με τις καλύτερες εντυπώσεις. Είχε προηγηθεί το 2002, το “Confessions of a Dangerous Mind”, ενώ στην πορεία θα ακολουθήσουν οι ταινίες: “Leatherheads” του 2008 και “The Ides of March” του 2011, ενδιαφέροντα φιλμ και σίγουρα πολύ καλύτερα από τη φετινή σκηνοθετική του δουλειά στο “Μνημείων Άνδρες” (The Monuments Men – 2014).

Έχοντας μία πλειάδα γνωστών και εξαιρετικών ηθοποιών στη διάθεση του και κρατώντας για τον εαυτό έναν πιο μικρό ρόλο ο Κλούνεϊ, αποφασίζει σοφά να μας παρουσιάσει το συγκεκριμένο έργο σε ασπρόμαυρο φόντο, μεταφέροντας μας ακόμα πιο πειστικά στην ατμοσφαίρα της εποχής εκείνης. Διαθέτοντας αρκετά στοιχεία από το είδος του φιλμ νουάρ, η ταινία εντυπωσιάζει τόσο με την απλότητά της, όσο και με την ειλικρίνειά της. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι τον Τζόζεφ Μακάρθι, επίτηδες δεν τον υποδύεται κάποιος ηθοποιός, αλλά χρησιμοποιούνται πλάνα της εποχής εκείνης καταφέρνοντας έτσι ο Κλούνεϊ να μπολιάσει ιδανικά στο φιλμ του, την ιστορική εγκυρότητα με τη μυθοπλασία.

Για την ιστορία, η ταινία τιμήθηκε με τα βραβεία σεναρίου και ανδρικής ερμηνείας (Ντέιβιντ Στράδερν) στο Φεστιβάλ της Βενετίας το 2005 ενώ ήταν και υποψήφια για έξι Όσκαρ χωρίς ωστόσο να κερδίζει κανένα. Παρόλα αυτά κατάφερε να αναδειχθεί ως η καλύτερη ταινία της χρονιάς, από το Αμερικάνικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου (AFI).

Το Τελευταίο Ατού (Ace in the Hole – 1951) του Μπίλι Γουάιλντερ

image

Ο Τσακ Τέιτουμ (Κερκ Ντάγκλας) είναι ένας πολύ φιλόδοξος, εγωκεντρικός, ξύπνιος αλλά επαγγελματικά σε πτώση, ρεπόρτερ. Πηγαίνει ένα ταξίδι στο Νέο Μεξικό, αφού έχει απολυθεί από έντεκα εφημερίδες για δυσφήμιση, μοιχεία και ποτό, ανάμεσα στα άλλα. Εκεί έχει βρει μια ασήμαντη δουλειά σε μια μικρή τοπική εφημερίδα. Προσπαθεί να παραμείνει νηφάλιος και δουλεύει ήρεμα. Ξαφνικά κι ενώ καλύπτει ένα ασήμαντο νέο, ο Τέιτουμ θα ανακαλύψει μία εντυπωσιακή είδηση. Ένας άντρας, ο Λίο Μινόζα (Richard Benedict), έχει παγιδευτεί μέσα σε μια σπηλιά που κατέρρευσε. Πιστεύοντας ότι έχει βρει τη χρυσή ευκαιρία που θα τον ξαναφέρει στην επιφάνεια και θα του δώσει φήμη, ο ήρωας μας εκμεταλλεύεται την είδηση και την ανάγει σε πρώτο θέμα στις τοπικές εφημερίδες.

Γύρω από τον άτυχο παγιδευμένο άντρα ενορχηστρώνεται ένα ολόκληρο δημοσιογραφικό γεγονός, που εξελίσσεται σε ένα προϊόν εκμετάλλευσης των μίντια. Στην έρημη κοιλάδα έξω από τη σπηλιά, στήνονται υπαίθρια μαγαζιά που πουλάνε πρόχειρο φαγητό, λούνα παρκ, μπάντες που βγάζουν τραγούδια σχετικά με το θέμα, ενώ τα πούλμαν με τους τουρίστες διαδέχονται το ένα το άλλο. Όλοι θέλουν να βρεθούν σε αυτό το συμβάν που έχει λάβει τεράστια δημοσιότητα. Και όσο πιο μεγάλο γίνεται το γεγονός στις ειδήσεις, όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον απομακρύνεται από τον κύριο και αληθινό σκοπό της είδησης και τη διάσωση του εγκλωβισμένου άντρα…

