Όσο περνούν οι μέρες, το πραγματικό σχέδιο Μητσοτάκη – Θεοδωρικάκου αρχίζει να γίνεται αντιληπτό στο πανελλήνιο. Ας μην ανησυχούν οι δημόσιοι υπάλληλοι. Αυτή τη φορά δεν πρόκειται να υπάρξουν απολύσεις, διαθεσιμότητες, περικοπές μισθών και τέτοια μπανάλ πράγματα. Αλλού πηγαίνει η υπόθεση κι αυτό ακριβώς είναι το επικίνδυνο, τόσο για τη συνοχή της κοινωνίας όσο και για το μέλλον της Δημοκρατίας.
 
Απ’ ό,τι φαίνεται, η πολιτική που προτίθεται ν’ ακολουθήσει η Νέα Δημοκρατία είναι ένα συνονθύλευμα νεοφιλελεύθερης ρητορικής και λαϊκίστικης πρακτικής – κι όχι το αντίστροφο. Πάρτε για παράδειγμα τις επενδύσεις που είχαν υποσχεθεί πριν τις εκλογές. Όλα δείχνουν ότι μιλάμε για τετριμμένα και «εύκολα» πράγματα: να μπουν άρον – άρον οι μπουλντόζες στο Ελληνικό, να απελευθερωθεί η Ελντοράντο, να βγεί στο σφυρί η ΔΕΗ και να ιδιωτικοποιηθούν όσα λιμάνια έχουν απομείνει. Στα γρήγορα όλα και όπως νά’ναι. Πιθανότατα το ίδιο επιφυλάσσεται στα Νοσοκομεία, καθώς και στα Σχολεία, μέσω της μείωσης της κρατικής εποπτείας και εισαγωγής της περίφημης «αυτονομίας» σε δεύτερο χρόνο. Η αρχή μπορεί να γίνει μάλιστα με τα έρμα τα Πρότυπα Σχολεία, με το πρόσχημα της «αριστείας».
 
Αναμφισβήτητα, οι εμπροσθοβαρείς παραχωρήσεις στους ιδιώτες, μαζί με την προνομιακή μεταχείρισή τους από φορολογικής πλευράς, θα δημιουργήσουν μια πρόσκαιρη αύξηση της απασχόλησης και μια επίφαση «ανάπτυξης» (το έργο τόχουμε ξαναδεί με τους Ολυμπιακούς Αγώνες). Παράλληλα, η παράδοση του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος στους χορηγούς – μια ιδέα που προωθούσαν επίμονα οι Ραν Ταν Πλαν του ΔΝΤ – θα μειώσει τις δημόσιες δαπάνες για την Παιδεία. Η κουτοπονηριά επί του προκειμένου έγκειται στο εξής: στο μέλλον, υπεύθυνη για τις μη-προσλήψεις εκπαιδευτικών δεν θα είναι πλέον η κυβέρνηση, αλλά οι ποικιλώνυμοι χορηγοί των Σχολείων και οι Δήμοι.
 
Αν και όλα αυτά ακούγονται καλά ως κυβερνητικό αφήγημα, το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν συνιστούν μια συνεκτική στρατηγική στο πλαίσιο των νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων. Οι σοβαροί νεοφιλελεύθεροι δεν αρκούνται σε φλιναφήματα. Επιδιώκουν δομικές αλλαγές, που εξασφαλίζουν πιο μακροπρόθεσμα τους όρους αναπαραγωγής του συστήματος. Δείτε π.χ. τη διαφορά που έχουν τα λεγόμενα του Μητσοτάκη με τη γραμμή της Ξαφά. Η Ξαφά κυριολεκτεί όταν λέει ότι θα πρέπει να περικοπούν δραστικά οι συντάξεις και να απολυθεί το μισό δημόσιο. Η μεν περικοπή των συντάξεων θα έσπρωχνε τον κόσμο – εκ των πραγμάτων – στην ιδιωτική ασφάλιση. Οι δε μαζικές απολύσεις θα δημιουργούσαν έναν ακόμα «εφεδρικό στρατό» αποτελούμενο από ανθρώπους που ψάχνουν απεγνωσμένα και επειγόντως για δουλειά. Η αυξημένη ζήτηση εργασίας θα έριχνε de facto τους μισθούς, θα καθιστούσε εκτός τόπου και χρόνου τις συλλογικές συμβάσεις και θα αύξανε ακόμα περισσότερο την κερδοφορία. Όπως έχουμε ξαναπεί, το τι θα συνέβαινε μετά δεν απασχολεί ούτε την Ξαφά, ούτε τον Τζήμερο, ούτε τον Μάνο. Γαία πυρί μιχθήτω, σου λέει. Αργά ή γρήγορα θα εφευρεθεί κάτι άλλο και τότε το σύστημα θα βρίσκεται σε ακόμα καλύτερη θέση.
 
Ο Μητσοτάκης αδυνατεί να ακολουθήσει αυτή τη συνταγή, γιατί θέλει πρωτίστως να αναπαραγάγει τον εαυτό του. Και επειδή απ’ τη μια σταδιοδρομεί ως νεοφιλελεύθερος, ενώ απ’ την άλλη δεν αντέχει το πολιτικό κόστος που έχουν οι νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις, είναι αναγκασμένος να αυτοσχεδιάσει. Αυτές τις αντιφάσεις έχει η αυτονομία – και η προτεραιότητα – του πολιτικού στοιχείου απέναντι σε ο,τιδήποτε άλλο, μια αρχή που αδυνατούν να κατανοήσουν σε βάθος τόσο το ΚΚΕ όσο και οι «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις».
 
Να χαρούμε λοιπόν που αντί για τον καθαρόαιμο νεοφιλελευθερισμό θα έχουμε εδώ ένα νεοφιλελεύθερο κιτς με καρικατούρες και σχήματα που είναι «αέρας» στο επίπεδο της πολιτικής; Στην ερώτηση αυτή υπάρχουν δυο απαντήσεις. Τα καλά νέα για την κοινωνία – και την Αριστερά – είναι ότι οι συστημικές λογικές έχουν πράγματι αξεπέραστες αντιφάσεις, που εκδηλώνονται ανάγλυφα στη διαδρομή του χρόνου. Τα κακά νέα είναι ότι ο μόνος τρόπος για να εξισορροπηθεί μια ρητορική που αποθεώνει την αγορά και μια λαϊκίστικη πολιτική πρακτική που καλλιεργεί τον κοινωνικό αυτοματισμό για να αποκομισθούν άμεσα πολιτικά οφέλη είναι ο άκρατος – και επικοινωνιακά τελειοποιημένος – καιροσκοπισμός. 
 
Να πως γίνεται: πρώτα χωρίζεται το «κοινό» σε ομάδες – στόχους και μετά δίνεται κάτι στην κάθε ομάδα, ει δυνατόν στο συμβολικό επίπεδο και ανεξάρτητα αν το κέρδος της μιας μερίδας συνεπάγεται απώλειες για την άλλη. Συμπάσχει φερ’ ειπείν η Νέα Δημοκρατία με τους καμμένους στο Μάτι οργανώνοντας παράτες και μνημόσυνα, αλλά εμμέσως συνηγορεί στην άναρχη δόμηση και τον αποκλεισμό των ακτών, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν την ίδια τραγωδία στο Σούνιο ή στη Ραφήνα αύριο – μεθαύριο. Κλείνει το μάτι στους ξενοφοβικούς υποσχόμενη δομές κλειστού τύπου, αλλά θα κάνει τα στραβά μάτια όταν θάρθει η στιγμή να μαζέψουν τις φράουλες στη Μανωλάδα. Εκστρατεύει υπερ της «αριστείας» και της αποκομματικοποίησης του κράτους, αλλά στελεχώνει σε δώδεκα ώρες όλες τις υπηρεσίες με τα δικά της παιδιά ανεξαρτήτως προσόντων.
 
