Αν κάποιος ψάχνει τα κατάλληλα άτομα για να στελεχώσει μια ομάδα, ίσως πρέπει να σταματήσει να κυνηγά τους πιο ευφυείς από τους υποψηφίους και να δώσει περισσότερη βαρύτητα στην κοινωνική τους ευαισθησία, την ικανότητά τους να μιλούν με τη σειρά και τον αριθμό των γυναικών που θα ενταχθούν σε αυτή.

Ads

Αυτό υποστηρίζει η Anita Woolley από το Πανεπιστήμιο Carnegie Mellon στο Pittsburgh της Πενσυλβάνια. Μαζί με την ερευνητική της ομάδα έχουν βρει τον τρόπο υπολογισμού της νοημοσύνης μιας ομάδας και τις επιδράσεις των επιμέρους ατόμων σε αυτή.

Για να καταφέρει να μετρήσει τη νοημοσύνη της ομάδας, η Woolley, τοποθέτησε 699 ανθρώπους σε ομάδες των δύο έως και των πέντε ατόμων και τους ζήτησε να εκτελέσουν απλές εργασίες, όπως την εύρεση ιδεών, την ηθική συλλογιστική, την επίλυση γρίφων, την δακτυλογράφηση εργασιών και την διαπραγμάτευση θεμάτων. Οι ομάδες αξιολογήθηκαν για το πόσο καλά τα κατάφεραν και τους δόθηκε μια συνολική βαθμολογία για τη νοημοσύνη της ομάδας.

Η νοημοσύνη του ατόμου, όπως μετράται από το τεστ IQ, στηρίζεται στην παραδοχή ότι οι άνθρωποι που τα καταφέρνουν καλά σε κάποιον τομέα, τα καταφέρνουν καλά στους περισσότερους τομείς, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχει μια «γενική νοημοσύνη». Αν και κάπως αμφιλεγόμενες οι δοκιμές αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να προβλεφθεί πόσο καλά μπορεί ένα άτομο να ανταπεξέλθει σε περίπλοκες δοκιμασίες. Η ομάδα της Woolley ανακάλυψε μια παρόμοια «γενική νοημοσύνη» που αφορά στο σύνολο μιας ομάδας. Και θεωρείται ένας επιτυχημένος δείκτης μέσω του οποίου μπορεί να προβλεφθεί πόσο καλά μπορεί να αποδώσει μια ομάδα σε μεταγενέστερα πιο σύνθετα καθήκοντα.

Ads

Για να ανακαλύψει ποια είναι η συμβολή της επιμέρους ευφυΐας ενός ατόμου στο σύνολο μιας ομάδας, η Woolley, μέτρησε στη συνέχεια δείκτες της προσωπικότητας του κάθε ατόμου ξεχωριστά, όπως η νοημοσύνη, η κοινωνική ευαισθησία, η ομαδικότητα και τα κίνητρα, μέσω διαφόρων ψυχομετρικών δοκιμασιών.

Η Woolley υποστηρίζει ότι διαπίστωσε έκπληκτη ότι ούτε η μέση νοημοσύνη των μελών της ομάδας, ούτε η νοημοσύνη των ευφυέστερων μελών της ομάδας έπαιζε μεγάλο ρόλο στη συνολική ευφυΐα της ομάδας.

Η κοινωνική ευαισθησία – μετρήθηκε με μια δοκιμασία κατά την οποία οι συμμετέχοντες έπρεπε να προσδιορίσουν τα συναισθήματα ενός άλλου ατόμου κοιτάζοντας φωτογραφίες των ματιών τους – ήταν ο πιο σημαντικός παράγοντας.

Η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε επιπλέον ότι οι ομάδες στις οποίες τα μέλη τους μιλούσαν με τη σειρά ήταν πιο έξυπνες σε συλλογικό επίπεδο, το ίδιο και οι ομάδες των οποίων τα μέλη στην πλειοψηφία τους ήταν γυναίκες. Η Woolley θεωρεί ότι αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν υψηλότερο επίπεδο κοινωνικής ευαισθησίας από τους άντρες.

Σύμφωνα με τη Woolley για να δημιουργηθεί μια ομάδα με κοινωνική ευαισθησία είναι καλύτερο να συμπεριληφθούν εξ’ αρχής γυναικεία μέλη σε αυτή. Το συμπέρασμα για το φύλλο πάντως προκάλεσε έκπληξη σε αρκετούς επιστήμονες καθώς έρχεται σε αντίθεση με παλαιότερες έρευνες που έδειξαν ότι οι γυναίκες κατά τη συμμετοχή τους σε μεικτές ομάδες συχνά αισθάνονται ότι δεν ακούγονται.

Η Woolley πάντως υποστηρίζει ότι η επιλογή των διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για τη στελέχωση μιας ομάδας σε έναν χώρο εργασίας μπορεί να χρειαστεί να αξιολογηθούν εκ νέου με το κέντρο βάρους να μετατοπίζεται από την ευφυΐα ή τις ικανότητες των επιμέρους ατόμων στις δεξιότητες συνεργασίας.