«Το Τελευταίο Ατού» του Μπίλι Γουάιλντερ, είναι ένα αριστουργηματικό φιλμ νουάρ που μέσα από ένα έξυπνο σενάριο (υποψήφιο για Όσκαρ) στηλιτεύει τη χειραγώγηση, την εκμετάλλευση και τον οπορτουνισμό των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Η ταινία είναι ένα σκληρό, αλλά συνάμα και ρεαλιστικό πορτρέτο του χειρισμού των ειδήσεων από τα μίντια. Μία ανοιχτή επίθεση στη διεφθαρμένη δημοσιογραφία και τον ζοφερό χαρακτήρα του «αιμοδιψούς» κοινού. Κανένας δεν γλιτώνει από την αυστηρή κριτική. Μια ταινία που έγινε πριν από 65 χρόνια και που παραμένει επίκαιρη, περισσότερο από ποτέ.

Πολίτης Κέιν (Citizen Kane – 1941) του Όρσον Γουέλς

image

Ο ισχυρός μεγιστάνας του Τύπου, Τσάρλς Φόστερ Κέιν (Όρσον Γουέλς) πεθαίνει μόνος στον πύργο του Ξαναντού, σε ηλικία 76 ετών. Η τελευταία λέξη που πρόφερε πριν πεθάνει ήταν “Rosebud” (Ροδανθός). Όλοι υποθέτουν ότι πρόκειται για ένα κλειδί της αινιγματικής προσωπικότητας του νεκρού. Η τηλεοπτική εκπομπή News on the March συγκεντρώνει υλικό για ένα μικρό αφιέρωμα στον διάσημο εκλιπόντα. Ο διευθυντής όμως του στούντιο δεν είναι ικανοποιημένος από το υπάρχον υλικό και θέλοντας να μάθει ποιος ήταν στ’ αλήθεια ο Kane, αναθέτει στον ρεπόρτερ του Jerry Thompson (William Alland) να ανακαλύψει τι μυστικά κρύβονται.

Ο δημοσιογράφος Τόμσον, αποφασίζει να βρει τη λύση του μυστηρίου, ερευνώντας την παιδική ζωή του Κέιν και παίρνοντας συνέντευξη από τέσσερα σημαντικά για εκείνον πρόσωπα. Όλοι τους είναι πολύ πρόθυμοι να μιλήσουν αλλά κανείς δεν μπορεί να του δώσει την εξήγηση που αναζητά. Η απάντηση μας δίνεται αναπάντεχα, στο τέλος. Όταν τα προσωπικά αντικείμενα του Κέιν απομακρύνονται από τον πύργο Ξαναντού, ένας εργάτης πετάει ένα παλαιό έλκηθρο στη φωτιά, πάνω στο οποίο αναγράφεται η λέξη Ροδανθός.

Όσο αφορά το σενάριο της ταινίας, είναι κοινό μυστικό ότι περιέχει πολλά βιογραφικά στοιχεία από τον William Randolf Hearst, μεγαλοεκδότη της εποχής. Η RKO θέλοντας να εκμεταλλευθεί τη φήμη αυτού του παιδιού – θαύματος, όπως είχε τότε χαρακτηριστεί ο Γουέλς, που έγινε τόσο σύντομα διάσημος από τις θεατρικές του παραστάσεις αλλά κυρίως από τη σκανδαλώδη επιτυχία της ραδιοφωνικής του εκπομπής, του παραχώρησε μέσα από ένα συμβόλαιο εξήντα σελίδων, την απόλυτη ελευθερία, χωρίς ίσως ούτε οι ίδιοι να περιμένουν ότι θα τα καταφέρει. Ο “Πολίτης Κέιν” ήταν μια οπτική επανάσταση στον “ομιλούντα” κινηματογράφο. Ο Γουέλς προσέλαβε ως οπερατέρ τον συνεργάτη πολλών Γερμανών εμπρεσιονιστών σκηνοθετών, Gregg Toland. Στον οποίο κάποιοι αποδίδουν το κλειστοφοβικό φως και το βάθος πεδίου (depth of focus) στα πλάνα της ταινίας.

Ο Λαός Προστάζει (Meet John Doe – 1941) του Φρανκ Κάπρα

image

Η εφημερίδα «Μπούλετιν» αλλάζει διεύθυνση και στέλνει σαράντα εργαζόμενους στην ανεργία. Η απολυμένη δημοσιογράφος Αν Μίτσελ (Μπάρμπαρα Στάνγουικ), στην τελευταία της στήλη δημοσιεύει ένα επινοημένο γράμμα με αποστολέα έναν ανύπαρκτο άνεργο που τον ονομάζει «Τζον Ντο» – είναι το όνομα με το οποίο χαρακτηρίζονται στην Αμερική οι αγνώστου ταυτότητος άνθρωποι, συνήθως νεκροί. Ο επινοημένος «Τζον Ντο», σύμφωνα με την ιστορία της Μίτσελ, έχει φτάσει σε σημείο απόλυτης απελπισίας και απειλεί ν’ αυτοκτονήσει την παραμονή των Χριστουγέννων, διαμαρτυρόμενος για τα κοινωνικά προβλήματα που τον έχουν ωθήσει στην ανεργία.

Η διεύθυνση της εφημερίδας «τσιμπάει» με το «πιασάρικο» αυτό θέμα και επαναπροσλαμβάνει την Αν. Οπότε, η τελευταία βρίσκεται πλέον σε δύσκολη θέση, καθώς πρέπει πια να δημιουργήσει τον ανύπαρκτο υποψήφιο αυτόχειρα. Ο κατάλληλος άνθρωπος εντέλει θα βρεθεί στο πρόσωπο του πρώην παίκτη του ράγκμπι και νυν άστεγου Λονγκ Τζον Γουίλαμπι (Γκάρι Κούπερ). Πλέον, τόσο η ίδια η δημοσιογράφος όσο και η εφημερίδα της θα εκμεταλλευτούν στο έπακρο την ιστορία και θα πληρώσουν τον Γουίλουμπι για να παριστάνει τον Τζων Ντο. Ωστόσο, ο διευθυντής της εφημερίδας (Έντουαρντ Άρνολντ) θα θελήσει να χρησιμοποιήσει το τεράστιο κίνημα κοινωνικής μεταρρύθμισης που δημιουργήθηκε γύρω από τις “ιδέες” του Τζων Ντο για τους δικούς του, επικίνδυνους πολιτικούς σκοπούς…

Η ταινία «Ο Λαός προστάζει» (Meet John Do) που στη χώρα μας έχει προβληθεί επίσης και με τον τίτλο «Ο Άνθρωπος του Δρόμου», είναι ουσιαστικά, το τρίτο και τελευταίο μέρος μιας τριλογίας «κοινωνικής κριτικής» του Φρανκ Κάπρα. Είχαν προηγηθεί οι ταινίες «Deeds Goes to Town» («Ο Πρίγκιπας των Δολαρίων», 1936) και «Μr Smith Goes to Washington» («Ο κ. Σμιθ πάει στην Ουάσινγκτον», 1939).

Βασισμένο το φιλμ σε ένα ευφυές σενάριο, που προτάθηκε για Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου το 1942, η κλασσική αυτή κοινωνική σάτιρα του Φρανκ Κάπρα, παρότι γράφτηκε και προβλήθηκε πριν από 72 ολόκληρα χρόνια, εν μέσω του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, έχει αξία διαχρονική και τα νοήματά της παραμένουν επίκαιρα, ειδικά στις μέρες μας. Η ταινία μελετά την εξέλιξη μιας κατασκευασμένης δημοσιογραφικής ιστορίας η οποία γίνεται αντικείμενο στυγνής εκμετάλλευσης από τους φορείς της εξουσίας, σε μία χώρα που βιώνει μία κρίση όχι οικονομική αλλά πάνω απ’ όλα, ηθική και αξιών…

«Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου» (All The President’s Men – 1976) του Άλαν Τζέι Πακούλα

image
 

Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα αξιόλογο πολιτικό θρίλερ, σε σκηνοθεσία του Άλαν Τζέι Πακούλα. Το σενάριο είναι βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο των δημοσιογράφων Καρλ Μπέρνσταϊν και Μπομπ Γούντγουορντ, το οποίο πραγματεύεται τις έρευνες πάνω στο Σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Τη διασκευή του σεναρίου για την μεγάλη οθόνη πραγματοποίησε ο Γουίλιαμ Γκόλντμαν και πρωταγωνιστές της ταινίας είναι οι Ντάστιν Χόφμαν και Ρόμπερτ Ρέντφορντ, ως Μπέρνσταϊν και Γούντγουορντ αντίστοιχα.

