Το «Πρώτο Πλάνο», το περιοδικό του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ζήτησε από δέκα σκηνοθέτες ντοκιμαντέρ να μοιραστούν από μια εμπειρία, μια αληθινή ιστορία που έζησαν στα γυρίσματα των ταινιών τους.

Ads

Από εδώ έως το Εκουαδόρ και από την πιο αισιόδοξη πλευρά της ζωής έως την πιο σκοτεινή, οι αφηγήσεις τους είναι γεμάτες από το υλικό της ζωής.

Συναρπαστικό. Αστείρευτο.

Το tvxs.gr δημοσιεύει σήμερα την έκτη

Η Βαγγελιώ

Του Ηλία Γιαννακάκη

Το καλοκαίρι του 2008 ξεκίνησα τα γυρίσματα ενός ντοκιμαντέρ που αναφερόταν σε ένα άτυπο δίκτυο ανθρώπων οι οποίοι την περίοδο του Εμφυλίου(1946 –΄49) αλλά και για όσα χρόνια συνεχίζονταν οι εκτελέσεις, μέχρι το 1955, προσπαθούσαν και σε κάποιες περιπτώσεις κατόρθωναν, να επηρεάσουν την ετυμηγορία των έκτακτων στρατοδικείων ώστε η απόφαση να βγαίνει με πλειοψηφία τρία προς δυο.

Ads

Με αυτό τον τρόπο η ποινή δεν εκτελούνταν αμέσως και υπήρχε χρόνος για περαιτέρω δικαστική μάχη και ελπίδα ότι με κάποιο τρόπο θα ήταν δυνατό να αποφευχθεί η εσχάτη των ποινών.

Ήταν μια περίοδος όπου εκτελούνταν συνεχώς νέοι και νέες, ως κομμουνιστές και κατάσκοποι ή για συμμετοχή τους στο ΕΑΜ.

Οι καταδικαστικές αποφάσεις έβγαιναν αβασάνιστα, σε μια εποχή που θύμιζε Μεσαίωνα.

Έτσι λοιπόν, απλοί άνθρωποι, αγράμματες γυναίκες, ευαισθητοποιημένοι δικηγόροι, επιχειρούσαν να προσεγγίσουν τους στρατοδίκες. Κάποιες φορές πήγαιναν μανάδες ως καθαρίστριες στα σπίτια τους, ώστε να κερδίσουν τη συμπάθειά τους και να σώσουν τα παιδιά τους.

Άλλες φορές συγκεντρώνονταν, με τους πιο δύσκολους και απίθανους τρόπους, μεγάλα ποσά ώστε να χρηματιστούν οι στρατοδίκες.

Για όλους εκείνους τους ανθρώπους που βοήθησαν χωρίς ποτέ να γραφεί το όνομά τους στην Ιστορία, έγινε εκείνη η ταινία. Με τίτλο “Ένα αργοπορημένο ευχαριστώ”.

Είχα πάει στα Πατήσια για να κινηματογραφήσω μια μικροσκοπική ηλικιωμένη κυρία που την εποχή εκείνη είχε μεγάλη συμμετοχή και δράση σε ένα τέτοιο δίκτυο γυναικών.

Καθώς μου μιλούσε στην κάμερα άνοιξε η πόρτα και εμφανίστηκε, χωρίς καμία συνεννόηση, μια επίσης ηλικιωμένη γυναίκα αλλά με φοβερή κορμοστασιά και βλέμμα που μαγνήτιζε.
Κάθισε ακριβώς δίπλα μου.

Η κυρία που μιλούσε στην κάμερα είχε ήδη αναφερθεί στα τρία χαμένα αδέλφια της, εκτελεσθέντες από τους Γερμανούς ο ένας και από τον Εθνικό στρατό οι άλλοι δυο.

Μίλησε και για την αδελφή της, την Βαγγελιώ, που είχε συλληφθεί, βασανιστεί φρικτά και κρατηθεί επί πολλά χρόνια έγκλειστη στις φυλακές Αβέρωφ.

Η κυρία δίπλα βρισκόταν σε έξαψη. Κυριολεκτικά. Άκουγε και σκούπιζε με μαντήλι το μέτωπο και τα μάγουλά της. Με κοίταζε στα μάτια σαν να ζητούσε κάτι.
Σταματώ το γύρισμα και την ρωτώ τι ήταν αυτό που της συνέβαινε.

Ήταν η Βαγγελιώ. Ήθελε να μιλήσει. Εκείνη τη στιγμή όμως. Όχι δέκα λεπτά αργότερα. Όπως καθόταν η αδελφή της(για λογαριασμό της οποίας είχα βρεθεί εκεί) την σήκωσα και κάθισε στη θέση της η Βαγγελιώ. Χωρίς να αλλάξω το κάδρο, το φωτισμό ή τον διάκοσμο από πίσω. Ώστε να μη χαθεί η στιγμή.

Και ξεκίνησε ένας χείμαρρος. Μια εκπληκτική γυναίκα μου αφηγήθηκε, εντελώς αναπάντεχα, την πιο συγκλονιστική μαρτυρία που είχα ποτέ κινηματογραφήσει γύρω από τον Εμφύλιο.

Ήμουν αποσβολωμένος όχι μόνο από όσα έλεγε αλλά και από τον τρόπο που τα έλεγε. Χωρίς στόμφο. Με μια αλήθεια που φαινόταν να έρχεται από πολύ παλιά. Από όλες τις γυναίκες της Ιστορίας που είχαν προϋπάρξει, υποφέρει και αντέξει.

Ένα χρόνο αργότερα, στην προβολή της ταινίας, η Βαγγελιώ ήταν εκεί. Είδε την ταινία, στην οποία είχε κεντρική παρουσία και ήρθε κοντά μου. Με αγκάλιασε διακριτικά και με φίλησε. Και με ευχαρίστησε θερμά.
Της είπα ότι θέλω να τα ξαναπούμε σύντομα.

“…εντάαααξει…” είπε χαμογελώντας. Το έλεγε έτσι μακρόσυρτα. Το θυμόμουν από το γύρισμα.

Ήθελα να της κάνω ένα ντοκιμαντέρ μόνο πάνω της.

Την αναζήτησα ύστερα από λίγους μήνες.

Η Βαγγελιώ, όμως, είχε πεθάνει.

Διαβάστε επίσης: