Ίσως σε λίγους τομείς να φαίνεται η «πολιτικοκοινωνική μας παθολογία» όσο στην παιδεία. Από την αρχή της καθιέρωσης του εκπαιδευτικού συστήματος στο ελληνικό κράτος(και με εξαίρεση την ιδιότυπη απόπειρα του Καποδίστρια να μεταφράσει πχ το προοδευτικό πόνημα του Sarazin κλπ)  το ιδεολογικό πρόσημο υπήρξε σαφές.

Ads

Η πραγματικότητα και τα νομοθετικά στηρίχτηκαν στις θετικιστές, αντιδιαφωτιστικές τάσεις, με αποτέλεσμα την αποτυχία τους στην πρακτική εφαρμογή. Στο δημοτικό σχολείο, πχ τα διδασκόμενα μαθήματα ήταν Κατήχηση, στοιχεία της Ελληνικής, ανάγνωση, γραφή, αριθμητική τα μέτρα και τα σταθμά της εποχής, γραμμική ιχνογραφία, φωνητική μουσική και όπου ήταν δυνατόν στοιχεία γεωγραφίας, Ελληνικής ιστορίας, ενώ οι φυσικές επιστήμες σχεδόν αγνοούνταν. Η ευθύνη της εκπαίδευσης περιήλθε εξολοκλήρου στην Αντιβασιλεία. Σύµφωνα µε το βαυαρικό πνεύµα της εποχής επικράτησε και στην Ελλάδα ο κλασικισµός, µε στροφή στην αρχαία ελληνική και λατινική παιδεία, ενώ αγνοήθηκε εντελώς η νεοελληνική µετεπαναστατική πραγµατικότητα και οι άµεσες ανάγκες της.

Ο νόµος της 6/18 Φεβρουαρίου 1834 «περί δηµοτικών σχολείων» δεν προέβλεπε δωρεάν παιδεία ούτε καθόριζε το σκοπό του δηµοτικού σχολείου. Για τη διοίκηση και εποπτεία των δηµοτικών σχολείων συστήθηκαν επιτροπές στους δήµους, τις επαρχίες και νοµούς ενώ η γενική εποπτεία είχε ανατεθεί στην «επί των Εκκλησιαστικών Γραµµατεία της Επικρατείας». Κάθε απόπειρα για αυτονόμηση της παιδείας από τον κρατικά χορηγούμενο ηθικισμό και την προγονοπληξία, και εισαγωγή νέων, προοδευτικών ρευμάτων, αντιμετωπιζόταν με καχυποψία, όπως φαίνεται από την κατάργηση του Διδασκαλείου (της πρώτης απόπειρας για τη µόρφωση των πρώτων Ελλήνων δασκάλων) το 1863 ως «…όλως περιττόν και λίαν επιβλαβές», παρόλο που ιδρύθηκαν αρεστά διδασκαλεία τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Το 1837 άρχισε να λειτουργεί το «Πανεπιστήμιο του Όθωνος» με  52 μαθητές και 57 τακτικούς ακροατές και με 4 σχολές στην ίδια κατεύθυνση που περιγράψαμε μόλις παραπάνω: Θεολογία, Νομική, Ιατρική, φιλοσοφική. Το 1897, και ενώ οι πρώτες απόπειρες για αναβάθμιση και αστικοποίηση, παράλληλοι με πρωτόλειους μα σκληρούς εργατικούς αγώνες, αρχίζουν να σημειώνονται τα προηγούμενα χρόνια, έχουμε την πρώτη απόπειρα για μεταρρύθμιση, με εισαγωγή της γυναικείας και τεχνικής εκπαίδευσης, οι οποίες όμως παραμένουν έξω από τον βασικά αναλοίωτο από το 1830 κρατικό εκπαιδευτικό κορμό.

Ads

Το 1917, μετά από αιματηρές συγκρούσεις δεκαετιών όπως τα Ευαγγελικά και όχι μόνο, έχουμε την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στο δημοτικό.