 

Το φιλμ μας μεταφέρει το 1972 στις Ηνωμένες Πολιτείες, και συγκεκριμένα στην Ουάσινγκτον, παραμονές της εκλογής του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον. Μια ομάδα ανδρών εισβάλλει στα γραφεία των δημοκρατικών και συλλαμβάνεται από την αστυνομία. Οι άνδρες αυτοί περνούν από δίκη, αλλά χωρίς να δώσουν εξηγήσεις και αφήνοντας πολλά ερωτηματικά στην κοινή γνώμη. Λίγες μέρες αργότερα ο Νίξον εκλέγεται ξανά.

 

Δύο ρεπόρτερ της εφημερίδας Washington Post, ο Καρλ Μπέρνσταϊν (Ντάστιν Χόφμαν) και ο Μπομπ Γούντγουορντ (Ρόμπερτ Ρέντφορντ), αρχίζουν τις έρευνες πάνω στην υπόθεση και πολύ γρήγορα ανακαλύπτουν ότι πίσω από την υπόθεση κρύβονταν η επιτροπή υπεύθυνη για την προεκλογική εκστρατεία του Νίξον – πρόκειται για το σκάνδαλο το οποίο έχει μείνει στην ιστορία με το όνομα Γουότεργκεϊτ. Τα θεμέλια της νεοσύστατης κυβέρνησης αρχίζουν να τρίζουν καθώς βγαίνουν στην επιφάνεια κι άλλα σκάνδαλα, ενώ οι δύο ρεπόρτερ συνεχίζουν τις έρευνες βάζοντας σε κίνδυνο την ίδια τους τη ζωή.

 

Ο τίτλος του βιβλίου είναι επηρεασμένος από το μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Πεν Γουόρεν, All The King’s Men το οποίο είχε επίσης μεταφερθεί με επιτυχία στην μεγάλη οθόνη το 1949. Το βιβλίο των δημοσιογράφων Καρλ Μπέρνσταϊν και Μπομπ Γούντγουορντ κυκλοφόρησε το 1974, βραβεύτηκε με Πούλιτζερ κι ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ ενδιαφέρθηκε αμέσως ν’ αγοράσει τα δικαιώματα για την κινηματογραφική του μεταφορά. Η σκηνοθεσία της ταινίας ανατέθηκε στον Άλαν Τζέι Πακούλα και το «Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου», αποτέλεσε το τρίτο μέρος της άτυπης τριλογίας του: “Η Τριλογία της Παράνοιας”. Οι άλλες δυο ταινίες που συνθέτουν αυτή την τριλογία είναι «Η Εξαφάνιση» (Klute, 1971) και «Υπόθεση Πάραλλαξ» (The Parallax View, 1974).

 

Η ταινία προτάθηκε για οκτώ βραβεία Όσκαρ και παρά το γεγονός ότι είχε απέναντι της επίσης σπουδαίες δημιουργίες, απέσπασε συνολικά τέσσερα βραβεία: Διασκευής Σεναρίου, Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, Ήχου και Β’ Ανδρικού Ρόλου. H ερμηνεία του Τζέισον Ρόμπαρντς στον ρόλο του διευθυντή της εφημερίδας είναι ίσως η πιο αξιοσημείωτη από τους δεύτερους ρόλους στην ταινία. Ο ηθοποιός κέρδισε το αγαλματίδιο κι επανέλαβε την επιτυχία του έναν χρόνο αργότερα κερδίζοντας το Όσκαρ Β’ Ανδρικού Ρόλου για την ταινία του Φρεντ Τσίνεμαν, Τζούλια (Julia, 1977).

