Παρά την οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008, ο αριθμός ταξιδιών στο εξωτερικό (αναχωρήσεις) όχι μόνο δεν περιορίστηκε αλλά αντιθέτως αυξήθηκε. Από την άλλη πλευρά, μεταβλήθηκε η επιλογή των ταξιδιωτικών προορισμών, με αύξηση σε υψηλότερο ρυθμό των ταξιδιών στις χώρες της ΕΕ εκτός της ζώνης του ευρώ, κυρίως στις όμορες γειτονικές χώρες, όπου η τουριστική δαπάνη είναι χαμηλότερη.

Ads

Παράλληλα, μεταξύ 2008 και 2017 μειώθηκε η Μέση κατά Κεφαλή Δαπάνη (-65%, από € 712 το 2008 σε € 248 το 2017) με επιλογή φθηνότερων προορισμών (μείωση της Μέσης Δαπάνη ανά Διανυκτέρευση κατά -40%, από € 75 το 2008 σε € 45 το 2017) αλλά και της διάρκειας του ταξιδιού (μείωση της Μέσης Διάρκειας Παραμονής κατά -42%, από 9,5 διανυκτερεύσεις το 2008 σε 5,5 διανυκτερεύσεις το 2017). Με την ανάκαμψη της οικονομίας μετά το 2017 και μέχρι την έναρξη της πανδημίας η ζήτηση για ταξίδια στις χώρες της Ευρωζώνης ανέκαμψε με πολύ υψηλότερο ρυθμό σε σχέση με τις άλλες περιοχές, τόσο σε αριθμό ταξιδιών, όσο και διανυκτερεύσεων αλλά και πληρωμών.

Αυτά είναι μερικά από τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης του ΙΝΣΕΤΕ με τίτλο “Η εξερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση από Ελλάδα, 2005-2021” που αναλύει τα στοιχεία του εξερχόμενου τουρισμού από Ελλάδα για την εν λόγω περίοδο και ειδικότερα τα μεγέθη των αναχωρήσεων, διανυκτερεύσεων, πληρωμών, Μέσης κατά Κεφαλή Δαπάνης, Μέσης Δαπάνης ανά Διανυκτέρευση και Μέσης Διάρκειας Παραμονής.

Ποιες χώρες επιλέγουν οι Έλληνες τουρίστες

Την περίοδο 2005-2019 και κυρίως κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης παρατηρείται μεταβολή των ταξιδιωτικών προτιμήσεων των Ελλήνων τουριστών, με αύξηση των μεριδίων των όμορων φθηνών προορισμών της Βουλγαρίας και της Τουρκίας (από 19% το 2005 σε 36% το 2019) και μείωση των μεριδίων των παραδοσιακών υψηλότερης τουριστικής δαπάνης προορισμών της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ολλανδίας, της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου (από 33% το 2005 σε 21% το 2019).

Ads

Η μείωση στα μερίδια που καταγράφεται στους παραδοσιακούς προορισμούς μας οφείλεται σε μικρότερη αύξηση του εξερχόμενου τουρισμού και όχι σε μείωσή τους, όπως αναφέρει η μελέτη.

Η τάση αυτή μετά το 2019 διαταράσσεται λόγω της πανδημίας του κορονοϊού και των ταξιδιωτικών περιορισμών, καταγράφοντας το 2021 το χαμηλότερο αριθμό εξερχομένων τουριστών από την έναρξη της Έρευνας Συνόρων. Παράλληλα, το 2021, οι όμοροι προορισμοί της Βουλγαρίας και της Τουρκίας φαίνεται να επηρεάζονται σε υψηλότερο βαθμό από την πανδημική κρίση σε σύγκριση με τους παραδοσιακούς προορισμούς.

Πόσοι έφυγαν, πόσο έμειναν

Όπως αναφέρεται στη μελέτη, οι αναχωρήσεις εμφάνισαν αυξητική πορεία μέχρι και το 2019. Συγκεκριμένα, ανά περίοδο:

• 2005-2008 αύξηση κατά +4% (από 3,6 εκατ. το 2005 σε 3,8 εκατ. το 2008),
• 2008-2017 αύξηση κατά +104% (από 3,8 εκατ. το 2008 σε 7,7 εκατ. το 2017),
• 2017-2019 αύξηση κατά +2% (από 7,7 εκατ. το 2017 σε 7,8 εκατ. το 2019) και
• 2019-2021 πτώση κατά -74% (από 7,8 εκατ. το 2019 σε 2,0 εκατ. το 2021).

 Οι διανυκτερεύσεις παρουσιάζουν παρόμοια εικόνα με τις αναχωρήσεις, αν και με πιο ήπια χαρακτηριστικά:

• 2005-2008 αύξηση κατά +5% (από 34,1 εκατ. το 2005 σε 35,9 εκατ. το 2008),
• 2008-2017 αύξηση κατά +18% (από 35,9 εκατ. το 2008 σε 42,2 εκατ. το 2017),
• 2017-2019 αύξηση κατά +6% (από 42,2 εκατ. το 2017 σε 44,9 εκατ. το 2019) και
• 2019-2021 πτώση κατά -47% (από 44,9 εκατ. το 2019 σε 24,0 εκατ. το 2021)

 Σε ό,τι αφορά τις πληρωμές, επηρεάστηκαν συγκριτικά πολύ περισσότερο κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης (μετά το 2008) από τις αναχωρήσεις και τις διανυκτερεύσεις:

• 2005-2008 αύξηση κατά +10% (από € 2,4 δισ. το 2005 σε € 2,7 δισ. το 2008),
• 2008-2017 μείωση κατά -29% (από € 2,7 δισ. το 2008 σε € 1,9 δισ. το 2017),
• 2017-2019 αύξηση κατά +44% (από € 1,9 δισ. το 2017 σε € 2,7 δισ. το 2019) και
• 2019-2021 πτώση κατά -59% (από € 2,7 δισ. το 2019 σε € 1,1 δισ. το 2021).

 Όσον αφορά τα μερίδια των επιμέρους γεωγραφικών περιοχών, οι χώρες της Ευρωζώνης εμφανίζουν αυξητική τάση (από 43% το 2005 σε 50% το 2021), ενώ οι χώρες της ΕΕ εκτός της ζώνης του Ευρώ σταθερή (από 11% το 2005 σε 11% το 2021).

Η Μέση κατά Κεφαλή Δαπάνη εμφανίζει διακυμάνσεις καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο. Συγκεκριμένα, την περίοδο:

• 2005-2008 αύξηση κατά +6% (από € 673 το 2005 σε € 712 το 2008),
• 2008-2017 μείωση κατά -65% (από € 712 το 2008 σε € 248 το 2017),
• 2017-2019 αύξηση κατά +41% (από € 248 το 2017 σε € 350 το 2019) και
• 2019-2021 αύξηση κατά +57% (από € 350 το 2019 σε € 549 το 2021).

Πηγή: capital.gr