Τα όσα διαδραματίστηκαν το Σάββατο στη γειτονιά μου δικαιώνουν και με το παραπάνω τον τίτλο της στήλης «Ανω Κάτω». Ζω σε μια γειτονιά στο Κάτω Χαλάνδρι που έχει μόνο ένα σούπερ μάρκετ, μερικά άλλα μαγαζιά με είδη πρώτης ανάγκης κι ένα καφέ-μπαρ που τα τελευταία δύο χρόνια -πανδημίας εξαιρουμένης- έχει δώσει λίγο παραπάνω ζωή στην κατά τα άλλα μέχρι βαρεμάρας ησυχία.

Ads

Η τελευταία φορά που θυμάμαι αστυνομία στη γειτονιά ήταν πριν από κάποια χρόνια, όταν έγινε ληστεία στο σούπερ μάρκετ. Απούσα η αστυνομία και για ελέγχους για τα περιοριστικά μέτρα λόγω κορονοϊού. «Μα εμάς γιατί δεν μας καταδέχονται;» λέγαμε για πλάκα με μια φίλη που μένει εδώ κοντά.

Αυτό άλλαξε άρδην το πρωί το Σαββάτου. Πήγα να φτιάξω καφέ κι από το παράθυρο της κουζίνας είδα στον απέναντι δρόμο μια κλούβα της αστυνομίας. Σκέφτηκα πως μόνο τίποτα τρομοκράτες του ISIS ζωσμένοι με εκρηκτικά θα δικαιολογούσαν μια τόσο ισχυρή αστυνομική παρουσία. Τελικά βρήκαμε τους «τρομοκράτες». Ηταν μια χούφτα άνθρωποι που πέταξαν φυλλάδια υπέρ του Δημήτρη Κουφοντίνα στη λαϊκή η οποία γίνεται κάθε Σάββατο. Κάποιοι κάλεσαν την αστυνομία. Ηρθε η ομάδα ΔΕΛΤΑ κι ύστερα πλάκωσαν και τα ΜΑΤ. Χώρια που, όπως έμαθα εκ των υστέρων, είχαν ειδοποιηθεί για συγκέντρωση υπέρ του Κουφοντίνα παραδίπλα, στην πλατεία Χίου.

Εμαθα ότι συνέλαβαν δύο γυναίκες. Τη μία είδα να τη σέρνουν στο βίντεο που ανέβασε στο Facebook μια Χαλανδριώτισσα οι Δελτάδες. Είδα τις μηχανές τους να περνούν ανάμεσα απ’ τους πάγκους και τους αποσβολωμένους πελάτες. Κάποιοι τους φώναζαν «φασίστες». «Ούτε να καταναλώσουμε με την ησυχία μας δεν μπορούμε» ακούστηκε να λέει μια γυναίκα. Και στη διασταύρωση οι ΜΑΤατζήδες, έτοιμοι να πλακώσουν στο ξύλο τίποτα ζαρζαβατικά ίσως; Ολα αυτά στη βαρετά ήσυχη γειτονιά μου. Οπως φαίνεται όμως, σε μια εποχή και με μια κυβέρνηση όπου καταπατώνται βασικά δικαιώματα δεν υπάρχουν πια ήσυχες γειτονιές.

Ads

ΥΓ. Κύριε υπουργέ «προστασίας του πολίτη», το να τρομοκρατείτε και τους «νοικοκυραίους» ανάμεσα σε τόσους άλλους δεν θα σας βγει σε καλό. Εγώ πάντως σας προειδοποίησα.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών