Καθώς βυθιζόμαστε στην ατμόσφαιρα της ταινίας, η «Γη της Επαγγελίας» παρουσιάζει την ανεξέλεγκτη βιομηχανική ανάπτυξη στην πόλη Λοτζ της Πολωνίας του 19ου αιώνα. Πρόκειται για μία από τις τέσσερις ταινίες του Αντρέι Βάιντα, που προτάθηκαν για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας και αποτελεί επική μεταφορά στην μεγάλη οθόνη, του μυθιστορήματος του βραβευμένου με Νόμπελ Πολωνού λογοτέχνη, Βλαντίσλαφ Σ. Ρέιμοντ. Το φιλμ κυκλοφορεί σε επανέκδοση δίνοντας μας τη δυνατότητα να θυμηθούμε και τη Συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο Tvxs.gr ο βραβευμένος με τιμητικό Όσκαρ σκηνοθέτης.

Ads

«Είμαι πολύ αισιόδοξος όσο αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση και είναι θεωρώ ο μοναδικός τρόπος, για να είναι η Ευρώπη μία κοινότητα. Η οποία βέβαια Ευρώπη ξεκινά από την Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι η μητέρα μας, μας έχει γεννήσει και αυτό είναι μία πραγματικότητα.» – Αντρέι Βάιντα στο Tvxs.gr

image

Διαβάστε επίσης:
Συνέντευξη – Αντρέι Βάιντα: Η Ελλάδα είναι η μητέρα μας

Ads

Η «Γη της Επαγγελίας» διαδραματίζεται στην πόλη του Λοτζ, ένα από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κέντρα υφαντουργίας του 19ου αιώνα, που βρίσκεται σε ραγδαία ανάπτυξη. Η απόσταση μεταξύ εργοστασιαρχών, συνήθως Γερμανών, Εβραίων, Πολωνών, και εργατικής τάξης, ολοένα και μεγαλώνει. Τρεις νέοι φίλοι, ένας Πολωνός, ένας Εβραίος κι ένας Γερμανός, βάζουν τα χρήματά τους για να χτίσουν ένα εργοστάσιο.

image

Μέσα από τη ζωή τους, ο Βάιντα, αντικατοπτρίζει την μετάβαση της Πολωνίας του 19ου αιώνα, από τον φεουδαλισμό στον καπιταλισμό. Η ταινία συνδυάζει τον σκληρό κοινωνικό ρεαλισμό στην απεικόνιση της «πόλης του κίτρινου διαβόλου» – ο παραλληλισμός προς το έργο του Μαξίμ Γκόρκι προκύπτει αυθόρμητα – με τον συμβολισμό, στο πνεύμα του Σεργκέι Μιχαήλοβιτς Αϊζενστάιν.

image

Η πλέον εκφραστική εικόνα του έργου, είναι αυτή του τροχού, που αλέθει αδιάφορα και αδιακρίτως τόσο τον εκμεταλλευτή – εργοδότη, όσο και τον εργαζόμενο ως θύμα της εκμετάλλευσης. Πέρα από αυτό, πολλές σκηνές έχουν γυριστεί με οπτικά μέσα που έχουν πεπλατυσμένες γωνίες, γεγονός που πετυχαίνει ένα ιδιαίτερα εκφραστικό και αισθητικό αποτέλεσμα.

image

«Η «Γη της Επαγγελίας» είναι μια αξιόλογη και ενδιαφέρουσα ταινία, η οποία είχε μεγάλη σημασία για μένα. Έγινε σύμπτωση, η οποία συμβαίνει μόνο στους τυχερούς σκηνοθέτες. Κι εγώ έχω τύχη. Πρώτον, γιατί υπήρχε ένα ρεαλιστικό μυθιστόρημα, μυθιστόρημα – φωτογραφία, κάτι που δεν εμφανίζεται συχνά στην πολωνική λογοτεχνία. Δεύτερον, ότι τα γυρίσματα έγιναν στην πόλη, η οποία δεν άλλαξε πολύ από το 19ο αιώνα. Καλή επιλογή ήταν η παρουσίαση της ιστορίας τριών νέων, που ο καθένας εκπροσωπεί ένα διαφορετικό έθνος, αλλά όταν ξεκινούν μαζί μία επιχείρηση, όλοι στρέφονται εναντίον τους. Όλα αυτά τα στοιχεία υπάρχουν στο βιβλίο, υπάρχουν όμως και άλλες ιστορίες τις οποίες αφαίρεσα. Αυτοί οι τρεις ήρωες, τους οποίους έπαιξαν νέοι ηθοποιοί που μόλις άρχισαν τη καλλιτεχνική τους καριέρα, έδωσαν πολύ δύναμη στη ταινία. Χαίρομαι πως αυτή η εμπειρία τους βοήθησε στην μετέπειτα πορεία τους. Είναι πολύ σημαντική ταινία και χρειαστήκαμε μεγάλη προσπάθεια από όλη την ομάδα να την ολοκληρώσουμε.» – Αντρέι Βάιντα

image

Η κοινωνική διάσταση της ταινίας συνοψίζεται τέλεια στα λόγια του γέρου-εργοστασιάρχη, του μοναδικού στο Λοτζ, ο οποίος  βάζει τους ανθρώπους πάνω απ΄τις μηχανές: «Κάποτε στο Λοτζ κυριαρχούσε η εντιμότητα, και όχι οι εκατομμυριούχοι». Τα τελευταία 10 λεπτά της ταινίας, υπό τους ήχους της τυμπανοκρουσίας, δείχνουν ξεκάθαρα το αδίστακτο πρόσωπο του καπιταλισμού, που βάζει το κέρδος πάνω από τις ανθρώπινες ζωές.

image

Ο Βάιντα δείχνει να απολαμβάνει την εποχή του 19ου αι. με μια σκηνοθετική δύναμη που σώζει την ιστορία από τα τυχόν κλισέ. Περιγράφει μια συγκλονιστική εικόνα της πόλης με τα επικίνδυνα εργοστάσια και τις επιδεικτικά πλούσιες κατοικίες χωρίς καμία καλαισθησία. Οι περιγραφές του θυμίζουν τους νατουραλιστικούς πίνακες εκείνης της περιόδου, προσπαθώντας παράλληλα να αποτυπώσει την αύρα μιας ολόκληρης εποχής.

