Για πολλούς το ChatGTP είναι ταυτόσημο με την τεχνητή νοημοσύνη και η αιφνιδιαστική απόλυση του «εγκεφάλου» Σαμ Άλτμαν από την OpenAI προκάλεσε «σεισμό» στη βιομηχανία.

Ads

Σήμερα ανακοινώθηκε ότι επιστρέφει στη θέση του διευθύνοντα συμβούλου της OpenAI ο Σαμ Άλτμαν, μετά το σάλο που προκλήθηκε με την απόλυσή του, ωστόσο…

Η άνοδος της τεχνητής νοημοσύνης με σημείο αναφοράς την τεχνολογική επανάσταση του ChatGTP -που επηρέασε σχεδόν όλους τους τομείς, από την εκπαίδευση μέχρι την ανάπτυξη εμβολίων- οδήγησε τους οικονομολόγους να προειδοποιήσουν για την αγορά εργασίας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Goldman Sachs, έως και 300 εκατομμύρια θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης σε όλο τον κόσμο θα μπορούσαν τελικά να αυτοματοποιηθούν με κάποιο τρόπο από την τεχνητή νοημοσύνη. Περίπου 14 εκατομμύρια θέσεις εργασίας θα μπορούσαν να εξαφανιστούν μόνο τα επόμενα πέντε χρόνια, σύμφωνα με έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Απριλίου.

Τον περασμένο Μάιο ο Άλτμαν ως -τότε- διευθύνων σύμβουλος της OpenAI, ζήτησε από την αμερικανική Γερουσία να δημιουργήσει ένα προσεγμένο ρυθμιστικό πλαίσιο για την τεχνητή νοημοσύνη προκειμένου «να μετριαστεί ο κίνδυνος εξουδετέρωσης της ανθρωπότητας». Οι «προειδοποιήσεις» του Άλτμαν κέντρισαν το ενδιαφέρον των διεθνών ΜΜΕ.

Ads

Ο ίδιος ο Άλτμαν, ενώπιον του Κογκρέσου, δήλωσε πως οι τομείς που τον ανησυχούν περισσότερο είναι «η χειραγώγηση των ψηφοφόρων και η στοχευμένη παραπληροφόρηση». Τον Ιούλιο, σε συνέντευξή του στο «The Atlantic», o Άλτμαν δήλωσε βέβαιος για τη μελλοντική απώλεια θέσεων εργασίας.

Τότε, ορισμένοι εμπειρογνώμονες της βιομηχανίας της τεχνητής νοημοσύνης σχολίασαν ότι η εστίαση της προσοχής σε μακροπρόθεσμα αποκαλυπτικά σενάρια, μπορεί να αποσπούν την προσοχή από τις προκλήσεις του σήμερα.

«Η συνεχής εστίαση σε αυτό ως έναν από τους μεγάλους κινδύνους που συνοδεύει την πρόοδο της τεχνητής νοημοσύνης αποσπά την προσοχή από τις πολύ πραγματικές προκλήσεις που έχουμε σήμερα να αντιμετωπίσουμε για να μειώσουμε τις τρέχουσες και μελλοντικές βλάβες από δεδομένα και μοντέλα που εφαρμόζονται λανθασμένα από ανθρώπινους παράγοντες», είχε δηλώσει στο CNN o Rowan Curran, αναλυτής στην εταιρεία ερευνών αγοράς Forrester, κάνοντας λόγο για μια «κερδοσκοπική τεχνο-μυθολογία».

Αβέβαιο το μέλλον της OpenAI

Την Παρασκευή (17/11), η OpenAI ανακοίνωσε την απόλυση του Άλτμαν από τη θέση του διευθύνοντα συμβούλου του τεχνολογικού κολοσσού, από εσωτερική αξιολόγηση που διαπίστωσε ότι «δεν ήταν σταθερά ειλικρινής στις επικοινωνίες του με το Διοικητικό Συμβούλιο». Σε ένα υπόμνημα προς εργαζομένους, ο Μπραντ Λάιτκαπ -επικεφαλής λειτουργίας της OpenAI- διευκρίνισε:

«Μπορούμε να πούμε οριστικά ότι η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου δεν ελήφθη ως απάντηση σε κακοδιαχείριση ή σε οτιδήποτε σχετικό με τις οικονομικές, επιχειρηματικές, ασφαλιστικές ή πρακτικές ασφάλειας/προστασίας προσωπικών δεδομένων. Πρόκειται για διακοπή της επικοινωνίας μεταξύ του Σαμ και του ΔΣ».