 

Διαβάστε επίσης:

1972: Η έναρξη του σκανδάλου Γουότεργκέιτ

 

 

«Το Δίκτυο» (Network – 1976) του Σίντνεϊ Λουμέτ

image
 

Ο Χάουαρντ Μπίαλ (Πίτερ Φιντς), εκφωνητής του δελτίου ειδήσεων για το Αμερικανικό κανάλι UBS, πληροφορείται για την απόλυσή του από το φίλο του Μαξ Σουμάχερ (Γουίλιαμ Χόλντεν). Η ακροαματικότητα του δελτίου του έχει αρχίσει από καιρό να φθίνει και ο νέος πρόεδρος του καναλιού Φρανκ Χάκετ (Ρόμπερτ Ντιβάλ) πιστεύει ότι πρέπει να αντικατασταθεί από κάποιον νεότερο.

 

Έτσι ο Μπίαλ έχει στη διάθεση του δύο εβδομάδες για να αφήσει το κανάλι. Τα δεδομένα όμως αλλάζουν όταν ο Μπίαλ πληροφορώντας το κοινό για την απόλυσή του, αποκαλύπτει ότι πρόκειται να αυτοκτονήσει στον αέρα αφότου εκφωνήσει το τελευταίο του δελτίο για το UBS. Μετά απ’ αυτό η απόλυσή του είναι άμεση και μόνο μετά από την παράκληση του Σουμάχερ επιστρέφει για μια ακόμη τελευταία φορά ώστε να αποχαιρετήσει το κοινό του.

 

Ο Μπίαλ ξεσπάει μπροστά στις κάμερες κι ακροαματικότητα του δελτίου αρχίσει να παίρνει την ανιούσα. Σύντομα η υπεύθυνη του ψυχαγωγικού τμήματος του καναλιού, η φιλόδοξη Νταϊάνα Κρίστενσεν (Φέι Ντάναγουεϊ) αποφασίζει να εκμεταλλευτεί τα ξεσπάσματα του Μπίαλ στο γυαλί – ο οποίος έχει πλέον δικό του πρόγραμμα το “Howard Beale Show”, όπου αυτοαποκαλείται Τρελός Προφήτης – προτείνοντας τη συγχώνευση του ψυχαγωγικού τμήματος με το ειδησιογραφικό, μια κίνηση που πρόκειται να επιφέρει τραγικές συνέπειες, πάντα στον βωμό της ακροαματικότητας.

 

Η κρίση της κοινωνίας, αλλά και των ανθρώπινων αξιών, υπήρξαν ανέκαθεν αγαπημένα θέματα του Σίντνεϊ Λουμέτ. Ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς σκηνοθέτες όλων των εποχών, που στην πλούσια καριέρα του μας χάρισε ανεξίτηλα κινηματογραφικά διαμάντια, που θα κοσμούν για πάντα το πάνθεον της έβδομης τέχνης.

 

Διαβάστε επίσης:

Αφιέρωμα στον Σίντνεϊ Λουμέτ

«Η τηλεόραση δεν είναι η αλήθεια! Είναι μία τρέλα…»

 

 

«Είμαστε Δημοσιογράφοι» (We Are Journalists) του Άχμαντ Τζαλάλι Φαραχάνι

image
 

Ένα ντοκιμαντέρ για τις δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι Ιρανοί δημοσιογράφοι εντός κι εκτός της χώρας τους, το οποίο βασίζεται στην προσωπική ιστορία του σκηνοθέτη. Η ταινία αποκαλύπτει τη γυμνή αλήθεια, όχι μόνο για τον προσωπικό πόνο και τα δεινά που υπέφερε ο Αχμάντ στον αδιάκοπο αγώνα του για την ελευθερία της έκφρασης, αλλά επίσης και για τη συμφορά που βρήκε πολλούς Ιρανούς δημοσιογράφους οι οποίοι έχασαν τη δουλειά τους όταν οι εφημερίδες στις οποίες δούλευαν απαγορεύτηκαν.

 

Ένα συγκλονιστικό ντοκιμαντέρ, για την ελευθερία της έκφρασης και του λόγου, το οποίο είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε πέρσι τον Μάρτιο στο πλαίσιο του 17ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, στην ενότητα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Δύο δημοσιογράφοι – σκηνοθέτες καταγράφουν στην κάμερα τις προσωπικές τους, σοκαριστικές ιστορίες. Έχοντας βιώσει τη βία και τον εξευτελισμό, ο Αχμάντ Τζαλαλί Φαραχανί στο ντοκιμαντέρ «We Are Journalists», εκθέτει τις τρομοκρατικές συνθήκες εργασίας των δημοσιογράφων στο Ιράν.