Η επίσημη ανακοίνωση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ Γιανς Στόλτενμπεργκ για έναρξη διαλόγου σε τεχνικό επίπεδο μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της τουρκικής προεδρίας μοιάζει να «σέρνει» την Ελλάδα στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης για τα ελληνοτουρκικά. Η Αθήνα αιφνιδιάστηκε από την επίσημη ενημέρωση σχετικά με την έναρξη των συζητήσεων σε τεχνικό επίπεδο για την αποφυγή επεισοδίων στην Ανατολική Μεσόγειο και έσπευσε να τη διαψεύσει. Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι το πραξε μέσω κυβερνητικών και διπλωματικών πηγών και όχι επίσημα από το υπουργείο Εξωτερικών.

Ads

Αντίθετα η Τουρκία, επιβεβαιώνοντας την πρωτοβουλία Στόλτενμπεργκ, δήλωσε επίσημα πως η ίδια επιθυμεί τον διάλογο, αλλά «χωρίς όρους και προϋποθέσεις», δηλαδή με όλη την τουρκική ατζέντα στο τραπέζι. Κάλεσε μάλιστα την Αθήνα να υποστηρίξει την κίνηση του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, ο οποίος δήλωσε πως συνομίλησε με τους ηγέτες των δύο χωρών και παρέδωσε σχετικό έγγραφο με τις προτάσεις αποκλιμάκωσης στις δύο αντιπροσωπείες, οι οποίες και το παρέλαβαν.

Διαβάστε επίσης: 

Οι εξελίξεις έχουν δύο ερμηνείες αλλά ένα πολύ βασικό συμπέρασμα..

Ads

Η μία εκδοχή είναι πως η Ελλάδα και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, συνεχίζουν τη γνωστή και συστηματική μυστική διπλωματία στο εξωτερικό, ενώ καλλιεργούν στο ελληνικό κοινό εικόνα σύγκρουσης και εθνικής υπηρηφάνειας, την ώρα που τα ΜΜΕ προσπαθούν να πείσουν ότι κάθε νέα υποχώρηση είναι και μια νέα επιτυχία. Η δεύτερη εκδοχή, ακόμη χειρότερα, είναι ότι το ΝΑΤΟ, αδιαφορεί πλήρως για τις προθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης και αποφασίζει για αυτήν χωρίς αυτήν. 

Το βασικό συμπέρασμα όμως είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει καμία πρωτοβουλία για τα ελληνοτουρκικά αλλά τρέχει πίσω από τις κινήσεις της Άγκυρας. Μάλιστα, όταν το ΝΑΤΟ ανακοινώνει ότι η Ελλάδα και η Τουρκία, και μάλιστα μετά από επαφές του Γεν. Γραμματέα με τους δύο ηγέτες, έχουν συμφωνήσει στην έναρξη τεχνικών συζητήσεων και η Ελλάδα το διαψεύδει, την κάνει να φαίνεται ως αυτή που τορπιλίζει το διάλογο και εξασθενεί τη θέση της ενώ η Τουρκία εμφανίζεται η πρόθυμη και ισχυρή. 

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, παρά την εικόνα απομόνωσης που καλλιεργείται στη χώρα για εσωτερική κατανάλωση, έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, αλλά και σημαντική στήριξη, όπως προκύπτει, ώστε να προωθεί την ατζέντα του. Με την επιδιαιτησία των ισχυρών και αφού «γκρίζαρε» την περιοχή του Καστελόριζου μετά την κλιμάκωση της έντασης και εκμεταλλευόμενος ακόμη και τη συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου, τώρα επιχειρεί να ανοίξει όλα τα θέματα, εξασφαλίζοντας μια προοπτική win win στα ελληνοτουρκικά. ΗΠΑ, Γερμανία, ΕΕ και Ρωσία έχουν ταχθεί αναφανδόν υπέρ του διαλόγου των δύο πλευρών για την επίλυση των διαφορών στα «αμφισβητούμενα ύδατα», όπως χαρακτήρισαν την περιοχή οι αμερικάνοι. 

Για να φτάσει στο σημείο αυτό του διπλωματικού αδιεξόδου η Ελλάδα, έχουν προηγηθεί απίστευτοι ερασιτεχνισμοί και συστηματική διγλωσσία από την κυβέρνηση, αλλά και η υιοθέτηση από τον περασμένο Σεπτέμβριο του δόγματος του κατευνασμού του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο διάλογος φαίνεται πως έχει ξεκινήσει παρασκηνιακά, αν και επισήμως η κυβέρνηση ασχολείται με προμήθειες πανάκριβων οπλικών συστημάτων, επικαλούμενη το «πατριωτικό αίσθημα» για τις νέες θυσίες που ζήτησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τους πολίτες, οι οποίοι και θα πληρώσουν τον λογαριασμό των εξοπλιστικών. 

Δυστυχώς η προειδοποίηση Τσίπρα σε Μητσοτάκη φαίνεται να επιβεβαιώνεται μέρα με την ημέρα: «το χειρότερο που μπορεί να συμβεί δεν είναι να πάμε στο διεθνές δικαστήριο και να χάσουμε κάτι από αυτά που υποθέταμε ότι μπορεί να κερδίζαμε, αλλά να τα χάσουμε χωρίς καν να πάμε σε διεθνές δικαστήριο».