Το ΔΣ ανακοίνωσε επίσης ότι ο Γκρεγκ Μπρόκμαν, πρόεδρος της OpenAI, «θα παραιτηθεί από τη θέση του προέδρου του διοικητικού συμβουλίου και θα παραμείνει στον ρόλο του στην εταιρεία, θα λογοδοτεί στον Διευθύνοντα Σύμβουλο».

Μεταξύ ΔΣ της OpenAI και Άλτμαν υπήρχε διαφορά απόψεων σχετικά με την ασφάλεια της τεχνητής νοημοσύνης, την ταχύτητα ανάπτυξης της τεχνολογίας και την εμπορευματοποίηση της εταιρείας, σύμφωνα με άτομο που γνωρίζει την υπόθεση και μίλησε υπό το καθεστώς ανωνυμίας στο Bloomberg.

Το μέλλον της OpenAI είναι αβέβαιο, δεδομένου ότι εργαζόμενοι και επενδυτές πιέζουν για την επιστροφή του Άλτμαν και την αλλαγή του ΔΣ. Μέχρι το βράδυ της Δευτέρας (20/11), σύμφωνα με τους Financial Times, 747 από τους 770 υπαλλήλους της OpenAI είχαν υπογράψει επιστολή με την οποία απειλούσαν να παραιτηθούν και να ενταχθούν στη Microsoft, η οποία νωρίτερα είχε ανακοινώσει ότι Σαμ Άλτμαν και Γκεργκ Μπρόκμαν -συνιδρυτής της OpenAI- εντάσσονται στο δυναμικό της. Μάλιστα, σύμφωνα με αποκλειστικό δημοσίευμα του Reuters, oρισμένοι επενδυτές της OpenAI διερευνούν το σενάριο νομικής προσφυγής κατά του Διοικητικού Συμβουλίου, υπό το φόβο ενδεχόμενης κατάρρευσης της εταιρείας αν δεν ανακληθεί η απομάκρυνση του Άλτμαν.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Microsoft, Σάτια Ναντέλα, δήλωσε τη Δευτέρα στο CNBC ότι «η δομή διακυβέρνησης της OpenAI πρέπει να αλλάξει» προσθέτοντας ότι η Microsoft θα έχει «έναν καλό διάλογο με το διοικητικό της συμβούλιο σχετικά με αυτό». Στην πρώτη του συνέντευξη μετά την απομάκρυνση του Άλτμαν, ο Ναντέλα απέρριψε τις ανησυχίες για μακροχρόνια ζημιά στην OpenAI και δήλωσε ότι η κρίσιμη έρευνα για την τεχνητή νοημοσύνη συνεχίζεται, όπως και η συνεργασία με τη Microsoft.

Ένας ιδεολογικός πόλεμος;

Η OpenAI ιδρύθηκε το 2015 ως μη κερδοσκοπικό ίδρυμα αφιερωμένο στη δημιουργία γενικής τεχνητής νοημοσύνης, ή αλλιώς AGI, που θα πρέπει «να ωφελήσει την ανθρωπότητα στο σύνολό της». Η AGI, σύμφωνα με την εταιρεία, θα είναι αρκετά προηγμένη ώστε να ξεπερνά κάθε άνθρωπο στην «πιο πολύτιμη από οικονομική άποψη εργασία» – ακριβώς το είδος της κατακλυσμιαία ισχυρής τεχνολογίας που απαιτεί έναν υπεύθυνο διαχειριστή. Υπό αυτή την αντίληψη, η OpenAI θα λειτουργούσε περισσότερο σαν μια ερευνητική εγκατάσταση ή ένα think tank, με το καταστατικό της να αναφέρει ότι το πρωταρχικό καθήκον της OpenAI είναι να εμπιστεύεται την ανθρωπότητα, όχι τους επενδυτές ή ακόμη και τους εργαζόμενους.

