Ως βασικό κριτήριο αξιολόγησης των στελεχών του φέρεται να υπολογίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον βαθμό συμμετοχής στην προσπάθεια συγκάλυψης του σκανδάλου των υποκλοπών: Ποιοι τον στήριξαν και τον βοήθησαν, από τη μία πλευρά, και ποιοι αρνούνται να συμμετέχουν στη συγκάλυψη, από την άλλη. Μάλιστα προς τους «εσωκομματικούς εχθρούς» αφήνει να πλανιέται και η απειλή για συνέπειες.

Ads

Μια απειλή που εστάλη και μέσω διαρροών στον φιλοκυβερνητικό Τύπο για «μαύρη λίστα». Ενδεικτικά στη στήλη «Θεωρείο» της Καθημερινής με τίτλο «Η black list του Μαξίμου» αναφέρεται:

«Εδώ και καιρό, από τις αρχές Αυγούστου δηλαδή, όταν «έσκασε» το θέμα των υποκλοπών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει σημειώσει στο μπλοκάκι του με πολύ σχολαστικό τρόπο ποιοι βουλευτές, αλλά κυρίως υπουργοί, έδειξαν διάθεση να πέσουν στη δυσκολότερη μάχη που έχει δώσει η κυβέρνηση και να στηρίξουν την παράταξη. Οπως έμαθα οι σημειώσεις του πρωθυπουργού κρύβουν εκπλήξεις, καθώς υπουργοί πολύ ευνοημένοι κατά την τριετία από το Μαξίμου έχουν σημειωθεί ως… εξαφανισμένοι, ενώ άλλοι, που δεν ανήκουν στον στενό πυρήνα, έδειξαν εμπράκτως διάθεση να στηρίξουν».

Μεταξύ των στελεχών που διαφοροποιήθηκαν το προηγούμενο διάστημα σχετικά με τη «σιωπή απορρήτου» που επιβλήθηκε από το Μαξίμου στο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων ήταν οι Ν. Κακλαμάνης, Θ. Ρουσόπουλος, Ο. Κεφαλογιάννη, Γ. Κουμουτσάκος αλλά και ο Κώστας Καραμανλής. Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν στη «μαύρη λίστα» έχει μπει λοιπόν και ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος του κόμματος Κ. Καραμανλής, όπως και ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος έχει πάρει αποστάσεις με την απουσία του.

Ads

Εν τω μεταξύ, η Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου PEGA που ασχολείται με το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων αναμένεται να έρθει στην Ελλάδα στο πλαίσιο της έρευνας για την υπόθεση. Βάσει του προγράμματος που είχε διαρρεύσει – και αν δεν υπάρξει κάποια αλλαγή λόγω παρεμβάσεων – τα μέλη της Επιτροπής σχεδίαζαν να ζητήσουν συνάντηση με όσους η κυβερνητική πλειοψηφία «έκοψε» από την Εξεταστική Επιτροπή για τις υποκλοπές: Τους επιχειρηματίες Γ. Λαβράνο και Φ. Μπίτζιο αλλά και τους Γρ. Δημητριάδη και Κ. Μητσοτάκη. Η συνάντηση με τον πρωθυπουργό απορρίπτεται εκ των προτέρων από την κυβέρνηση.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Tvxs.gr, υπήρξε έντονη δυσφορία και εκνευρισμός στο Μαξίμου, αλλά και παρασκηνιακές πιέσεις μετά τη διαρροή του προγράμματος. Οι εν λόγω κινήσεις οδήγησαν τον πρόεδρο της Επιτροπής, που ανήκει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, να ισχυριστεί πως το πρόγραμμα δεν αποτελεί παρά «ένα πρώιμο σχέδιο ατζέντας», αν και οι πολιτικές ομάδες είχαν ήδη συμφωνήσει για το πρόγραμμα, το οποίο είχε σταλεί προς έγκριση και στο Προεδρείο του ευρωκοινοβουλίου. 

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών την Πέμπτη, απέκλεισε εμμέσως πλην σαφώς το ενδεχόμενο να συναντηθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τους εκπροσώπους της Επιτροπής PEGA, λέγοντας πως  «ο πρωθυπουργός δεν έχει να προσθέσει κάτι παραπάνω σε αυτή την ιστορία. Έχει τοποθετηθεί δημόσια». Ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Νάσος Ηλιόπουλος, σχολιάζοντας τις εν λόγω δηλώσεις, τόνισε πως «ό,τι κι αν κάνει ο κ. Μητσοτάκης η προσπάθεια συγκάλυψης του σκανδάλου των υποκλοπών θα αποτύχει».

Σημειώνεται πως και ο Νίκος Ανδρουλάκης, μιλώντας στην Εξεταστική Επιτροπή PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Στρασβούργο, όπου κλήθηκε την Πέμπτη, ζήτησε να κληθούν προς εξέταση όλα τα πρόσωπα (Κ. Μητσοτάκης, Γρ. Δημητριάδης, Γ. Λαβράνος και Φ. Μπίτζιος) που «κόπηκαν» από την κυβερνητική πλειοψηφία στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. 

«Στην Εξεταστική Επιτροπή δεν ήρθε κανένας εμπλεκόμενος, όπως θα έπρεπε και όπως ζητήσαμε. Τους προστάτευσε η κυβέρνηση. Να ζητήσετε να τους δείτε… Οι υπεύθυνοι να οδηγηθούν στη Δικαιοσύνη. Δεν είναι προσωπικό ζήτημα, είναι ζήτημα Δημοκρατίας», τόνισε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στην PEGA.

Ο Ν. Ανδρουλάκης δέχτηκε πλήθος ερωτήσεων από τα μέλη της Επιτροπής, τα οποία εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους και χαρακτήρισαν το σκάνδαλο «νοσηρό», οι οποίες αφορούσαν το ρόλο και τις ευθύνες της ελληνικής κυβέρνησης, την έρευνα για την εταιρία Intellexa, την καταστροφή του φακέλου του και άρα των αποδείξεων, τη στάση των αρχών της ελληνικής Δικαιοσύνης και το έργο της Εξεταστικής Επιτροπής της ελληνικής Βουλής.