Αλλά στα 1929, το κράτος απαντά στην εισροή των εργατικών μικρασιατικών στρωμάτων και στην ανάγκη απόσυρσης των παιδιών τους από τους δρόμους και προσφοράς της αρεστής κοινωνικοποίησης, με αύξηση της φοίτησης κατά ένα έτος και την  δημιουργία 6ετούς δημοτικού – γυμνασίου. Τα διδασκαλία γίνονται 5τάξια και για τους νηπιαγωγούς 4τάξια. Αρκετά από τα μέτρα που πάρθηκαν τότε είχαν στόχο όχι την προοδευτική μοιρασιά της γνώσης αλλά την κατάλληλη εκπαίδευση και κατανομή του ανερχόμενου εργατικού δυναμικού. Π.χ. η εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας στο σχολείο έγινε, γιατί ήταν αδύνατο να μεταδοθούν επαγγελματικές γνώσεις στην καθαρεύουσα. Τα μικτά σχολεία εξυπηρετούσαν και λόγους οικονομίας. Ενώ η εντατικοποίηση των εξετάσεων και η κρίση της διαγωγής, στόχευαν στην διατήρηση και επιτήρηση της ιεραρχικής κλίμακας ώστε η κοινωνική κινητικότητα (παιδιά μη προνομιούχων στρωμάτων που θα έμπαιναν στην ανώτατη εκπαίδευση) να μην γίνει εν δυνάμει ανατρεπτική για τους «ελέω Όθωνος κάποτε και Θεού πάντοτε «κληρονόμους του κράτους».
Ώστε οι εισιτήριες εξετάσεις για την εισαγωγή στις ανώτατες σχολές πραγματοποιήθηκαν πρώτη φορά κατά το σχολικό έτος 1926-1927. Μέχρι τότε οι απόφοιτοι των γυμνασίων, είχαν τη δυνατότητα να συνεχίσουν τις σπουδές τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, χωρίς εισιτήριες εξετάσεις.

Ο κύριος λόγος που οδήγησε στη θέσπιση των εξετάσεων είναι η απότομη δημογραφική αύξηση που παρατηρήθηκε στην Ελλάδα εξαιτίας της μικρασιατικής καταστροφής. Τα μέτρα του 1929 περιλαμβάνουν τη μικτή φοίτηση στο δημοτικό, την εξαετή υποχρεωτική φοίτηση στο δημοτικό, το εξαετές γυμνάσιο, τη χρήση της δημοτικής γλώσσας στο δημοτικό και την ίδρυση Τεχνικών και Επαγγελματικών Σχολών. Σκοπός των εκπαιδευτικών αλλαγών ήταν η προσαρμογή των μαθητών/μαθητριών στην αστική κοινωνία που αρχίζει να διαμορφώνεται, η 15 ενσωμάτωσή τους στην αγορά εργασίας, ενώ δεν αναφέρεται η θρησκευτική, η ηθική ούτε η εθνική διαπαιδαγώγηση των νέων (Μπουζάκης, 2011: 175-176). Οι φιλελεύθεροι υποστηρίζουν τις βασικές τους αρχές, ως τη δομή και την οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Οι συντηρητικοί διατηρούν τη θέση τους ως προς τις διαφορετικές εκπαιδευτικές ανάγκες των κοινωνικών τάξεων. Η μεταρρύθμιση των Ε. Βενιζέλου και Γ. Παπανδρέου προχώρησε σε καινοτόμες παρεμβάσεις στον εκπαιδευτικό χώρο, παρά στην προώθηση του σχολείου ως μέσου υποστήριξης του κρατικού ιδεολογικού μηχανισμού (Μπουζάκης, 2011: 178).

Η θετική παρόλα αυτά μεταρρύθμιση ήταν έργο της κυβέρνησης Βενιζέλου και περιλαμβάνει τα νομοσχέδια που κατατέθηκαν από τους υπουργούς Παιδείας Κ. Γόντικα (1929) και Γ. Παπανδρέου(1930-32) Στην εισηγητική έκθεσή του ο Κ. Γόντικας  θα τονίσει την αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να ανταποκριθεί στις ανάγκες της κοινωνίας, τον ολιγαρχικό χαρακτήρα της παιδείας με την παραμέληση της εκπαίδευσης μεγάλων λαϊκών μαζών, την υποβαθμισμένη εκπαίδευση του εκπαιδευτικού προσωπικού κ.ά. 