Η ταινία «Η Γη της Επαγγελίας» (The Promised Land / Ziemia obiecana – 1975), ήταν Υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης το 1976, το οποίο τελικά απέσπασε ένα άλλο αριστούργημα, το «Dersu Uzala» του Ακίρα Κουροσάουα. Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι ηθοποιοί, Ντανιέλ Ολμπρίνσκι, Βόιτσιεχ Πσόνιακ και Αντρέι Σεβέριν, γνωστοί και από πολλές ταινίες του Βάιντα.

image

«Συχνά διάλεγα την πεζογραφία του Γιαρόσλαβ Ιβασκιέβιτς γιατί αυτός ο συγγραφέας διαλέγει ένα ασυνήθιστο θέμα, εκφραστικούς ήρωες και καλό περιβάλλον. Δυστυχώς αυτές οι ταινίες δεν έγιναν τόσο γνωστές όσο οι πολιτικές. […] Οι διάλογοι της ταινίας προέρχονται κατευθείαν από το βιβλίο το οποίο αποτέλεσε ιδανικό ξεκίνημα για την ταινία. Ο Ιβασκιέβιτς υπέγραφε μερικές φορές το σενάριο, όμως δεν του πολύ άρεσε να συμμετέχει στη δημιουργία του. Πάντα έδινε το ελεύθερο στους σκηνοθέτες και σ’ έμενα ειδικά, γιατί δουλέψαμε προηγουμένως μαζί την «Brzezina». Οι «Δεσποινίδες του Βίλκο» έχουν δυνατούς γυναικείους χαρακτήρες, κάτι που είναι σπάνιο στο πολωνικό σινεμά αλλά και στην λογοτεχνία. Στην ταινία αυτήν βρίσκεται μια από τις καλύτερες σκηνές, τις οποίες σκηνοθέτησα ποτέ. Πρόκειται για την σκηνή, που οι αδελφές τρώνε για πρωινό το λιθουανικό έδεσμα – αγγούρια με μέλι – και κουβεντιάζουν. Αυτό βγήκε τόσο φυσικό, που ο άντρας ο οποίος προκάλεσε τόση αναστάτωση, δεν ήταν χρήσιμος πια. Έγινε κάτι που καθώς σκηνοθέτησα αυτήν την σκηνή, σκέφτηκα: πάω στο σπίτι, παίξτε μόνες σας. Ήταν ενδιαφέρον, γιατί σήμαινε ότι η ταινία έχει μεγάλη δυναμικότητα και ζει από μόνη της. Αποδείχθηκε ότι όλες οι απαντήσεις που ζητούν οι ηθοποιοί από τον σκηνοθέτη, τις είχε δώσει ήδη ο συγγραφέας στο έργο του. Οι ηθοποιοί έλεγαν τα λόγια τους και ήξεραν τι βγαίνει από αυτά.» – Αντρέι Βάιντα

Έτος: 1975 | Xώρα: Πολωνία | Διάρκεια: 179 λεπτά | Σκηνοθεσία: Andrzej Wajda | Σενάριο: Wladyslaw Stanislaw Reymont (novel), Andrzej Wajda | Παίζουν: Daniel Olbrychski, Wojciech Pszoniak, Andrzej Seweryn.

Αντρέι Βάιντα

image

Ο ιδιαίτερα παραγωγικός και αξιόλογος σκηνοθέτης Αντρέι Βάιντα – με προσφορά τόσο στον κινηματογράφο όσο και στο θέατρο – γεννήθηκε στις 6 Μαρτίου του 1926, στο Σουβάλκι της Πολωνίας. Από το θρυλικό «Κανάλ» (Kanal) του 1956 και τον «Άνθρωπο από Μάρμαρο» του 1977, μέχρι τα πιο πρόσφατα έργα του, «Κατίν» του 2007 και «Βαλέσα – Η Δύναμη της Ελπίδας» του 2013, ο Βάιντα έχει επηρεάσει σημαντικά τον κινηματογράφο όχι μόνο στη χώρα του, αλλά και παγκοσμίως.

Ο Βάιντα, πρωτοστάτησε στην πολωνική σχολή που ξεπήδησε από τη Λοτζ, σκηνοθετώντας την προσωπική του εκδοχή για τα γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία. Στην πλούσια καριέρα του, έχει τιμηθεί με πλήθος βραβείων, ενώ τέσσερις συνολικά ταινίες του έχουν προταθεί για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας:

  • The Promised Land (1975)
  • The Maids of Wilko (1979)
  • Man of Iron (1981)
  • Katyń (2007)

Αν και δεν το κέρδισε ποτέ, ωστόσο το 2000 τιμήθηκε από την Αμερικάνικη Ακαδημία Κινηματογράφου για τη συνολική προσφορά του, στον χώρο της Έβδομης Τέχνης για περισσότερες από πέντε δεκαετίες. Το χρυσό αγαλματίδιο του το παρέδωσε η Τζέιν Φόντα:

Διαβάστε επίσης:
Αφιέρωμα – Αντρέι Βάιντα: Οι ταινίες που φτιάχνω είναι ένα κομμάτι από τη ζωή μου