Παράβαση: Τί Γιάννος, τί Γιάνος (Κάνταρ)

Ads

Μιλώντας στο Athens Voice, ο Γιάννος Παπαντωνίου εξηγεί: «Η προφυλάκισή μου διατάχτηκε εννέα μέρες μετά την εξαγγελία του «Δόγματος Πολάκη». (…). Ο Τσίπρας και η ομάδα του βάδισαν στα χνάρια του Τσάβες, του Ερντογάν και του Πούτιν. Αν ο Τσίπρας κατάφερνε να κερδίσει δεύτερη θητεία, σε λίγο θέμα των πολιτικών μας συζητήσεων θα ήταν τα ενδεχόμενα σχέδιά του για το…  2030, όπως συμβαίνει στη σημερινή Ρωσία». 

Μόνο τον Στάλιν ξέχασε. Επίσης, αυτό το «Τσίπρας» (σκέτο) το χρησιμοποιεί κατά κόρον ο Αντώνης Σαμαράς. Βλέπετε, ο Αλέξης Τσίπρας δεν δικαιούται ούτε τον σεβασμό που υπονοεί το «κύριος», ούτε την ευγενική ακρίβεια -ή την οικειότητα- που έχει η αναφορά στο πλήρες όνομα. Το κάνουμε όλοι αυτό το λάθος ασυνείδητα. Αλλά εδώ είναι εντελώς συνειδητό -και επιτηδευμένο.

Ο Γιάννος Παπαντωνίου ήταν κι αυτός μαθητής Προτύπου Σχολείου, που έκανε εξαιρετικές σπουδές και δραστηριοποιήθηκε στο ΚΚΕεσ. Αλλά αντί για Δουζίνας, μας προέκυψε Θεοδωρικάκος. Για τ’ αμαρτήματά του θα μιλήσει η Δικαιοσύνη. Προς το παρόν, το μόνο που γνωρίζουμε με σιγουριά είναι ότι υπήρξε ο πιο κοινωνικά ανάλγητος υπουργός του ΠΑΣΟΚ, που ενώ παραθέριζε ξοδεύοντας εκατομμύρια δραχμές κάθε μέρα στην Ελούντα, μιλούσε με άφατο κυνισμό για τις ανάγκες των συνταξιούχων.

Ads

Παρέμβαση: Το μάθημα και το πάθημα

«Όταν ξεκινούσα τη δουλειά στα νοσοκομεία ήταν λίγο δύσκολα. Βλέπεις ζωές που χάνονται, ανθρώπους που πονάνε. Πονάω με τον πόνο τους», λέει η κ. Γκρεμπί στην «Καθημερινή». Η Λίντα Γκρεμπί, από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας, είναι καθαρίστρια στο νοσοκομείο «Σωτηρία». Δούλευε πρώτα σε ιδιωτικό συνεργείο καθαριότητας και από τον περασμένο Δεκέμβριο εργάζεται ως συμβασιούχος. Ο μισθός της είναι 600 ευρώ καθαρά συν 35 ευρώ για ένα ανήλικο τέκνο.

Εξακόσια ευρώ για να παίζεις καθημερινά τη ζωή σου κορώνα-γράμματα ανάμεσα σε αρρώστους με μολυσματικά νοσήματα, χωρίς την αίγλη και την αναγνώριση που έχει η ιδιότητα του γιατρού και με την επισφάλεια του συμβασιούχου. Εδώ το κράτος-εργοδότης δεν ρουφάει μόνο την υπεραξία, αλλά την ίδια τη ζωή της σταγόνα-σταγόνα. Ωστόσο, η Λίντα πονάει με τον πόνο των άλλων. Όπως κι η Κωνσταντίνα Κούνεβα, που την ξεχάσατε στις ευρωεκλογές για να βγει ο Αλέξης Γεωργούλης.

