Το βασικό πρόβλημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν είναι η νέα, εξ Αμερικής, πολιτική κυβίστηση για την συμφωνία των Πρεσπών. Δεν αποτελεί – παγκοσμίως – πρωτοτυπία, κατά τους κυνικούς της πολιτικής εντάσσεται απλώς στην επιβεβλημένη realpolitik, και εν τέλει είναι πολύ προτιμότερη η όψιμη έστω μεταστροφή παρά η μετεκλογική διατήρηση των προεκλογικών ακροτήτων.

Ads

Το βασικό πρόβλημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι ότι η (επιβεβλημένη) κυβίστηση στο θέμα των Πρεσπών παραμένει πολιτικά ημιτελής. Αφενός διότι η διαφορετική εικόνα του «πρωθυπουργού εξωτερικού» και του «πρωθυπουργού εσωτερικού» στερεί διπλωματικό κεφάλαιο και αξιοπιστία από την χώρα και αφετέρου διότι στα μετόπισθεν της ημεδαπής η ατζέντα της κυβέρνησης στα εθνικά θέματα παραμένει θολή και λιμνάζουσα.

Στην πραγματικότητα, εκείνο που έκανε – και που ήθελε να κάνει – χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην συνάντησή του με τον πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας Ζόραν Ζάεφ ήταν ακριβώς να επικυρώσει οριστικά αυτή την στροφή και να ακυρώσει την προεκλογική, ακραία ρητορική της ΝΔ. Διότι εκείνο που παράγει πολιτικό και διπλωματικό αποτέλεσμα δεν είναι η διαρροή ότι ο κ. Μητσοτάκης είπε στον Ζόραν Ζάεφ πως ο ίδιος δεν θα υπέγραφε την συμφωνία των Πρεσπών – εκείνο που παράγει διπλωματικό αποτέλεσμα είναι η δέσμευση του έλληνα πρωθυπουργού ότι θα σεβαστεί την συμφωνία κι εκείνο που καταγράφεται ως διπλωματική υποθήκη είναι η φωτογραφία της χειραψίας του έλληνα πρωθυπουργού με τον ομόλογό του της Βόρειας Μακεδονίας.

Ηταν ένα μήνυμα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης μάλλον ήθελε να στείλει όχι μόνον εκτός αλλά και εντός συνόρων, μόνον που είναι ένα μήνυμα εγγενώς ελλειμματικό και ατελές. Ή άλλως, όπως λένε πηγές της αξιωματικής αντιπολίτευσης με γνώση και εμπλοκή στην συμφωνία των Πρεσπών, «δεν μπορείς να δηλώνεις από την μία, και μάλιστα σε διεθνή φόρα, ότι σέβεσαι την συμφωνία και από την άλλη να μην αξιοποιείς τις δυνατότητες που σου δίνει – να μην αξιοποιείς τις νέες συμμαχίες και τα οφέλη από την εφαρμογή της». Και είναι επικίνδυνο, συμπληρώνουν οι ίδιες πηγές, να επιλέγεις δόγμα αδράνειας στα εθνικά θέματα υπό τον φόβο του εγχώριου, εσωκομματικού και μη, ακροατηρίου, την ώρα που ο Ερντογάν στέλνει καραβιές τους πρόσφυγες στα νησιά του Αιγαίου και προειδοποιεί από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ότι θέλει «επωφελείς λύσεις και για τις δύο πλευρές στην ανατολική Μεσόγειο».

Ads

Σ’ αυτό το πλαίσιο μπορεί και να είναι ενδιαφέρουσα η σύσταση του εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Χαρίτση προς τον κ. Μητσοτάκη «να παραμείνει εκτός της χώρας», διότι όπως είπε «μόνο εκεί μπορεί να αφήσει πίσω του το προσωπείο του λαϊκισμού και του ψεύδους, που καλλιέργησε όλο το προηγούμενο διάστημα».

Και, σίγουρα δεν είναι καθόλου τυχαία, κι έχει ιδιαίτερη σημασία ως προς τα διπλωματικά – μη – τεκτενόμενα περί τη συμφωνία των Πρεσπών, η επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε προς τον υπουργό Εξωτερικών ο τομεάρχης Εξωτερικών της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γιώργος Κατρούγκαλος ζητώντας απαντήσεις σε δύο καίρια ζητήματα: Γιατί η κυβέρνηση δεν αξιοποιεί το διπλωματικό κεφάλαιο της συμφωνίας των Πρεσπών και γιατί δεν «τρέχει» την εφαρμογή της. Ειδικότερα, ερωτά γιατί καθυστερεί η λειτουργία των Επιτροπών για τα εμπορικά σήματα και για τα σχολικά βιβλία, ενώ προσθέτει ότι «σημειώνεται σημαντική καθυστέρηση ως προς την εφαρμογή των αποφάσεων του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας» και «διαπιστώνεται αμφισημία ή και αντιφατικότητα ως προς τις θέσεις της χώρας μας για την Ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων».

Ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ τονίζει επίσης ότι «φαίνεται, λόγω αδράνειας, να μην ενεργοποιούνται σχήματα πολυμερούς διπλωματίας τα οποία προώθησαν ιδιαίτερα την θέση της χώρας μας στα Βαλκάνια, ως εξαγωγέα σταθερότητας, όπως η Τετραμερής Διάσκεψη με την Αλβανία, τη Βουλγαρία και τη Β. Μακεδονία, η οποία ήταν προγραμματισμένη για τον Ιούνιο και αναβλήθηκε λόγω των εκλογών».