Αυτό το μοντέλο δεν άντεξε τελικά. Το 2019, η OpenAI εγκαινίασε μια θυγατρική εταιρεία με ένα μοντέλο «περιορισμένου κέρδους» που θα μπορούσε να συγκεντρώνει χρήματα, να προσελκύει κορυφαία ταλέντα και αναπόφευκτα να κατασκευάζει εμπορικά προϊόντα, με το μη κερδοσκοπικό ΔΣ να διατηρεί τον απόλυτο έλεγχο. Αυτή η εταιρική λεπτομέρεια είναι καταλυτική στην ιστορία της ραγδαίας ανόδου της OpenAI και της συγκλονιστικής πτώσης του Άλτμαν, εξηγεί το The Atlantic.

Η αποπομπή του Άλτμαν ενδεχομένως, σύμφωνα με το δημοσίευμα, να σηματοδοτεί το αποκορύφωμα μιας μάχης εξουσίας μεταξύ των δύο ιδεολογικών «άκρων» της εταιρείας: Η μια ομάδα γεννήθηκε με την κυρίαρχη νοοτροπία της Silicon Valley και ενεργοποιήθηκε από την ταχεία εμπορευματοποίηση και η άλλη ομάδα διαπνέεται από φόβους ότι η τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί υπαρξιακό κίνδυνο για την ανθρωπότητα, γι’ αυτό και πρέπει να ελέγχεται με εξαιρετική προσοχή.

Το παρασκήνιο πριν το λανσάρισμα του ChatGPT

Το φθινόπωρο του 2022, πριν από την κυκλοφορία του ChatGPT, η OpenAI είχε επικεντρωθεί στην κυκλοφορία του πιο ισχυρού γλωσσικού μοντέλου μέχρι σήμερα, του GPT-4, στη δημιουργία της απαραίτητης υποδομής για την υποστήριξη του προϊόντος και φυσικά στη χάραξη πολιτική που θα καθόριζε ποιες συμπεριφορές χρηστών θα ανεχόταν και ποιες όχι η OpenAI.

Εν μέσω όλων αυτών, άρχισαν να διαδίδονται φήμες στην OpenAI ότι οι ανταγωνιστές της στην Anthropic ανέπτυσσαν ένα δικό τους chatbot. Ο ανταγωνισμός είχε προσωπική διάσταση, καθώς η Anthropic είχε δημιουργηθεί αφού μια ομάδα εργαζομένων εγκατέλειψε την OpenAI το 2020, σύμφωνα με πληροφορίες, λόγω ανησυχιών για το πόσο γρήγορα η εταιρεία έβγαζε τα προϊόντα της.

Τον Νοέμβριο του 2022, η ηγεσία της OpenAI είπε στους υπαλλήλους ότι θα έπρεπε να λανσάρουν ένα chatbot μέσα σε λίγες εβδομάδες, σύμφωνα με τρία άτομα που βρίσκονταν στην εταιρεία. Για να επιτευχθεί αυτό το έργο, έδωσαν εντολή στους υπαλλήλους να δημοσιεύσουν ένα υπάρχον μοντέλο, το GPT-3.5, με μια διεπαφή βασισμένη στη συνομιλία. Η ηγεσία φρόντισε να πλαισιώσει την προσπάθεια όχι ως λανσάρισμα προϊόντος, αλλά ως μια «χαμηλών τόνων ερευνητική προεπισκόπηση», σύμφωνα με το The Atlantic.

Βάζοντας το GPT-3.5 στα χέρια των ανθρώπων, είπαν ο Άλτμαν και άλλα στελέχη, η OpenAI θα μπορούσε να συλλέξει περισσότερα δεδομένα σχετικά με το πώς οι άνθρωποι θα χρησιμοποιούσαν και θα αλληλεπιδρούσαν με την τεχνητή νοημοσύνη, γεγονός που θα βοηθούσε την εταιρεία για την ανάπτυξη του GPT-4. Η προσέγγιση αυτή ευθυγραμμίζεται επίσης με την ευρύτερη στρατηγική ανάπτυξης της εταιρείας, δηλαδή τη σταδιακή απελευθέρωση τεχνολογιών στον κόσμο ώστε οι άνθρωποι να τις συνηθίσουν.