Συνολικά υποβλήθηκαν 13 νομοσχέδια στη Βουλή για ψήφιση. Το εισαγόμενο, νέο εκπαιδευτικό σύστημα καθιέρωνε: 

– Εξάχρονο δημοτικό σχολείο (για γενική μόρφωση και επαγγελματική προεκπαίδευση). 
–Εξάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση 
– Εξάχρονο γυμνάσιο ή πρακτικό λύκειο ή σχολή μέσης εκπαίδευσης (συγχώνευση των δύο πρώτων), με κατεύθυνση θεωρητική και πρακτική. 
– Μικτή φοίτηση των δύο φύλων σ’ όλα τα σχολεία της στοιχειώδους εκπαίδευσης, γενικής και επαγγελματικής, για λόγους οικονομικούς και παιδαγωγικούς. 
Την περίοδο 1930-32 με υπουργό Παιδείας τον Γ. Παπανδρέου η μεταρρύθμιση συνεχίστηκε με το Ν. 5045 του 1930, που καθιέρωνε τη διδασκαλία της δημοτικής γλώσσας στο δημοτικό σχολείο για τις τέσσερις πρώτες τάξεις και για τις δύο τελευταίες μαζί με την καθαρεύουσα.
Όλες αυτές οι προσπάθειες δεν ήταν δυνατόν να μη προκαλέσουν αντιδράσεις. Και πάλι χρησιμοποιούνται τα ίδια επιχειρήματα και κινητοποιούνται επαγγελματικά σωματεία. Είναι χαρακτηριστικό το υπόμνημα των Συνεργαζομένων Σωματείων  όπου προτείνονται τα παρακάτω: 
– Να συγκροτηθεί Ανώτατο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο αποτελούμενο από τον υπουργό Παιδείας, τον αρχιεπίσκοπο, αντιπρόσωπο της Φιλοσοφικής σχολής και τρεις εκπαιδευτικούς με αποδεδειγμένα «αστικά φρονήματα», για να καταρτίσουν σχολικά προγράμματα, να ελέγχουν τα βιβλία και να εποπτεύουν γενικά την εκπαίδευση. 
– Να καταργηθούν τα μικτά δημοτικά σχολεία και τα μικτά διδασκαλεία, γιατί αυτά είναι σύμφωνα με τον μπολσεβικισμό. 
– Να καταργηθεί η δημοτική γλώσσα («μαλλιαρή γλώσσα»), γιατί είναι η γλώσσα των κομμουνιστικών εντύπων. 
– Να απομακρυνθούν οι υπάλληλοι (ως το επίπεδο καθηγητή πανεπιστημίου) οι οποίοι ενισχύουν την κομμουνιστική θεωρία ή την «μαλλιαρή» γλώσσα. 
– Να αποβληθούν οι αριστεροί φοιτητές και να διαλυθούν οι σύλλογοί τους. 
– Να κηρυχθεί εκτός νόμου το Κομμουνιστικό κόμμα… 

Το σχέδιό τους είναι να συνδεθεί η δημοτική γλώσσα με μια ορισμένη ιδεολογία, την κομμουνιστική. 

Η περίοδος 1928-1932 χαρακτηρίζεται από αντίφαση στα εκπαιδευτικά θέματα, ανάμεσα στον προσανατολισμό της εκπαιδευτικής και της ευρύτερης κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης Βενιζέλου. Τα φιλελεύθερα και εκσυγχρονιστικά μέτρα, που ανακοινώνονται για τη στοιχειώδη και μέση εκπαίδευση είναι αντίθετα από τη θέσπιση εξετάσεων για το πανεπιστήμιο, που περιορίζει την άνοδο του λαϊκού μορφωτικού επιπέδου (Δημαράς, 2013: 201). Τίθενται ερωτήματα σχετικά με τις πραγματικές προθέσεις της εξουσίας στα εκπαιδευτικά θέματα και τη συνειδητοποίηση των κοινωνικών επιπτώσεων των αλλαγών. Αμφισβητείται η διάθεση για συμβιβαστικές προσεγγίσεις, ώστε να υπάρξει κοινωνική ισορροπία και ο συντονισμός των επιτελών της κυβέρνησης (Δημαράς, 2013: 195). Η λήψη των νέων μέτρων αποκτά αντίπαλους, τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία υπερασπίζεται τα κλασσικά γράμματα, τις Ενώσεις Φιλολόγων και Θεολόγων και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των εκπαιδευτικών – Ο.Λ.Μ.Ε. και Δ.Ο.Ε. (Μπουζάκης, 2011και Φούκας, 2012).  Το τέλος της μεταρρύθμισης έρχεται με την επιβολή της δικτατορίας το 1936 και τη συντηρητικοποίηση της αστικής τάξης (Καλεράντε, 2011: 184).

Η μεταρρύθμιση του 1929 δεν προχώρησε, όχι μόνο εξαιτίας των αντιδράσεων, αλλά και γιατί την πρόλαβε η δικτατορία του Κονδύλη (1935) κι έπειτα η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 του Ι. Μεταξά.
Ενδεικτικό του μεγάλου πολιτικού φορτίου της παιδείας είναι πως ο δικτάτορας στο διάγγελμά του, όμοια με τους δικτατορες του 1967, θα επικαλεστεί τον κομμουνιστικό κίνδυνο που «παρασκεύαζε την κοινωνικήν επανάστασιν και τελευταίως επίστευσεν ότι ευρίσκεται εις τα πρόθυρα αυτής», ενώ από τον υπουργό Παιδείας Κ. Γεωργακόπουλο οι μεταρρυθμιστές θα κατηγορηθούν ότι προσπάθησαν να υπονομεύσουν την θρησκεία, την πατρίδα και την οικογένεια.  

Ο ίδιος ο Ι. Μεταξάς αναλαμβάνει και υπουργός Παιδείας και αναστέλλει τα άρθρα του Συντάγματος που κατοχυρώνουν τις ανθρώπινες ελευθερίες, θα καταργήσει τον συνδικαλισμό και θα ιδρύσει τη φασιστική νεολαία ΕΟΝ στα πρότυπα της χιτλερικής νεολαίας. Το 1937, μετά από την ένταση του εργατικού κινήματος, την δικτατορία και τις πρώτες εκπαιδευτικές μπροσούρες έχουμε Δημοτικό 4τάξιο και καθιερώνεται συνέχιση στο γυμνάσιο, κι αμέσως μετά εξατάξιο δημοτικό και 8τάξιο γυμνάσιο. Με τον Α.Ν 952/1937 ιδρύεται ο ΟΕΔΒ, με σκοπό να ελέγχονται άμεσα τα σχολικά αναγνωστικά, με τον Α.Ν 953/1937 οι παιδαγωγικές ακαδημίες (που λειτουργούν ήδη από το 1933) ονομάζονται ανώτατες, αλλά διατηρείται ο διετής κύκλος σπουδών και με το Α.Ν 1800/1939 θα καταργηθεί η διάρθρωση των σχολικών βαθμίδων της μεταρρύθμισης του 1929 μετατρέποντας το δημοτικό σε 4/τάξιο και το γυμνάσιο σε 8/τάξιο(χωρισμένο σε δύο κύκλους). Με τον τρόπο αυτό συρρικνώθηκε το δημοτικό και περιορίστηκε το δικαίωμα μόρφωσης στα παιδιά από κατώτερες κοινωνικές τάξεις.

