Δεν έχουν συμπληρωθεί καν 24 ώρες από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων εκλογών στη Γερμανία και η “επόμενη μέρα” φαντάζει κάτι παραπάνω από “θολή”, καθώς μόνο ένα πράγμα μπορεί να θεωρείται δεδομένο: ο αποχαιρετισμός στην Άνγκελα Μέρκελ μάλλον θα πρέπει να πάρει παράταση τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους.

Ads

Κι αυτό γιατί τόσο υπολογίζεται πως θα κρατήσουν οι μακρές διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό του νέου κυβερνητικού συνασπισμού, με συνέπεια η ίδια να παραμένει στη θέση της ως μεταβατική καγκελάριος.

Την ίδια στιγμή, η αριθμητική της κοινοβουλευτικής κατανομής στην Bundestag απαιτεί την συνεργασία περισσότερων των δύο κομμάτων για την επίτευξη , εφόσον αποκλείεται  -προς το παρόν-  η επανάληψη του μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών (CDY/CSU) και Σοσιαλδημοκρατών (SPD).

Πρώτα πρέπει να τα βρουν Πράσινοι – FDP μεταξύ τους

Ads

Ως ρυθμιστές της κατάστασης αναδεικνύονται τόσο οι Πράσινοι όσο και οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), καθώς τόσο ο μεγάλος νικητής των εκλογών, ο σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σολτς, όσο και ο μεγάλος χαμένος, ο Χριστιανοδημοκράτης Αρμίν Λάσετ, έχουν δηλώσει πως θα επιδιώξουν άμεσα την έναρξη διαπραγματεύσεων μαζί τους, προκειμένου να καταλήξουν σε μια προγραμματική συμφωνία.

Το πράγματα όμως είναι ακόμη πιο περίπλοκα, καθώς ακόμη κι οι δύο βασικοί ρυθμιστές για την “επόμενη μέρα” έχουν μεγάλες προγραμματικές διαφορές μεταξύ τους, όπως παραδέχτηκε σε δηλώσεις του ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων, Κρίστιαν Λίντνερ. Υπενθύμισε δε ότι λόγος που το κόμμα του αποχώρησε από τις διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης με τους Πράσινους και τους Χριστιανοδημοκράτες το 2017 ήταν αντιθέσεις με τους Πράσινους, προπαντός σε ό,τι αφορά φορολογικά ζητήματα.

Αυτός είναι κι ο λόγος που οι Πράσινοι και το FDP ανακοίνωσαν από το βράδυ της Κυριακής ότι θα ξεκινήσουν τις συνομιλίες μεταξύ τους για να βρουν πεδία συμβιβασμού πριν αρχίσουν διαπραγματεύσεις με το SPD ή τους συντηρητικούς, έχοντας να ξεκαθαρίσουν αρχικά το βασικό. Οι Πράσινοι θα προτιμούσαν μια κυβέρνηση με τη συμμετοχή των Σοσιαλδημοκρατών, ενώ το FDP με τα CDU/CSU. Ταυτόχρονα όμως, ούτε οι μεν αποκλείουν τη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση Λάσετ και ούτε οι δε σε μια κυβέρνηση Σολτς.

Το «σταυροδρόμι» για τον Σολτς

Από τη μεριά του, ο ίδιος ο Όλαφ Σολτς έκανε λόγο «ξεκάθαρη εντολή» των ψηφοφόρων να ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης, ανοίγοντας τον δρόμο για τον λεγόμενο συνασπισμό- «φανάρι» (SPD, Πράσινοι, FDP).

​​«Οι ψηφοφόροι μίλησαν πολύ καθαρά. Είπαν ποιος πρέπει να σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση» σημείωσε και τόνισε πως: «Ενίσχυσαν τρία κόμματα – του Σοσιαλδημοκράτες, τους Πράσινους και το FDP – κατά συνέπεια, οι πολίτες αυτής της χώρας έδωσαν καθαρή εντολή – αυτοί οι τρεις πρέπει να σχηματίσουν την επόμενη κυβέρνηση».

Το διακύβευμα για τον Σολτς είναι να βρει κοινό προγραμματικό τόπο με τα δυο κόμματα, ενώ σε κεντρικό ζήτημα αναμένεται να εξελιχθεί και η “μοιρασιά” βασικών υπουργείων. Αναλυτές υπενθυμίζουν την παρουσία του «πράσινου» Γιόσκα Φίσερ στο υπουργείο Εξωτερικών σε παλαιότερη συγκυβέρνηση με το SPD υπό τον Γκέρχαρντ Σρέντερ, αλλά και το αντίστοιχο ενδιαφέρον των Φιλελεύθερων για το χαρτοφυλάκιο των Οικονομικών.

Η ανάθεση του υπουργείου Οικονομικών σε έναν -νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης- πολιτικό, όπως ο Κρίστιαν Λίντνερ,  είναι πιθανό να προκαλέσει εσωκομματικές τριβές στο SPD, καθώς η ριζοσπαστική πτέρυγα του κόμματος, όπου πρόσκειται και η ηγετική ομάδα των Μπόργιανς-Έσκεν, δε θα ήθελε επ’ ουδενί να δει μια “μετενσάρκωση του Σόιμπλε” σε μια κυβέρνησή της.

Η «ευτυχία» του οικονομικού κατεστημένου για την είσοδο του FDP στην κυβέρνηση

Αντιθέτως, οι προοπτικές συμμετοχής του FDP στην επόμενη κυβέρνηση της Γερμανίας έχει προκαλέσει ενθουσιασμό στους κόλπους επενδυτών και επιχειρηματικού κόσμου,  σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι επιδόσεις του Die Linke της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν επιτρέπουν στο κόμμα να ελπίζει σε συμμετοχή σε κυβερνητικό σχήμα.

«Από την πλευρά της αγοράς, το ότι ένας αριστερός συνασπισμός είναι μαθηματικά αδύνατος, είναι καλά νέα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γενς-Ολιβερ Νίκλας, οικονομολόγος του LBBW προσθέτοντας ότι για τα άλλα κόμματα υπάρχουν αρκετά κοινά σημεία για να υπάρξει ένας λειτουργικός συμβιβασμός. «Τελικά τα πρόσωπα και οι υπουργικές θέσεις πιθανώς θα είναι σημαντικότερα από τις πολιτικές», πρόσθεσε με νόημα.

Που ποντάρουν οι Χριστιανοδημοκράτες

Την ίδια ώρα, οι Χριστιανοδημοκράτες μπορεί να κατέγραψαν το αρνητικότερο ποσοστό στην ιστορία τους, ωστόσο ο υποψήφιος καγκελάριος του CDU/CSU Άρμιν Λάσετ δεν παύει να ποντάρει στην αποτυχία δημιουργίας κυβέρνησης με κεντρικό πυλώνα το SPD. Όπως δήλωσε ο Λάσετ, ο ίδιος θα επιδιώξει επίσης μία συμφωνία με άλλα κόμματα, προκειμένου οι συντηρητικοί να παραμείνουν στην εξουσία.

Αισιόδοξος ότι τα χριστιανικά κόμματα θα πετύχουν το σχηματισμό κυβέρνησης με Πράσινους και FDP (το λεγόμενο συνασπισμό “Τζαμάια”) δήλωσε και ο γενικός γραμματέας των Χριστιανοδημοκρατών, Πάουλ Τσίμιακ. Το ζητούμενο είναι ένα «σχέδιο για το μέλλον» συνέχισε.

Όπως διαβεβαίωσε, ο κάθε εταίρος του κυβερνητικού συνασπισμού θα είναι αναγνωρίσιμος. Ο Άρμιν Λάσετ απέδειξε ως πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, όπου κυβερνά με το FDP, ότι είναι σε θέση να διασφαλίζει τη συνοχή ενός συνασπισμού.