Μερικοί υπάλληλοι εξέφρασαν τη δυσφορία τους για τη βιαστική παρουσίαση αυτού του νέου μοντέλου συνομιλίας, δεδομένης της κόπωσης από την προετοιμασία του GPT-4 και ταυτόχρονα η OpenAI δεν ήταν επαρκώς εξοπλισμένη για να χειριστεί ένα chatbot που θα μπορούσε να αλλάξει το τοπίο των κινδύνων της τεχνητής νοημοσύνης. Λίγους μήνες πριν, η OpenAI είχε θέσει σε λειτουργία ένα νέο εργαλείο παρακολούθησης βασικών συμπεριφορών των χρηστών. Βρισκόταν ακόμη στη μέση της επεξεργασίας των δυνατοτήτων του εργαλείου για να κατανοήσει πώς οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν τα προϊόντα της εταιρείας, ώστε να υπάρξει συμπέρασμα για τους πιθανούς κινδύνους των εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης και κατάχρησης της τεχνολογίας.

Άλλοι υπάλληλοι θεώρησαν ότι η μετατροπή του GPT-3.5 σε ένα chatbot πιθανότατα θα δημιουργούσε ελάχιστες προκλήσεις, επειδή το ίδιο το μοντέλο είχε ήδη δοκιμαστεί και βελτιωθεί επαρκώς. Η OpenAI προχώρησε και εγκαινίασε το ChatGPT στις 30 Νοεμβρίου και κανείς δεν είχε φανταστεί -ούτε ενδοεταιρικά- τη συνέχεια, με τις ερευνητικές ομάδες να αδυνατούν να παρακολουθήσουν τη συμπεριφορά των χρηστών λόγω της ξέφρενης επιτυχίας. Υπενθυμίζεται ότι το ChatGPT προσέκλυσε ένα εκατομμύριο χρήστες σε διάστημα πέντε ημερών, σπάζοντας κάθε ρεκόρ.

Από τη μία πλευρά λοιπόν υπήρχαν εκείνοι που επικεντρώθηκαν στο να ελαχιστοποιηθεί η κατάχρηση του ChatGPT και από την άλλη πλευρά η εταιρεία ήθελε να αξιοποιήσει τη δυναμική και να διπλασιάσει την εμπορική αξιοποίηση. Ακολούθησε η πρόσληψη εκατοντάδων εργαζομένων, ενώ η OpenAI κυκλοφόρησε μια επί πληρωμή έκδοση του ChatGPT τον Μάρτιο. Στη συνέχεια λάνσαρε ένα άλλο εργαλείο API που θα βοηθούσε τις επιχειρήσεις να ενσωματώσουν το ChatGPT στα προϊόντα τους και μετά το GPT-4.

Οι «πανηγυρισμοί» Άλτμαν πριν την απόλυση

Τις ημέρες πριν από την απόλυσή του, ο Άλτμαν δήλωνε ενθουσιασμένος για τις συνεχείς προόδους του OpenAI. «Η εταιρεία είχε αρχίσει να εργάζεται πάνω στο GPT-5» είπε στους Financial Times, πριν υπαινιχθεί μέρες αργότερα ότι κάτι απίστευτο θα συνέβαινε στη Σύνοδο Κορυφής Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού (APEC).

«Μόλις τις τελευταίες δύο εβδομάδες, είχα την ευκαιρία να βρίσκομαι στο δωμάτιο, όταν κατά κάποιο τρόπο σπρώχνουμε το πέπλο της άγνοιας προς τα πίσω και τα σύνορα της ανακάλυψης προς τα εμπρός. Το να το κάνω αυτό είναι μια επαγγελματική τιμή ζωής», είπε.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, ο Άλτμαν επεδίωκε επίσης να συγκεντρώσει δισεκατομμύρια δολάρια από τη Softbank και επενδυτές από τη Μέση Ανατολή για να δημιουργήσει μια εταιρεία τσιπ που θα ανταγωνιζόταν τη Nvidia και άλλους κατασκευαστές ημιαγωγών, καθώς και να μειώσει το κόστος για την OpenAI. Μέσα σε ένα χρόνο, ο Άλτμαν είχε βοηθήσει να μετατραπεί η OpenAI από μια υβριδική ερευνητική εταιρεία σε μια τεχνολογική εταιρεία της Silicon Valley σε κατάσταση πλήρους ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης.