Την δική του αποτίμηση δημοσιεύει ο Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Κοινωνικής Διοίκησης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Ξενοφών Κοντιάδης, σχετικά με τη χθεσινή συζήτηση για το βιβλίο του «Το “φαινόμενο Κασσελάκη”: Το μεσσιανικό προσωπείο της μεταδημοκρατίας», στην οποία βρέθηκε και ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Στέφανος Κασσελάκης.

Ads

Αναφέρει μεταξύ άλλων πως «φάνηκε όμως δια γυμνού οφθαλμού και χτες, για πρώτη φορά νομίζω τόσο καθαρά, ότι το έλλειμμα σε πολιτική παιδεία και εμπειρία καλύπτεται από το επικοινωνιακό χάρισμα, τον τρόπο που κοιτάζει τον φακό και εκστομίζει ανάμικτα κλισέ και στοιχεία της βιογραφίας του…».

Ο συγγραφέας τονίζει επίσης πως «σήμερα ξέρουμε περισσότερα για το πώς σκέφτεται και πώς αντιδρά σε έναν ανοιχτό διάλογο ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είδαμε γυμνά μπροστά στα μάτια μας στοιχεία που υποψιαζόμασταν ή δεν είχαν αναδειχθεί τόσο καθαρά».

Διαβάστε επίσης: Ξενοφών Κοντιάδης στο TVXS / Το «φαινόμενο Κασσελάκη» που δεν έχει προηγούμενο, η μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ και ο μεσσιανισμός

Ads

Αναλυτική η ανάρτησή του

Πώς αποτιμώ τη χτεσινή συζήτηση-βιβλιοπαρουσίαση με τον Στέφανο Κασσελάκη; Νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά από την πρώτη δημόσια εμφάνιση του Κασσελάκη που μαθαίνουμε τόσα πολλά σε τόσο λίγο χρόνο για το ποιος είναι πραγματικά και πώς σκέφτεται, για τον χαρακτήρα και τα όρια της σκέψης του, αρκεί να μπορεί κανείς να διαβάσει υπό τας γραμμάς και να μην μείνει σε έναν διάλογο που φαινόταν να έχει στοιχεία “ασυμβατότητας” (στις παρυφές του σουρεαλισμού) ως προς τον τρόπο που προσεγγίζουν τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα οι συνομιλητές. Εξηγούμαι:

Η συζήτηση ξεκίνησε με μία σύντομη παρουσίαση ορισμένων κεντρικών θεμάτων του βιβλίου από την πλευρά μου, εξηγώντας συνοπτικά τον τίτλο και τον υπότιτλο του βιβλίου. Λέω λοιπόν μεταξύ άλλων τα εξής:

“Η λέξη προσωπείο παραπέμπει σε αυτό που στην επιστήμη έχει αποκληθεί περσόνα, η δημόσια εικόνα που προβάλλει κάθε πρόσωπο που εκτίθεται στη δημόσια σφαίρα, την οποία φιλοτεχνεί συνήθως με τη συμβολή επαγγελματιών της επικοινωνίας.

Στην εποχή της μετα-αλήθειας, του λεγόμενου εικονιστικού κόσμου και των νέων μέσων επικοινωνίας, η κατασκευή μιας περσόνας έχει αναχθεί σε αυτοτελή πολιτική λειτουργία.

Κάποιος για τον οποίο ξέρουμε ελάχιστα έως τίποτα επειδή ζει τα τελευταία 21 χρόνια σε μια άλλη ήπειρο, χωρίς έκθεση στη δημόσια σφαίρα, έχει την πολυτέλεια να κατασκευάσει την περσόνα του χωρίς ουσιώδεις περιορισμούς.

Ποιο είναι το κεντρικό στοιχείο του προσωπείου του Κασσελάκη.; Είναι ασφαλώς μια τεχνοκρατική διάσταση, οι ικανότητες και τα επιτεύγματά του, που ωστόσο δεν νομίζω ότι στην πραγματικότητα είναι καλύτερα από των αντιπάλων του.

Όμως αυτό που προβάλλει πρωτίστως είναι ένας απλός, ειλικρινής άνθρωπος, άσπιλος από εξαρτήσεις, που δεν κρύβει τίποτα για την προσωπικότητα, την προσωπική ζωή, τις σκέψεις του, που επικοινωνεί αδιαμεσολάβητα με τους ανθρώπους, με καθαρή ματιά, άμεσο καθημερινό λόγο, ανεπιτήδευτο, προσιτό, ένας άνθρωπος αποφασισμένος να αλλάξει συσσωρευμένα κακώς κείμενα και να άρει τις αμαρτίες μας, τις παθογένειες δεκαετιών.

Θα πει κάποιος: Μα αυτός είναι πράγματι ο Στέφανος Κασσελάκης. Δεν υποδύεται μια περσόνα, πρόκειται για τον εαυτό του. Προσοχή, αυτό θα είναι μια τεράστια παρεξήγηση, ένα στοιχειώδες λάθος.

Καθένας μπορεί να αναδείξει και να προβάλει ό,τι θέλει και ό,τι μπορεί στη δημόσια περσόνα του και να υποβαθμίσει κάτι άλλο. Ο.Κασσελάκης ως πρόσωπο μπορεί να είναι χιλιάδες πράγματα.

Μπορεί να είναι και η εικόνα ενός ανθρώπου εριστικού, συγκρουσιακού ή αλαζονικού, όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς η παρουσία του στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ.

Μπορεί βέβαια να είναι και το καλό παιδί της διπλανής πόρτας. Λέει κάπου ο μεγάλος Αμερικανός συγγραφέας Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ στη νουβέλα του «Το Πλουσιόπαιδο», «Είμαστε όλοι αμαλγάματα από διαφορετικά συστατικά, φανερώνουμε στους γύρω μας αλλά και στον ίδιο τον εαυτό μας αυτό που θέλουμε να φανερώσουμε. Όταν ακούω κάποιον», γράφει ο Φιτζέραλντ, «να ισχυρίζεται για τον εαυτό του ότι είναι ένας απλός, έντιμος, ανοιχτός άνθρωπος της διπλανής πόρτας, είμαι βέβαιος ότι υπάρχει κάποια σκοτεινή όψη της προσωπικότητάς του που θέλει να κρατήσει κρυφή».”.

Εδώ τελειώνει η παρουσίαση της έννοιας του προσωπείου στην εισαγωγή μου, που απασχόλησε πολύ τη συζήτηση που ακολούθησε, με τον Κασσελάκη να επιμένει ότι στην περίπτωσή του δεν υπάρχει προσωπείο, είναι ακριβώς αυτό που λέει, η εξαίρεση στον κανόνα, και να με ρωτάει στην πορεία αυτής της “ασύμβατης” συζήτησης:

“Πες μου ένα πράγμα που έκρυψα” και όταν του απαντάω σκόπιμα “Την εριστική, συγκρουσιακή, απεχθή εικόνα που έβγαλες στην Κεντρική Επιτροπή”, η απάντησή του ήταν ότι είχε πει εξαρχής πως ασχολείται με τον σκληρό κόσμο των ναυτιλιακών επιχειρήσεων, άρα δεν έχω διαβάσει προσεκτικά το βιογραφικό του, εννοώντας ότι οι άνθρωποι έπρεπε να μαντέψουν αυτή την πλευρά του, ενώ βέβαια στην αρχή της συζήτησης, με αφορμή παρεμφερή μου παρατήρηση, είχε πει ότι αυτή η εικόνα της ΚΕ δεν είναι ο πραγματικός εαυτός του. Ή λες και οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις συγκρίνονται με ένα πολιτικό κόμμα…

Μπορώ να φέρω και άλλα παραδείγματα αντιφάσεων στον λόγο, δυσκολίας να υπάρξει ένας διάλογος πάνω σε θέματα που φάνηκε ότι δεν κατανοούνταν από όλα τα μέρη με τον ίδιο τρόπο. Ηταν αδύνατον να γίνει αντιληπτό από πλευράς του ή πάντως να δεχτεί τη διάκριση μεταξύ περσόνας και προσώπου. Οταν μιλούσαμε για μεταπολιτική ή μεταδημοκρατία, ξεπερνούσε τις έννοιες λέγοντας περίπου ότι μεταπολιτική ή μη, εγώ αυτός είμαι και θα κάνω αυτά που θέλω να κάνω. Και αυτά που δηλώνει ότι θέλει να κάνει είναι βέβαια τα γνωστά κλισέ για το κόμμα, το κράτος, την κοινωνία και τους απλούς ανθρώπους που υποφέρουν.

Ο Κασσελάκης έχει μία ιδιαίτερη ικανότητα να του μιλάς για ένα θέμα, ένα γεγονός, μία αφηρημένη έννοια ή ένα πολύ συγκεκριμένο πρόβλημα και να εξακτινίζεται σε κάτι εντελώς διαφορετικό, όχι αποφεύγοντας να μιλήσει όπως κάνουν άλλοι πολιτικοί στα δύσκολα, αλλά μεταφέροντας την κουβέντα σε ένα άλλο επίπεδο:

Του λες ότι το κόμμα σπαράσσεται από εσωτερικές συγκρούσεις, διάσπάσεις, δημοσκοπική συρρίκνωση και αυτός μεταφέρεται σε έναν άλλο κόσμο.

Του λες ότι στις προτιμήσεις των πολιτών για τον καταλληλότερο πρωθυπουργό ο Μητσοτάκης είναι πρώτος με πολύ ψηλά ποσοστά, λίγο μετά ακολουθεί ο Κανένας και ο ίδιος βρίσκεται κάτω από 7% και ότι αυτό δείχνει πολλά για τον τρόπο που σκέφτεται μία “μεταπολιτική κοινωνία” και δεν ιδρώνει το αυτί του, συνεχίζει να μιλάει για το ελληνικό όνειρο.

Του λες ότι είναι πολιτικά κενός ο λόγος του και αυτό αποτυπώνεται στις έρευνες όπου οι ερωτώμενοι δεν ξεχωρίζουν αν είναι αριστερός, κεντροαριστερός ή δεξιός και δεν έχει ένα σχόλιο.

Είναι σαν να έχει φτιάξει ένα δικό του κόσμο εννοιών και παραστάσεων, πάνω στον οποίο χτίζει τον λόγο του, επαναλαμβάνοντας όσα έχει πει δεκάδες φορές–για ην αδιαμεσολάβητη επαφή με τους ανθρώπους, οι οποίοι περνάνε δύσκολα, για τη διαπλοκή που δεν αγγίζει τον ίδιο, για τις προτάσεις νόμου που θα ετοιμαστούν για να κερδίσει τις εκλογές κλπ.

Το γράφω στο βιβλίο αναλυτικά, φάνηκε όμως δια γυμνού οφθαλμού και χτες, για πρώτη φορά νομίζω τόσο καθαρά, ότι το έλλειμμα σε πολιτική παιδεία και εμπειρία καλύπτεται από το επικοινωνιακό χάρισμα, τον τρόπο που κοιτάζει τον φακό και εκστομίζει ανάμικτα κλισέ και στοιχεία της βιογραφίας του, ενώ ταυτόχρονα έχει ένα θυμικό που τον έκανε στις πιο “επιθετικές” ατάκες μου να σφίγγει τις γροθιές, να διακόπτει τους συνομιλήτές ή στο πρόωρο τέλος της κουβέντας, όταν σηκώθηκε ξαφνικά τη στιγμή που τέλειωνε μια φράση και να φύγει χωρίς προειδοποίηση, δέκα λεπτά πριν από την προγραμματισμένη λήξη της συμμετοχής του, ακολουθούμενος αμέσως από δεκάδες ανθρώπους που είχαν έρθει μόνο και μόνο για να τον χειροκροτήσουν και βαρυγκομούσαν όταν η συζήτηση γινόταν “δυσάρεστη για τον Πρόεδρο”.

https://www.youtube.com/watch?v=kp3J8tQ6ZbQ

Ο Αντώνης Λιάκος είναι ένας διαβασμένος, ευφυής και έμπειρος ακαδημαϊκός που φαίνεται να πιστεύει και να στηρίζει τον Κασσελάκη. Χτες προσπάθησε να “μοιράσει πάσες”, να “κόψει μπαλιές”, να λειάνει γωνίες, να φέρει τη μπάλα σε ένα κοινό γήπεδο. Αν δεν ήταν εκεί θα είχαμε μία ακόμη πιο καθαρή εικόνα του Κασσελάκη, αλλά τα συμπεράσματά του μπορεί ήδη να τα βγάλει καθένας που θα δει τη συζήτηση.

Τελική αποτίμηση, για αυτή την κουβέντα που πριν καν γίνει είχε προκαλέσει διαμάχες και αντεγκλήσεις για το αν έπρεπε να γίνει: Κατ’ αρχάς, ήταν ένα πείραμα που θεωρώ ότι πέτυχε. Σήμερα ξέρουμε περισσότερα για το πώς σκέφτεται και πώς αντιδρά σε έναν ανοιχτό διάλογο ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είδαμε γυμνά μπροστά στα μάτια μας στοιχεία που υποψιαζόμασταν ή δεν είχαν αναδειχθεί τόσο καθαρά.

Ξέρουμε πώς (κατ΄αρχάς αλλά όχι μόνο ναρκισσιστικά και αυτοαναφορικά) αντιλαμβάνεται την άνοδό του στην ηγεσία και τον “μεσσιανικό” του ρόλο. Δεύτερον, δεν φάνηκε να απορρίπτει αυτό που είπα για το “φαινόμενο Κασσελάκη”, ότι είναι μία αποτυχία της δημοκρατίας και του πολιτικού μας συστήματος. Συμφώνησε επίσης ότι είναι οι έωλες εκλογικές διαδικασίες που του επέτρεψαν να εκλεγεί, παραδεχόμενος ότι έχουν σοβαρές αδυναμίες. Όλα αυτά όμως περνούσαν από τον λόγο του ως δευτερεύοντα ζητήματα. Το κύριο ήταν ποιος είναι ο ίδιος και πώς χάρη σε αυτό που είναι θα καταφέρει να πετύχει τους στόχους του.

Μου είπαν κάποιοι ότι έπρεπε να τον “κοντράρω” περισσότερο. Δεν νομίζω ότι του έχει πει κανείς μέχρι σήμερα κατά πρόσωπο όσα του καταμαρτύρησα χτες, ξεκινώντας από την αποστροφή μου ότι στο πλαίσιο της μεταπολιτικής και στη συνθήκη που βρισκόταν ο ΣΥΡΙΖΑ το περασμένο καλοκαίρι οποιοσδήποτε άγνωστος θα μπορούσε να εμφανιστεί από το πουθενά και να κερδίσει την ηγεσία, ανάμεσα στους χιλιάδες που ονειρεύονται να γίνουν πρωθυπουργοί και να σώσουν τη χώρα αν όχι τον πλανήτη, αρκεί να είχε ένα λαμπερό χαμόγελο, ένα καλό επικοινωνιακό επιτελείο και στήριξη από μία ετερόκλητη ομάδα κομματικών στελεχών. Η έκφραση του προσώπου και η κινησιολογία σε κάποιες τέτοιες στιγμές αποκαλύπτουν περισσότερα από τον λόγο. Όμως ο δικός μου ρόλος δεν ήταν να επιβληθώ σε ένα ντιμπέητ, αλλά να προκαλέσω ερεθίσματα για να αποκαλυφθεί ο συνομιλητής μου, και αυτό παρά το γεγονός ότι ήμουν οικοδεσπότης και παρουσιαζόταν ένα βιβλίο μου.

Όσοι έχουν τη διάθεση και την ικανότητα να δουν προσεκτικά αυτή τη συζήτηση–ήδη κάποιες χιλιάδες μπήκαν από χτες το βράδι στην πλατφόρμα για να την παρακολουθήσουν–αντί να διαβάζουν σχόλια θαυμαστών ή επικριτών στον Τύπο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μπορούν να βγάλουν μόνοι τους χρήσιμα συμπεράσματα. Όσοι τον ακολουθούν με οπαδικούς όρους ή όσοι τον απεχθάνονται δεν θα αποκομίσουν πολλά, αλλά όσοι θέλουμε να κατανοήσουμε με ματιά πολιτική ή επιστημονική όσα συμβαίνουν τους τελευταίους μήνες στην κεντρική πολιτική σκηνή ασφαλώς έχουν στα χέρια τους χρήσιμο υλικό. Και, πάντως, η κριτική που του ασκήθηκε αυτά τα 70 λεπτά ήταν νομίζω πιο αποτελεσματική από όσα έχουν ειπωθεί τις τελευταίες εβδομάδες από τους εσωκομματικούς του αντιπάλους, ακριβώς επειδή διατυπώθηκε σε ανοιχτό διάλογο μαζί του.

Προσωπικά συνεχίζω να πιστεύω ότι ο Στέφανος Κασσελάκης δεν είναι ούτε ο νέος Μεσσίας και επόμενος πρωθυπουργός, ούτε το απόλυτο Κακό όπως κάποιοι τον παρουσιάζουν, ωρυόμενοι ότι χτες του δώσαμε βήμα ή τον “νομιμοποιήσαμε” (δεν ήξερα ότι είναι παράνομος και ανομιμοποίητος, όπως είπε ένας φίλος, όταν από τον Τσίπρα μέχρι τα 45/47 μέλη της κοινοβουλευτικής του ομάδας όλοι εκεί είναι, όπως και το 54% των ψηφισάντων). Είναι, όπως στο τέλος δέχτηκε και ο ίδιος, δεν ξέρω με πόση αφομοίωση των όρων, μία εκδήλωση της μετα-αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και ως τέτοια οφείλουμε να την μελετούμε επιστημονικά και να την προσεγγίζουμε πολιτικά.