Δύο σημαντικές υποθέσεις για το μέλλον του Διαδικτύου θα τεθούν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ εντός της εβδομάδας και ενδεχομένως να αλλάξουν ριζικά όλα όσα ξέρουμε μέχρι σήμερα για τους τεχνολογικούς κολοσσούς.

Ads

Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ πρόκειται να ακούσει τις προφορικές αγορεύσεις για δύο καίριες υποθέσεις που αφορούν τον διαδικτυακό λόγο και τη διαχείριση του περιεχομένου και ενδεχομένως να δώσει το «πράσινο φως» σε δικαστικές προσφυγές για τις προτάσεις περιεχομένου ή τη «φιλοξενία» τρομοκρατικού περιεχομένου.

Οι προφορικές αγορεύσεις αναμένονται σήμερα Τρίτη (21/2) και αύριο Τετάρτη (22/2), ενώ στο επίκεντρο της νομικής διαμάχης θα βρεθεί ένας ομοσπονδιακός νόμος που προστατεύει σε μεγάλο βαθμό τους ιστότοπους από αγωγές για το περιεχόμενο που διαμορφώνεται από τον εκάστοτε χρήστη.

Οι υποθέσεις, γνωστές ως Gonzalez v. Google και Twitter v. Taamneh, ενέχουν σημαντικά διακυβεύματα για το σύνολο του Διαδικτύου. Η δυνατότητα προσφυγής λόγω φιλοξενίας ή προώθησης περιεχομένου θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικές αλλαγές σε ιστότοπους, όπως το Facebook, η Wikipedia και το YouTube.

Ads

Οι δικαστικές αυτές διαμάχες έχουν πυροδοτήσει ίσως τη μεγαλύτερη δημόσια συζήτηση των τελευταίων ετών σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις στο μέλλον του Διαδικτύου. Στο επίκεντρο της διαμάχης βρίσκεται η Ενότητα 230 (Section 230) του Νόμου περί Αξιοπρέπειας στις Επικοινωνίες, ένας ομοσπονδιακός νόμος ηλικίας σχεδόν 30 ετών, για τον οποίο τα δικαστήρια έχουν επανειλημμένα πει ότι παρέχει ευρεία προστασία στις τεχνολογικές πλατφόρμες.

Τι ακριβώς είναι η «Ενότητα 230»

Ο εν λόγω νόμος καταρτίστηκε κατά της πορνογραφίας και υπογράφηκε το 1996, προκειμένου να τεθούν κανόνες στο Διαδίκτυο το οποίο βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα και φάνταζε ως μια διαδικτυακή παιδική χαρά για όλους. Η ιδέα ήταν να προστατευθεί ο τότε εμβρυακός τομέας του Διαδικτύου από αγωγές προκειμένου να μπορέσει να ανθίσει, ενθαρρύνοντας παράλληλα τις εταιρείες τεχνολογίας να διαχειριστούν το περιεχόμενό τους.

Το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής στράφηκε στα όρια που τέθηκαν στο σεξουαλικό περιεχόμενο, ένα μέρος του νομοσχεδίου που υποστηρίχθηκε από τον τότε πρόεδρο Μπιλ Κλίντον και το οποίο αργότερα ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο σε μια υπόθεση-ορόσημο. Όμως, στη νομοθεσία εισήχθη η Ενότητα 230, το οποίο ανέφερε ότι «κανένας πάροχος ή χρήστης μιας διαδραστικής υπηρεσίας υπολογιστή δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εκδότης» ή να φέρει ευθύνη για περιεχόμενο που προέρχεται από εξωτερικό φορέα.

Υπό την ασυλία αυτή, το Facebook, το Instagram, το Twitter ή το YouTube έγιναν οι αγωγοί μιας παγκόσμιας συζήτησης χωρίς ποτέ να κινδυνεύουν με μήνυση από κάποιον που προσβλήθηκε από ένα tweet ή ένα αμφιλεγόμενο βίντεο.

Ο Νόμος περί Αξιοπρέπειας στις Επικοινωνίες νόμος έχει επικριτές και από κάθε πλευρά. Τα τελευταία χρόνια, καθώς οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης δέχονται όλο και περισσότερα πυρά για το περιεχόμενο που φιλοξενούν, η Ενότητα 230 επικρίνεται για το ότι παρέχει στη βιομηχανία του Διαδικτύου ειδική προστασία που δεν απολαμβάνουν οι παραδοσιακοί εκδότες.

Πολλοί Ρεπουμπλικάνοι ισχυρίζονται ότι η Ενότητα 230 δίνει στις πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης την άδεια να λογοκρίνουν συντηρητικές απόψεις. Από την άλλη πλευρά, διακεκριμένοι Δημοκρατικοί, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου Τζο Μπάιντεν, έχουν υποστηρίξει ότι η Ενότητα 230 εμποδίζει τους τεχνολογικούς γίγαντες να λογοδοτήσουν για τη διάδοση παραπληροφόρησης και ρητορικής μίσους.

Τόσο ο Τζο Μπάιντεν όσο και ο πρώην Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχουν ζητήσει την κατάργηση της «ασπίδας προστασίας».

Το Κογκρέσο έχει δεχτεί πιέσεις για αλλαγές στην Ενότητα 230 που θα μπορούσαν να καταστήσουν τις τεχνολογικές πλατφόρμες περισσότερο νομικά υπόλογες, αλλά προτάσεις για την τροποποίηση των αντιμονοπωλιακών κανόνων των ΗΠΑ, που αποσκοπούν στον περιορισμό των τεχνολογικών κολοσσών. Ωστόσο, οι προσπάθειες αυτές έχουν σε μεγάλο βαθμό βαλτώσει.

Η «σκυτάλη» πλέον βρίσκεται στο Ανώτατο Δικαστήριο και οι ετυμηγορίες για τις δύο υποθέσεις αναμένονται μέχρι το τέλος Ιουνίου.

Gonzalez κατά Google

Η υπόθεση στην οποία εμπλέκεται η Google μηδενίζει το κατά πόσον μπορεί να μηνυθεί εξαιτίας της αλγοριθμικής προώθησης τρομοκρατικών βίντεο από τη θυγατρική της, YouTube, στην πλατφόρμα της.

Σύμφωνα με τους ενάγοντες της υπόθεσης -την οικογένεια της Nohemi Gonzalez, θύμα των τρομοκρατικών επιθέσεων της 13ης Νοεμβρίου του 2015 στο Παρίσι.

Η οικογένειά της μηνύει την Google για το γεγονός ότι υπήρξαν στο YouTube ως προτεινόμενα, βίντεο του ISIS που χρησιμοποιούνται για τη στρατολόγηση δυνητικών τρομοκρατών και υποστηρίζει ότι η ομοσπονδιακή ασπίδα ευθύνης για τις τεχνολογικές πλατφόρμες δεν περιλαμβάνει τους αλγόριθμους για τις συστάσεις περιεχομένου. Επίσης, ισχυρίζεται ότι οι στοχευμένες προτάσεις του YouTube παραβίασαν έναν αντιτρομοκρατικό νόμο των ΗΠΑ, συμβάλλοντας στη ριζοσπαστικοποίηση και στην προώθηση της «κοσμοθεωρίας» του ISIS, που ανέλαβε την ευθύνη για τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι του 2015.

Ο ισχυρισμός αποσκοπεί στην εξαίρεση των προτάσεων περιεχομένου, ώστε να μην προστατεύονται βάσει της Ενότητας 230, αναγκάζοντας ενδεχομένως τις τεχνολογικές πλατφόρμες να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τις υπηρεσίες τους.

Η Google, καθώς και άλλοι τεχνολογικοί γίγαντες έχουν δηλώσει ότι η εν λόγω ερμηνεία της Ενότητας 230 θα αυξήσει τους νομικούς κινδύνους που συνδέονται με την κατάταξη, την ταξινόμηση και την επιμέλεια του διαδικτυακού περιεχομένου, ένα βασικό χαρακτηριστικό του σύγχρονου διαδικτύου. Η Google υποστήριξε ότι σε ένα τέτοιο σενάριο, οι ιστότοποι θα προσπαθούσαν να παίξουν εκ του ασφαλούς είτε αφαιρώντας πολύ περισσότερο περιεχόμενο από ό,τι είναι απαραίτητο, είτε εγκαταλείποντας εντελώς τη διαχείριση του περιεχομένου, επιτρέποντας έτσι ακόμη πιο επιβλαβές υλικό στις πλατφόρμες τους.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει επίσης τοποθετηθεί επί της υπόθεσης. Σε μια σύντομη αναφορά που κατατέθηκε τον Δεκέμβριο, υποστήριξε ότι η Ενότητα 230 προστατεύει την Google και το YouTube από αγωγές «για την αποτυχία να αφαιρέσουν περιεχόμενο τρίτων, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου που έχει προτείνει». 

Twitter κατά Taamneh

Η δεύτερη υπόθεση, Twitter v. Taamneh, θα κρίνει κατά πόσον οι εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να κατηγορηθούν για συνέργεια σε συγκεκριμένη πράξη διεθνούς τρομοκρατίας, όταν οι πλατφόρμες τους έχουν φιλοξενήσει περιεχόμενο χρηστών που εκφράζει γενικότερη υποστήριξη σε μια τρομοκρατική ομάδα, χωρίς να αναφέρεται σε συγκεκριμένη τρομοκρατική ενέργεια.

Οι ενάγοντες στην υπόθεση – η οικογένεια του Nawras Alassaf, ο οποίος σκοτώθηκε σε επίθεση του ISIS στην Κωνσταντινούπολη το 2017 – ισχυρίστηκαν ότι οι εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, συμπεριλαμβανομένου του Twitter, βοήθησαν εν γνώσει τους το ISIS κατά παράβαση ενός αντιτρομοκρατικού νόμου των ΗΠΑ, επιτρέποντας τη διατήρηση ορισμένων περιεχομένων της ομάδας στις πλατφόρμες τους, παρά τις πολιτικές που αποσκοπούσαν στον περιορισμό αυτού του είδους του περιεχομένου.

Το Twitter έχει δηλώσει πως το γεγονός ότι το ISIS έτυχε να χρησιμοποιήσει την πλατφόρμα του για να προωθήσει τον εαυτό του δεν συνιστά συνειδητή βοήθεια του Twitter προς την τρομοκρατική οργάνωση και ότι, σε κάθε περίπτωση, η εταιρεία δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη βάσει του αντιτρομοκρατικού νόμου, επειδή το περιεχόμενο που εξετάζεται στην υπόθεση δεν αφορούσε συγκεκριμένα την επίθεση που σκότωσε τον Alassaf. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, στο υπόμνημά της, συμφώνησε με την άποψη αυτή.

Άλλες τεχνολογικές πλατφόρμες, όπως η Meta και η Google, έχουν υποστηρίξει στην υπόθεση ότι αν το Ανώτατο Δικαστήριο κρίνει ότι βάσει του αμερικανικού αντιτρομοκρατικού νόμου δεν μπορεί να ασκηθεί μήνηση σε βάρος τους, τουλάχιστον υπό αυτές τις συνθήκες, θα αποφευχθεί εντελώς η συζήτηση για την Ενότητα 230 και στις δύο υποθέσεις, επειδή οι επίμαχες αξιώσεις θα απορριφθούν.

*Με πληροφορίες από CNN, Politico, AFP