Η άλλη όψη αυτού του καιροσκοπισμού είναι η επιλεκτική εφαρμογή του κανόνα «νόμος και τάξις». Λέω επιλεκτική γιατί την κυβέρνηση δεν φαίνεται να την ενδιαφέρει η διαλεύκανση των μεγάλων σκανδάλων στο φάρμακο ή το πολιτικό χρήμα, ούτε η καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, αλλά η… στρατηγική ήττα του Ρουβίκωνα και η μετατροπή των Εξαρχείων σε μητροπολιτικό νεκροταφείο. Όπως προκύπτει από το προς ψήφιση νομοσχέδιο, η συγκεντροποίηση των κυβερνητικών λειτουργιών που προωθεί ο Μητσοτάκης δεν έχει ως στόχο την επιτελικότητα, αλλά τη γρήγορη και κατά περίπτωση αντιμετώπιση όποιας αρρυθμίας προκύπτει, χωρίς πολλή συζήτηση – και κυρίως χωρίς αρχές.
 
Θα το καταλάβουμε καλύτερα σε λίγο. Τίποτα δεν είναι βέβαιο με τη Νέα Δημοκρατία. Δεν αποκλείονται ούτε οι θεσμικοί ακροβατισμοί (π.χ., ψήφος στους ελληνο – αμερικανούς), ούτε οι αυταρχικές εκτροπές (με τα ντου της αστυνομίας όπου καπνίσει του Χρυσοχοϊδη), ούτε οι «ανίερες» συμφωνίες. Σήμερα στο προσκήνιο είναι οι «νέες δυνάμεις» του Μαυρωτά και της Μενδώνη, αύριο μπορεί να τους χρειαστούν ο Βενιζέλος (με το στικάκι του), ο Λοβέρδος (των οροθετικών) ή ακόμα και ο Βελόπουλος (που αλληλογραφεί με τον Χρηστό). Για αυτό η Νέα Δημοκρατία εκπέμπει διαφορετικά σήματα και αφήνει όλες τις πόρτες ανοιχτές. Νεοσυντηρητικότεροι των νεοσυντηρητικών όταν πρόκειται για τον αρχιεπίσκοπο και τα συμφέροντα της εκκλησιαστικής ηγεσίας, αλλά και… νεόκοποι περιβαλλοντολόγοι, που μπορεί να μη νοιάζονται για τα κυανιούχα της Ελντοράντο, αλλά κόπτονται για τις βλαβερές συνέπειες του καπνού!
 
Αποτολμώ μια εκτίμηση: η κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η Νέα Δημοκρατία θα είναι πολιτικά αβαρής, χωρίς γείωση και χωρίς έρμα. Θα βιώσουμε ένα κιτς, ανάλογο εκείνου που είχαν επινοήσει οι ανατολικές χώρες για να παρουσιάζουν τα καταρρέοντα καθεστώτα τους ως παράδεισο και θρίαμβο της σοσιαλιστικής ιδέας. Το λάθος που  δεν επιτρέπεται να κάνει η νοήμων Αριστερά είναι να απαντήσει σ’ αυτό το κιτς με ένα δικό της: το κιτς του «ηθικού πλεονεκτήματος» ή της «αλάθητης θεωρίας», που οδηγούν – δήθεν – με μαθηματική ακρίβεια στην ανάκτηση της εξουσίας.
 
Ας μελετήσουν οι αρμόδιοι τώρα το καλοκαίρι το φιλοσοφικο – πολιτικό πόνημα του Κούντερα, που τάραξε κάποτε τα νερά. Όπως θα διαπιστώσουν, η ελαφρότητα απέναντι στην ελαφρότητα του αντιπάλου δεν είναι κατ’ ανάγκην απελευθερωτική. Άσε που στο τέλος μπορεί να σε εξαϋλώσει πιο γρήγορα απ’ ότι θα εξαϋλώσει εκείνον.