Ο λαμπρός ευρωβουλευτής είπε επί λέξει σε συνεδρίαση με θέμα την εξόρυξη χρυσού: «Ο λόγος που ζητάω τον λόγο είναι επειδή είμαι μέλος της Επιτροπής των Αναφορών, και περνάνε αυτά από τα χέρια μου ουσιαστικά, από το δικό μας το γραφείο… Να πω δυο πράγματα όσον αφορά για τις αναφορές που έχουνε συμβεί, αλλά από το ’13 και μετά υπάρχει μια σιγή ιχθύος. Η Κομισιόν εδώ έχει απαντήσει, πως από την στιγμή που δεν έχει αλλάξει τίποτα στις δύο αναφορές που υπάρχουν στα δύο μεγάλα ζητήματα δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει λόγος για να κρατηθούν ανοιχτές. Αλλά στην τελευταία υπάρχουν κι άλλες υποθέσεις που πρέπει να ανοίξουνε οπότε εκεί ίσως υπάρχει μια ελπίδα ώστε αυτό το πράμα να βρει έναν τρόπο να είναι πιο δίκαιος προφανώς».

Προφανέστατα!

Παράβαση:  Δυο μέτρα και τρία σταθμά

Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο  Νίκος Κωνσταντόπουλος καλεί τους παληούς του συντρόφους να αναρωτηθούν τι σχέση έχει ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ με αυτό που ήξεραν ως Αριστερά στο Συνασπισμό. Ακούστε τι λέει: «Αναγνωρίζουν στον ΣΥΡΙΖΑ και σ’ αυτές τις πρακτικές τίποτα από την ανιδιοτέλεια της Αριστεράς; Αναγνωρίζουν την ηθική (της) ακεραιότητα; Γιατί σιωπούν; Γιατί συναινούν; Γιατί ανέχονται; Γιατί νομιμοποιούν;».

Τί παραλείπει ευσχήμως; Αν τελικά έπαιρνε τα λεφτά απ’ τον Κωσκωτά ο Παπανδρέου και μάλιστα σε σακούλες των πάμπερς. Τα έπαιρνε κ. κατήγορε ή όχι; Ήταν ηθικό και πολιτικά ανιδιοτελές να σύρουν ο Συνασπισμός και το ΚΚΕ τον πρώην πρωθυπουργό στο Ειδικό Δικαστήριο μ’ αυτές τις κατηγορίες, συμμαχώντας με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη; Μήπως είχε μια δόση καιροσκοπισμού ο όλος χειρισμός κ. πρόεδρε; Σύμφωνοι, το 1989 -και πάντα- η Αριστερά διεκδικούσε για τον εαυτό της τον ρόλο μιας εξυγιαντικής δύναμης. Μήπως όμως ήταν λίγο πιο σύνθετα τα πράγματα;

Τί κακό κι αυτό με τους τέως προέδρους του Συνασπισμού! Δαμανάκη, μην τα συζητάς. Κωνσταντόπουλος κι Αλαβάνος, ιδεολογικά συνεπείς -συνεπέστατοι- αλλά εκτός τροχιάς, κατά την εφαπτομένη.

Παρέμβαση: Η Ρόδος που λέγαμε

Ο Δημήτρης Γιατζόγλου κι ο Τάκης Κατσαρός μιλούν στο άρθρο τους «Μικρή και μεγάλη διεύρυνση», που δημοσιεύθηκε στην ΑΥΓΗ, «Για μια νέα πολιτική κουλτούρα συγκρότησης, στην οποία το ατομικό παράδειγμα στελεχών και μελών συνοψίζει το συλλογικό αξιακό φορτίο της αφοσίωσης και της ανιδιοτέλειας». Και επισημαίνουν ότι «Με τη συνείδηση ότι όσες φορές παραβιάστηκαν αυτές οι αρχές με την παράκαμψη των συλλογικών δημοκρατικών διαδικασιών, τη διαμόρφωση υποσυστημάτων εξουσίας, τις αλαζονικές στάσεις, τις περιττές οξύνσεις ή τις εξουσιαστικές συμπεριφορές, έβλαψαν καθοριστικά τον ΣΥΡΙΖΑ».

Σταράτες κουβέντες. Απομένει να εξειδικευθούν στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία. Ιδού η Ρόδος…

Παράβαση: Λόγια μεγάλων ανδρών (ολίγον ασύντακτα)

Ο Δημήτρης Λιγνάδης, που διορίστηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου πέρυσι τον Αύγουστο, λέει σε πρόσφατη συνέντευξή του: «Κάθε τόσο αναφέρουμε με ενδιαφέρον πώς σημαντικοί δημιουργοί στο εξωτερικό χρησιμοποιούν τα κείμενα του αρχαίου θεάτρου. Όμως εμείς σε μεγάλο βαθμό στην εκπαίδευση έχουμε πάψει να τα διδάσκουμε ή τα διδάσκουμε λάθος. (…) Αυτή η απαξίωση είναι ένα σύμπλεγμα ψευδοαριστερίστικο (sic), ας μου επιτραπεί να πω, που μετά τη χούντα ταλαιπώρησε για 40 χρόνια την ελληνική πολιτιστική αντίληψη και εκπαίδευση (…) οποιοσδήποτε ασχολείται με αυτά είναι είτε εθνικιστής, είτε οπισθοδρομικός, είτε συντηρητικός, είτε γέρος, είτε, είτε, είτε… Η λεγόμενη ψευδοαριστερά (sic) δίνει αγώνες για την πατρίδα των Παλαιστινίων, για τους Κούρδους, κ.α. αλίμονο όμως αν της πεις την έννοια πατρίδα σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα (μήπως εδώ είναι λίγο ασύντακτο;). Ή την έννοια αρχαίοι-κλασικοί (είναι έννοια οι αρχαίοι συγγραφείς;). Λυπάμαι που θα το πω, αλλά εκχωρήθηκε και ο Πολιτισμός και η Παιδεία, χρόνια τώρα, σε αυτές τις συνειδήσεις τις ψευδοαριστερές» (αλήθεια, πώς εκχωρείται ο Πολιτισμός και η Παιδεία στις … συνειδήσεις;).

Πέρα απ’ τ’ άτσαλα ελληνικά, εδώ έχουμε το θεώρημα Βορίδη (περί «αριστερής ηγεμονίας» μετά τη μεταπολίτευση) και τις χοντροκομμένες ανακρίβειες περί «εθνομηδενιστικής Αριστεράς» (που διακινούν οι όμοιοί του) σε συσκευασία ενός. Συγκρατούμαι και δεν λέω περισσότερα γιατί σέβομαι τα Θεία. Ο Τάσος Λιγνάδης, πατέρας του Δημήτρη Λιγνάδη, ήταν ένας αξιόλογος άνθρωπος. Αντιστασιακός (με τον ΕΣΑΣ), κριτικός και κορυφαίος φιλόλογος, μας εξόπλισε με «κλειδιά» για να καταλάβουμε τον Ελύτη, τον Χουρμούζη και άλλους ιδιαίτερα σημαντικούς λογοτέχνες. Ο υιός Λιγνάδης σε ποιον τομέα ακριβώς έχει διαπρέψει και πού εκπόνησε τη «διατριβή» του περί αληθούς και ψευδο-αριστεράς;  Σα δε ντρεπόμαστε. Τολμά να αγγίζει τα ιερά και τα όσια του Αισχύλου αυτός ο κύριος; Νήσος τις έστι που τιμωρεί κ. Λιγνάδη. Ο Δίας δεν ανέχεται τους αλαζόνες. 

Παρέμβαση: Ο καλός Μανιάτης

Ο Σταύρος Καπάκος (της ΕΣΗΕΑ) μιλάει για τα ΜΜΕ στην ΑΥΓΗ. Αδέκαστος. Για κάθε πράγμα που λέει παραθέτει αναφορές και στοιχεία. «Επιμένω πως μια ριζοσπαστική αντίληψη για τα ΜΜΕ θα ισχυριζόταν ότι, ακόμα κι αν έχουμε προσπάθειες χειραγώγησής τους, οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να αντιτάξουν τις δικές τους απόψεις στα μίντια. Η οργουελική αντίληψη για τα μίντια που έχει σαγηνεύσει την Αριστερά ισχύει μόνο κατά ένα μέρος. Να θυμίσω μόνο τη σχολή του Χάξλει που λέει πως αυτό που συνιστά πρόβλημα με τα μίντια είναι ο καταιγισμός πληροφοριών που δε μπορούν να αξιολογηθούν. Άρα, χρειαζόμαστε και στους δημοσιογράφους και στο Πανεπιστήμιο ανθρώπους που να μπορούν να αποδελτιώσουν τα σημαντικά. Σας θυμίζω ότι το Μπλούμπεργκ δημιουργήθηκε, όταν υπήρχε πλημμυρίδα ειδήσεων και έπρεπε να υπάρξει ένα πρακτορείο που θα αναδείξει τις κύριες ειδήσεις. Έπειτα, ο Στιούαρτ Χόλ, αναλυτής των ΜΜΕ από αριστερή, γκραμσιανή σκοπιά, μας έδωσε δυνατότητες να σκεφτούμε την κοινωνική λειτουργία των σύγχρονων ΜΜΕ. Απορώ πώς έχουν χαθεί αυτοί οι προβληματισμοί από τη σύγχρονη Αριστερά».

Είναι κι άλλοι αριστεροί έτσι. Χαμηλόφωνοι, σοβαροί, βαθειά μορφωμένοι. Άνθρωποι ψαγμένοι, κατασταλαγμένοι -κι ευτυχώς αμόλυντοι απ’ το καθεστώς. Μπορεί να μου πει κάποιος γιατί δεν ευδοκίμησαν στην ΕΡΤ μετά το 2015;

Παράβαση: Το καλοκαίρι αλλιώς

Η τσιγγάνα έχει αράξει στο δεντράκι, φράζοντας ένα ήδη στενό πεζοδρόμιο. Είναι εργάσιμη, καλοκαίρι. Κι όπως λέει ο αγαπημένος μας αποστάτης, βαδίζουμε αθώοι κι αμέριμνοι «μεσ’ στη βόλτα αυτού του κόσμου που μας ξέρει …».

Δίπλα στην παραβάτιδα, που κλείνει τον δρόμο στους περαστικούς -αλλά δεν ζητιανεύει-  παίζουν σαν αρκουδάκια τα δυο μικρά της. Το ένα, που κάθεται χάμω, το κάνω ενάμιση· το άλλο, που γυρίζει σαν σβούρα, δυο-δυόμιση χρονών. Βλέπω το πρόβλημα να πλησιάζει. Ο άντρας αθλητικός, με περιποιημένα γένια κι ακριβό polo· η γυναίκα ακόμη πιο νέα, ντυμένη στα άσπρα.

Κρατάει απ’ το χέρι το δικό της καμάρι, δυο-δυόμιση χρονών πάλι. 

Η λαμπερή οικογένεια προχωρεί και πάει να παρακάμψει διακριτικά το εμπόδιο. Ο μικρός τους έχει όμως άλλες ανάγκες. Αρχίζει να απευθύνεται στα γυφτάκια, που ανταποκρίνονται με χαρά. Πέφτει μια κάποια αμηχανία στο σύνολο. Ο κύριος κι η κυρία προσπαθούν ήρεμα, αλλά με αποφασιστικές κινήσεις, να ξεκολλήσουν τον μικρό από τη λερωμένη παρέα του. Στο τέλος τα καταφέρνουν. Το παιδί πάει να κλάψει, αλλά δεν προλαβαίνει. Τον παίρνουνε αγκαλιά και τον κανακεύουνε. Απομακρύνονται γρήγορα-γρήγορα ανακουφισμένοι, αλλά τα δυο γυφτάκια έχουν ακόμα απλωμένα τα χέρια και καλούν με παράπονο το φιλαράκι τους. Εμένα μου φεύγει ένα δάκρυ. Τόσο μικρό που δεν προλαβαίνει να κυλήσει στο μάγουλο. 

Μελό ιστορία, δε λέω, μα έχει τη σημασία της. Εμείς οι ηλικιωμένοι είμαστε ευσυγκίνητοι και δεν ντρεπόμαστε να εκδηλωθούμε γιατί δεν έχουμε πια τίποτα να χάσουμε.  Εε, δε μπορούμε να μιλάμε όλοι για «μαγαζιά». Ας μιλάνε και κάποιοι για γύφτους και δάκρυα.

ΥΓ  Μη παρεξηγηθώ τώρα για το «τσιγγάνα» και «γύφτος» από τους πολιτικά άψογους. Το λέω με οικειότητα και αγάπη, όπως ο ένας αφροαμερικανός αποκαλεί τον άλλον nigger. Η πιο εκνευριστική, αλλά και η πιο αξιοθαύμαστη, συνήθεια σ’ αυτή την κουλτούρα είναι ότι οι τσιγγάνοι μπορούν να κάνουν στο άψε-σβήσε σπίτι τους το ο,τιδήποτε. Όμορφοι άνθρωποι (κυριολεκτικά) και πανέμορφα παιδιά. Όταν τα βλέπω να παίζουνε χάνομαι.