Τον φασισμό του Μεταξά διαδέχεται η τριπλή Κατοχή, που δίνει την ευκαιρία για ποικίλα ξεκαθαρίσματα και στον χώρο της παιδείας. Το σχολικό έτος 1940-41 κράτησε μόνο τρεις μήνες και το σχολικό έτος 1941-42 μόλις 20 μέρες.  Κι όμως μέσα σ’ αυτή τη δυστυχία ο καθηγητής Ιωάννης Κακριδής διώκεται από τους συναδέλφους του της Φιλοσοφικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών για το τονικό σύστημα που ακολούθησε στην έκδοση μιας διάλεξής του, αλλά και για τη γενικότερη θέση του στο θέμα της διδασκαλίας των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.  Η φράση του κατηγορητηρίου ότι ο Ι.Θ. Κακριδής ήταν «γνωστός δια τας αριστεράς αυτού γλωσσικάς θεωρίας» δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας για τα κίνητρα των διωκτών του. Μέσα στα χρόνια της Κατοχής η ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης). αποπειράται μια ριζοσπαστική αλλαγή στην εκπαίδευση από την  Δυο επιτροπές κομματικών οργανώσεων (ΕΑΜ, ΕΛΑΣ) υπέβαλαν σχέδιο που προβάλλει απόψεις για την εκπαίδευση σύμφωνες με την ιδεολογία των συντακτών τους.

Εκεί αναφέρονται: α) η παιδεία είναι η σπουδαιότερη κοινωνική λειτουργία ταγμένη στην υπηρεσία του λαϊκού συνόλου… ούτε μπορεί ποτέ να γίνει αντικείμενο εμπορικής εκμετάλλευσης…, β) γενικός σκοπός της… να ανυψώσει… τον εργαζόμενο λαό… (επιθυμεί να διαπλάσει πολίτες δημιουργικούς, ικανούς να συνεργάζονται, να προσαρμόζονται στην πραγματικότητα κλπ.), γ) αναγκαίες προϋποθέσεις είναι: σπουδές πανεπιστημιακές (4/χρονες) για τους δασκάλους και βελτίωση της θέσης τους.  Οι αλλαγές αυτές δεν πραγματοποιήθηκαν ούτε τις έλαβε υπόψη του το μεταπελευθερωτικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα του νέου αστικού ελληνικού κράτους συνεχίζοντας την εξάρτηση και την ιδιότυπη της ‘αλά ελληνικά’ αναπαραγωγή, στην οποία θα συμμετείχε και η αριστερά σε λίγο… [1] Ενοχλητικό και φόβιο κι ευεξήγητο. Ισχύει, όμως, όσον αφορά την εκπαίδευση και τις αλήθειες που πρέπει μέσα από αυτήν να αντιμετωπίσουμε, πως δεν θα βρεις κανένα πάθος παίζοντας εκ του ασφαλούς, συμβιβαζόμενος με μία ζωή η οποία είναι λιγότερη από εκείνην την οποία είσαι ικανός να ζήσεις».  Ν. Μαντέλα

 (συνεχίζεται).

Διαβάστε επίσης: Ένα αφιέρωμα στην εκπαίδευση με αφορμή το νέο νομοσχέδιο


[1] 1957-9 Έγιναν οι νόμοι 3971 και 3973 για την τεχνική και επαγγελματική Εκπαίδευση αντίστοιχα.
1964. 6ετές δημοτικό, 3ετές γυμνάσιο (εννιάχρονη υποχρεωτική Εκπαίδευση) 3ετές λύκειο Ν. 4379. Καθιέρωση ακαδημαϊκού απολυτηρίου, διδασκαλία αρχαίων και αύξηση της φοίτησης δασκάλων κατά 1 έτος (τριετής φοίτηση).
1967. Ίδρυση του Πανεπιστημίου Πατρών και Φιλοσοφικής Ιωαννίνων. Επανέρχεται το σύστημα πριν του 1964.
1970. Ίδρυση των 5 ΚΑΤΕΕ (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισα, Ηράκλειο).
1976. 9ετή υποχρεωτική Εκπαίδευση (6ετές δημοτικό – 3ετές λύκειο) εισαγωγή του με εξετάσεις ίδρυση κλασσικών λυκείων, ίδρυση ΚΕΜΕ (Ν186), ίδρυση τεχνικών – επαγγελματικών σχολών με διάρκεια 2-4 εξαμήνων (χωρίς εξετάσεις) και 3ετή με εξετάσεις, ανώτερες τεχνικές – επαγγελματικές σχολές με εισαγωγικές εξετάσεις μετά το λύκειο (Ν 576/77) και καθιέρωση νεοελληνικής γλώσσας. Στις ακαδημίες εισάγονται με το βαθμό απολυτηρίου.